Περί ονομάτων και δαιμόνων

Σταμάτης Σουφλέρης

“Ο τε απατήσας δικαιότερος του μη απατήσαντος και ο απατηθείς σοφώτερος του μη απατηθέντος”

(αυτός που ξεγελά δικαιώνεται περισσότερο από αυτόν που δεν κατάφερε να μας ξεγελάσει και αυτός που αφέθηκε να ξεγελαστεί σοφότερος από εκείνον που δεν αφέθηκε να ξεγελαστεί) ρήση του Γοργία.

Πολλά τα λόγια. Πάρα πολλά. Οι βρισιές περισσότερες, τα σοβαρά όπως σχεδόν πάντα χάνονται μέσα στις φασαρίες, στην ύπουλη και βάρβαρη πολυφωνία. Το μακρύ του και το κοντό του ο καθένας. Οι προθέσεις δεν είναι πάντα καλές, αλλά έτσι κι αλλιώς δεν μου αρκούν. Η ευθύνη, λέξη και έννοια βαθιά πληγωμένη, διασυρμένη, βιασμένη και στην καλύτερη των περιπτώσεων, “αθώα” ξεχασμένη, θα έπρεπε να όριζε τις πράξεις μας και βέβαια τα λόγια μας, προφορικά και γραπτά, αφού υπάρχει αυτό το βαρύ scripta manem. Όμως υπάρχει και το άλλο γνωστό (σχετικά ίσως) singularia nominantur, sed universalia significantur (τα ονόματα ονομάζονται, ενώ τα καθόλου σημαίνονται). Και με αφορμή τον Κορνήλιο “το όνομα ενός ατόμου, προσώπου, πράγματος, τόπου ή οτιδήποτε άλλου- παραπέμπει στον απέραντο ωκεανό του τι αυτό το άτομο είναι, δεν είναι το όνομά του παρά στο μέτρο που αναφέρεται δυνάμει στο σύνολο των εκδηλώσεων αυτού του ατόμου σ` όλη του την ύπαρξη, πραγματικών και δυνατών και σε όλες του τις όψεις που θα μπορούσε να παρουσιάσει” (Φαντασιακή θέσμιση, εκδ Ράππα, σελ 483). Ή από έναν άνθρωπο που μιλά για τις λέξεις και την ποιητική, τον Μιχαήλ Μπαχτίν “Για τη λέξη (και συνεπώς για τον άνθρωπο) δεν υπάρχει τίποτε φοβερότερο από τη μη ανταποκριτικότητα. Ακόμα και μια φανερά ψευδής λέξη δεν θα είναι απόλυτα ψευδής, και πάντα θα υπάρχει μια βαθμίδα που θα την κατανοήσουμε...” (Δοκίμια Ποιητικής, Πανεπιστ. Εκδ. Κρήτης, σελ182) για να συμπληρώσει στην επόμενη σελίδα αυτό που μοιάζει συνταρακτικό “Η λέξη αν δεν είναι απλώς ένα φανερό ψεύδος, είναι απύθμενη”.

Απορία; Έχουν τα ονόματα σημασία σε κάθε περίπτωση και για κάθε πλευρά; Μάλλον ναι. Αυτή η σημασία μπορεί να οριστεί από κάποια υπερβατική και αξεπέραστη αρχή; Προφανώς όχι αν και βλέπουμε ότι δεν μπορούμε να ξεπεράσουμε ακόμα και στον ξεπεσμό των ημερών μας και των γεγονότων, ένα προβληματισμό φιλοσοφικού τύπου που ανάγεται φυσικά στον Πλάτωνα, παίρνει μια άλλη απάντηση από τον μεγάλο ταξινομητή Αριστοτέλη, μα ποτέ δεν μπορεί να πάρει οριστική μορφή-απάντηση είτε σε ένα επιστημονικό στοχασμού σχήμα, είτε στην ζωή του καθενός μας. Ουσιαστικά όπως στα περισσότερα, για να μην πω σε όλα, πορευόμαστε με συμβάσεις. Κανείς δεν αναρωτήθηκε γιατί είναι αυτό το γεωγραφικό μήκος του τόπου μας, αλλά δεν κάνει δα και φασαρία για το ότι το μηδέν ορίστηκε στην Αγγλία. Και αν ένας επιπόλαιος σπεύσει να δώσει μια δήθεν ιστορική εξήγηση όπου με άνεση θα ανακατέψει πλουτοκρατία, ιμπεριαλισμό και συμφέροντα, στον κόσμο της φυσικής δεν υπάρχει ούτε μία βεβαιότητα, εκτός ίσως απ` την σταθερά του Planck το φορτίο του ηλεκτρονίου, μπορεί, άντε και την ταχύτητα του φωτός, αλλά μην μου πείτε ότι πάνω σε αυτά χτίζετε τις ζωές, τις βεβαιότητες ή τις συνήθειες σας;

Ζούμε με συμβάσεις και αυτό δεν πειράζει, είναι τουλάχιστον απαραίτητος συνδετικός ιστός των κοινωνιών και των ζωών μας. Ούτε η αστρονομική γνώση του μέσου ανθρώπου κατανοεί επαρκώς την κίνηση όχι των μακρινών γαλαξιών ή των μικροσωματίων, αλλά καλά καλά αυτού ακόμα του ήλιου μας. Και όμως πορευόμαστε.

Σύμβαση ανάμεσα από λέξεις είναι και η λέξη πατρίδα, και η λέξη έθνος και τέλος πάντων και αυτό το αναθεματισμένο όνομα που κουβαλάμε, Έλληνες. Μα μήπως από ένα σημείο και μετά αυτές οι λέξεις αποκτούν το δικό τους βάρος, που ούτε ορισμοί, ούτε περιορισμοί, ούτε επεξηγήσεις, ούτε ιστορικά συγγράμματα μπορούν να περιλάβουν έστω και στο ελάχιστο. Δηλαδή θα κατηγορήσουμε τον Ανδρούτσο γιατί προφανώς δεν είχε διαβάσει Θουκιδίδη, και θα επαινούμε τον Κοραή για όλες αυτές τις εισαγωγές, κατά κύριο λόγο και παρεμπιπτόντως στις μάλλον μανίες του Ισοκράτη; Τι κάνει περισσότερο Έλληνα; Η ακαδημαϊκή ενασχόληση του με μια περίοδο ή με ένα πεδίο ιστορίας ή στοχασμού; Ενώ έναν αγράμματο που “έτυχε” να πάει στον πόλεμο του `40, έκανε όσα όφειλε να κάνει τότε, ας υποθέσουμε ότι γύρισε (είναι πολλά τα κόκκαλα τα σκορπισμένα εκεί ακόμα) αλλά ίσως ποτέ ούτε είχε την όρεξη ή την παιδεία (όπως γελοία ονοματίζουμε) ή έστω το μεράκι για να διαβάσει και να μάθει τι έκανε τότε, εκεί, ανάμεσα από κρύο και εκρήξεις, πείνα και ψείρα, αυτός λοιπόν δεν ξέρει, αλλά ξέρει ο τάδε ή ο δείνα ιστορικός; (το ερώτημα ρητορικό και κανείς σοβαρός ιστορικός δεν ισχυρίζεται ότι γράφει ιστορία) Λες και ο πολεμιστής λοιπόν δεν ξέρει, λες και αυτός δεν έκανε το μέγιστο που ήταν το μερτικό του. Και με στοιχειώνει ο θάνατος του Σολωμού, στην Κύπρο, τότε το 1996, στις 14 Αυγούστου, με το τσιγάρο στραβά στο στόμα. Αυτό το τσιγάρο δείχνει όλα ότι ήταν τυχαία, αλλά ο θάνατος του παύει να είναι τυχαίος, παύει να είναι ασήμαντος. (ΣΥΜΒΟΥΛΗ ΑΡΙΣΤΕΡΟΙ ΚΑΙ ΕΚΣΧΥΓΧΡΟΝΙΣΤΕΣ ΜΗ ΣΥΝΕΧΊΖΕΤΕ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΣΗ, ΜΟΝΟ ΝΑ ΑΝΑΡΩΤΗΘΕΊΤΕ Πως ΓΙΑ ΑΛΛΗ ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΕΙΣΤΕ ΜΑΖΙ).

Είναι “μοίρα” τα σπουδαία να τα υπερασπίζονται άνθρωποι πιο απλοί, μέχρι και απλοϊκοί, μπορεί να ήταν και χυδαίοι κάποια ή κάποιες στιγμές στη ζωή τους, αλλά από την άλλη πλευρά, την πλευρά της διανόησης και της “υψηλής” κουλτούρας, ποτέ δεν υπήρξε πράξη ουσιώδης και καίρια. Ποτέ δεν υπήρξε άλλο από ένα ναι συμβατικό και συχνά εθελόδουλο. Αχ γιατί όμως να υπάρχει αυτός ο ποιητής, ναι ήταν αδερφή, ναι ήταν σνομπ, ναι ήταν μόνος του, και φυσικά ήταν κυρίως περιφρονημένος από το λογοτεχνικό αθηναϊκό κατεστημένο της εποχής του και να μιλάει για αυτά τα ναι και τα όχι.

Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα
που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο το Όχι
να πούνε. Φανερώνεται αμέσως όποιος τό ‘χει
έτοιμο μέσα του το Ναι, και λέγοντάς το πέρα

πηγαίνει στην τιμή και στην πεποίθησί του.
Ο αρνηθείς δεν μετανοιώνει. Aν ρωτιούνταν πάλι,
όχι θα ξαναέλεγε. Κι όμως τον καταβάλλει
εκείνο τ’ όχι — το σωστό — εις όλην την ζωή του.

Είναι πάλι και πάλι μοίρα του Ελληνισμού να πορεύεται με όχι. Ναι θύμα, ναι ανόητος, ναι λίγος, ναι δεύτερος πίσω από εξελίξεις και προόδους. Μα βαριά είναι η μοίρα του, περισσότερο να ακολουθεί τέτοιους και τέτοιους πολιτικούς. Στον 19ο αιώνα τα κόμματα απροκάλυπτα αυτοονομάζονταν Αγγλικό, Γαλλικό και Ρωσικό. Μα τώρα αν εξαιρέσεις τη σεμνότητα που δεν επιτρέπει να το θέσουν στις επικεφαλίδες τους, ποιος έχει αμφιβολία για τους πραγματικά επικεφαλείς τους; Ε λοιπόν περισσότερο σύμπτωση, ή άλλοτε συγκυρίες είναι, όταν ένα κόμμα μέσα ανάμεσα λέει αλήθειες, ή τάσσεται από την πλευρά τους. Μόλις μπορέσει, ειδικά μόλις πάρει την περίφημη εξουσία στα χέρια, όλα φανερώνονται. Και ο διχασμός καλά κρατεί.

Γιατί κεντρικά ζούμε τον διχασμό που είχε πάρει σάρκα και οστά στον Πρώτο Παγκόσμιο, πήρε την μορφή του άτσαλου και άγαρμπου Εμφυλίου (συνειδητά τον χαρακτηρίζω έτσι, προβληματιστείτε), ενώ στην περίφημη μεταπολίτευση μας, χωρίζει την κοινωνία ισχυρά, σε Δεξιά και Αριστερά, βεβηλώνοντας και θίγοντας την ψυχή αλλά και την Λογική έθνους και προσώπων. Μα δεν είναι άλλος από τον από γεννήσεως του νεοελληνικού κράτους διχασμό μεταξύ μιας θεοποιημένης Δύσης και ενός εξίσου μυθοποιημένου συχνά μεταφυσικού Διαφορετικού, Ανατολικού κάποιου είδους τρόπου. Και πελαγοδρομούμε όλοι μαζί, μέσα άλλοτε σε σκάφη με νερό και μπουγαδόνερα των μεγάλων, λαών συγκρούσεων, διενέξεων, άλλοτε στον αληθινό ωκεανό της ύπαρξης. Και πελαγοδρομεί ο καθείς, μόνος του και όλο και πιο μόνος του, στα πλαίσια της όποιας εξέλιξης και αλλαγής κοινωνίας και τρόπων. Και όταν έρχονται μια στα τόσο, τα παλιά, ναι τα πρωτόγονα, ναι τα βάρβαρα στα μάτια των “έξυπνων και των δυτικολάγνων”, ναι τα άτσαλα και γραφικά, ναι τα παράλογα και παραδοσιακά, ναι τα ξεπεσμένα και παλιομοδίτικα, όταν έρχονται λοιπόν αυτά και λειτουργούν είτε σαν καμπανίτσες, είτε σαν εκρήξεις, με βδελυγμία στρέφουν μακριά τα βλέμματα οι εκσυγχρονιστές, αναφωνούν ένα “ύπαγε οπίσω μου” για να τους απαντήσουν όμως οι πραγματικότητες το αμίμητο “σιγά τον πολυέλαιο”. (Ανατρέξτε στην ιστορία τής φράσης).

Με άλλα λόγια. Δεν χρειάζεται να έχουν δίκιο σε τελική ανάλυση ή να υπακούν εντελώς στην λογική οι υποστηρικτές του όχι, στην σημερινή συγκυρία. Ας αναρωτηθούμε αν είναι επαρκές για αυτό το ρημάδι το συμφέρον μας, αν αλήθεια παθαίνουμε κάτι με το να διαιωνιστεί αυτή η υποτιθέμενη εκκρεμότητα. Λες και πρέπει εμείς ντε και καλά να γίνουμε νονοί του κρατιδίου, γιατί δεν είναι κάτι άλλο από τέτοιο. Και εδώ να θυμίσω την γνωστή ταινία του Κόπολα και το υπέροχο εκείνο I'm gonna make him an offer he can't refuse (ας ευθυμήσουμε και λίγο). Και εδώ να θυμίσω πάλι τον διάλογο Μηλίων και Αθηναίων, να πω το αυτονόητο ότι πολιτική και ειδικά εξωτερική δεν γίνεται πάντα με τον σταυρό στο χέρι, αλλά χρειάζονται και γαυγίσματα, όχι απαραίτητα δαγκώματα. Εκτός και αν μπουν μέσα στην αυλή μας βέβαια, οπότε ο σκύλος πρέπει να αφεθεί ελεύθερος να κάνει την δουλειά του. Ας πω μια αγαπημένη μου ιστορία από την μακρινή Ινδία για έναν σοφό γιόγκι. (αφιερωμένη στους διεθνιστές αριστερούς και εκσυγχρονιστές φίλους που συνέχισαν σιχτιρίζοντας την ανάγνωση).

Ήταν κάποτε ένα κακό φίδι που ταλαιπωρούσε ένα ολόκληρο χωριό. Περνώντας από το χωριό ένας άγιος Γιόγκι, μετά από παράκληση των κατοίκων , πήγε στην σπηλιά του φιδιού και του μίλησε, το δίδαξε, το μαλάκωσε κι έφυγε. Μετά από χρόνια πέρασε ξανά από το ίδιο μέρος και ρώτησε τι έγινε το φίδι. Του είπαν ότι είχε μαλακώσει τόσο, που το πείραζε και το χτυπούσε ο καθένας, “πρέπει να έχει πεθάνει, δεν το έχουμε ακούσει καθόλου”, είπαν. Μπήκε στην σπηλιά και το βρήκε ζωντανό αλλά χτυπημένο και ταλαιπωρημένο. Το ρώτησε λοιπόν γιατί κατάντησε έτσι και του απάντησε το φίδι “εσύ δεν μου είπες να μην δαγκώνω”. “Ναι αλλά δεν σου είπα να μη σφυρίζεις κιόλας”.

Δηλαδή δεν υπάρχει άλλος τρόπος από την υποχώρηση, ουσιαστικά όχι στις απαιτήσεις ενός μορφώματος, γιατί τέτοιο είναι φυλετικά, εθνοτικά και φυσικά ιστορικά, που άλλο δεν εξυπηρετεί παρά ανάγκες μεγάλων δυνάμεων και όχι βέβαια τίποτε δίκαια λαών ή ανθρώπων. Γιατί μη μου πείτε ότι έπιασε πρεμούρα τον κάτοικο της Αριζόνα, ή των Βρυξελλών για τον κάτοικο των Σκοπίων. Ειδικά οι διεθνιστές, φιλειρηνιστές, εκσυγχρονιστές και εκσυγχρονίζοντες αριστεροί, αυτοί, αν είχαν την παραμικρή τσίπα δεν θα έπρεπε να κάνουν τα χατίρια των προς το παρόν μεγάλων. Γιατί εδώ ξεχνούν πολλοί, οι περισσότεροι, ότι πολλούς μεγάλους έχουν δει αυτά τα χώματα αλλά και όλη η γη και κανείς δεν έμεινε όρθιος για πάνω από μερικούς αιώνες. Και ότι το συμφέρον των λαών παίρνει πολλές όψεις, αλλά υπάρχουν μερικά πράγματα που δεν διακυβεύονται. Και το πιο ωραίο είναι ότι στο διάβα των ετών και των χιλιετηρίδων, ύπαρξη διατήρησαν όσοι βασίζονταν στο ανορθολογικό, που παραδόξως εντελώς ανύπαρκτο και ψευδές στα μάτια των ορθολογιστών (που εννοείται το έχουν αναγάγει σε υπέρτατη και αλάνθαστη θρησκεία, το ορθολογικό εννοώ) και βλέπεις λαούς όπως και ανθρώπους που διατηρούν αυτούς τους πυρήνες του Άλλου, του περίεργου, του μεταφυσικού, της ιδέας, των δεσμών να ξεπερνούν σκοπέλους και τρικυμίες και τους άλλους, τους σύγχρονους να χάνονται στον πολτό της κενότητας, στην οδυνηρή έρημο του σκέτα λογικού.

Κι όμως το ερώτημα που τίθεται στον καθένα είναι αγαπάμε ειλικρινά τον εαυτό μας ή κυρίως βολευόμαστε και βολεύουμε τις αρρώστιες μας;

Στην υποτιθέμενη ιδεολογική, πολιτική ή φιλοσοφική επιλογή μας υπάρχει μια αξιοπρεπής διανοητική πορεία, έρευνα και μόρφωση ή απλά αφήνουμε τα ψυχικά κενά μας να παίρνουν το πάνω χέρι και αρκούμαστε σε καραμέλες και ξεγελάσματα;

Πώς στο ίδιο στρατόπεδο από τη μια χωρούν τόσο διαφορετικοί και αγράμματοι υπηρέτες του και στο άλλο το ακριβώς αντίστροφο;

Φυσικά και υπάρχουν έντιμοι και λογικοί και από τις δυο πλευρές αλλά δεν παίζει ρόλο σχεδόν το περισσότερο ή λιγότερο του δίκιου της μιας πλευράς. Και αν όλο αυτό που μοιάζει νέος γύρος βασίζεται σε απανωτά λάθη, είναι δυνατόν να μας συμφέρει ακόμα και το λάθος σε κάποιες περιπτώσεις. Δηλαδή εντάξει οι Μήλιοι είχαν το δίκιο, αλλά βλάπτει να είμαστε και Αθηναίοι μια φορά;

Δεν είναι δυνατόν να περιμένουμε οτιδήποτε λογικό, έξυπνο ή απλά επαρκές από τους σημερινούς κυβερνώντες εκτός από περαιτέρω μεγέθυνση τού κενού , της διάσπασης, της φθοράς. Δεν είναι δυνατόν να περιμένουμε το παραμικρό καλό, όταν κάθε έννοια λογικής, συνταγματικότητας, φυσιολογικού έχει διαστρεβλωθεί, διαλυθεί, καταστραφεί από αυτούς. Οι άλλοι, οι παλιοί ήταν φρικτοί και τρισάθλιοι, μα μπροστά στην τωρινή αρρώστια μοιάζουν σοφοί, ηθικοί, σωστοί. Τι να κάνουμε, οι επιλογές μας , είναι καταδίκη αυτή, δεν είναι ποτέ μεταξύ κακών και καλών, μα μεταξύ άθλιων και μέτριων. Έτσι όπως έχουν τα πράγματα, πρέπει να παρακαλάμε για τους μέτριους; Μπορεί.

Δηλαδή το όλο σκεπτικό του σημειώματος αυτού δεν μπαίνει στη λογική αυτά τότε, αυτά τώρα, 1000 χρόνια, 2500, έχουν δεν έχουν γλώσσα, έχουν δεν έχουν ιστορική υπόσταση, αυτά σε κάθε λογική έρευνα του καθενός απαντώνται εύκολα. Θα αρκούσε πχ μια αναζήτηση σε βιβλιογραφία αποκλειστικά πριν τον Β’ Παγκόσμιο και απαντήσεις δίνονται. Ή υποτιθέμενη γαλαντομία για να δώσουμε εμείς υπόσταση σε αυτούς είναι βλακώδης γιατί κανείς δεν μπορεί να γεννήσει εκ του μη όντος έθνος. Να χαλάσει μπορεί. Διαδικασίες αιώνων δεν επιταχύνονται από συνθήκες, αλλά υπογραφές στα χαρτιά έχουν βυθίσει ξανά και ξανά ανθρώπους και λαούς σε δυστυχίες, ενώ οι αληθινές ισορροπίες βρίσκονται μόνο μέσα στον χρόνο και σε ιδιαίτερα μεγάλες διάρκειες. Φυσικά οι μεταξύ λαών συμβάσεις λειτουργούν, αλλά ποτέ σαν πανάκεια, ποτέ οριστικά.

Η ιστορία ως γίγνεσθαι είναι πάντα επιρρεπής σε αλλαγές και ποτέ δεν υπακούει σε κανόνες, πόσο μάλλον σε κανονισμούς.

Δηλαδή προσφέρω κι άλλη διευκρίνηση, οφείλουμε να αντιλαμβανόμαστε την πολυπλοκότητα και το ανορθολογικό, ακριβώς αν θέλουμε να πλησιάσουμε στην πολύπαθη κοινή λογική και σε μια λογική ειρήνη μεταξύ ομάδων ανθρώπων. Κάθε προσπάθεια υπακοής σε “τέλειους”, αποκλειστικά υποτίθεται επιστημονικούς και λογικοφανείς τρόπους δεν υποκρύπτει παρά τα συμφέροντα απλά των πιο ισχυρών ανά περίοδο.

Μπορεί ένα ψέμα, κάτι το ανύπαρκτο, κάτι το αερικό για να χρησιμοποιήσω μια λέξη ελαφρώς ποιητική, μέσα στα χρόνια, τα πολλά χρόνια να γίνεται ουσιώδες κομμάτι του ψυχισμού, τόσο ουσιώδες που τυχόν κατάργησή του, μέσω ειδικά βίαιης (εννοώ βιαστικής , όχι απαραίτητα σκληρής) διαδικασίας να αφήνει τον άνθρωπο ακόμα πιο γυμνό και πιο αδύναμο, έναντι των μεγάλων ερωτημάτων τής ζωής, όχι σαν αφηρημένης έννοιας, αλλά της πραγματικής, της μόνης ζωής που διάγει.

Οι λέξεις λοιπόν και τα ονόματα βασανίζουν πιο συχνά από όσο νομίζουμε. Και φυσικά δεν είναι ούτε η σιωπή λύση, ούτε οι βιαστικές βαπτίσεις.

“Ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης ξοδεύουν ένα μεγάλο μέρος της ζωής τους εξετάζοντας, διασαφηνίζοντας, αναπτύσσοντας, επανορθώνοντας το ως προς... (προς τι) αγωνιζόμενοι δηλαδή να σώσουν τον λόγο σε σχέση με την ίδια του την απαίτηση τής καθοριστικότητας που είναι αξεπέραστη, αλλά και η οποία λαμβανομένη απόλυτα τον καταστρέφει”. (Φαντ. Θεσμ. Σελ. 487).

Τις λέξεις και τα ονόματα οφείλεις να τις σέβεσαι και να τις προσέχεις. Ούτε μπορούμε, ούτε χρειάζεται, ούτε είναι απαραίτητο να γίνουμε νονοί. Μπορεί η άρνηση να αρκεί. Και δεν καταλαβαίνω ως επιχείρημα, την έχουν αναγνωρίσει το 73% των κρατών. Ας τους δώσουν τότε έξοδο οι Πορτογάλοι ή το Κονγκό συμβάσεις, η Βενεζουέλα πετρέλαιο και η η Σουηδία σύνορα. Δεν βλέπουμε το αυτονόητο ότι από εμάς, και μάλιστα με ήπιο αλλά σοβαρό τρόπο εξαρτώνται σε κάθε περίπτωση;

Η Αθήνα με πλειοψηφία καταδίκασε τον Σωκράτη. Δηλαδή οι πολλοί τότε είχαν δίκιο; Οι εκάστοτε πολλοί έχουν δίκιο; Έλεος. Και το συμφέρον το προσέχεις με σοβαρότητα, στοιχείο που εγγενώς είναι ανύπαρκτο στην γελοία λαίλαπα των σημερινών κυβερνώντων. Μπορεί να μην αρέσει αλλά μου αρκεί σαν επιχείρημα και πείτε με όσο θέλετε μισαλλόδοξο. Αν κάτι το υποστηρίζει ο Τσίπρας και το think tank του ο Καρανίκας, δεν υπάρχει καμιά περίπτωση να είναι ορθό. Για τον υπόλοιπο εσμό των βαρβάρων δεν μιλώ. Αρκετά λερώθηκα.

“Γιατί η κοινωνία θεσμίζει τον εαυτό της θεσμίζοντας έναν κόσμο σημασιών”.(ο.π. σελ500)

“Μια λέξη είναι λέξη καθόσον αξεχώριστα αναφέρεται σε ένα ταυτιστικό κατονομαζόμενο και συμπορεύεται με μια γλωσσική σημασία....δεν έχει απολύτως κανένα νόημα όταν πρόκειται για τις κεντρικές, ή πρωταρχικές φαντασιακές σημασίες μιας κοινωνίας, διότι αυτές είναι δημιουργοί αντικειμένων εκ του μηδενός και οργανώτριες του κόσμου....έτσι για να πάρουμε ένα αποφασιστικό παράδειγμα....ο Θεός δεν είναι μια σημασία που συνάπτεται σε κάτι, σε τι άλλωστε....δεν έχει ανάφορο άλλο από τη σημασία Θεός, όπως αυτή τίθεται κάθε φορά από τη συγκεκριμένη κοινωνία...Η σημασία Θεός είναι δημιουργός ενός “αντικειμένου” ατομικών παραστάσεων και συνάμα κεντρικό στοιχείο της οργάνωσης του κόσμου....” (ο.π. σελ 502) και μην μου πείτε ότι ο Κορνήλιος είχε καμιά πρεμούρα για τον θεό, τον οποιοδήποτε.

Οι λέξεις και τα ονόματα έχουν λοιπόν μια βαρύτητα και διαστάσεις πολύ πέρα από ορισμούς. Αυτό θα αρκούσε να μην δεχόμαστε εμείς έστω και επιμένοντας σε ένα “λάθος”. Σε τι τους εμποδίζουμε τους ανθρώπους; Αν είναι να υπάρξουν, αν είναι εδώ και τώρα, τα τελευταία 30, 40 χρόνια να είμαστε μάρτυρες της γέννησης ενός λαμπρού πολιτισμού, ενός καινού έθνους, μιας μεγάλης χώρας τότε ας θεωρήσουμε τους εαυτούς μας τυχερούς. Ο χάρτης του παιδικού μου δωματίου ήταν της Ευρώπης και είχε φτιαχτεί στα μέσα του 70. Μου έμοιαζαν όλα αυτά τόσο στέρεα, τόσο αμετακίνητα. Ο σημερινός δεν έχει καμιά σχέση με αυτόν. Αν ψάξουμε και βρούμε έναν του 1913, επίσης τα χρώματα, δηλαδή λαοί, χώρες, κράτη θα ήταν εντελώς διαφορετικοί. Για την ιστορία 100 χρόνια είναι τίποτα, για έναν λαό είναι λίγα δευτερόλεπτα. Οι λαοί δεν ιδρύονται με πράξεις επί του χαρτιού. Και αν κάποιος αναφερθεί σε ΗΠΑ ή στα τυχάρπαστα αραβικά ή αφρικανικά δημιουργήματα των ίσιων γραμμών, πρέπει να ξέρει ότι το βάπτισμα είναι μόνο διά του αίματος (δεν το λέω για καλό ή κακό, είναι διαπίστωση).

“Συμβαίνει καμιά φορά, μερικοί να ρίχνουν επάνω τους ρωμαϊκούς χιτώνες για να παίξουν την αστική επανάσταση, ή κάποιος στρατηγός να θέλει να παίξει την Ζαν ντ` Αρκ με κοστούμια του 20ου αιώνα. Αλλά πώς γίνεται και στην πραγματική ιστορία αυτός που απαντάει στον Αγαμέμνονα δεν είναι ποτέ ο Ζερλίν και η Κλεοπάτρα δεν έχει ποτέ για έμπιστη και φίλη τη Μαντάμ Σουσού” (ο.π.508)

Καλή η μαιευτική του Σωκράτη αλλά οι μαίες και οι νονοί της Ιστορίας κάνουν μόνο καισαρικές και αναβαπτίσεις όπως η τελική λύση (τι αθώες λέξεις που κρύβουν τόσο θάνατο).

«Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε την ιστορία του όρου Ευρώπη....ο ιστορικός....πιστεύει ότι η ύπαρξη συνδέεται με το όνομα...δεν πρέπει να ξεχνάμε συγχρόνως ότι η ιστορία των ονομάτων έχει κλονίσει και τις μεγαλύτερες βεβαιότητες μας και ότι οι περιπέτειες των λέξεων αποκαλύπτουν πόσο ευάλωτα είναι τα πρόσωπα ή οι πραγματικότητες που κρύβουν τα ονόματα» Jacques Le Goff Η Ευρώπη γεννήθηκε τον Μεσαίωνα, εκδ. ΠΟΛΙΣ σελ18.



Πηγή: Αντίφωνο

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *