Οι ευθύνες του 1974 δεν εξαγοράζονται

Η εκκλησία της Παναγίας στο Μνασίν της κατεχόμενης Μόρφου

Η εκκλησία της Παναγίας του Μνασή, έξω από την κατεχόμενη πολυφίλητη Μόρφου, ερειπωμένη από τους…«αδελφούς» (του ΑΚΕΛ) Τούρκους!

Στις 16 τ’ Αυγούστου 1974, η πόλη του Μόρφου βεβηλώθηκε και αυτή από τον κατακτητή και τους διαχρονικούς -και ελληνόφωνους- εφιάλτες της φυλής. Έκτοτε η βασιλεύουσα μας, λιγοστεύει από τους Αγαρηνούς και την πονηρή έως εχθρική στάση της πλέουσας από ευτέλεια και τον ποντιοπιλατισμό της λεγόμενης ευρωπαϊκής ηγετικής ολιγαρχίας. Ημών ολιγωρούντων. Τω δε σχιστομμάτηδων κυριαρχούντων.

Τόσα χρόνια όμως μετά, είναι χρήσιμο να καταγραφεί πώς, οι φραστικοί πατριωτισμοί – που και αυτοί εγκατελείφθησαν σταδιακά από τους σπουδαρχήδες της εκ περιτροπής εξουσίας, και οι ανεπίτρεπτες πραγματοκοπίες. Η κατά κράτος υποτέλεια ημών και του έθνους και η συνυπογραφή διαμελιστικών (διζωνικών) συμφωνιών και ή μνημονίων αγγλικής κοπής, μας έχουν οδηγήσει σε μια παναντεθνική αγκίστρωση και αδιέξοδα. Με κορανίδα, τη σιωπή των διανοουμένων.

Στου Μόρφου, από αιώνες αιώνων υπάρχουν πολλά συλημένα σήμερα ιερά μας: Άης Γιώρκης, Αγία Παρασκευή, Άης Γιώρκης ταξαλώνου, Παναγία του Μνασή (του Πνασή), η Παναγία Χρυσολογιάτισσα (δίπλα στου κρασοπούλη του Χριστοδουλίδη), εγκαταλειμμένα στο έλεος του Τούρκου, στην παρακμή και στη λήθη. Και ουδείς λαλεί τη μνήμη, σαν να μην υπήρξαν ποτέ για τους καθηγήτορες των Μορφιτών. Πανηττημένοι όντες(;), ως την κάθαρση από το λαό και την ανάπηρη Δικαιοσύνη του.

Γιατί, όμως, να γονυπετούμε προ των τουρκοφυλαγμένων πυλών του Άη Μάμα και μόνο, που έχει γίνει από καιρό αντικείμενο εμπορίας και προπαγάνδας; Γιατί δεν ομιλούμε και δε διαμαρτυρόμαστε και για τα ερείπια της ανοχής και της σιωπής μας στις άλλες ενορίες μας;

Πόσο, άραγε, μας συμμορφώνει ο καθωσπρεπισμός της καθημερινής μας εξοικείωσης με το «φιλικό» (για πολλούς) καθεστώς των Ιμάμηδων; Και συνελόντι ειπείν (αντιγράφων τον Μπρεχτ): «Την πατρική μου πόλη, πώς θα την ξαναβρώ; Ακολουθώντας τα κοπάδια των βομβαρδιστικών. Στο σπίτι μου γυρίζω. Μα πού βρίσκεται; Εκεί που ξεχωρίζουν τα θεόρατα βουνά από καπνούς. Είναι εκεί πέρα, μέσα στις φλόγες. Η πατρική μου πόλη, πώς θα με δεχτεί; Πριν από μένα φτάνουν τα βομβαρδιστικά. Κοπάδια θανάτου, σας αναγγέλλουν την επιστροφή μου. Πυρκαγιές έρχονται πριν από το γυιό»

Το μήνυμα είναι ένα: Οι λοξίες λόγοι, οι καθωσπρέπει οδυρμοί σε ακίνδυνα τέρματα, ταπεινώνουν την ουσία. Επειδή, πέραν από τους ξύλινους λόγους και πέραν από τους ακίνδυνους συνωστισμούς για το θεαθήναι, υπάρχουν και τα έργα ανθρώπων. «Για τούτο την πατρική μου γη θα την ξαναβρώ. Σκάβοντας με τα νύχια τον δρόμο της επιστροφής θαρρώ» και πρέπει να ξέρετε ότι η Δικαιοσύνη και η εκδίκηση, είναι πάντα το ψωμί του λαού. Μα ποιου λαού άραγε; Περί τίνων ομιλούμε;

ΑΝΔΡΕΑΣ ΦΡΥΔΑΣ
Πτυχιούχος Νομικών και Πολιτικών Σπουδών
9.8.2016



Πηγή: ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *