Θητεία μαθητείας στό «Ἄξιον Ἐστί» τοῦ Ὀδυσσέα Ἐλύτη. Μέρος Β΄

«Ἐξόριστε Ποιητή, στόν αἰώνα σου, λέγε τί βλέπεις;»

Τό Προφητικόν μέρος τοῦ ἔργου, ὡς ὀφθαλμός δικαιοσύνης ἀπό τόν μέλλοντα αἰώνα,
βλέπει ἀπό τή μιά τήν ἀλαζονεία τῶν πολιτικῶν συστημάτων νά διαπράττουν πολέμους στοχεύοντας στήν κυριαρχία,
καθώς καί τήν ἀγορά καί τό κέρδος νά περνοῦν πάνω ἀπό τό πτῶμα τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης.
Ὡστόσο ἡ προφητικά βαθύτερη θέαση, βλέπει τήν ἀναίρεση τοῦ δράματος στήν «ἀλληλουχία τῶν κρυφῶν νοημάτων»,
δηλαδή στό ἐλπιδοφόρο νήμα του μυστηρίου.

Καυστικά ἐκθέτει μιά ἀλλότρια συμπεριφορά, ὅπου ὁ ἄνθρωπος ἀπεκδύεται τό κάλλος
γιά νά φορέσει δαχτυλίδια μέ καρφιά καί ρούχα μέ νεκροκεφαλές.
Εὔστοχη παραπομπή στούς χούλιγκανς καί στή μόδα ὅπου τό κάλλος φαίνεται πράγματι παραδομένο «στίς μύγες τῆς Ἀγορᾶς»,
τόσο πού ὡς καί ἡ πόρνη μή έχοντας τί ἀλογία πιά νά ζηλέψει, θά εἶναι αὐτή πού θά ζητήσει προφητεία ἀπό τόν ποιητή.
Καί θά λάβει λόγο γιά θεσμοθέτηση ἀλλοτρίων στά Νέα καί ὄχι Καινά ἤθη τοῦ «Ἀστικοῦ μας Κώδικα».
Πρότυπη μορφή στίς πλατεῖες τῆς Ἀγορᾶς δέν θά εἶναι πιά ὁ μύστης, ὁ ἥρωας ἤ ὁ ἅγιος ἀλλά ὅ,τι ἐκπορνεύει τήν ὕπαρξη.
Ὁ ἔρωτας θά βεβηλωθεῖ ἀνεπανόρθωτα. Τό φύλο καί τό ζευγάρι θά καθορίζονται ἀπό τήν νέα ἀλογία ἑνός κατευθυνόμενου καί διαστρεβλωτικοῦ,
δια-βολικοῦ (διασπαστικοῦ) συστήματος, προκειμένου νά εὐνουχιστεῖ καί ἡ φυσιολογική ταυτότητα τῆς ὕπαρξης.
Ὡστόσο, ψηλά μέ πουλιά ὑπαινίσσεται ὁ ποιητής τήν ἱερή τάξη τῆς ἐλευθερίας.

«Καί κρυφά θά μετρήσουν τήν ἀνθρώπινη πραμάτεια τους οἱ Κυβερνῆτες, κηρύσσοντας πολέμους».
Βρισκόμαστε ἤδη μάρτυρες ἑνός πολιτικοῦ συστήματος πού κατάντησε τόν ἄνθρωπο ἀριθμό
καί συγκέντρωσε «τό χρυσάφι στούς ἀφανείς» κερδοσκόπους , δίχως νά λογαριάζει τήν ἱερή ἀξία τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς.
Πτώματα ξεβράζονται στίς ἀκτές τῆς ἀπληστίας καί τῆς ἀφροσύνης τους, τόσα,
πού ἔκπληκτος καί ὁ ἴδιος ὁ θάνατος πλέον, «τοῦ λάκκου τό στόμα», θά ζητήσει προφητεία.
Ἡ ἀπόκριση μιλᾶ γιά Ἀναστάσιμο τραπέζι καί καθαρότητα οὐρανῶν καί ὑπονοεί ταυτόχρονα
τιμωρία, μετάνοια και σύμπνοια μέ τή «διαρκή ἐπανάσταση» τοῦ κάλλους καί τή δυναμική τοῦ θείου ἔρωτα.

«Καί τῶν ἀρχαίων Κυβερνητῶν τά ἔργα πληρώνοντας ἡ Χτίσις, θά φρίξει».
Στήν ἁρμονία τῆς κτίσης ἡ ἐξουσιαστική ἀλογία τοῦ κέρδους θά ἐπιφέρει σήψη, οἰκολογικά καί ἀνθρωπιστικά ἀδιέξοδα
πού θά ἀναγκάσουν τό «σανίδωμα» τοῦ Ἅδη «νά ὑποχωρήσει ἀπό τήν πίεση τή μεγάλη τοῦ ἥλιου».
Καί προφητεύονται γηρατειά τῆς νεότητας, νέοι δίχως διαχρονικό ἦθος, δίχως συναίσθηση ρίζας καί ὁρμή ἀθανασίας,
«Κουρεμένοι κατάδικοι», πολίτες, δίχως ἅλω ἁγιότητας, θά διεκδικοῦν ὡς Ἀγανακτισμένοι!!! ἀπό τήν ἀγορά καί πάλι τό φαγητό τους.
Καί ὅσο ἡ «ἀπανθρωποποιήση»( Σέρραρντ) θά κερδίζει ἔδαφος οἱ ἀμοιβές θά γίνονται πενιχρές, ὡς δούλων «ἐπίταξη», στά ἐργοστάσια
πού «θά βγάλουνε ὄνειρα συντηρημένα... καί ἐμφιαλωμένη φύση».
Ἄμεση συνέπεια τοῦ ἄλογα ἀφύσικου βίου οἱ ἀσθένειες. Θά ἀποζητᾶ ὁ καθένας λίγα γραμμάρια εὐτυχίας στήν κατανάλωση,
ἀφοῦ ὅλα τά μεγαλεῖα τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης μέσα του θά εἶναι κιόλας ἐρείπια.

Σέ αὐτήν τήν τραγική ὑπαρξιακή ἐξορία θά σταθεῖ ὁ ποιητής καί θά δώσει τό «Ἄξιον Ἐστί»τοῦ λόγου
«γιά νά λάβουνε τά ὄνειρα –τῆς «Ὀνειροτόκου» ὕπαρξης-ἐκδίκηση».
Στήν τραγική κάθοδο «σέ βυθό ἀπό βυθό ὡς πού δέν ἦταν ἄλλος» (Σολωμός),
θά εὐκοσμίσει ὁ ποιητής τό ἀνάστημα τοῦ ἀνθρώπου, ἀνίκητο «φῶς πού πατεῖ χαρούμενο τόν Ἅδη καί τόν Χάρο»(Σολωμός).
Ὥστε νά βρεῖ ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναίκα τήν ἱερή τους θέση στόν κόσμο αὐτό τόν μικρό καί Μέγα.

Ὅπως στίς ἀρχαῖες τραγωδίες τόν τελευταῖο λόγο ἔχει ἡ κάθαρση
ἔτσι καί ἡ δοκιμή στό πυρακτωμένο καμίνι τῆς μοίρας σμιλεύει τό «Ἄξιον Ἐστί» τῆς ἀνθρώπινης πορείας.
Ἐντελέχεια τῆς θείας λειτουργίας εἶναι ἡ ἕνωση μέ τόν Θεό. Ὁ προσανατολισμός πρός «χῶρα μακρινή καί ἀναμάρτητη».
Ἡ στέρηση μετουσιώνεται σέ ἀσκητική τῆς ἀπόταξης κάθε τι μιαροῦ γιά νά παραμείνει ὁ ποιητής
«καθαρός ἀπ᾽ ἄκρη σ᾽ ἄκρη καί στά χέρια τοῦ θανάτου ἄχρηστο σκεῦος».
Πορευόμενος ἁγνός στά «Λιβάδια τά Πάντερπνα», ὅπου ἔχει «κράτος καί ἐξουσία ἡ Ἄνοιξη»
μακαρίζει τούς «δυνατούς πού ἀποκρυπτογραφοῦνε τό Ἄσπιλο».
Ἐδώ ὁ «Πρίγκηπας»τῶν εὐαγγελισμῶν μας, «Ὁ νικήσαντας τόν Ἅδη καί τόν Ἔρωτα σώσαντας» μετουσιώνει τή θυσία σέ ἀθανασία,
σέ νίκη πάνω στή λήθη, τή φθορά καί τήν ἁμαρτία.
Γιά αὐτό ΝΥΝ καί ΑΙΕΝ ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ ΤΟ ΤΙΜΗΜΑ.

Τό ἔργο κλείνει μέ τό Δοξαστικόν πού εἶναι δοσμένο σάν ἕνας ποιητικός χρησμός γιά τήν εὐτυχία τοῦ κόσμου,
ὅπου ὁρατό καί ἀόρατο συνάδουν καί συνεισφέρουν στό κάλλος καί τό μυστήριο.
Κτίση μέσα στή φύση, ἕνας «δαφνώνας» «ἀπέραντος» καί «φωτοφάγος»,
παντοῦ ἕνα πράο πνεῦμα ἐγρήγορσης σάν τόν «ἀκάθιστο γλάρο» τόν «ἀργοπλεύστη»
καί ἄνεμοι πού «ἱερουργοῦνε» τά σημαινόμενα τῶν ἐνυλωμένων λόγων μετακινώντας «τῆς φύσεως τούς ὅρους».
Νησόσπαρτη χώρα μέ τρούλους καταγάλανους σάν «πόσιμα γαλάζια ἡφαίστεια»,
ὅρια εὐτυχισμένα πού διαρκῶς μετατοπίζονται ἀνάγοντας τό «ξύλινο τραπέζι» στόν Σταυρό
καί τό κρασί «μέ τήν κηλίδα τοῦ ἥλιου» στῆς Θεῖας Εὐχαριστίας τό δισκοπότηρο.
Τίποτα δέν εἶναι προορισμένο γιά νά χαθεῖ μέσα σέ αὐτή τή δόξα. «Οἱ νεκροί ἄνθη τῆς αὔριον»,
λουλούδια τοῦ παραδείσιου νόστου, ἡρωικά, στοχαστικά, εὐαγγελικά, ἐνάρετα.
«Τῆς καμπάνας ὁ ἐσπερινός ἄνεμος ὁ χρυσεγέρτης» κομίζει ἀνάσταση ἀκυρώνοντας τή δύση.
Καί στό δράμα τῆς ἁμαρτίας πού ἄδειασε τήν ἀρετή, Χριστός «ὁ ἔρωτας ἔλθοντ’ ἐξ ὀράνω»,
καθαγιάζει τά αἰσθήματα καί ὡς «Ἀγγεία τῶν Μυστηρίων» δείχνει τίς «ἡλιοβόρες» «Ἀρετοῦσες».
Ὅλη ἡ ζωή ἕνα ταξίδι μέ νόημα, ἕνας σφιγμός ἀθανασίας «πού δέ φελάει».
Στά καράβια ὀνόματα χρησμοδοτοῦν γιά τό ἦθος τοῦ τρόπου μας. «Ἀγγέλικα», «Ἀτρόμητος», «Ἔχει ὁ Θεός», «Εὐαγγελίστρια».
Γιά αὐτό καί ἡ δοξολογία στόν Ποιητή πού πρέπει καθ᾽ ὁμοίωση «ἐσύ νά ᾽σαι»,
δίψα γιά τήν ἑαροσύνη τοῦ φωτός, «Ληστής»τοῦ φωτισμοῦ, «ἡ ἐστία τοῦ φακοῦ» πού πυροδοτεῖ τό πνεῦμα.
«Τό ἐνδόμυχο φῶς...κατ᾽ εἰκόνα καί ὁμοίωση τοῦ ἀπείρου» θέλγει τά βουνά καί παίρνουν «ὄψεις τοῦ αἰωνίου»,
φωτίζει στά δέντρα τήν «παρασημαντική»τοῦ Παραδείσου, «τό πολύ σιμᾶ καί ὅμως ἀόρατο».
Ὁ ἄσωτος γίνεται υἱός φωτός γιατί «τώρα ξέρει ...ποιό τό «νῦν»καί τό «αἰέν»τοῦ κόσμου:
Νῦν ἡ πάλη μέ τή φθορά καί τή λήθη
Νῦν τῆς ἀποκαλύψεως «ὁ μαῦρος Ἀριθμός»
Νῦν ἡ ἐνσάρκωση καί θυσία τοῦ Θεανθρώπου
Αἰέν «πλησιφαή» συνείδηση καί λόγος
Αἰέν τό μυστήριο καί ἡ πεμπτουσία
Αἰέν ὀ μέγας Ὀφθαλμός
Νῦν ἡ πτωχεία τῆς πτώσης καί
Αἰέν καθολικός ὁ κόσμος ὁ μικρός, ὁ Μέγας.

Ἀθηνιώτη-Παπαδάκη Εἰρήνη-Αἰκατερίνη
Ἐργασία ἀφιερωμένη στούς νέους μας
μέσα ἀπό τή στοχαστική συντροφιά
τοῦ Ἐργαστηρίου «Διαπορθμεύων Λόγος»
Πρωτοχρονιά 2018



Πηγή: Ἀντιφωνικά Ἱστολόγια

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *