Ὁ Πόντος στὴν Ἐθνεγερσία

Γράφει ὁ Δημ. Νατσιός, Δάσκαλος-Κιλκίς

«Εἶναι δὲ εἰς θέσιν οἱ Πόντιοι νὰ ἀποτελέσουν τοὺς φρουροὺς τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ἐν πρώτοις, εἶναι ἔργον εἰς τὸ ὁποῖον ἔχουν συνηθίσει ἀπὸ αἰώνων. Περιβαλλόμενοι ἐν τῇ ἀπομακρύνσει των ἀπὸ ξένα φύλα, παλαίοντες διαρκῶς πρὸς αὐτά, ἀφομοιοῦντες παρὰ ἀφομοιούμενοι, ἀποτελοῦσι τὸν ἰσχυρότερον τύπον τῆς ἑλληνικῆς φυλῆς». (Στρατηγὸς Καθενιώτης, σύμβουλος τοῦ Ἐλευθερίου Βενιζέλου).

Ἦταν Μάιος τοῦ 1453, ὅταν ἔπεφτε στὴν πόλη τοῦ Ρωμανοῦ, «ὁ τελευταῖος Ἕλληνας». Ἕνα μοιραῖο, κατὰ Καβάφη, πουλί, ἔφερε στὴν Τραπεζούντα τῶν Μεγάλων Κομνηνῶν τὴν ζοφερὴ εἴδηση: «Ἡ Ρωμανία πάρθεν». Μετὰ ἀπὸ 8 χρόνια ὁ Πορθητὴς κυριεύει καὶ τὴν αὐτοκρατορία τοῦ Πόντου. Ἀρχίζει ἡ μακρὰ περίοδος τῆς αἰχμαλωσίας. Μία-μία οἱ ἑλληνικὲς αὐτοκρατορίες, ποὺ συστάθηκαν μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Πόλης ἀπὸ τοὺς Φράγκους, θυσιάζονται γιὰ νὰ σωθεῖ ἡ Δύση. Ἡ Δύση ποὺ ἀφοῦ σφετερίστηκε, σύλησε καὶ δήωσε τὸ «Βυζάντιο», προσπάθησε τοὺς ἑπόμενους αἰῶνες νὰ ἀλώσει καὶ πολιτιστικὰ τὸν Ἑλληνισμό. Ἡ καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολὴ καθυβρίζεται, ὑποτιμᾶται, ἡ συμβολή της στὸν εὐρωπαϊκὸ πολιτισμὸ ἀποκρύπτεται. Γιὰ 400 καὶ 500 χρόνια ἡ Ρωμηοσύνη, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ μαχαίρι τοῦ Τούρκου, ὑπομένει τὶς ἱεραποστολικὲς ὀρδὲς τῶν Λατίνων. Τρῶνε τὰ θεριὰ ἀλλὰ ἡ μαγιὰ μένει. Τὸ 1962 ὁ Οὐνίτης πατριάρχης Μάξιμος Δ´ ὁμολογοῦσε κυνικότατα στὴν Β´ βατικάνειο σύνοδο: «Ὁ σουλτάνος ζητοῦσε ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες φόρους καὶ δοσίματα. Ἀντίθετα ἡ λατινικὴ Δύση ἀξίωνε τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχή, τὴν ὑποταγὴ τοῦ πνεύματος, τὸν στραγγαλισμὸ τῆς ἐλευθερίας». Ἢ ὅπως τὸ λέει ὁ Ἅγιος τῶν Σκλάβων, Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός: «Καὶ τί; Ἄξιος ἦτο ὁ Τοῦρκος νὰ ἔχη βασίλειον; Ἀλλ’ ὁ Θεὸς τοῦ τὸ ἔδωκε διὰ τὸ καλόν μας. Καὶ διατὶ δὲν ἤφερεν ὁ Θεὸς ἄλλον βασιλέα… Διότι ἤξευρεν ὁ Θεὸς πὼς τὰ ἄλλα ρηγάτα (σ.σ. τὰ εὐρωπαϊκά) μᾶς βλάπτουν εἰς τὴν πίστιν καὶ ὁ Τοῦρκος δὲν μᾶς βλάπτει, ἄσπρα δῶσ’ του καὶ καβαλλίκευσέ τον ἀπὸ τὸ κεφάλι». Ἐδῶ στὴν πολύπαθη Ρωμηοσύνη συνέβη τὸ ἑξῆς ἱστορικῶς πρωτόγνωρο. Νὰ ἀγωνίζεται ἕνα ἔθνος νὰ περισωθεῖ ὄχι ἀπὸ τὸν κατακτητὴ ποὺ δεσμεύει τὴν ἐλευθερία τοῦ σώματος, ἀλλὰ ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἐπιχειροῦν νὰ περιορίσουν τὴν πνευματική του ἐλευθερία. Τὸ Γένος ὅμως δὲν χάνεται, ἔχει τὴν κιβωτό του, τὴν Ἐκκλησία, τὸν θεματοφύλακα τῆς ταυτότητας τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ἔτσι φτάσαμε στὸ ’21.

Συνηθίζουμε οἱ σύγχρονοι Ἕλληνες νὰ γιορτάζουμε τὴν ἐπέτειο τῆς Ἐθνικῆς Παλιγγενεσίας καὶ νὰ περιοριζόμαστε μόνο σὲ γεγονότα ποὺ ἔχουν σχέση μὲ τὴν δημιουργία τοῦ λυμφατικοῦ νεοελληνικοῦ κρατιδίου. Ἡ Μικρὰ Ἀσία, ὁ Πόντος, ἐκεῖ ποὺ μέχρι τὸ 1922 ἐπιβίωνε ἀκραιφνὴς Ἑλληνισμός, ἀπουσιάζουν προκλητικὰ ἀπὸ τὶς ἐπίσημες ἱστοριογραφίες μὲ ἀποτέλεσμα νὰ δημιουργεῖται ἡ ἄποψη πὼς οἱ Ἕλληνες τοῦ Πόντου, ποὺ μᾶς ἐνδιαφέρουν στὸ παρὸν ἀφιέρωμα, περίπου συνεργάστηκαν μὲ τοὺς Τούρκους ἢ στὴν καλύτερη περίπτωση, παρέμειναν ἀπαθεῖς καὶ ἀμέτοχοι κατὰ τὴν Ἐπανάσταση. Ξέρουμε πολλὰ γιὰ τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο. Καὶ ὁ Πόντος; ἐκεῖ ὅπου κατοικοῦσε «τὸ ἰσχυρότερον ἑλληνικὸ φύλο», τί ἔκανε τὴν περίοδο τῆς σκλαβιᾶς; Μετὰ τὸ ’22, ἴσως μὲ ἔκπληξη ἔμαθαν οἱ Ἑλλαδίτες ὅτι ἐσφάγησαν 1.500.000 Ἕλληνες τῆς Μ. Ἀσίας καὶ ἄλλα 2.500.000 ἐκ. προσφυγοποιήθηκαν. Πῶς κατόρθωσαν αὐτοὶ οἱ τελευταῖοι Ρωμιοὶ νὰ διατηρήσουν τὴν ἐθνικὴ συνείδηση ζωντανὴ γιὰ τόσους αἰῶνες; Καὶ ὅμως ἐκεῖ στὰ βουνὰ καὶ στὰ μοναστήρια τοῦ Πόντου ἐπέζησε ὁ φρουρὸς τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ὁ Πόντος. Ἕνα τραγούδι τῆς ἐποχῆς λέει: «Ἔρθεν ὁ Τοῦρκον ὁ κακὸν κι ἐκόνεψεν σὴν χώραν/ τ’ ὁμάλα (πεδιάδες) Τούρκ’ς ἐγόμωσεν (γέμισε) καὶ τὰ βουνὰ λεβέντους.» Πάνω στὰ βουνὰ τοῦ Πόντου «οἱ κλέφτες», οἱ «ἐσχιάδες» (=ἐκδικητές), ὅπως ἀποκαλοῦνταν στὸν Πόντο, ἀνακουφίζουν τοὺς πληθυσμοὺς ἀπὸ τὶς ἀτιμίες καὶ κακουργήματα τῶν δυναστῶν. Πολλοὶ κάτοικοι γιὰ νὰ διαφυλάξουν τὴν ὀρθόδοξη πίστη καταφεύγουν στὴν θρησκευτικὴ προσποίηση. Ἔχουμε χιλιάδες κρυπτοχριστιανούς, Σταυριῶτες ὀνομάστηκαν, παίρνοντας τὸ ὄνομα αὐτὸ ἀπὸ τὸ κατ᾽ ἐξοχὴν κρυπτοχριστιανικὸ χωριό, τὸ Σταυρὶν τῆς Ἀργυρούπολης. Τὸ μεγάλο ψυχικὸ δράμα τοῦ κρυπτοχριστιανισμοῦ, μία κατάσταση μεταβατικὴ τῶν Χριστιανῶν πρὸς τὸν ἐξισλαμισμό, σὲ ὁρισμένες περιοχὲς τῆς Μικρᾶς Ἀσίας κράτησε ὁλόκληρους αἰῶνες (ἀπὸ τὸ β΄μισό τοῦ 17ου αἰ. ὣς τὸ 1856, τότε ποὺ δημοσιεύτηκε τὸ Χάτι-Χουμαγιοῦν. Καὶ ἐξασφάλισε τὸ δικαίωμα τῆς ἀνεξιθρησκίας στὶς ἐθνότητες τῆς Τουρκίας), γιὰ μερικοὺς μέχρι τὸ 1908, τότε ποὺ ἔγινε ἡ ἀνακήρυξη τοῦ τουρκικοῦ Συντάγματος, ἐνῶ γιὰ ἄλλους μέχρι τὸ 1922. Στὸ σημεῖο αὐτὸ θὰ ἀναφέρω τὸ ἑξῆς συνταρακτικὸ γεγονὸς στὸν Πόντο ἀπὸ τὴν ἐφαρμογὴ τοῦ Χάτι-Χουμαγιοῦν τὸ 1856: Στὸ Τσεβισκλκοὺκ τῆς Ματσούκας ἀποφασίστηκε ἀπὸ τὸν Δήμαρχο καὶ τὸν μουλά, θρησκευτικὸ ἀρχηγὸ τῶν μωαμεθανῶν, νὰ προσέρχονται γιὰ μερικὲς μέρες ἀπὸ τὴν ἀνατολὴ μέχρι τὴν δύση τοῦ ἥλιου, ὅσοι ἀπὸ τοὺς Κρυπτοχριστιανοὺς ἤθελαν νὰ ὁμολογήσουν μπροστά τους δημόσια πὼς εἶναι χριστιανοί, ὥστε δίπλα στὰ τουρκικὰ ὀνόματά τους νὰ καταγραφοῦν καὶ τὰ πραγματικὰ χριστιανικὰ ὀνόματά τους. Ἦταν ἡ τελευταία μέρα τῆς καταγραφῆς καὶ εἶχε δύσει πλέον ὁ ἥλιος. Ὁ Δήμαρχος ἑτοιμάζεται νὰ ὑπογράψει τὸ πρωτόκολλο καὶ νὰ λήξει ἡ διαδικασία. Τότε ὁ μουλᾶς Βαϊτζόγλου τοῦ λέει: «Μὴν βιάζεσαι. Περίμενε λίγο.» «Τί νὰ περιμένουμε; Ὁ ἥλιος ἔδυσε καὶ δὲν ὑπάρχει κανένας», τοῦ ἁπαντᾶ ὁ Δήμαρχος. «Ὑπάρχει ἀκόμη ἕνας, καὶ αὐτὸς εἶμαι ἐγώ», ἀπαντᾶ ὁ μουλᾶς. Καὶ τὸν βλέπουν ἀποσβολωμένοι οἱ Τοῦρκοι νὰ γράφει στὸν κατάλογο: «Γεώργιος Κηρυτόπουλος. Ἐπάγγελμα ἱερέας». Αὐτὰ ζοῦσε ὁ Ποντιακὸς Ἑλληνισμός. Γνώριζε ὅτι μόνον ἡ διατήρηση τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης θὰ περιφρουρήσει καὶ τὴν ἑλληνικότητά του. Μάχου ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος βροντοφωνάζει ὁ Πόντιος ἀρχηγὸς Ὑψηλάντης. Πολλοὶ διακηρύττουν μὲ ἀνδρεία τὴν πίστη τους. Τὸ στέφανο τοῦ νεομάρτυρα τοὺς ἀναμένει. Ὅπως γράφει ὁ καθηγητὴς Ἀπ. Βακαλόπουλος «Ἡ θυσία τους τόνωσε ὄχι μόνο τὸ θρησκευτικὸ συναίσθημα τοῦ λαοῦ, ἀλλὰ καὶ τὸ πνεῦμα τῆς ἀντίστασης ἀπέναντι τῶν κατακτητῶν. Ἔτσι οἱ νεομάρτυρες στὴν πραγματικότητα ἦσαν καὶ ἐθνομάρτυρες.».

Φτάνουμε στὸ 1800. Τὸ σάλπισμα τοῦ πρωτομάρτυρα τῆς λευτεριᾶς Ρήγα μεταφέρεται καὶ στὸν Πόντο. Στὸν Θούριό του ἀναφέρεται στοὺς Πόντιους Μαυροθαλασσινούς: «Λεβέντες Μαυροθαλασσινοί, ὁ βάρβαρος ὣς πότε θὲ νὰ σᾶς τυραννεῖ». Τὴν ἴδια ἐποχὴ 4.000 Μπαφραῖοι θανατώνονται ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ρίχνονται δεμένοι πισθάγκωνα καὶ πνίγονται στὸν ποταμὸ Ἄλυ. Οἱ πρόγονοι τοῦ «φίλου» Ἐρντογὰν ἐπιδίδονται μὲ μαεστρία στὴν μόνη τέχνη ποὺ διακρίθηκαν καὶ διακρίνονται: τὴν σφαγὴ τοῦ ἄμαχου πληθυσμοῦ.

Τὸ 1814 ἱδρύεται ἡ Φιλικὴ Ἑταιρεία. Ἀρχηγός της ὁρίζεται ὁ Ἀλέξανδρος Ὑψηλάντης. Οἱ Ὑψηλάντες ἦταν μία ἀπὸ τὶς ἀρχοντικὲς καὶ παλιὲς ποντιακὲς οἰκογένειες τοῦ Φαναρίου τῆς Πόλης, κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ὑψηλή, ἕνα παλιὸ χωριὸ τοῦ Ὄφι, στὸν Πόντο. Τὴν ἄνοιξη τοῦ 1821 ὁ Ἀλ.Ὑψηλάντης κηρύσσει τὸν πόλεμο τῆς ἀνεξαρτησίας στὴν Μολδοβλαχία. Ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τῆς διακήρυξης περὶ ἐλευθερίας τοῦ Ὑψηλάντη, Ἕλληνες νέοι σπουδαστὲς σπεύδουν ἀπὸ διάφορα μέρη καὶ ὀργανώνονται κατὰ τὰ πρότυπα τοῦ θηβαϊκοῦ «Ἱεροῦ Λόχου», μὲ ἀρχηγὸ τὸν Λασσάνη. Πολλοί, ἴσως οἱ περισσότεροι, ἦταν Πόντιοι. Στὶς 7 Ἰουνίου τοῦ 1821 στὸ Δραγατσάνι, πέφτουν οἱ περισσότεροι στὸ πεδίο τῆς μάχης. Ἀπὸ τοὺς διασωθέντες εἶναι γνωστὰ τὰ ὀνόματα 19 Ποντίων ἀγωνιστῶν τοῦ Ἱεροῦ Λόχου. Ἂς σημειωθεῖ ἐδῶ ὅτι ὁ Τοῦρκος σουλτάνος κήρυξε τὸν Ἱερὸ Λόχο ὡς ποντιακὴ στρατιωτικὴ μονάδα καὶ μὲ τὴν πρόφαση αὐτή, ἔσφαξε τότε τοὺς προκρίτους τῆς Ἀργυρούπολης. Ἐπὶ δύο χρόνια οἱ κάτοικοι τῆς Ἀργυρούπολης, κι ἄλλων περιοχῶν τοῦ Πόντου, δὲν εἶχαν δικαίωμα νὰ παίρνουν νερὸ τὴν ἡμέρα ἀπὸ τὶς βρύσες τους, ἔστω κι ἂν αὐτὲς βρίσκονταν μέσα στὴν αὐλή τους. Ἑρμηνεύοντας τὸ φιρμάνι ὁδηγούμαστε μὲ βεβαιότητα στὸ συμπέρασμα ὅτι ὁ Ἱερὸς Λόχος ἀποτελοῦνταν στὴν πλειοψηφία του ἀπὸ Πόντιους φοιτητές.

Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ οἱ Πόντιοι ἐνίσχυσαν τὸν μεγάλο ἀγώνα τῆς ἀνεξαρτησίας καὶ μὲ χρήματα. Ἕνα σοβαρὸ παράδειγμα οἰκονομικῆς ἐνίσχυσης τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης εἶναι καὶ ἡ περίπτωση τοῦ λόγιου ἄντρα Ἠλία Κανδήλη ἢ Κανδήλογου. Ἀπὸ τὴν μεγάλη παρουσία ποὺ ἀπέκτησε μὲ τὸ ἐμπόριο, ἕνα μεγάλο μέρος, 500 λίρες Ἀγγλίας, τὸ ἄφησε κληρονομιὰ στὸν Ἀλέξανδρο Ὑψηλάντη γιὰ τὴν Φιλικὴ Ἑταιρεία.

Δὲν ἔχουμε δυστυχῶς πολλὲς μαρτυρίες γιὰ τὸ θέμα τῆς συμβολῆς τοῦ Πόντου στὴν Ἐπανάσταση τοῦ ’21. Ἡ ὁλοκληρωτικὴ καταστροφὴ τοῦ Ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ συνεπέφερε καὶ καταστροφὴ τῶν μαρτυριῶν. Σὲ γραπτὰ ὅμως κείμενα ἀγωνιστῶν τοῦ ’21 πολλὲς φορὲς γίνεται μνεία ἑκατοντάδες γιὰ «Μαυροθαλασσίτες», «Τραπεζούντιους», «Σινωπεῖς», «Ἀργυρουπολίτες». Ὅλοι αὐτοὶ οἱ μαχητὲς ἦταν Πόντιοι ἐθελοντὲς ποὺ πολέμησαν γενναία γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς πατρίδας. Ἔδωσε, λοιπόν, καὶ ὁ Πόντος τὸν φόρο τὸν αἱματηρὸ γιὰ τὴν ἐλευθερία τῆς σημερινῆς πατρίδας μας. Γιὰ 100 χρόνια ἀπὸ τὴν ἐπανάσταση τοῦ ’21 ἀνθοῦσε ἡ εὐλογημένη γῆ τῶν Κομνηνῶν. Ὣς τὴν μαύρη μέρα. Καὶ μετὰ σιωπή, ἀπόκρυψη, ἄψογη στάση. Τίποτε δὲν πρέπει νὰ λεχθεῖ ποὺ θὰ ἐρεθίσει τοὺς Τούρκους, ἡ ἑλληνοτουρκικὴ φιλία δὲν πρέπει νὰ διαταραχθεῖ μὲ ἀσήμαντες λεπτομέρειες. Ἡ ἱστορία τοῦ Ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ, τὰ μεγαλεῖα καὶ οἱ ἆθλοι τῆς Ρωμανίας νὰ λησμονηθοῦν. Ἀνάγκη μεγάλη νὰ μάθει ὁ ἐκσυγχρονιζόμενος Ρωμηὸς πὼς ἡ ἱστορικὴ μνήμη εἶναι ἀσυμβίβαστη μὲ τὴν δολοφονικὴ Νέα Τάξη Πραγμάτων. Ἡ μόνη ἀναφορὰ ποὺ ἀνέχεται «τὸ ἐθνικὸ κέντρο» γιὰ τὸν Πόντο εἶναι τὰ συκοφαντικὰ ἀνέκδοτα. Θὰ ἀκουστοῦν μεθαύριο στὰ μηνύματα τῶν ἐπισήμων οἱ γνωστὲς κοινοτοπίες, οἱ νεφελώδεις καὶ πομπώδεις φράσεις, ὁ στόμφος πίσω ἀπὸ τὸν ὁποῖο κρύβεται τὸ τίποτα. Θὰ ἀκουστοῦν οἱ «τροπαιοῦχοι τοῦ ἄδειου λόγου»… Θὰ ἀκουστοῦν οἱ ἠχηρὲς γελοιότητες περὶ τῆς Ἑνωμένης Εὐρώπης, τὰ ἴδια, μονότονα πράγματα θὰ ξανακουστοῦν…

«Τότε μεγαλουργοῦσαν οἱ καρδιές, τώρα μεγαλουργοῦν τὰ χρήματα», ἔλεγε ὁ Κανάρης. Τότε τὸ ’21 ξεσηκώθηκαν καρδιὲς ρωμαίικες, τώρα ἐπικάθησαν στὸ σβέρκο μας Γραικύλοι, ποὺ ὀνομάζουν τὴν ἀνανδρία τους σωφροσύνη. («Τὸ σῶφρον τοῦ ἀνάνδρου πρόσχημά ἐστι»). Δὲν θέλω ᾽γὼ καινούργια ἢ ξένα δῶρα/παληὰ δικά μου πλούτη σοῦ ζητῶ», λέει ὁ Παλαμᾶς. Αὐτὰ τὰ παλιὰ πλούτη εἶναι τὸ αἷμα τῶν παιδιῶν τοῦ Πόντου, τῆς Θράκης, τῆς Μακεδονίας ποὺ σήμερα ἡ μικρὰ καὶ ἔντιμος Ἑλλὰς τὰ κρύβει κάτω ἀπὸ τὰ τουρκο-εὐρωπαϊκὰ σαρίκια της. Ἀλλὰ μὲ τὰ «παληὰ πλούτη» θὰ ἀσχοληθεῖ ὁ «προοδευτικὸς» σκοταδισμός; Μονάχη ἔγνοια του ἡ τύχη τῶν λαθρομειονοτήτων ποὺ ζοῦν στὴν Ἑλλάδα.

«Καὶ τί θὲ ν’ ἀπογίνει
μὲ τή…μειονότητα
τῶν λιγοστῶν Ἑλλήνων
δῶ μέσα στὴν Ἑλλάδα»

γράφει ὁ Χρίστος Κατσιγιάννης.

Κλείνουμε μὲ τὰ λόγια τοῦ ποντιακῆς καταγωγῆς ἡρωικοῦ ἀρχηγοῦ τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας ποὺ σὲ μία παράγραφο τῆς προκηρύξεως συνοψίζει καὶ τὸν σκοπὸ καὶ τὸ μήνυμα τῆς Ἐπανάστασης: «…Εἶναι καιρὸς νὰ ἀποτινάξωμεν τὸν ἀφόρητον τοῦτον ζυγόν, νὰ ἐλευθερώσωμεν τὴν Πατρίδα, νὰ κρημνίσωμεν ἀπὸ τὰ νέφη τὴν ἡμισέληνον, διὰ νὰ ὑψώσωμεν τὸ σημεῖον, δι᾽ οὗ πάντοτε νικῶμεν: λέγω τὸν Σταυρὸν καὶ οὕτω νὰ ἐκδικήσωμεν τὴν Πατρίδα καὶ τὴν Ὀρθόδοξον ἡμῶν Πίστιν ἀπὸ τὴν ἀσεβῆ τῶν ἀσεβῶν καταφρόνησιν».

(Τὸ κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε τὸν Μάρτιο τοῦ 2003, στὴν ἐφ. «Χρόνος» τοῦ Κιλκίς. Τὰ βιβλιογραφικὰ βοηθήματα ποὺ χρησιμοποιήθηκαν γιὰ τὴν ἱστορία τοῦ Πόντου εἶναι ἡ κλασικὴ «Ἱστορία τοῦ Ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ» τοῦ Χρ. Σαμουηλίδη, «Τὰ ἀπελευθερωτικὰ στρατεύματα τοῦ Ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ» τοῦ Ἀχ. Ἀνθεμίδη καὶ «Τραπεζούντα» τοῦ Γ. Μίλλερ).



Πηγή: Χριστιανικὴ Βιβλιογραφία

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *