H MAXH TOY ΛΕΒΙΔΙΟΥ (14 Ἀπρ. 1821) καί ὁ Ἀναγνώστης Στριφτόμπολας.

levidistriftob-250 Σε κάθε επέτειο της Παλιγγενεσίας που πανηγυρίζουμε την επέτειο της Εθνικής μας Επανάστασης, οδηγούμε το πνεύμα την ψυχή μας, αλλά και την μνήμη με ευλάβεια προς τον ένδοξο αγώνα του 1821, ο οποίος αποτελεί το ορόσημο της νεότερης εθνικής μας ιστορίας όπου αναδύεται η Ελληνική μας ζωτικότητα. Το 1821 αποτελεί το κορυφαίο γεγονός της Ελληνικής ιστορίας που θα θυμίζει στις νεότερες γενιές που έρχονται τον συνεχή, σκληρό αγώνα, ανηφορικό, απεγνωσμένο αλλά ένδοξο δρόμο, που έχει διανύσει πάνω σε τούτον τόπο το περήφανο γένος των Ελλήνων.

Το «21» αποδείχνει την ακατάβλητη ζωτικότητα του έθνους και τη μοναδική σχεδόν ανεξήγητη βιολογική του αντοχή. Η σκληρή κι’ αβάσταχτη τυραννία από τους κατακτητές, η καταπάτηση του δίκιου, η περιφρόνηση, τα κακουργήματα και τα μαρτύρια , ζωντάνεψαν την περηφάνια και την αίσθηση της ανωτερότητας του λαού, τον υψηλό κληρονομημένο πολιτισμό του, την ιστορία του, την φιλοπατρία, την φιλελευθερία, την αγωνιστική του παράδοση.

Ξεχωριστός μέσα στο πάνθεο των αγωνιστών του «21» κι’ ο καπετάνιος Αναγνώστης Στριφτόμπολας, εγγονός και γιος παλαιών κλεφτών, που έπεσε στη μάχη του Λεβιδίου, πιστό αντίγραφο του -πρίν από 24 αιώνες ενός άλλου ήρωα- Λεωνίδα των Θερμοπυλών.

Ο καπετάνιος Αναγνώστης Στριφτόμπολας γεννήθηκε το 1778 και ήταν γιος του Αργύρη Στριφτόμπολα. Κατάγονταν, από το χωριό Μεσορρούγι της Κλουκίνας μικροανηψιός του Θ. Κολοκοτρώνη. Η γιαγιά του ήταν αδερφή του Κωνσταντή Κολοκοτρώνη πατέρα του γέρου του Μοριά. Ο παππούς του Δημήτριος Στριφτόμπολας είχε γιο τον Αργύριο Στριφτόμπολα και αυτός είχε γιο τον Αναστάσιο και τον Αναγνώστη Στριφτόμπολα τον ήρωα της μάχης του Λεβιδίου το 1821.

Οι γονείς του θέλοντας να τον διδάξουν τα όσα μπορούσε να σπουδάσει την εποχή εκείνη άνθρωπος τον έβαλαν κοντά σε αυστηρούς δασκάλους. Από τη φύση του επιμελής, έμαθε όσα του δίδαξαν και εκ των γραμματικών του γνώσεων έλαβε το όνομα «Αναγνώστης».(Πέτρος Ευστρατίου Ιατρίδης- έγγραφο εν Πάτραις 10 Ιουλίου 1860). Επειδή κατά την εποχή αυτή η οικογένεια Στριφτόπμολα ήταν επικίνδυνη για τους τούρκους λόγω της στρατιωτικής της δύναμης, την κυνηγούσαν ασταμάτητα και ανάγκασαν τον Αναγνώστη με τον πατέρα του Αργύριο Στριφτόμπολα και το Θείο του Θεόδωρο Κολοκοτρώνη μαζί και άλλους καπεταναίους να καταφύγουν στα όρη της Λακωνίας, διάγοντες ληστρικό βίο. Κατατρεγμένοι και στη Λακωνική γή αναγκάστηκαν να καταφύγουν στη Ζάκυνθο. Η Ελληνική ζωηρότητά τους, προξένησε το ενδιαφέρον των Άγγλων, που τους προσέφεραν βαθμούς αξιωματικών και τους κατέταξαν υπό την βρετανική σημαία για να πολεμήσουν εναντίον των Γάλλων και Ρώσων,στις μάχες της Λίσσης, Μεσσήνης και Λευκάδας (Αγίας Μαύρας). Πληροφορηθέντες ότι στην Ηλεία επαναστάτησε κατά της Υψηλής Πύλης ο καλούμενος Αλιάγας ή Αλιφαρμάκης και ότι τον πολιόρκησαν οι εχθροί εντός μιας μονής (Μοναστηράκι καλούμενο), προσέτρεξαν για βοήθεια,εγκαταλείποντας τη Ζάκυνθο και δραπέτευσαν αμέσως όλοι,διαλύοντας και το σύμφωνο με τους βαθμούς που κατείχαν. Επιστρέφοντας στη Ζάκυνθο, μη αντέχοντας την εξορία από τα πατρώα εδάφη, αργότερα επέστρεψαν με κίνδυνο της ζωής τους στην επαρχία Καλαβρύτων.

Ο Αναγνώστης Στριφτόμπολας είχε αναπτύξει πλούσια δράση προεπαναστατικά. Από το 1800 έως το 1805 «μετήρχετο τον διδάσκαλο, εντός της Τριπολιτσάς και κατά το άκρον της πόλεως στην ενορία των Ταξιαρχών …». (Φωτάκου Βίοι Πελοποννησίων ανδρών).Οι διδάσκαλοι τότε ήσαν σπάνιοι, οι δε τούρκοι τους καταφρονούσαν, και λίγοι απ’ αυτούς μάθαιναν τα απλά γράμματα, και με αυτόν τον τρόπο ευρίσκονταν εδώ και εκεί στις συνοικίες της πόλης σχολεία και τα παιδιά μάθαιναν τα λεγόμενα κοινά γράμματα όλως διόλου ακανόνιστα, οι δε διδάσκαλοι πληρώνονταν από τους γονείς των παιδιών.

Ήρθε τέλος πάντων το πλήρωμα του χρόνου και το 1817 μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία από τον Σωτήριο Χαραλάμπη. Ως πιστότατο τέκνο της πατρίδας , άρχισε έκτοτε να εργάζεται νυχθημερόν και ακούραστα, προετοιμάζοντας όπλα, πολεμοφόδια,ιματισμούς κλπ. Επίσης στα κρυφά να ξυπνά τα πνεύματα των συμπολιτών του και να τους προπαρασκευάζει για το μεγάλο σκοπό.

Κατά το Σωτήριο έτος 1821, πρώτος ξεσηκώθηκε ο Αναγνώστης Στριφτόμπολας, και η κλαγγή των όπλων των τετρακοσίων υπό την οδηγία του γενναίων στρατιωτών, αντήχησε πρώτ’ απ’ όλους στα ψηλά των Καλαβρύτων όρη! Σημειωτέον, ότι την εποχή εκείνη στα Καλάβρυτα,κανένας άλλος δεν είχε μεγαλύτερο στρατιωτικό σώμα από το δικό του. Ο μικρός, πλην ισχυρός στρατός του Ήρωά μας, ήταν καθ’ όλα και με τάξη οργανωμένος, εφοδιασμένος πλουσιοπάροχα με τα αναγκαία, και όλα αυτά πάντα με δικά του έξοδα.

Πρώτος λοιπόν ο Αναγνώστης Στριφτόμπολας στην ιστορική γη των Καλαβρύτων, ξετύλιξε τη Ελληνική Σημαία, με τον μυστηριώδη της παλιγγεννεσίας Φοίνικα, και με στιβαρό χέρι ύψωσε «την λυσσώσαν για εκδίκηση σπάθην του». Ενωθέντες μαζί του και οι λοιποί τότε στα Καλάβρυτα ευρισκόμενοι οπλαρχηγοί, απετέλεσαν ένα, με το δικό του στρατιωτικό σώμα. Ενωμένοι λοιπόν, έκλεισαν τους εκεί τούρκους εντός τεσσάρων οχυρών πύργων, διοικουμένων παρά των Αρναούτογλη (Βοϊβόδα Καλαβρύτων,) Εμίν-Αγά και Πασσά καλούμενον, Μπουσγαλήν, Γιακούμπαγαν, και Ιμπαρίμ Παφίλια.

ΑΝΑΓΝ.ΣΤΡΙΦΤΟΜΠΟΛΑΣ

ΑΝΑΓΝ.ΣΤΡΙΦΤΟΜΠΟΛΑΣ

Το Ελληνικόν στρατιωτικό σώμα, οδηγείτο από τον Αναγνώστη Στριφτόμπολα, Β. και Ν. Πετμεζά, Αναγνώστη Πετμεζά, Κωνσταντίνο Πετμεζά, Ασημάκη Σκαλτζά και Ν. Σολιώτη. Αυτοί μετά από δεκαπενθήμερη πολιορκία ανάγκασαν τους αποκλεισθέντες στους πύργους τούρκους, να υποταχθούν. Προσκαλέσαντες τον Ήρωά μας Αναγνώστην Στριφτόμπολαν, έκλεισαν μαζί του συνθήκη, και παραδόσαντες προς αυτόν τα όπλα των, υπετάχθησαν αμαχητί στην εξουσία του. Μετά την άλωση των Οθωμανών στα Καλάβρυτα, άπαντα τα εκεί Ελληνικά στρατεύματα εξεστράτευσαν στην Κόρινθο, προς πολιορκίαν των εντός του φρουρίου της Οθωμανών, και απο μετέβησαν στο Λεβίδι, για τον αποκλεισμό της Τριπόλεως

Και στην ολιγοήμερη πολιορκία και μάχη των Καλαβρύτων μαζί με τον Νικόλαο Σολιώτη, τον Σωτήριο Χαραλάμπη και τον Σωτήριο Θεοχαρόπουλο, ο Αναγνώστης Στριφτόμπολας εφάνη, ότι είχε πολύν ενθουσιασμό, αλλ’ εκεί δεν είχε «στάδιο» για ν’ αναδειχθεί, διότι μέσα σε λίγες ώρες οι αποκλεισθέντες λίγοι τούρκοι παραδόθηκαν στους προκρίτους της επαρχίας.

Η μάχη λοιπόν του Λεβιδίου, ήταν «Μέγας Θεμέλιος Λίθος» του κολοσσιαίου οικοδομήματος της Ελληνικής ελευθερίας! Επί του θεμελίου αυτού λίθου, οι μετά ταύτα επιζήσαντες αγωνιστές έκτισαν την ελευθερία! την γλυκύτατη ελευθερία! Την ελευθερία εκείνη, την οποίαν εμείς σήμερα αναπνέουμε ασφαλείς μέσα στα φιλήσυχα σπίτια των πατέρων μας, αναφέρει ο Π.Ιατρίδης και συνεχίζει

Ιερόν λοιπόν χρέος!Χρέος αληθινού Έλληνα μας διατάσσει, να ενθυμώμεθα πάντοτε τους εξαγοράσαντας δια των αιμάτων και δια του θανάτου των την Ελευθερία μας, να ευγνωμονούμε αυτούς ενόσω είμεθα εν τω κόσμω, και θνήσκοντες, να δώσωμεν την ιεράν ταύτην εντολήν, ως πολύτιμον κληρονομίαν εις τα εγκαταλειπόμενα τέκνα μας!

Περί την 13ην του μηνός Απριλίου συγκεντρώθηκαν όλοι οι γενναίοι Έλληνες στο Λεβίδι.με τους αρχηγούς τους Σωτ. Χαραλάμπη, Αναγνώστη Στριφτόμπολα, Βασίλειο και Νικόλαο Πετιμεζα, Σωτ. Θεοχαρόπουλο και Νικ. Σολιώτη και προετοιμάζονταν να εισβάλλουν ξαφνικά στην καλά οχυρωμένη Τριπολιτσά και να πολιορκήσουν τους εκεί εχθρούς των.

Στο Λεβίδι είχε προηγουμένως συσταθεί στρατόπεδο από τον Π. Αρβάλη, Γ. Μπηλίδα καπεταναίους της Τριπολιτσάς, από τους Καλαβρυτινούς Ασημάκη Σκαλτσά, Κωνστ. Πετιμεζά, τον Πιτσουνά από τη Στρέζοβα, το Θεόδ. Σακελλάριο και Αναγν Ρηγόπουλο από του Φίλια, από τους ντόπιους καπεταναίους εκ των οποίων ανώτερος ήταν ο Αλέξιος Νικολάου Λεβιδιώτης, από τους καπεταναίους του χωριού Δάρα, όλοι περίπου τριακόσιοι.

Αφού έφτασαν οι Καλαβρυτινοί, οι μεν Σωτ. Χαραλάμπης και Σωτ, Θεοχαρόπουλος κατέλαβαν και κατέλυσαν στα σπίτια τα Δημητρακαίϊκα των αδερφών Σταμάτη και Αναγνώστη, οι Πετιμεζαίοι έμειναν στα Ρογαραίϊκα και Οικονομαίϊκα σπίτια, ο Νικ. Σολιώτης στα Σαμαντουραίϊκα του Παναγή και Κωνσταντή Ζορμπαλά και ο Αναγνώστης Στριφτόμπολας κατέλυσε στα Αργυραίϊκα.

Αλλά την εποχή εκείνη οι Οθωμανοί της Τριπολιτσάς άρχιζαν να εφαρμόζουν ένα καταστρεπτικό σχέδιο. Δέκα χιλιάδες ιππείς και πεζοί οι εκλεκτότεροι και εμπειρότεροι του πολέμου, διηρημένοι σε τρεις φάλαγγες ήταν έτοιμοι να εκστρατεύσουν κατά της Πελοποννήσου. Η πρώτη φάλαγγα είχε σκοπό να πάει στην Κόρινθο να ενωθεί με τους εκεί τούρκους να καταλάβει τα παράλια και μέσω Ζαχώλης, Ακράτας και Αιγίου να φτάσει στην Πάτρα. Η δεύτερη να διέλθει από τη μεσόγειο Πελοπόννησο και μέσω Καλαβρύτων να ενωθεί με την πρώτη στην Πάτρα. Η δε τρίτη να διέλθει δια της Καρύταινας , Λεονταρίου, Φαναρίου, πύργου Γαστούνης και περνώντας από του Λάλα,να ενωθεί με τους εκεί τούρκους,κατευθυνόμενη στην Πάτρα για την τελική συνένωση και συγκέντρωση των δυνάμεών τους. Οι τούρκοι με αυτό το σχέδιο ήθελαν να υποτάξουν όλη την Πελοπόννησο. Ενώ ήσαν έτοιμοι οι θηριώδεις αυτοί εχθροί για την εκτέλεση του τρομερού τους σχεδίου, πληροφορήθηκαν ότι στο Λεβίδι βρίσκονται τοποθετημένοι Κλέφτες (έτσι τους καλούσαν οι τούρκοι τους αγωνιστές), έτοιμοι να εισβάλλουν στην Τρίπολη.

ΗΛΙΑΣ ΤΣΑΛΑΦΑΤΙΝΟΣ

ΗΛΙΑΣ ΤΣΑΛΑΦΑΤΙΝΟΣ

Έτσι την 14ην Απριλίου 1821,ημέρα Τετάρτη,εξελθόντες άπαντες οι τούρκοι, την 4ην ώρα μετά το μεσονύκτιο έφτασαν στο χωριό Κάψια μια ώρα απόσταση περίπου από το Λεβίδι. Αριθμούσαν οκτώ χιλιάδες πεζοί και δυο χιλιάδες ιππείς και υπολόγιζαν να διαλύσουν το εκεί στρατόπεδο. Ακούσαντες από τους φρουρούς οι Έλληνες ότι ξαφνικά έρχονται χιλιάδες τούρκοι από την Κάψια συναθροίστηκαν όλοι στο σπίτι που έμενε ο Σωτ. Χαραλάμπης. Αποφάσισαν να ειδοποιήσουν τους Καρυτινούς στρατιώτες που βρίσκονταν στο διάσελο της Αλωνίσταινας να έρθουν για βοήθεια. Κατά καλή τύχη στη Βυτίνα είχε έλθει ο Δ. Πλαπούτας με λίγους στρατιώτες, ο Ηλίας Τσαλαφατίνος με λίγους Μανιάτες , ο Νικ. Πετιμεζάς που πήγαινε χρήματα και γράμματα στον Π. Μαυρομιχάλη από τους προκρίτους των Καλαβρύτων και των Πατρών.

Όλοι αυτοί με του Βυτινιώτες ήσαν περίπου 200.Οι Μαγουλιανίτες και άλλα χωριά έστειλαν ογδόντα. Ταυτόχρονα ξεκίνησε και ο Σταύρος Δημητρακόπουλος με τους Αλωνιστιώτες. Έστειλαν και τον Παπακώστα από του Δάρα καβαλάρη με τη γνωστή φοράδα τη «Κούλα» έχοντας μαζί του τον γέρο Τουφεξή με το παιδί του,να πάνε στο Κακούρι να ειδοποιήσουν τον Ασημ. Σκαλτσά για βοήθεια. Στο δρόμο χιλιοι πεντακόσιοι ιππείς κυνήγησαν τον Παπακώστα, αλλά δεν τον έπιασαν, τους ξέφυγε και πήγε στο Κακούρη όπου ειδοποίησε το Σκαλτσά. Ο Σωτ. Χαραλάμπης χωρίς να γνωρίζουν ότι έρχονται κι άλλοι τούρκοι καβαλαραίοι από το κάμπο της Μηλιάς, απεφάσισαν να βγουν έξω από το χωριό να περιμένουν να πολεμήσουν τους πεζούς για να μην τους αφήσουν να μπουν στο Λεβίδι.

Οι Σολιώτης, Στριφτόμπολας πήραν του Κούκου το ρέμα και ανέβηκαν κατάραχα στο διάσελο του Σταυρούλη. Αλλά οι Έλληνες δεν μπόρεσαν να σταθούν στη μάχη κατά το μέρος της μεσημβρινής πλευράς του χωριού και ετράπησαν σε φυγή. Οι δε τούρκοι μπήκαν στο χωριό. Οι Έλληνες τρομαγμένοι έπιασαν διάφορα σπίτια και εκεί εκλείστηκαν όπου άρχισαν τον πόλεμο. Ο Β. και Ν. Πετιμεζάς δεν πρόφτασαν να κλειστούν σε κανένα σπίτι. Ο Σωτ. Χαραλάμπης , ο Σωτ. Θεοχαρόπουλος, ο Π. Αρβάλης, ο αλ. Νικολάου όλοι κόλλησαν στο βουνόκαι στο δάσος. Όσοι κλέιστηκαν στα σπίτια δεν γνώριζαν ότι οι σύντροφοί των έφυγαν και ενώ άρχισε η μάχη νόμισαν ότι ολόκληρο το σώμα πολεμά. Στο σπίτι του Μαντά εκεί μέσα ήσαν οι Νταβλαίοι από το χωριό Νουσά, άνθρωποι του Σωτ. Χαραλάμπη, ο Τσεπεζής και άλλοι από του Γκιόζα.. αυτοί σκότωσαν πολλούς τούρκους και έτσι έδωσαν καιρό στους φεύγοντες να σωθούν . Όταν οι τούρκοι μπήκαν στο Λεβίδι βρήκαν τη γριά Γιαννού Παπαπαρασκευά την βασάνισαν,της έβγαλαν τη γλώσσα πίσω από τον αυχένα και έτσι πέθανε. Το γέρο Ασημάκη τον πρόφτασαν πίσω από του Κατραλή το σπίτι,τον σκότωσαν και τον κύλισαν στον γκρεμό. Στα σπίτια των Δημητρακαίων και στο ληνό που είναι σαν πύργος,κλείστηκαν ο Σωτ. Παπουτσής από το χωριό Μπετενάκι του Μουσάγα, ο Αγγελής από την Κλουκίνα με τρεις συντρόφους του,ο οποίος εφονεύθη και ο Σπύρος Καρασπύρος,καπετάνιος τότε των Νεζερών. Οι τούρκοι έβαλαν φωτιά στο σπίτι,αλλά όταν ήλθε ο Σκαλτσάς, οι Έλληνες είχαν κατορθώσει να βγάλουν έξω τα πολεμοφόδια,τα χρήματα και τα άλλα πράγματα του Σωτ. Χαραλάμπη.

Στα σπίτια των Ρογαραίων εκλείστηκαν οι αδερφοί Πετιμεζαίοι ο Γκολφίνος, Γεωργάκης, και ο Κουλός και άλλοι Καλαβρυτινοί. Στο ίδιο σπίτι κλείστηκαν και πολλοί Δαραίοι, ο Πανάγος Μονάντερος, οι αδερφοί Λαμπρόπουλοι Γεωργάκης και Αναγνώστης, ο Δημ. Τσέκος, ο Νικολέτος Ζακύνθιος και άλλοι. Όταν οι τούρκοι έβαλαν φωτιά,ο Δαριώτης Δημ. Δεληγιάννης , βαφτιστικός του Κωνσταντή Κολοκοτρώνη με άνα σουβλί άνοιξε τρύπα και έφυγαν όλοι και πήγαν στο σπίτι του Αποστόλη Οικονόμου. Εκεί ένας Σοπωτινός ο Αντώνιος Ανδριόπουλος ονομαζόμενος γυναικάδελφος του Κωνστ. Πετιμεζά κτύπησε την πόρτα και ο Γκολφίνος νόμισε ότι κτύπησε τούρκος τουφέκισε και τον σκότωσε. Εκεί λαβώθηκε και ο Δαραίος Αναγνώστης Τσαβάρας περίφημος για την παληκαριά του. Στο Αργυραίϊκο σπίτι του Πανάγου ήταν κλεισμένος ο Αναγν. Στριφτόμπολας με άλλους Έλληνες. Το σπίτι κυκλώθηκε πανταχόθεν από τους τούρκους και πολεμιόταν από τα γύρω σπίτια που είχαν κυριεύσει οι τούρκοι.

Ο Αναγν. Στριφτόμπολας άνοιξε πολεμότρυπες και αυτός μοίραζε στους συντρόφους του φυσέκια για να πολεμούν. Όταν κάθισε κάποια στιγμή πάνω σ’ ένα βαρέλι και έδωσε τη φροντίδα της μάχης στον Κατριμουστάκη,ένα βόλι πέρασε από τη πολεμίστρα τον πήρε στο λαιμό και έπεσε νεκρός. Τότε ο γερο Κατριμουστάκης από το χωριό Μποτιά, παλαιός κλέφτης, σκέπασε επιτήδεια το νεκρό με την κάπα του και είπε στους μαχόμενους, ότι ο καπετάνιος κοιμάται, αλλά πολεμάτε εσείς εγώ θα σας δίνω φυσέκια.

Έτσι γίνονταν η μάχη μεταξύ των τούρκων και των κλεισμένων Ελλήνων στα σπίτια,που δεν ήταν περισσότεροι από εβδομήντα, έως ότου ήρθαν οι βοήθειες από τα έξω μέρη και από τη ράχι Λάκκα Μαυτρίλα και τη Μακράν κορυφή. Τουφέκισαν όλοι μαζί και φώναξαν στους κλεισμένους στο χωριό. «Βαστάτε και φτάσαμε. Ο Κολοκοτρώνης έρχεται!» Έφτασαν από το Κακούρι ο Σκαλτσάς και Θανάσης Δαγρές και φάνηκαν πάνω στο βουνό Ελληνίτσα που μαζί με τους Βυτινιώτες τουφέκισαν όλοι μαζί. Οι διασκορπισμένοι Έλληνες έξω του Λεβιδίου,ακούσαντες τους τουφεκισμούς και τις φωνές των ερχομένων σε βοήθιεια,έλαβαν θάρρος και τουφέκισαν.Και το δάσος όπου ήσαν άναψε από τουφέκια. Οι τούρκοι βλέποντες ότι οι Έλληνες θα τους αποκλείσουν ολόγυρα και ενώ άρχιζε να νυκτώνει και να βρέχει , φοβηθέντες άρχισαν να φεύγουν προς τον κάμπο. Τότε οι Έλληνες έπεσαν επάνω τους,μαζί με τους κλεισμένους, που απελευθερώθηκαν και τους κατεδίωξαν.

Τι ειν’ το κακό που γίνεται στη μέση στο Λεβίδι;
Μήνα βουνά γκρεμίζονται, μήνα στοιχειά μαλώνουν.
Μάϋτε βουνά γκρεμίζονται, μάϋτε στοιχειά μαλώνουν.
Πετιμεζαίοι πολεμούν με εφτά χιλιάδες τούρκους.
Έκλεισαν τον Στριφτόμπολα, τον δόλιον Αναγνώστη
Μεριά τον δέρνει η φωτιά, μεριά και το τουφέκι.
Στο παραθύρι κάθεται, ψηλή φωνίτζα βάλλει
«…Πού ‘σαι αδερφούλη Κωνσταντή και ξάδερφε Θανάση;
«…Πάρτε στα χέρια τα σπαθιά και τ’ αλαφρά τουφέκια.
«…Κι ελάτε να με σώσετε απ’ των τουρκών τα χέρια»
Πήραν στα χέρια τα σπαθιά, στης πλάταις τα τουφέκια,
Βάζουν τους τούρκους εμπροστά, σαν γίδια και τους πάνε
‘σαν την κοπή τα πρόβατα, σαν βουκολιό γελάδια.

Ένας τούρκος μπήκε στην εκκλησία του αγίου Χαραλάμπους και προσπαθούσε να βγάλει τα μάτια των αγίων, και έπειτα έβαλε φωτιά να την κάψει. Επειδή οι σύντροφοί του έφευγαν και δεν επρόφτασε πήρε τη κολυμπήθρα για λάφυρο. Το τούρκο τούτον πέτυχε ένας Κλουκινιώτης βαρελάς, ο οποίος άρπαξε μια δούγα, του έδωσε μια στο κεφάλι και του το ζούπησε(βούλιαξε) λέγοντας συγχρόνως Κλουκινιώτικα: «ατιέ! Ήθελες να κάψης την εκκλησιάν μου, κ’ εσύ κοιμήσου τώρα Μουρτάτη!».

a75b5

Στη μάχη του Λεβιδίου λαβώθηκαν και δυο Ντολκαίοι από το Κάνι Κλειτορίας και o ιγιός του Κωνστ. Πετιμεζά Γιάννης. Ο Κ. Πετιμεζάς έδωσε διαταγή στους Σουδενιώτες αδερφούς Σπύρο και Αθανάσιο Καρανικόλα να κλείσουν την κατωγόπορτα αλλά αυτοί δεν τα κατάφεραν τότε ο Γιάννης Πετιμεζάς πήρε ένα στρώμα γεμάτο με καρπούς και το έβαλε πίσω από την πόρτα,. Ενώ το έβαζε πυροβολήθηκε από τούρκους και το βόλι τον πλήγωσε στα γεννητικά όργανα και του απέκοψε ένα εξ αυτών. Τον λαβωμένο μετά την μάχη τον μετέφεραν πάνω σε ξυλοκρέβατο στρατιώτες του πατέρα του φοβούμενοι μη τον εύρουν οι τούρκοι, τον ανέβασαν πάνω στο όρος Χελμόςστη θέση «Καλόγερος», τον έβαλαν σε μια σπηλιά και τον θεράπευσε ο αδερφός του Ανδρέας Πετιμεζάς.

Ο δε στρατηγός Πλαπούτας εδιηγείτο ένα περίεργο θέαμα το οποίο φαίνεται απίστευτο, ότι όταν έφτασαν στο Λεβίδι βρήκε ένα σπίτι αποτεφρωμένο και μέσα σ’ αυτό είδε το άλογο του Κ. Πετιμεζά το οποίο ήταν καμένο και στέκονταν ορθό.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

  • Φωτάκου απομνημονεύματα της Ελληνικης Επαναστάσεως
  • Αθ. Φωτόπουλου 1982: «Ιστορικά και Λαογραφικά της Ανατολικής Αιγιάλειας και Καλαβρύτων»
  • Φιλοτεχνικός Σύλλογος Λεβιδίου 1984: «Αναγνώστης Στριφτόμπολας».

Πηγή: http://www.e-levidi.gr/

Πηγή: ΑΒΕΡΩΦ Διαδικτυακό Θωρηκτό

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *