Ένα ακόμα τούβλο στον τοίχο*

Θεόφιλος Πουταχίδης

Δηλαδή τι να απαντήσει κανείς σε κάποιον που αυθαιρέτως, παραλόγως και εκ του πονηρού τον αποκαλεί συντηρητικό, σκοταδιστή, εθνικιστή και τα ρέστα; Νομίζω ότι η καλύτερη απάντηση είναι: «εσύ είσαι». Για να μπορέσει έτσι να γίνει μια… ώριμη, φιλοσοφημένη και όλο ουσία συζήτηση του τύπου «είσαι!», «όχι εσύ είσαι!», «εσύ!», «όχι εσύ!», και ούτω καθεξής. Σκέτο νηπιαγωγείο δηλαδή…

Πολλών λέξεων, πολλών όρων το πραγματικό νόημα παραφθείρεται σκοπίμως και δολίως.

Αφού αποξενωθεί από το νοηματικό της περιεχόμενο η λέξη, στη συνέχεια χρησιμοποιείται από τους προπαγανδιστές ως σύνθημα ενεργοποίησης συναισθηματικών αντανακλαστικών. Η διαδικασία θυμίζει κάπως αυτό που έκανε εκείνος ο Ρώσος φυσιολόγος ο Παβλόφ στο περιβόητο πείραμά του με τα σκυλιά. Μπορείτε να το επαναλάβετε κι εσείς, αν θέλετε. Για κάμποσο καιρό κάθε φορά πριν ταΐσετε το σκύλο σας, να του λέτε μια λέξη· ας πούμε «Ναβουχοδονόσορ». Μετά από καιρό, κάθε φορά που ο σκύλος σας θα ακούει αυτήν τη λέξη θα του τρέχουνε τα σάλια, ανεξάρτητα αν κάποιος θα του δώσει φαγητό στη συνέχεια ή όχι. Τι έλλογη σχέση να έχει άραγε ο αρχαίος βασιλεύς της Βαβυλωνίας με την σκυλοτροφή και του κυνός τον σίελο; Καμία· παρ’ όλα αυτά, «Ναβουχοδονόσορ!» και… νά σου τα σάλια να τρέχουν.

Πάντως, τέτοια είναι η προπαγάνδα, η επικοινωνιακή λαίλαπα με την ασταμάτητη επανάληψη συγκεκριμένων μηνυμάτων, που έχει καταντήσει πια σκέτη αηδία. Λέει μια αστεία ιστορία ο πατέρας μου από τα μικράτα του που τη διηγούνταν ο θρυλικός αγροφύλακας του χωριού, ο μακαρίτης ο Πανίκας, ένας άνθρωπος με πραγματικά σπάνιο χιούμορ. Σύμφωνα με τον Πανίκα η ιστορία ήταν πραγματικό γεγονός. Φέρανε, λέει, στο καφενείο του ποντιακού χωριού για πρώτη φορά γραμμόφωνο. Μαζεύτηκε λοιπόν ο κόσμος για να ακούσει τραγούδια. Εκεί που άκουγαν, όμως, σαγηνευμένοι, κόλλησε η βελόνα σ’ ένα τραγούδι απάνω στη φράση «σ’ αγαπώ». Σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ… συνεχώς κι αδιαλείπτως! Όλοι προβληματίστηκαν κι έγινε σούσουρο. Μόνο ένα παλικαρόπουλο, που φαίνεται θα ’ταν ερωτοχτυπημένο, ενθουσιάστηκε. Σηκώθηκε όρθιο και φώναξε μ’ ενθουσιασμό στον γερο-καφενετζή: «ατού παν’ θείο, ατού παν’!».

Στις μέρες μας, κάπως έτσι έχει κολλήσει η βελόνα στο τραγούδι «Υπήρχε μια Ελλάδα κάποτε» που περιέχεται στον δέκα φορές πλατινένιο δίσκο «Στάξε Δαρείε τους δαρεικούς σου».

Πάει, κόλλησε∙ κι ακούμε συνέχεια: «ρατσισμός-διαφορετικότητα», «ρατσισμός-διαφορετικότητα». Είναι να νομίζει κανείς πως στην Ελλάδα ο ρατσισμός είναι μείζον πρόβλημα. Πως στην Ελλάδα οι άνθρωποι είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία μισεροί και ρατσιστές και σιχαίνονται τους ξένους. Πως η Κου Κλουξ Κλαν είναι κάτι Ελληναράδες με φουστανέλες, κι όχι Αμερικανοί μασκαρεμένοι με μια άσπρη ρόμπα και την κουκούλα τού εξαποδώ. Δεν αντέχει σε καμία κριτική αυτή η ανοησία…

Κι όμως, η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και –το σημαντικότερο– η ελληνική πολιτεία φαίνεται να πιστεύουν το αντίθετο, και μάλιστα με τον πιο εμφατικό τρόπο. Πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς την απόφασή τους να απαλείψουν την αναγραφή του θρησκεύματος και της ιθαγένειας στους τίτλους και στα διάφορα πιστοποιητικά σπουδών στην εκπαίδευση; Παραδέχεται, λοιπόν, με αυτή την απόφαση η επίσημη πολιτεία μας ότι στα σχολεία και στη χώρα γενικότερα ο ρατσισμός και η μισαλλοδοξία κυριαρχούν απόλυτα. Ότι οι Έλληνες είναι αμετανόητοι και μισεροί φασίστες που δεν αλλάζουν μυαλά με τίποτα. Γι’ αυτό, δεν απομένει πια άλλη λύση, παρά η καταφυγή στο ακραίο μέτρο της απόκρυψης βασικών στοιχείων της ταυτότητας του ανθρώπου.

Όπως το βλέπουμε στα αστυνομικά έργα δηλαδή.

Εκεί που η πολιτεία βάζει κάποιους μάρτυρες δικαστικών υποθέσεων σε πρόγραμμα προστασίας κρύβοντας την ταυτότητά τους, γιατί παραδέχεται ότι δεν μπορεί αλλιώς να τους προστατέψει από τα πανίσχυρα καρτέλ των εγκληματιών. Έτσι το κάνει, λοιπόν, και στα σχολεία. Με τη λογική «για να μην πονέσει κεφάλι, κόψω κεφάλι». Αν όμως βρεθεί γιατρός που λέει τέτοιο πράγμα, η μία πιθανότητα είναι ότι δεν είναι κανονικός γιατρός, αλλά ο ψυχοπαθής δολοφόνος με το πριόνι. Η άλλη είναι ότι είναι μεν γιατρός, αλλά οπωσδήποτε επίορκος, αφού θέλει να σε ξεγελάσει, για να δει το κεφάλι σου επί πίνακι για λόγους που αυτός γνωρίζει.

Η μη αναγραφή ιθαγένειας και θρησκεύματος δεν λύνει, βέβαια, το πρόβλημα. Πράγματι, τι γίνεται εάν ο μαθητής έχει όνομα που ακούγεται ξενόφερτο; Η λύση είναι να μην αναφέρονται ονόματα, αλλά κάθε παιδί να έχει έναν αριθμό. Τι γίνεται όταν το παιδί έχει εμφανισιακά χαρακτηριστικά που αποκαλύπτουν ξένη καταγωγή; Η λύση είναι τα παιδιά να προσέρχονται στο σχολείο με ομοιόμορφα προσωπεία, ήγουν μάσκες. Τι γίνεται όταν στοιχεία της ένδυσης ή κοσμήματα –ή η απουσία αυτών– κινεί υποψίες και αποκαλύπτει εμμέσως τις θρησκευτικές πεποιθήσεις; Η λύση είναι η ένδυση των μαθητών με ομοιόμορφη στολή. Σ’ αυτόν τον φρικτό δρόμο θέλουμε να πορευτούμε λοιπόν;

Στη δημοκρατία τα πρόσωπα με τις ταυτότητές τους λουλούδια στο πέτο, χαίρονται ελεύθερα στο φως. Αν δεις κι αρχίζουν τα κρυψίματα κι οι μη αναγραφές, τότε είδες το τυράκι. Ψάξε τώρα να δεις και τη φάκα. Για να μην ζήσουν καμιά κόλαση τα παιδιά ή τα εγγόνια μας το λέω∙ και μας καταριούνται επειδή κοιμόμασταν όρθιοι…

____
*«Another brick in the wall». Τραγούδι στο περίφημο άλμπουμ των Pink Floyd The Wall (1979).



Πηγή: Pontos-News

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *