Ἐτυμολογία: ταξίδι στὶς φλέβες τῆς γλώσσας μας

Ἑλληνική γλώσσα

Γράφει ὁ Δημ. Νατσιός

Ὅταν θέλω νὰ διδάξω στοὺς μαθητές μου, παιδιὰ τοῦ δημοτικοῦ, τὴν ὡραιότητα τῆς ἐτυμολογίας τῶν λέξεων τῆς γλυκάκουστης γλώσσας μας, τοὺς ἀναφέρω ἕνα πολὺ ἁπλὸ παράδειγμα. Τοὺς ρωτῶ γιατί ὀνομάστηκε ἔτσι ὁ σκίουρος. Εὔκολα καταλήγουμε στὰ δύο συνθετικά της λέξεως: σκιὰ + οὐρά. «Καὶ γιατί τὸ εἶπαν ἔτσι οἱ νουνεχεῖς καὶ εὑρηματικοὶ πρόγονοί μας; Γιατί ἡ φουντωτὴ καὶ μεγάλη οὐρά του δημιουργεῖ σκιά». Ἀμέσως τὰ παιδιὰ «ψυλλιάζονται», ὑποπτεύονται ὅτι κάτι συμβαίνει μὲ τὶς λέξεις καὶ τά… γενέθλιά τους.

Τὸ ἴδιο γίνεται καὶ μὲ τὴν λέξη ρινόκερος. «Ρὶν» εἶναι ἡ μύτη, τοὺς λὲς γιὰ τὸν ὠτορινολαρυγγολόγο, τὸν ὁποῖο ἔχουν ἐπισκεφτεῖ – τὸ πρῶτο συνθετικὸ «ὠτο», τὰ αὐτιά, ἐδῶ στὸ Κιλκίς, τὸ γνωρίζουν οἱ ποντιακῆς καταγωγῆς μαθητές, ἀπὸ τὰ νόστιμα «ὠτία» ποὺ φτιάχνουν οἱ μάνες ἢ κυρίως οἱ γιαγιάδες τους, τὸ δεύτερο συνθετικὸ «-κερος» (ἢ -κερως, ἐκ τοῦ κέρας, τὸ κέρατο), καὶ μᾶς προκύπτει τὸ ζῶο ποὺ ἔχει στὴν μύτη ἕνα κέρατο. Λέγαμε τὶς προάλλες γιὰ τὴν γενοκτονία τῶν Ποντίων καὶ ἀναλύαμε τὰ συνθετικὰ γένος + κτείνω. Τὸ κτείνω (=σκοτώνω), δὲν τὸ ἀναγνωρίζουν, ὅμως ἂν τοὺς πεῖς ὅτι σημαίνει σκοτώνω (ἐκ τοῦ σκότους), φτάνουμε στὴν αὐτοκτονία, στὰ ἐντομοκτόνα, στὴν λιμοκτονία.

Ἂν αὐτὸ γίνεται συνεχῶς στὴν τάξη, σ’ ὅλα τὰ μαθήματα, ἡ πάντερπνη, δηλαδή, καὶ γοητευτικότατη καὶ γιὰ τὰ παιδιά, περιήγηση στὴν ἀνθοβριθῆ ἐτυμολογία μας, πραγματικά τους ὁδηγεῖς ἐπὶ τὰς πηγὰς τῶν ὑδάτων τῆς ἀείρροης γλώσσας μας. (Τὸ ἔχω ξαναγράψει. Εἶναι μέγα δυστύχημα ἡ μὴ εἰσαγωγή, τουλάχιστον στὶς τρεῖς τελευταῖες τάξεις τοῦ Δημοτικοῦ, τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν σὲ παιγνιώδη μορφή, μὲ ἔμφαση στὴν ἐτυμολογία. Πότε θὰ ἀναδειχθεῖ ἕνας φωτισμένος ὑπουργός, ὁ ὁποῖος θὰ τὸ πράξει, ἀδιαφορώντας γιὰ τὰ βελάσματα, τὶς ὑλακὲς τὰ ρεκάσματα καὶ τὰ ὀγκανίσματα τῶν ἀσμίλευτων ψευτοπροοδευτικῶν;).

Μέσῳ τῆς ἐτυμολογίας τὰ παιδιὰ μαθαίνουν καὶ ὀρθογραφία, πληγὰ πυορρέουσα σήμερα τῆς ἑλληνικῆς ἐκπαίδευσης. Ἡ ὀρθογραφία, ποὺ γράφαμε κάθε πρωὶ στὸ γνωστὸ τετράδιο, εἶναι γνωστὸ ὅτι καταργήθηκε. Προφανῶς, προσωπικὴ ἄποψη, γιὰ νὰ ἐπιβληθεῖ, ἐν εὐθέτῳ χρόνῳ, ἡ φωνητικὴ γραφὴ καὶ τὸ λατινικὸ ἀλφάβητο. Κάποια μέλλουσα γενεὰ -ἡ ἱστορία ἔχει μεγάλη ὑπομονὴ- θὰ δεχθεῖ ὡς «μάννα ἐξ οὐρανοῦ» τὴν κατάργηση τῶν ἐνοχλητικῶν εἰ, οἱ, αἵ, ω, εὖ καὶ λοιπά. Τὰ ἀγγλικὰ μπῆκαν ἀπὸ τὴν α´ δημοτικοῦ, ὅλα τριγύρω μας παραπέμπουν σὲ ἀγγλοαμερικανικὴ συνοικία, ἡ… κινητὴ ἐπικοινωνία γίνεται μὲ greeklish-γραικυλικά, ἡ ὀρθογραφία καταργήθηκε, καί… λατινικὸ ἀλφάβητο, γιὰ νὰ γίνουμε ἐπιτέλους Εὐρωπαῖοι. Βεβαίως ἀρκετοὶ δάσκαλοι [κανονικὰ πρέπει νὰ βάλω καὶ τὴν κατάληξη -ες, δασκάλες, ὅπως μὲ μία ἔντυπη σαχλαμάρα – ἐγκύκλιο, κελεύει κάποια Γραμματεία Ἰσότητας γιὰ νὰ ἀποφεύγεται ὁ… σεξισμός].

«Ὁ καθεὶς τὴν μύξα του γιὰ βούτυρο τὴν ἔχει», ὅπως θυμόσοφα λέει ὁ παροιμιώδης λόγος), τὸ ἔχουν ἤδη καταλάβει, ὅσοι κυρίως φοιτήσαμε στὶς Παιδαγωγικὲς Ἀκαδημίες, ὅπως ὁ γράφων στὴν Θεσσαλονίκη, τὴν Μεγάλη του Γένους Σχολή, ὅπως τὴν ὀνομάζαμε. Οἱ νεότεροι, ἂν δὲν ἔχουν ἀντισώματα ἀπὸ τὴν οἰκογένεια ἢ δὲν ἔχουν ἀναφορὰ στὴν Ἐκκλησία, ἔρχονται στὰ σχολειὰ μπουκωμένοι ἀπὸ ἐθνομηδενιστικὰ δηλητήρια. Ἀρκετοί, λοιπόν, δάσκαλοι προσπαθώντας νὰ περισώσουν ὅ,τι μπορεῖ νὰ περισωθεῖ, φροντίζουν νὰ συμπληρώσουν τὰ σχολικὰ ἐγχειρίδια γλώσσας- περιοδικὰ ποικίλης ὕλης- μὲ μία παραδοσιακότερη διδασκαλία τῆς γραμματικῆς, προκειμένου νὰ ἐπιτύχουν κάποια ἰσορροπία, ἐκφωνοῦν κάθε πρωὶ τὴν ὀρθογραφία ποὺ ἔχουν δώσει τὴν προηγούμενη ἡμέρα, δὲν παύουν νὰ δίνουν κατ’ οἶκον σχολικὴ ἐργασία καὶ μελέτη, νὰ διατηροῦν τὸ μάθημα τῆς ἐκθέσεως- ποὺ καὶ αὐτὸ καταργήθηκε στὸ δημοτικὸ- καὶ νὰ διορθώνουν μὲ κόκκινο στυλὸ- τί ἔγκλημα! –τὰ ὀρθογραφικὰ λάθη, κι αὐτὸ εἶναι ποὺ κάπως σώζει ἀκόμα τὴν κατάσταση.

Καί, ἐπαναλαμβάνω, τὸ ξεκλείδωμα γιὰ τὴν προσέγγιση, τὴν ἐμβάθυνση καὶ ἐν τέλει τὴν ἀγάπη τοῦ παιδιοῦ γιὰ τὴν γλώσσα τῶν «γοναίγων του» (Μακρυγιάννης) εἶναι ἡ ἐτυμολογία, τὸ ταξίδι στὰ κεφαλόβρυσα, στὶς φλέβες τῆς ἡλιόλουστης λαλιᾶς μας. Εἰς ἐπίρρωσιν, παραπέμπω σ’ ἕνα κείμενο τοῦ ἀειθαλοῦς δασκάλου μας, Κωνσταντίνου Γανωτῆ, ἴσως τοῦ καλύτερου φιλολόγου ποὺ ἔχει αὐτὴν τὴν στιγμὴ ἡ πατρίδα, γραμμένο τὸ 1985. «Ἕνα πολὺ μεγάλο μέρος τῆς νέας ἑλληνικῆς, ὅλες δηλαδὴ σχεδὸν οἱ σύνθετες λέξεις, εἶναι καθαρὰ ἀρχαῖες ἑλληνικές. Τὸ παιδί, χωρὶς τὴν γνώση τῶν συνθετικῶν, τὶς μαθαίνει σὰν ξένες λέξεις χωρὶς σαφήνεια. Πῶς νὰ καταλάβει σωστὰ σὰν λέξεις τῆς γλώσσας του, τὶς λέξεις λ.χ. ὑδραγωγεῖο, ἀρτοποιεῖο, ναυπηγεῖο, εὐδοκιμῶ, ἀπορρυπαντικὸ καὶ ἄπειρες ἄλλες σύνθετες, ὅταν ἀγνοεῖ τὰ συνθετικά τους; Ἂν τὰ γνώριζε, θὰ μποροῦσε ξέροντας μόνο δέκα ἁπλὲς νὰ ἀποκρυπτογραφήσει μὲ πλήρη κυριολεξία ἑκατοντάδες σύνθετες. Ἔτσι καὶ βαθειὰ γνώση τῆς μητρικῆς του γλώσσας θὰ εἶχε καὶ εὐκολότερα θὰ τὴν ἀποκτοῦσε» («Δημόσιος διάλογος γιὰ τὴν Γλώσσα», συλλογικὸς τόμος, ἔκδ. «ΔΟΜΟΣ», σελ. 157).

Ἔτσι ἀκριβῶς. Ἀποκρυπτογραφεῖται ὁ κόσμος τῶν λέξεων μέσω τῆς ἐτυμολογικῆς ἀνάλυσης. Θέλουμε δὲν θέλουμε ἡ ἀρχαία γλώσσα εἶναι τροφὸς τῆς νεοελληνικῆς καὶ προϋπόθεση γιὰ τὴν εἰς βάθος οἰκείωσή της. (Ἂν εἴχαμε σοβαρὸ ὑπουργεῖο καὶ ὑπουργὸ Παιδείας, θὰ γραφόταν ἕνα ἐτυμολογικό, θὰ τὸ ἔλεγα, ἀνθολόγιο γιὰ νὰ διδαχτοῦν οἱ μαθητὲς τί θησαυρὸς ἀτίμητος εἶναι ἡ γλώσσα τους).

Καὶ ἐνῶ αὐτὰ συμβαίνουν στὰ καθ’ ἠμᾶς, οἱ ξένοι τιμοῦν καὶ ἐκτιμοῦν τὰ ἀρχαία, συνιστοῦν γι’ αὐτοὺς ἀκένωτη δανειοληπτικὴ πηγή. Διάβασα κάτι ἐντυπωσιακό. Ὅλοι μας ἔχουμε ἀκούσει γιὰ τὸ βλῆμα «exocet». Εἶναι πύραυλος ἐπιφανείας-ἐπιφανείας τοῦ Πολεμικοῦ μας Ναυτικοῦ. Οἱ Γάλλοι κατασκευαστές του ἔψαξαν γιὰ ὀνοματοδοσία στὴν ἑλληνικὴ γλώσσα. Ἀνακάλυψαν ὅτι ὑπάρχει ἕνα ψάρι ποὺ ὀνομάζεται «ἐξώκοιτος», τὸ ὁποῖο πετᾶ πάνω ἀπὸ τὴν ἐπιφάνεια τῆς θάλασσας, ὅπως καὶ τὸ βλῆμα. Τὸ ψάρι αὐτὸ ἐμεῖς τὸ ξέρουμε ὡς χελιδονόψαρο. Τὸ ἀμερικανικὸ σύστημα «Aegis» τῆς ἀντιαεροπορικῆς προστασίας ἔχει πάρει τὴν ὀνομασία του ἀπὸ τὴν αἰγίδα. Ἡ αἰγὶς ἦταν ὅπλο, ἀσπίδα τοῦ Διός, φτιαγμένη ἀπὸ δέρμα αἰγὸς (=κατσίκας). Ἀπὸ τὴν αἰγίδα παράγεται ἡ καταιγίδα καὶ ἡ γίδα, λέμε ἀκόμη “ὑπὸ τὴν αἰγίδα”, δηλαδὴ προστασία. Θυμίζω καὶ τὸ πυραυλικὸ σύστημα «Patriot» ἀπὸ τὴν ποινικοποιημένη σήμερα λέξη πατριώτης, ἢ τὸ ἅρμα μάχης «Leopard», δηλαδὴ λεοπάρδαλη, ὁ παρδαλὸς λέων καὶ πολλὰ ἄλλα. Αὐτά…ἔξω.

Ἐδῶ, οἱ ἡμέτεροι Γραικύλοι, ὀνομάζουν πληροφοριακὰ συστήματα τοῦ ὑπουργείου Παιδείας «myschool», δηλαδὴ τὸ σχολεῖο μου. Τί νὰ πεῖ κανείς;



Πηγή: Χριστιανικὴ Βιβλιογραφία

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *