Παρετυμολογίες

Γεωργίου Ι. Βιλλιώτη
φιλολόγου-θεολόγου

Παρετυμολογία εἶναι ἡ ἐσφαλμένη ἐτυμολογία μιᾶς λέξεως. Ἐπειδὴ ἡ ἐτυμολογία τῶν λέξεων εἶναι δέλεαρ γιὰ τοὺς ὁμιλητές, συχνὰ ἐτυμολογοῦν τὶς λέξεις σύμφωνα μὲ τὶς προσωπικές τους ἀντιλήψεις. Ἡ πιὸ «διάσημη» παρετυμολογία εἶναι ἡ προέλευση τῆς λέξεως ἄνθρωπος ποὺ δῆθεν προέρχεται ἀπὸ τὸ ἐπίρρημα ἄνω καὶ τὸ ρῆμα θρώσκω καὶ τάχα σημαίνει «αὐτὸς ποὺ βλέπει πρὸς τὰ πάνω». Τὸ ρῆμα θρώσκω εἶναι ὑπαρκτὸ ρῆμα καὶ σημαίνει πηδῶ καὶ ὄχι βλέπω. Πιθανὸν ἡ παρετυμολογία νὰ ἔχη τὶς ρίζες της στὸν Κρατύλο τοῦ Πλάτωνος. Στὸ ἀπόσπασμα ποὺ παραθέτουμε παρακατιόντες ὁ Σωκράτης ἰσχυρίζεται ὅτι ὁ ἄνθρωπος «ἀναθρεῖ» (στοχάζεται) ἃ (αὐτά τὰ ὁποῖα) ὄπωπε (ἔχει δῆ) ἐν ἀντιθέσει μὲ τὰ ζῶα ποὺ δὲν ἔχουν αὐτὴν τὴ δυνατότητα: «σημαίνει τοῦτο τὸ ὄνομα ὁ «ἄνθρωπος» ὅτι τὰ μὲν ἄλλα θηρία ὧν ὁρᾷ οὐδὲν ἐπισκοπεῖ οὐδὲ ἀναλογίζεται οὐδὲ ἀναθρεῖ, ὁ δὲ ἄνθρωπος ἅμα ἑώρακεν—τοῦτο δ’ ἐστὶ τὸ «ὄπωπε» —καὶ ἀναθρεῖ καὶ λογίζεται τοῦτο ὃ ὄπωπεν. ἐντεῦθεν δὴ μόνον τῶν θηρίων ὀρθῶς ὁ ἄνθρωπος «ἄνθρωπος» ὠνομάσθη, ἀναθρῶν ἃ ὄπωπε (Κρατύλος, 399c). Προφανῶς ἡ ἐτυμολόγηση αὐτὴ μπορεῖ νὰ ἐξυπηρετῆ τὸν φιλοσοφικό του στοχασμό, δὲν ἀνταποκρίνεται ὅμως στὴν πραγματικότητα. Ὁ ἄνθρωπος προέρχεται ἀπὸ τὸ ἀνήρ καὶ τὸ ὤψ (μάτι, ὄψη, πρόσωπο). Συνεπῶς ἄνθρωπος εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔχει τὴν ὄψη τοῦ ἄνδρα. Ἡ ὤψ (ἀπὸ τὸ «ὄψομαι») ἀπαντᾶται στὸν Ὅμηρο: «ἀλλά, θεῇς εἰς ὦπα ἔοικεν», ἡ Ἑλένη εἶναι στὸ πρόσωπο ὅμοια μὲ τὶς ἀθάνατες θεές. Σήμερα τὴ βρίσκουμε ὡς β΄ συνθετικὸ στὸ πρόσωπο καὶ τὸ μέτωπο. Ὁ ἀνὴρ ἐκτὸς ἀπὸ ἄνδρας σημαίνει καὶ ἄνθρωπος: ὁ Δίας ἦταν «πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε». Ἡ λ. ἀνήρ ἔδωσε λαβὴ στὸν σχηματισμὸ πλήθους συνθέτων τῆς Ἀρχαίας μὲ α’ συνθετικό τὸ ἀνδρο- καὶ β΄ συνθετικὸ τὸ -ανδρός. Ἰδιαιτέρως παραγωγικὴ ὑπῆρξε ἡ λέξη στὸν σχηματισμὸ κυρίων ὀνομάτων τῆς Ἀρχαίας, πολλὰ ἀπὸ τὰ ὁποῖα χρησιμοποιοῦνται καὶ σήμερα: ἀνδρεῖος, ἀνδρίζω, ἀνδρικός, ἀνδραγαθία, ἀνδρόγυνο(-ς), ἀνδρογυναίκα, ἀνδροχωρίστρα, Ἀνδροκλῆς, Άνδροκλος, ἀλέξανδρος, ἀπείρανδρος, αὔτανδρος. Νὰ σημειωθῆ τέλος ὅτι ἡ λέξη ἄνθρωπος ἔχει καὶ θηλυκὸ γένος στὰ ἀρχαῖα ἑλληνικά.



Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *