Πλάτωνας - Ένας πολύ γνωστός μας άγνωστος

platon

Δρ Μάνος Δανέζης
Επίκουρος Καθηγητής Αστροφυσικής
Τμήμα Φυσικής ΕΚΠΑ

Ο Πλάτων γεννήθηκε στην Αθήνα ή ίσως στην Αίγινα, το 428/427 π.Χ. και η οικογένειά του και από τις δύο πλευρές ήταν από τις πιο διακεκριμένες της Αθήνας. Ο πατέρας του λέγεται ότι διακήρυσσε πως η καταγωγή του αναγόταν στο θεό Ποσειδώνα μέσω του Κόδρου, του τελευταίου βασιλιά της Αθήνας. Η μητέρα του Περικτιόνη ανήκε σε μια από τις επιφανέστερες οικογένειες της Αθήνας. Ήταν αδελφή του Χαριμίδη, ενός από τους δέκα άρχοντες που τοποθέτησαν οι Τριάκοντα στον Πειραιά, και εξαδέλφη του Κριτία, του πιο γνωστού από τους Τριάκοντα. Από γραπτά του ίδιου του Πλάτωνα γίνεται γνωστό πως
η μητέρα του καταγόταν από τον Σόλωνα. Πέθανε στα 81 του χρόνια.

Τα πιο εκτεταμένα του έργα είναι η Πολιτεία (10 βιβλία) και οι Νόμοι (12 βιβλία). Την Πολιτεία την έγραψε στα σαράντα του. Στους Νόμους δεν πρόλαβε να κάνει την τελική διόρθωση.. Στο πρώτο έργο του προσπαθεί να σκιαγραφήσει την ιδανική κοινωνία. Στο δεύτερο, ανασκοπεί το ίδιο θέμα με περισσότερο πρακτικό πνεύμα και κάτω από το φως μιας μεγαλύτερης εμπειρίας. Αυτά τα δύο έργα μάς πληροφορούν για τη μεγαλύτερη προσπάθεια της ζωής του, την αναγέννηση της πολιτικής ζωής στην Ελλάδα η οποία την περίοδο που έζησε βρισκόταν σε κατάσταση παρακμής και διαφθοράς..

Για τον ίδιο λόγο ίδρυσε και την Ακαδημία. Με αυτήν ήθελε να διαπαιδαγωγήσει τον καινούργιο πολίτη της ηγεμονικής τάξης, ο οποίος όμως δεν θα έμενε στην Ακαδημία αλλά θα επέστρεφε στη δημόσια ζωή. Αυτή του η προσπάθεια είχε – όπως και όλη η γενική κατεύθυνση της φιλοσοφίας του – πυθαγόρειο χαρακτήρα. Ο Πλάτωνας δίνει έμφαση στο άτομο. Η κεντρική ιδέα της διδασκαλίας του είναι η αθανασία της ψυχής. Η ανθρώπινη ψυχή γίνεται πεδίο μάχης όπου κετυλίγεται ο αγώνας ανάμεσα στο καλό και το κακό. Η ανθρώπινη ψυχή για τον μεγάλο φιλόσοφο δεν είναι τμήμα της φύσης, αλλά επισκέπτης που ήρθε από το ουράνιο βασίλειο. Η σωτηρία του ατόμου επηρεάζεται μόνο από τη γνώση των αιώνιων αξιών: της αλήθειας, του ωραίου, του καλού. Ο δρόμος που οδηγεί σε αυτή τη γνώση περνάει από τα μαθηματικά και τη διαλεκτική. Για τον Πλάτωνα τα μαθηματικά και ιδιαιτέρως η Γεωμετρία περιγράφουν τον πραγματικό κόσμο και επομένως είναι πραγματική γνώση και όχι υποθέσεις. Για αυτό στην είσοδο της Ακαδημίας του έγραψε την επιγραφή: «Μην μπαίνεις αν δεν γνωρίζεις γεωμετρία».

Ο Πλάτωνας διέκρινε στον κόσμο δύο επίπεδα: Το πρώτο επίπεδο περιελάμβανε τα αισθητά πράγματα, των οποίων κυρίαρχο γνώρισμα είναι, όπως ισχυρίστηκε ο Ηράκλειτος, οι συνεχείς μεταβολές τους. Στο δεύτερο επίπεδο αναδύεται η περιοχή των Ιδεών τις οποίες ο Παρμενίδης θεωρούσε ως αναγκαία προϋπόθεση της γνώσης, και οι οποίες χαρακτηρίζονται από τη σταθερότητα και τη μονιμότητα της ύπαρξής τους. Διατύπωσε την παράδοξη άποψη ότι, ενώ όλοι μιλάμε για τα αισθητά πράγματα σαν να υπάρχουν, στην πραγματικότητα αυτά είναι ανύπαρκτα. Είναι όλα σαν τις σκιές ή τα είδωλα στον καθρέφτη που προς στιγμήν φαίνονται αληθινά, αλλά όταν τα πλησιάσεις και προσπαθήσεις να τα πιάσεις, διαπιστώνεις ότι είναι «φαντάσματα», ανύπαρκτες οντότητες των άυλων αλλά πραγματικών και υπαρκτών Ιδεών.

Τελικά, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, στόχος και επιδίωξη του ανθρώπου πρέπει να είναι η κατάκτηση της ανώτερης επιστήμης (γνώσης) της αλήθειας του αιώνιου και μη αισθητού, αλλά συγχρόνως και του μόνου πραγματικού κόσμου, του οποίου απλές εικόνες είναι όλα τα αισθητά. Τον μη αισθητό αυτόν κόσμο, ονόμασε «Κόσμο των Ιδεών» και τις μη αισθητές μορφές και τα σχήματά του «Ιδέες». Με τον τρόπο αυτό το καθετί αισθητό δεν είναι παρά μια εικόνα, μιας άφθαρτης, μη αισθητής και αιώνιας ιδέας. Για να φτάσουμε στην κατάκτηση του κόσμου των ιδεών, σύμφωνα με τον μεγάλο Έλληνα φιλόσοφο, έπρεπε να περάσουμε τα επόμενα πέντε στάδια άσκησης:

  1. Αρχικά θα έπρεπε να ασκηθούμε στην αντίληψη της αισθητής εικόνας των αντικειμένων.
  2. Σε ένα επόμενο στάδιο θα έπρεπε να κατανοήσουμε τις σχέσεις που συνδέουν τα αισθητά αντικείμενα μεταξύ τους.
  3. Στη συνέχεια θα έπρεπε να ασκηθούμε στη νοητική σύλληψη της μορφής των αντικειμένων.
  4. Αφού είχε επιτευχθεί η νοητική σύλληψη των μορφών, φτάνει η στιγμή να εντοπίσουμε και να αφομοιώσουμε το σύνολο των ιδιοτήτων οι οποίες χαρακτηρίζουν κάθε αντικείμενο. Θα έπρεπε δηλαδή να συλλάβουμε την «έννοια» κάθε αισθητού αντικειμένου.
  5. Μετά από όλη την προηγούμενη προπαρασκευή θα είμαστε έτοιμοι να συλλάβουμε την «ιδέα» κάθε αισθητού γεγονότος, πέραν της οποιασδήποτε ψευδαίσθησης της μορφής του.

Μια ομάδα ανθρώπων ζει σε ένα σπήλαιο όλη τους τη ζωή, αλυσοδεμένοι σε έναν τοίχο, χωρίς να μπορούν να δουν την επιφάνεια ούτε να δουν πίσω τους, όπου βρίσκεται μια φλόγα, η οποία φωτίζει αντικείμενα που κινούνται και ρίχνει σκιές στα τοιχώματα του σπηλαίου. Οι φυλακισμένοι αρχίζουν να πιστεύουν ότι οι σκιές αυτές είναι η πραγματικότητα. Το ότι οι φυλακισμένοι, ωστόσο, μπορούν να δουν μόνο τις σκιές αυτές, δε σημαίνει ότι ο υπαρκτός κόσμος περιορίζεται μόνο μες στο σπήλαιο. Αν κάποιοι καταφέρουν να λυθούν από τις αλυσίδες και βγουν από το σπήλαιο, θα καταλάβουν ότι οι σκιές δεν είναι η πραγματικότητα . αλλά απλές εικόνες της πραγματικότητας. Τότε αν σκεφτούν να επιστρέψουν πίσω, στη σπηλιά στους φυλακισμένους συντρόφους τους και να διδάξουν στους υπόλοιπους την αλήθεια, ίσως δεχτούν την αντίδρασή, το μίσος και την κοροϊδία τους. Ωστόσο, αυτό δεν πρέπει να τους πτοήσει εφόσον είναι βασική υποχρέωση αυτού που γνωρίζει την αλήθεια να την διδάσκει τους συντρόφους του έναντι οποιουδήποτε ανταλλάγματος.

Ο Πλάτωνας υποστήριξε ότι η ψυχή μας, πριν να έλθουμε στον επίγειο κόσμο, βρέθηκε στους ουράνιους τόπους, όπου γνώρισε τις ιδέες. Οι ιδέες, σε αντίθεση με τα γήινα, διαρκώς μεταβαλλόμενα αισθητά πράγματα, είναι άυλες οντότητες, που μένουν αναλλοίωτες και αιώνια σταθερές υπάρξεις, είναι τα όντως όντα.

Παρά την ουσιαστική διαφορά των ιδεών προς τα αισθητά πράγματα, υπάρχει εντούτοις μεταξύ τους μια αναγκαία σχέση αντιστοιχίας. Για κάθε κατηγορία αισθητών πραγμάτων υπάρχει μια ιδέα. Το υλικό αντικείμενο φαίνεται να υπάρχει και έχει τις ιδιότητες που φαίνεται να έχει, γιατί παρίσταται σε αυτό η ιδέα του αντικειμένου.

Το βασικό επιστημονικό σύγγραμμα του Πλάτωνα, από το οποίο συνάγουμε τις απόψεις του, είναι ο διάλογος «Τίμαιος», ο οποίος ξεκινά από την γέννηση του κόσμου και φθάνει ως τη φύση των ανθρώπων ακολουθώντας ως ενδιάμεσα στάδια τη γέννηση του σώματος και της ψυχής του κόσμου, τη δημιουργία των άστρων (των θεών του ουρανού), την έναρξη του κοσμικού χρόνου, τη γέννηση του ανθρώπινου είδους, την ανάλυση της δομής της ανόργανης και της οργανικής ύλης, τη ρύθμιση της ανθρώπινης φυσιολογίας, τη δημιουργία των άλλων έμβιων όντων και φυτών.

Πιο αναλυτικά, για την βαρύτητα είχε την άποψη ότι είναι ανάλογη της μάζας του σώματος, Θεωρούσε, επιπλέον, ότι η μάζα είναι εκείνο που καλύπτει τον χώρο, η οποία, όμως, δεν περιγράφεται από αυτόν, αλλά από την επίδραση την οποία ασκεί στον χώρο. Αν δεχθούμε ότι η διάταξη της μάζας οφείλεται στην ενέργεια κάποιας δύναμης, τότε πρέπει να δεχθούμε ότι η ύπαρξη μάζας προϋποθέτει επίδραση μιας δύναμης που ανθίσταται στη διάταξη αυτή. Επίσης, σχετικά με τις δυνάμεις, υποστήριζε ότι, επειδή δεν μπορούμε να τις αντιληφθούμε με τις αισθήσεις μας, αυτές περιγράφονται μόνο αν ορίσουμε το σώμα στο οποίο επιδρά και το αποτέλεσμα το οποίο προκαλεί. Από την άλλη, έλεγε ότι η ύλη και η ενέργεια είναι σταθερές και άφθαρτες, δηλαδή ουσιαστικά υποστήριζε ότι από το μηδέν δε γίνεται τίποτα. Η ύλη και οι δυνάμεις, που τη μεταβάλλουν, προϋπήρχαν της διαμόρφωσης του κόσμου. Επίσης ισχυριζόταν ότι η ύλη στερείται σχήματος και μορφής, αλλά όχι και κινήσεως. Αντιθέτως, πρέσβευε ότι η ύλη βρίσκεται σε άτακτη κίνηση, επειδή είναι πλήρης από ανόμοιες και μη ισόρροπες δυνάμεις.

Ο Πλάτωνας, όμως, ασχολήθηκε και με την οπτική (και την όραση), την ακουστική (και την ακοή), καθώς και με τις διεργασίες του φωτός. Στην πλατωνική διδασκαλία είναι γνωστή η ανάκλαση του φωτός και ότι η ελαφρότερη ύλη που υπάρχει στον κόσμο είναι ο αιθέρας, ύλη η οποία γεμίζει τον χώρο μεταξύ των ουρανίων σωμάτων. Πειραματικά, στην «Ἀκαδημία» του, τους ήταν γνωστός ο αμφίκυρτος φακός και η ιδιότητά του να προκαλεί ανάφλεξη, μέσω της συγκέντρωσης ηλιακών ακτίνων. Όσον αφορά την όραση και την ακοή, θεωρούσε ότι οφείλονται στην κίνηση μικροσκοπικών σωματιδίων. Επιπλέον, σχετικά με τα υγρά, ο Πλάτωνας γνώριζε το ασυμπίεστο του νερού και τα τριχοειδή φαινόμενα, γεγονός που απέδειξε πειραματικά μεταφέροντας το νερό από ένα πλήρες δοχείο σε ένα κενό, με τη βοήθεια μιας μάλλινης κλωστής. Από την άλλη πλευρά, γνώριζε ότι οι μαγνήτες, όχι μόνο έχουν την ιδιότητα να έλκουν σιδερένια αντικείμενα, αλλά και να τα μετασχηματίζουν σε νέους μαγνήτες.

Σημαντικές, ωστόσο, ήταν οι απόψεις του Πλάτωνα για την κίνηση και τα είδη της, που διακρίνονται στη φύση. Γενικά θεωρούσε ότι η κίνηση ορίζεται ως η μετάβαση ενός σώματος από τη μια κατάσταση σε μια άλλη αντίθετη της πρώτης. Τέτοια, όμως, μετάβαση νοείται μόνο με την παραδοχή κάποιας χρονικής διαδρομής. Άρα, κατά τον Πλάτωνα, ο χρόνος είναι συνάρτηση της κινήσεως. Επιπλέον, για να υπάρχει κίνηση, πρέπει να υπάρχει διαφορά ενεργειακής κατάστασης των σωμάτων, δηλαδή να υπερνικηθεί η αδράνεια του σώματος. Αν η αιτία που προκαλεί την κίνηση ενός σώματος είναι ίση με την αδράνεια του σώματος υπάρχει ισορροπία και όχι κίνηση.

Για την πειραματική φυσική, ο Πλάτωνας είχε την άποψη ότι όσοι ασχολούνται με το πείραμα, πρέπει να έχουν διατυπώσει προηγουμένως μια θεωρία, για την ερμηνεία της οποίας χρειάζεται το πείραμα. Αντιθέτως, ειρωνεύεται και περιφρονεί όλους αυτούς τους φυσικούς, που ασχολούνται με το πείραμα, χωρίς ένα θεωρητικό υπόβαθρο.

Ο Πλάτωνας μελέτησε και την κοσμοθεωρία του Εμπεδοκλή, σχετικά με τα τέσσερα στοιχεία τη Γη, το Νερό, τον Αέρα και τη Φωτιά. Πίστευε, ότι το σύμπαν αποτελείται από αυτά τα τέσσερα στοιχεία. Συγκεκριμένα, στον «Τίμαιο» αναφέρει ότι όταν ο Θεός άρχισε να δημιουργεί το σύμπαν, το έκανε από πυρ και γη, αφού θεωρούσε ότι τα δύο αυτά στοιχεία μπορούν να συνυπάρχουν. Και συμπληρώνει ότι τα στοιχεία αυτά, για να δημιουργήσουν ένα υλικό σώμα, πρέπει να συνδέονται μεταξύ τους με κάποιο δεσμό. Κατά τον Πλάτωνα, η επιτυχία της σύνδεσης αυτής εξαρτάται τόσο από την αναλογία των δύο στοιχείων που ενώνονται μεταξύ τους, δηλαδή του πυρός και της γης, όσο και από την αναλογία των άλλων δύο στοιχείων του Εμπεδοκλή, του ύδατος και του αέρα, που παίζουν συνδετικό ρόλο. Δεχόταν, επίσης, ότι τα τέσσερα στοιχεία του Εμπεδοκλή αποτελούνται από απειροελάχιστα σωματίδια, τα οποία ο Δημόκριτος ονόμαζε άτομα. Ωστόσο, ο Πλάτωνας δεν χρησιμοποιεί πουθενά τη λέξη «ἄτομο», αλλά, αντί γι’ αυτή, χρησιμοποιεί τη λέξη «μόριο». Ο Πλάτωνας, όμως, δεν αναφέρθηκε απλά στο μόριο, αλλά προχώρησε και στην αναλυτικότερη περιγραφή του. Έτσι τα μόρια, αν και απειροελάχιστα, έχουν γεωμετρικά χαρακτηριστικά και πιο συγκεκριμένα έχουν γεωμετρικά στερεά σχήματα. Προχώρησε, λοιπόν, στις παρακάτω αντιστοιχήσεις ανάμεσα στα τέσσερα στοιχεία και σε στερεά γεωμετρικά σχήματα. Αναλυτικότερα θεωρούσε ότι τα μόρια της «γης» έχουν κυβική γεωμετρία, συμβολίζοντας έτσι τη σταθερότητα της γης.

Σχετικά με την αστρονομία ο Πλάτωνας αναφέρει ή υποστηρίζει στον Τίμαιο ότι:

  1. Η Γη βρίσκεται στο κέντρο του κλειστού σφαιρικού σύμπαντος σε κατάσταση δυναμικής ισορροπίας και οι απλανείς αστέρες στην περιφέρειά του.
  2. Όλο το σύμπαν κινείται ομοιόμορφα γύρω από τη Γη συμπληρώνοντας μια περιφορά κάθε 24 ώρες.
  3. Υπάρχουν επτά ουράνια σώματα –οι επονομαζόμενοι «πλανήτες»– που δεν ακολουθούν πλήρως την κίνηση των απλανών αλλά διατηρούν αυτόνομη κίνηση. Ο Πλάτωνας αποκαλεί με το όνομά τους τον Ήλιο, τη Σελήνη, τον Εωσφόρο (Αφροδίτη) και το «άστρο του Ερμή».
  4. Η φαινόμενη κίνηση του κάθε πλανήτη δεν είναι συνεχής, αλλά έχει τροπές, ανάδρομες δηλαδή και πρόσθιες μετατοπίσεις.
  5. Ο Ήλιος, η Αφροδίτη και ο Ερμής έχουν την ίδια περίοδο περιφοράς αλλά προσπερνούν συνεχώς ο ένας τον άλλο στην πορεία τους.
  6. Οι επτά πλανήτες εκτελούν στην πραγματικότητα μια περιφορά, τον «κύκλο του Διαφορετικού» (την εκλειπτική), αντίστροφη και κεκλιμένη σε σχέση με εκείνη των απλανών αστέρων.
  7. Κάθε πλανήτης εκτελεί ταυτόχρονα δύο αντίθετες κινήσεις: την περιφορά των απλανών και μια δική του αντίστροφη και βραδύτερη, ακολουθώντας την εκλειπτική. Η σύνθεση των δύο κινήσεων δίνει μια ελικοεοδή κίνηση.
  8. (α) Ταχύτερα κινείται ο πλανήτης που διανύει μικρότερο κύκλο γύρω από τη Γη. Φαίνεται όμως να κινείται βραδύτερα.
    (β) Υπάρχει κάποια σταθερή σχέση ανάμεσα στις ταχύτητες των πλανητών, το ακριβές τους όμως μέτρο δεν έχει υπολογιστεί.
  9. Η διάταξη των επτά πλανητών, αρχίζοντας από την κεντρική Γη, είναι Σελήνη, Ήλιος, Αφροδίτη, Ερμής, εξωτερικοί πλανήτες (Άρης, Δίας, Κρόνος).
  10. Υπάρχει σχέση ανάμεσα στις αποστάσεις των επτά πλανητών (από τη Γη ή μεταξύ τους) και στη σειρά των αριθμών 1 , 2 , 3 , 4 , 8 , 9 , 27.
  11. Οι απλανείς αστέρες, παράλληλα με την περιφορά τους στον ουρανό, περιστρέφονται και γύρω από τον άξονά τους.

Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, οτιδήποτε γίνεται έχει αιτία. Εισάγεται, με αυτόν τον τρόπο, η ιδέα του «δημιουργού» που κατασκευάζει τον κόσμο. Όμως, κάθε δημιουργός εργάζεται βάσει προτύπου. Το πρότυπο, του οποίου αντίγραφο ή εικόνα αποτελεί ο αισθητός κόσμος, είναι αιώνιο. Ο κόσμος δεν είναι αιώνιος, αλλά γεγονός, δηλαδή κάτι που έγινε. Κάθε αισθητό προέκυψε ως αποτέλεσμα μιας διεργασίας. Ο αισθητός κόσμος βρίσκεται πάντα σε εξέλιξη και έχει ιστορία, σε αντίθεση με τον δημιουργό που είναι αιώνιος, όπως και το πρότυπο της δημιουργίας.

Ο μεγάλος αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος δέχεται τον απόλυτο, τον αιώνιο χρόνο ως τον μόνο πραγματικό, ενώ τα διάφορα συμβαίνοντα στον δικό μας γύρω κόσμο γεγονότα τα θεωρεί ως είδωλα απατηλά των αισθήσεων μας. Ο χρόνος για εκείνον είναι αντανάκλαση της αιωνιότητας. Το αμετάβλητο και τέλεια άχρονο, προβάλλεται στην κατώτερη διάσταση, στην οποία ανήκει ο υλικός κόσμος. Ο εγκόσμιος χρόνος νοείται ως «εικόνα κινητή της αιωνιότητας». Ο υλικός κόσμος είναι εγκλωβισμένος στην ματαιότητα, χωρίς προοπτική λύτρωσης.

Αποτελεί απόλυτη πεποίθηση του Πλάτωνα, όπως ήδη αναφέραμε, το γεγονός ότι η απόλυτα ομοιόμορφη ροή του χρόνου αντανακλά κατ’ ουσία την ίδια την αιωνιότητα. Ο χρόνος αποτελεί τη χαρακτηριστική μορφή του αισθητού. Όταν αναφερόμαστε στο αιώνιο, το αναφέρουμε ως αυτό που ήταν, είναι και θα είναι. Για την ακρίβεια, όμως, ότι μπορεί να καλείται αιώνιο απλώς είναι. Δεν πρέπει να λέμε ούτε ότι ήταν, ούτε ότι θα είναι, γιατί αυτού του είδους οι εκφράσεις ταιριάζουν μόνο σε ότι συμβαίνει.

Ο χρόνος γεννήθηκε μαζί με τον «ουρανό». Κατά συνέπεια, από την στιγμή που γεννήθηκαν μαζί, θα διαλυθούν και μαζί, εάν βεβαίως χρειαστεί ποτέ να διαλυθούν. Η γένεσή τους έγινε με υπόδειγμα την αιώνια φύση του ανώτερου Έμβιου Όντος, ώστε τα δημιουργήματά αυτά να του μοιάσουν, όσο το δυνατόν περισσότερο. Ο μεν χρόνος ως υπόδειγμα, πρότυπο θα λέγαμε, της αιωνιότητας, ενώ ο δε ουρανός ορίστηκε να διατρέχει την ολότητα του χρόνου.

Πριν ο Θεός δημιουργήσει τον κόσμο δεν υπήρχε χρόνος, αφού ο χρόνος και ο κόσμος άρχισαν μαζί. Προκειμένου να υπάρξει χρόνος, χρειάζονται αισθητά σώματα με σταθερή κίνηση, τα οποία χρησιμεύουν για τη μέτρησή του. Έτσι, ο δημιουργός επινόησε τον Ήλιο, την Σελήνη και πέντε ακόμα άστρα, τα οποία οι άνθρωποι τα αποκαλούσαν «πλανήτες», και τα έθεσε σε συγκεκριμένες τροχιές, τις οποίες διαγράφει η κυκλική κίνηση του Διαφορετικού.

Επομένως, τα ουράνια σώματα δημιουργήθηκαν για να καθορίζουν και να διαφυλάσσουν τα μέτρα του χρόνου. Χρησιμεύουν με άλλα λόγια για την διαίρεση και μέτρηση του χρόνου: «αριθμοί του χρόνου», η οποία είναι αποτέλεσμα της συνεργασίας τους. Από αυτά η Σελήνη τοποθετήθηκε στον πλησιέστερο προς την Γη κύκλο, ο Ήλιος στον δεύτερο, ενώ ο Εωσφόρος (η Αφροδίτη) και το επονομαζόμενο ιερό άστρο του Ερμή, διατρέχουν τους δύο επόμενους κύκλους, έχοντας με τον κύκλο του Ηλίου την ίδια ταχύτητα, αλλά την αντίθετη δύναμη. Επιπλέον, αυτή η περιφορά, η οποία επιβάλλεται από την αμετάβλητη ουσία του Διαφορετικού, στρέφει ελικοειδώς όλους τους κύκλους των πλανητών, με αποτέλεσμα ο κάθε πλανήτης να προχωρά συγχρόνως προς δύο διακριτές αντίθετες κατευθύνσεις. Έτσι, όποιος πλανήτης απομακρύνεται βραδύτερα από την περιφορά του Διαφορετικού –την ταχύτερη από όλες τις περιφορές- φαίνεται να την ακολουθεί από πιο κοντά.

Ο Δημιουργός, επειδή ήθελε να υπάρχει εμφανές μέτρο στις σχέσεις βραδύτητας και ταχύτητας των ουρανίων σωμάτων, αλλά και για να διευκολύνει τις περιφορές στην διαδρομή τους, άναψε ένα φως στην δεύτερη επάνω από τη Γη τροχιά, τον Ήλιο. Ο στόχος, σύμφωνα πάντα με τον Πλάτωνα, ήταν αφενός μεν να φωτίζεται ο ουράνιος θόλος αφετέρου δε να έρθουν σε επαφή με την χρονική μέτρηση, εκπεφρασμένη με αριθμούς, εκείνα τα έμβια όντα που θα μπορούσαν να τους γνωρίσουν, μαθαίνοντας τους από την περιφορά του Διαφορετικού. Με αυτόν τον τρόπο γεννήθηκε η νύχτα και η ημέρα, η περίοδος της μοναδικής και πλέον σοφής περιστροφής του ουρανού, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει το κείμενο. Όσο για τον μήνα, εκείνος παράγεται όταν η Σελήνη ολοκληρώνει τον δικό της κύκλο, φθάνοντας ξανά στον Ήλιο, ενώ το έτος αποτελεί την ολοκλήρωση ενός ηλιακού κύκλου.

Καταλήγοντας ο Αθηναίος φιλόσοφος, μας εξηγεί ότι σε τελική ανάλυση ο «τέλειος αριθμός του χρόνου συμπληρώνει το τέλειο έτος». Δηλαδή η τέλεια χρονική αρίθμηση δίνει το μέτρο του τέλειου Ενιαυτού, όταν οι σχετικές ταχύτητες και των οκτώ περιφορών (συμπεριλαμβανομένης και της Γης) ολοκληρωθούν ταυτόχρονα και μετρηθούν με βάση την ομαλή περιφορά του Διαφορετικού. Άρα, ο τρόπος κατασκευής, καθώς και ο σκοπός γένεσης των ουρανίων σωμάτων, τα οποία ενώ πορεύονται μέσα στον ουρανό εμφανίζουν τροπές, είναι να γίνει ο αισθητός κόσμος όσο το δυνατόν περισσότερο όμοιος με το τέλειο και νοητό Έμβιο Ον και να μιμηθεί την αιωνιότητα της φύσεώς του.

Κατά καιρούς πολλά έχουν λεχθεί για τις επικρίσεις και τα αρνητικά σχόλια του Πλάτωνα για το Δημοκρατικό πολίτευμα. Για να κατανοήσουμε αυτές τις απόψεις του ας δούμε το γενικότερο κοινωνικό πλαίσιο εκείνης της εποχής.

Η εποχή στην οποία ζει ο Πλάτωνας είναι πολύ ταραγμένη στον ελλαδικό χώρο. Όταν γεννιέται ο μεγάλος φιλόσοφος, ο Πελοποννησιακός πόλεμος έχει ήδη αρχίσει. Ο λοιμός έχει αποδεκατίσει τους Αθηναίους και μαζί τους τον Περικλή. Τα χρόνια της νεότητάς του τα βιώνει μέσα στην ωδίνη του πολέμου. Το τέλος του, το 404 π.Χ., βρίσκει τη Σπάρτη νικήτρια αλλά ουσιαστικά ολόκληρη την Ελλάδα βαθύτατα τραυματισμένη. Πόλεις έχουν ερειπωθεί, η ύπαιθρος έχει εγκαταλειφθεί από τους κατοίκους της, οι νεκροί είναι χιλιάδες. Όμως ο πόλεμος έχει διαβρώσει και τον ψυχικό κόσμο των ανθρώπων. Οι ηθικές αξίες έχουν καταρρεύσει, οι κοινωνικές δομές έχουν ανατραπεί, η θρησκευτική πίστη έχει αντικατασταθεί από την αμφισβήτηση. Η κατάλυση και ο εξευτελισμός των βασικών δημοκρατικών ιδεών και αξιών ήταν πλέον ένα θλιβερό γεγονός.

Μέσα σε αυτό το κλίμα κατάρρευσης ήταν λογικό ο Πλάτωνας να στηλιτεύει αυτό το είδος του πολιτεύματος που κατ ́ επίφαση ονομαζόταν Δημοκρατικό.

Το βασικό στοιχείο που ο Πλάτωνας θεωρεί βάση ενός πολιτεύματος είναι το πλαίσιο και το μέτρο της ελευθερίας που παρέχει η πόλις στους πολίτες της. Όπως αναφέρει ειδικότερα
“...Η χωρίς μέτρο ελευθερία δεν οδηγεί όπως όλα δείχνουν παρά στην χωρίς μέτρο δουλεία τόσο για τον πολίτη όσο και για την πόλη.
Με τον τρόπο αυτό είναι φυσικό επακόλουθο η τυραννία να μην δημιουργείται από κάποιο άλλο πολίτευμα, παρά από την δημοκρατία η οποία παρέχει μια άκρατη και χωρίς φραγμούς ελευθερία.,

Όπως αναφέρει ο Πλάτωνας στη «Πολιτεία» η δημοκρατία που επικρατούσε τότε είναι ένα θαυμάσιο, αναρχικό και πολύμορφο πολίτευμα, στο οποίο οι πάντες είναι ελεύθεροι να ρυθμίζουν την ζωή των όπως τους αρέσει, χωρίς να έχουν ούτε την παραμικρή υποχρέωση απέναντι στους άλλους πολίτες και την Πόλη αλλά ούτε να υπάκουαν σε καμιά εξουσία και νόμο εάν δεν το επιθυμούσαν.

Στην Δημοκρατία στην οποία αναφέρεται ο Πλάτωνας αν κάποιος δεν ήθελε να πάει στον πόλεμο, δεν πήγαινε άσχετα αν πήγαιναν όλοι οι άλλοι, μπορούσες να μη ζεις ειρηνικά αν δεν το ήθελες, ακόμα και αν όλοι οι άλλοι γύρω σου ήθελαν την ειρήνη. Στη δημοκρατία αυτή μπορούσες να παίζεις το ρόλο του δικαστή, ακόμη, και αν ο νόμος δεν σου το επέτρεπε, αρκεί απλά να το ήθελες εσυ.

Μπορούσες ακόμα να συναντήσεις μέσα στην πόλη ανθρώπους καταδικασμένους σε θάνατο ή εξορία να μη φεύγουν αλλά να μένουν εκεί και να περιφέρονται ελεύθεροι σαν ήρωες, ανάμεσα στους άλλους σαν να μην έχει συμβεί τίποτα, χωρίς κανένας να δίνει προσοχή και κανένας να βλέπει, λες και πρόκειται για κάποιο αερικό από έναν Άλλο Κόσμο.

Όλα αυτά, γραφεί ο Πλάτωνας, τούτη η πολιτεία τα αγνοεί μεγαλοπρεπώς χωρίς διόλου να νοιάζεται για τις ικανότητες και το παρελθόν των πολιτών που έρχονταν να μπουν στην πολιτική, αλλά τους εμπιστεύεται, αρκεί μόνο να δηλώσουν ότι είναι με το λαό.

Η απληστία στη νομή του υπέρτατου αγαθού της ελευθερίας και η αδιαφορία για κάθε τι άλλο οδηγούν στους πολίτες και την πόλη, στην κατάπτωση, την ασυδοσία και την αναρχία.

Οι άρχοντες χλευάζονται, ο πατέρας φοβάται τον γιό του, ο γιός δεν σέβεται τον πατέρα, οι διδάσκαλοι φοβούνται και κολακεύουν τους μαθητές τους και οι μαθητές περιφρονούν τους δασκάλους.

Κατά τον Πλάτωνα, αυτός που αποκαλείτο δημοκρατικός άνθρωπος εκείνη την εποχή ενδιαφερόταν μόνο για τις μη αναγκαίες απολαύσεις και ζούσε μόνο για αυτές. Οι πολίτες έμοιαζαν να βυθίζονται άλλοτε σε μια κατάσταση απραξίας και αδιαφορίας και άλλοτε μιλώντας παρίσταναν τους φιλόσοφους, ενώ τις περισσότερες φορές ορμούσαν στο βήμα του Δήμου και προσπαθώντας να πολιτευτούν λέγανε ότι τους περάσει στο νου.



Πηγή: Δρ Μάνος Δανέζης

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *