ΤΗΛΕΦΩΝΗΜΑΤΑ*

periklis_giannopoulos

Δὲν ἐννοεῖτε, δὲν ἐννοεῖτε, δὲν ἐννοεῖτε. Καὶ ἔχετε δίκαιον, πληρέστατον δίκαιον. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ φαντασθῆτε τί εἴδους ἐργασία ἔχει γίνει καὶ πόση ἐργασία· τί εἴδους εἶναι αὐτή, πῶς πρέπει νὰ κινηθῇ καὶ πρὸς ποῖον σκοπόν. Καὶ θέλετε νὰ χυθῇ εἰς τὰ παλαιὰ καλούπια· ἀλλὰ πῶς ἀφοῦ εἶναι νέα, εἶναι ἄλλη; Καὶ διστάζετε νὰ δοκιμάσετε· τί σᾶς μέλει; πρὸς ποίους ἀπευθύνεσθε; δὲν ἀπευθύνεσθε πρὸς τοὺς πολλούς; Πρὸς αὐτοὺς κ' ἐγώ. Δώσατε σεῖς τὴν ἐργασίαν μου πρὸς τοὺς πολλοὺς καὶ ἀφίσατε αὐτοὺς νὰ κρίνουνε, αὐτοὺς ἐρωτήσατε ἄν τοὺς ἀρέση, ἄν τοὺς κάμνῃ καλόν. Τοὺς πολλούς. Πρὸς τοὺς πολλοὺς ἀπευθύνομαι ἐγώ. Τοὺς πολλοὺς θέλω νὰ ἐξυπνήσω· τῶν πολλῶν θέλω νὰ ἐλευθερώσω, νἀναστήσω τὴν ψυχήν.

Μοῦ ζητᾶτε κοψίματα, ραψίματα, κτενίσματα ἰδεῶν. Τί σᾶς μέλει; Τί σᾶς μέλει; Τί σᾶς μέλει; Ἐγὼ μειόνουμαι, ἐγὼ βλάττομαι, ἐγὼ χάνω. Νομίζετε ὅτι δὲν τὸ ἐννοῶ; Ἀλλ' αὐτὸ θέλω. Ἐὰν ἐγὼ πάρω καὶ τελειώσω κἄτι τι, αὐτὸ ἐτελείωσε, δὲν ἔχει νὰ τὸ πάρῃ ἄλλο·, τίποτε δὲν ὡφελεῖ, εἶναι ἰδικόν μου. Ἀλλὰ ἐὰν πετάξω σωροὺς σωροὺς ἰδεῶν, δυνατὸν ὁ καθεὶς νὰ πάρῃ, νὰ κόψῃ, νὰ ράψῃ, νὰ κτενίσῃ, νὰ δημιουργήσῃ ὅ,τι θέλει.

Νά, λ.χ.: Ἕνας ἄνθρωπος ποὺ ἔζησε δέκα χρόνια εἰς τὴν Ἀκρόπολιν καὶ τὴν ἀγάπησε, φυσικώτατα, κἄτι περισσότερον νὰ εἶδε ἀπὸ κάθε σοφὸν ποῦ πῆγε μόνον νὰ τὴν μελετήσῃ, φυσικώτατα δυνατὸν νὰ εἰπῇ ὡραῖα πράγματα. Καὶ μ' αὐτὸ τί; Θὰ εἰποῦν μόνον: Ὡραῖα τὰ λέγει. Καὶ ἔπειτα: Τίποτε. Καὶ αὐτὸ δὲν θέλω ἀκριβῶς. Ἐπαναλαμβάνω δὲ ἑκατομμυριοστὴν φοράν: Ὅ,τι θέλω νὰ εἰπῶ, δύναμαι νὰ τὸ εἰπῶ ὡραιότατα. Δὲν θέλω, δὲν θέλω, δὲν θέλω καὶ δὲν πρέπει νὰ θέλω.

Ἀπευθύνομαι πρὸς ὅλους μὴ ἐξαιρῶν κανένα: Θέλετε νὰ δημιουργηθῇ ἕνας ἰδεολογικὸς κόσμος ὡραῖος; Σεῖς, θὰ τὸν δημιουργήσετε ἅμα σᾶς εὕρουν τὸν δρόμον. Ἐσεῖς θὰ τὸν χαρῆτε, ὄχι ἐγώ. Θέλετε νὰ ξεπαγώσουν, νὰ ξεναρκωθοῦν, νὰ κινηθοῦν οἱ πολλοὶ πρὸς ὅλα τὰ ὡραῖα ποῦ ποθῆτε; Ἀφῆστέ με ἐλεύθερον νὰ τοὺς κεντρίσω, καὶ νὰ τοὺς οἰστρῃλατίσω ὅπως ξέρω ἐγώ.

Καὶ σᾶς παρακαλῶ, σᾶς παρακαλῶ, σᾶς παρακαλῶ: Πάρετε νὰ διαβάσετε μίαν Μελέτην τῆς Ἑλληνικῆς Γραμμῆς καὶ τοῦ Χρώματος ποῦ θὰ δημοσιευθῇ εἰς τὴν «Ἀνατολήν»*). Θὰ σᾶς φανῇ καλὴ καὶ τὰ λοιπὰ νὰ εἶναι καὶ δὲν εἶναι τίποτε. Εἶναι σπουδαῖα -ἐγὼ βλέπετε μιλῶ στῆθος μὲ στῆθος- καὶ δὲν εἶναι τίποτε, ἐν συγκρίσει πρὸς τὰ κατόπιν. Αὐτὰ τὰ δυὸ φύλλα ἔχουν δυὸ ἀγκωνάρια θεμελίων. Ἑνὸς κόσμου. Καθ' ὅλους τοὺς κανόνας τοῦ κτισίματος. Καὶ κόκκορας ἀκόμα ἔχει σφαγεῖ. Καὶ διὰ τὸ κάθε τι εἶναι τὸ ἴδιον. Δὲν θέλετε χιλίας χιλιάδας τοιούτων μελετῶν; Βάλετε τὸ χέρι εἰς τὴν καρδίαν σας. Δὲν σᾶς χρειάζονται ἑκατομμύρια τοιούτων ἰδεῶν; Δὲν σᾶς εἶναι χρησιμώτερα ἀπὸ κάθε ἄλλο; Δὲν προτιμᾶτε σωροὺς ὑλικῶν μὲ τὰ ὁποῖα νὰ κτίσετε σεῖς ὅ,τι θέλετε παρὰ δυὸ τρία τελειωμένα λιθάρια; Καὶ δὲν εἶναι κρῖμα ἄν αὔριον ψοφήσω νὰ τὰ πάρω μαζί μου ἐγώ; Διατὶ δὲν θέλετε νὰ τὰ πάρετε, νὰ τὰ ἐξασφαλίσετε, νὰ τὰ μεταχειρισθῆτε μίαν ὥραν ἀρχίτερα; Ποῖος σᾶς λέγει ὅτι αὔριον δὲν εἶναι πιθανὸν ἕνα κεραμύδι νὰ μοῦ κόψῃ τὸν ἀέρα;

Ἐσεῖς ἐσᾶς σᾶς χρειάζονται αὐτά· ἐμένα δὲν μοῦ χρειάζονται τίποτε. Ἐμένα μὲ ἐνοχλοῦν μόνον, μὲ βαρύνουν μόνον. Μὴ κάμνετε σὰν Εὐρωπαῖοι. Ἐγὼ δὲν κάθομαι νὰ κτενίσω τέτοια βάρη. Ἐγὼ θέλω νὰ εἶμαι ἐλαφρός, ἐλαφρὸς σὰν πουλί. Τύχη τὰ πάντα καὶ τύχη ὤθησεν ἕναν ἀπὸ ἐμᾶς νὰ ἰδῇ δέκα πράγματα περισσότερα διὰ τὴν κοινὴν ζωήν. Πάρετε αὐτὰ τὰ πράγματα, μὴ τὰ χάσετε.

Ἐγὼ τίποτε δὲν σᾶς ζητῶ καὶ τίποτε δὲν ἔχετε νὰ μοῦ δώσετε. Ἐπαίνους δὲν θέλω. Δόξαν σᾶς τὴν χαρίζω. Ἐγὼ θὰ σᾶς ἀδειάσω εἰς τὸ κεφάλι ὅ,τι εἶναι χρήσιμον, κινητικόν, ἡδονικὸν τῆς ζωῆς σας· γρήγορα, γρήγορα καὶ ἔπειτα χαίρετε, χαίρετε. Ἐγὼ μιὰν φορὰν θὰ ζήσω, δὲν θὰ ζήσω δυό. Καὶ ὅταν περάσῃ ἡ νεότης τὰ ρέστα σᾶς τὰ χαρίζω. Κ' ἐγὼ δὲν ἔχω σκοπὸ νὰ φάω τὰ νειάτα μου μὲ σᾶς. Ἐγὼ τὴ μόνη δόξαν ποὺ ἐζήλευσα εἶναι ἡ δόξα τῶν φιλιῶν. Θέλω νὰ αἰσθάνομαι τὸ κεφάλι μου ἄδειο, κούφιο, φορτωμένο μὲ τὸ στεφάνι τῶν φιλιῶν. Καὶ θέλω νὰ πεθάνω νέος. Καὶ θέλω νὰ πεθάνω ὀρθός. Θὰ κάμω ὅ,τι εἶναι δυνατὸν γιὰ νὰ σᾶς πείσω νὰ τὰ πάρετε, γιὰ νὰ σᾶς δείξω ὅτι εἶναι χρήσιμα διὰ σᾶς. Θέλετε νὰ τὰ πάρετε; Πάρετέ τα, εἶναι ἰδικά σας. Δὲν θέλετε; Τύφλα σας!

ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ



*) Σ. τοῦ «ΝΟΥΜΑ». Τὸ ἄρθρο αὐτὸ τοῦ μακαρίτη Περικλῆ Γιαννόπουλου βρέθηκε μέσα σὲ παλιὸ συρτάρι τοῦ «Νουμᾶ», λησμονημένο ἐκεῖ ἀπὸ τὰ 1903 ποὺ μᾶς τὸ εἶχε δώσει μαζὶ μ' ἕνα ἄλλο ἄρθρο, «Ὁ Τραγουδιστὴς» ποὺ τυπώθηκε στὸν 34 ἀριθμὸ 1903) τοῦ «Νουμᾶ», μὲ τὴν ὑπογραφὴ «Ι. Ἄνεμος», ποὔχει καὶ τοῦτο τὸ ἄρθρο. Στὰ «Τηλεφωνήματα» μέσα ὑπάρχει ὁλόκληρος ὁ Γιαννόπουλος μὲ τὶς φωτεινές του ἰδέες, μὲ τὶς γοητευτικὲς παραξενιές του καὶ μὲ τὸ ἰδιόρρυθμο ὕφος του.

*)Σ. τοῦ Ν. Ἕνα περιοδικὸ ποὔβγαινε τότε γιὰ λίγους μῆνες.



«Ὁ Νουμᾶς», ΧΡΟΝΙΑ ΙΔ΄.-φυλ.19, Σάββατο 1 ΤΟΥ ΟΧΤΩΒΡΗ 1916, ἀρ. 600
Πηγή: Ψηφιακή Συλλογή Κοσμόπολις

Ἑλλήνων Φῶς

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *