Ὁ Πάγκαλος καὶ οἱ παγκάκιστες παλαβομάρες του

γράφει ὁ Δημ. Νατσιός

Ὡραῖο, φρικτὸ καὶ ἀπέριττο τοπίον!
Ἐλαιογραφία μεγάλου διδασκάλου.
Ἀλλὰ τοῦ λείπει μία σειρὰ ἐρειπίων
κι ἡ ἐπίσημος ἀγχόνη τοῦ Παγκάλου

(K. Καρυωτάκης)

Δὲν μοῦ ἀρέσει νὰ γράφω ἐναντίον συγκεκριμένου ἀνθρώπου, ὅμως «ὅταν μοῦ πειράζουν πατρίδα καὶ θρησκείαν, θὰ μιλήσω» καὶ θὰ γράψω. Δὲν μπορεῖ ὁ κάθε φιλοκόπρος νὰ προσβάλλει ὅσια καὶ ἱερά. Τώρα ποὺ θέλουν οἱ προδότες ποὺ μᾶς κυβερνοῦν, νὰ θάψουν τὴν Μακεδονία, ὅποιος “βάζει πλάτες” ὀφείλουμε νὰ ἀπαντοῦμε καὶ νὰ στηλιτεύουμε τὴν ξεφτίλα του.

«Θεόδωρος Πάγκαλος: τί ἐνδιαφέρον ὄνομα!», συνήθιζε νὰ λέει ὁ ποιητὴς Κωνσταντῖνος Καβάφης. Βεβαίως ἀναφερόταν στὸν παπποὺ τοῦ σημερινοῦ Παγκάλου. Ὁ Καβάφης, μὲ τὴν διακριτικὴ δηκτικότητά του καὶ τὴν νόστιμα καρυκευμένη εἰρωνεία του, μεμφόταν τὸν βίο καὶ τὴν πολιτεία τοῦ πολύπλαγκτου στρατηγοῦ Θεόδωρου Πάγκαλου, ὁ ὁποῖος, ἐπιβεβαίωσε τὸν ἀείχλωρο ἀρχαῖο λόγο «πρὸς γὰρ τὸ τελευταῖο ἐκβὰν ἕκαστον τῶν πρὶν ὑπαρξάντων κρίνεται». Δηλαδή: ἕνα συμβάν, τὸ τελευταῖο, καθορίζει καὶ τὴν προηγούμενη ζωή σου. Πολλοὶ ἄνθρωποι ἔχασαν τὴν ὑπόληψη καὶ τὴν ἀξιοπρέπειά τους, βυθίστηκαν στὴν ντροπή, λέρωσαν τὸ καλὸ ὄνομά τους, ἐξ αἰτίας μίας πράξης. Ἡ πράξη αὐτὴ ἦταν καὶ ἡ τελευταία τους, ἔκτοτε χάθηκαν, λοιδορούμενοι.

Ὁ στρατηγὸς Θεόδωρος Πάγκαλος, πρὶν ἀπὸ τὸ «τελευταῖο ἐκβάν», διακρίθηκε ὡς ἀξιωματικὸς στοὺς Βαλκανικοὺς Πολέμους, ἀκραιφνὴς βενιζελικός, προσχώρησε στὸ Κίνημα τῆς Θεσσαλονίκης. Μετὰ τὶς καταστρεπτικὲς ἐκλογὲς τοῦ Νοεμβρίου τοῦ 1920 καὶ τὴν ἐπάνοδο τοῦ βασιλιᾶ Κωνσταντίνου ἀποστρατεύτηκε. Τὸ 1922 ἔλαβε μέρος στὴν Ἐπανάσταση τῶν Πλαστήρα, Γονατᾶ καὶ τοῦ ἀντιπλοιάρχου Φωκᾶ, ἐπανελθὼν στὴν ἐνεργὸ ὑπηρεσία. Τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1922 τοποθετήθηκε ἀρχιστράτηγος τῆς συγκροτηθείσης τότε Στρατιᾶς τοῦ Ἕβρου. Ἐκεῖ μὲ ὑπεράνθρωπες προσπάθειες κατόρθωσε νὰ συγκροτήσει, ἐν μέσῳ ἐρειπίων καὶ καταστροφῆς, ἀξιόμαχο στράτευμα. Τοῦτο συνετέλεσε τὰ μέγιστα στὴν σύναψη τῆς συνθήκης τῆς Λωζάννης. Λειτούργησε, ἡ στρατιὰ τοῦ Ἕβρου, ὡς ἀνάχωμα στὶς ὀρέξεις τοῦ αἱμοσταγοῦς Κεμάλ. Μέχρι τὸ 1925, ὁ Θεόδωρος Πάγκαλος ἀναλαμβάνει, τὴν ταραγμένη ἐκείνη περίοδο, διάφορα ὑπουργεῖα. Στὶς 4 Ἰανουαρίου τοῦ 1926, πρωθυπουργὸς ὤν, κήρυξε τὴν δικτατορία, ἐνῶ στὶς 5 Ἀπριλίου τοῦ 1926 ἐξελέγη καὶ πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας, διατηρώντας ταυτόχρονα καὶ τὴν πρωθυπουργία. Ἔμεινε στὴν ἐξουσία ὡς τὶς 22 Αὐγούστου τοῦ 1926, τὸν ἀνέτρεψε ὁ Κονδύλης, ἐνῶ ὁ ἴδιος παραθέριζε στὶς Σπέτσες. Ὁ Πάγκαλος συνελήφθη, προφυλακίστηκε στὸ φρούριο Ἰτζεδὶν τῆς Κρήτης, μέχρι τὸν Ἰούλιο τοῦ 1928. (Τὸν ἀποφυλάκισε ὁ Βενιζέλος). Ἀπὸ τότε ὣς τὸ 1952, ποὺ πέθανε στὴν Κηφισιά, δὲν ἀσχολήθηκε μὲ τὰ κοινά, ξεχάστηκε ἡ ὅποια προσφορά του, πρὶν ἀπὸ τὴν δικτατορία του. (Τὰ πρὶν ὑπάρξαντα). Τοὺς λίγους μῆνες ὅμως πού… δικτατόρευσε, πρόλαβε νὰ πράξει καὶ ἀρκετὰ σπουδαιογελοῖα. Ἐκτός τοῦ γνωστοῦ «ἑλληνοβουλγαρικοῦ ἐπεισοδίου», τὸ ὁποῖο, ἂν καὶ κόστισε, ἔδωσε λαμπρὸ μάθημα στοὺς Κομιτατζῆδες Βούλγαρους, κάποια μέτρα ποὺ ἔλαβε γιὰ νὰ «ἀναμορφώσει» καὶ νὰ σώσει ἀπὸ τὸν «ἠθικὸ κατήφορο» τὴν κοινωνία (γνώρισμα ὅλων τῶν… ἐθνοσωτήρων) προκάλεσαν τὴν θυμηδία τοῦ λαοῦ, διασκεδάζοντας τὸν, τρόπον τινά, κατὰ τὰ δύστυχα ἐκεῖνα χρόνια.

«Ἡ δικτατορία τοῦ Πάγκαλου» γράφει ὁ Ἀλέξανδρος Σβῶλος, λίγα χρόνια μετὰ τὴν ἀνατροπή της, «ἐγελοιοποίησεν ἑαυτὴν διὰ τῶν ἀνερματίστων καὶ ἀλλοπροσάλλων της πράξεων, ἀλλὰ ἐζημίωσεν ὅσον ἠδύνατο τὴν χώραν, διότι, ὅπως συνήθως συμβαίνει εἰς τὰς δικτατορίας διέφθειρε τὰ πολιτικὰ ἤθη». (Ἀλλοπρόσαλλος, ἀνερμάτιστος, σπασμωδικός, «ἡ περιφρόνησή του πρὸς τὶς συμβουλὲς τῶν διπλωματῶν καὶ οἱ σπασμωδικὲς προσωπικές του παρεμβάσεις ἀποτέλεσαν ἐγγύηση ἀποτυχίας», σημειώνεται στὴν Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, τῆς ἐκδοτικῆς Ἀθηνῶν, στὸν ΙΕ´ τόμο, σελίδα 294, καὶ ἐξηγεῖ κάποια «χαρίσματα» μὲ τὰ ὁποῖα εἶναι προικισμένος καὶ ὁ… προκομμένος ἐγγονός).

Στὴν ἱστορία ὅμως ἔμεινε τὸ διαβόητο μέτρο του γιὰ τὶς φοῦστες τῶν γυναικών. Διαβάζουμε: «Κατόπιν διαταγῆς τοῦ Προέδρου τῆς Κυβερνήσεως, καταρτίζεται καὶ ὑποβάλλεται εἰς τὸ ὑπουργεῖον Ἐσωτερικῶν, πρὸς ἔγκρισιν, ἀστυνομικὴ διάταξις δι’ ἧς ἀπαγορεύονται αἱ κονταὶ φοῦσται τῶν γυναικῶν. Τὸ κατώτατον ἄκρον τῆς φούστας δέον νὰ ἀπέχη ἀπὸ τοῦ ἐδάφους 30 ἑκατοστά τοῦ μέτρου. Εἰς τὸν περιορισμὸν τοῦτον ὑπάγονται ἅπασαι αἱ γυναῖκες ἀπὸ τοῦ 12ου ἔτους καὶ ἄνω. Αἱ παραβάτισσες θὰ παραπέμπωνται εἰς τὸ ἐπ’ αὐτοφώρω πταισματοδικεῖον, συνυπεύθυνοι θὰ εἶναι καὶ οἱ γονεῖς αὐτῶν. Ἡ ἐφαρμογὴ θὰ ἀρχίση ἀπὸ 15 Δεκεμβρίου». Καὶ κυκλοφοροῦσαν, οἱ καημένοι ἀστυνομικοί, μὲ μεζοῦρες στὸ χέρι καὶ μετροῦσαν τὶς φοῦστες τῶν ἀποσβολωμένων γυναικῶν, σὲ μία ἐποχὴ ποὺ μακαρίζεται βεβαίως σὲ σύγκριση μὲ τὴν τωρινή.

Αὐτὰ γιὰ τὸν παππού. Ὁ πληθωρικὸς ἐγγονός του τώρα, τὸν ὁποῖο φορτωθήκαμε τριάντα χρόνια τώρα καὶ ὑπομένουμε, πρὸς τὸ παρόν, ἀγογγύστως τὶς ἀνοησίες του. Τριάντα τόσα χρόνια ὑπῆρχαν κομματικὰ ὑποζύγια, ποὺ τὸν ψήφιζαν, γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ ἐξευτελίζει τὸν λαό μας, δημοκρατικῶς. Τριάντα χρόνια τώρα ὁ ἴδιος καὶ ἀρκετὰ ἄλλα μηδενικὰ καί… κουλούρια (τὸ μηδὲν τὸ λέμε, στὴν σχολικὴ γλώσσα, καὶ κουλούρι), λεηλατοῦν τὴν ψυχή μας καὶ διαγουμίζουν τὸν ἱδρώτα τοῦ λαοῦ μας.

Ξεθυμασμένο ἀπολειφάδι τοῦ παρελθόντος, ὀψίγαμος καλοπερασάκιας, ἐμπαθὴς πιά…ἐσχατόγηρος, (=ὁ ἐν ἐσχάτῃ γεροντικὴ ἡλικία ὤν), ἐμπαίζει καὶ περιφρονεῖ, τὴν φρικιαστικὴ τούτη «ἐθνικὴ» στιγμή, τὸν λαό, ἀποκαλύπτοντας τὸν ἀληθινὸ χαρακτήρα του.

Τί νὰ πρωτοθυμηθεῖ κανεὶς ἀπὸ τὶς παφλάζουσες πομφόλυγές του, ποὺ κατὰ καιροὺς ἐκτοξεύει, βάλλοντας ἐπὶ δικαίων καὶ ἀδίκων. Τὸ «οἱ ἐκπαιδευτικοὶ πηγαίνουν ἄπλυτοι καὶ ἀξύριστοι στὸ σχολεῖο». Τὸ «ὅλοι μαζὶ τὰ φάγαμε». «Τοὺς κοπρίτες», ποὺ ὁ ἴδιος καὶ οἱ ὁμόφρονές του παράσιτοι, διόρισαν στὸ Δημόσιο, τὸ «ἕνα μάτσο ἀδαῶν χωριατῶν» ὅπως ὀνόμασε, ὁ βλάσφημος, τοὺς ἀγωνιστὲς τοῦ ’21. Ἀσύδοτος, ἀχαλίνωτος, οἰηματίας καὶ ἀνιάτως μεγαλαυχής, εἰκονίζει τὴν Ἑλλάδα ποὺ μᾶς ἀηδιάζει, τὴν ἀνυπόληπτη καὶ κουτοπόνηρη πασοκικὴ τραγωδία τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Γνωρίζουμε, πὼς 30 τόσα χρόνια, ἔπαιρνε ὑψηλὰ ἀξιώματα γιὰ νὰ σφραγίζει τὸ στόμα του, νὰ μὴν ἀμολάει τὴν χολερικὴ κριτική του γιὰ τὸ «ἅγιο» κόμμα του, τὸ κόμμα τῆς φαυλοκρατίας, ποὺ μετακόμισε ἡ πλέον καιροσκοπικὴ καὶ ἡμιμαθὴς συνιστῶσα του, στὸν παρδαλὸ ΣΥΡΙΖΑ. Τώρα χαρίζει τὸν Μέγα Ἀλέξανδρο στοὺς Ἀλβανοὺς-τί ἄλλο θὰ ἀκούσουμε Θεέ μου-καὶ λοιδορεῖ τοὺς Ἕλληνες ποὺ ἀντιστέκονται, μέσῳ τῶν συλλαλητηρίων, στὴν προδοσία τοῦ ὀνόματος τῆς Μακεδονίας.

Ἔγραφε ὁ Ροΐδης, ὁ ὀξυδερκὴς ἀνατόμος τῆς φαυλοκρατίας τοῦ καιροῦ του: «Οὐδεμία κυβέρνησις δύναται νὰ ὑπάρξῃ ἐν Ἑλλάδι χωρὶς νὰ ἀγοράσῃ τὴν ἀναγκαίαν πρὸς ὕπαρξιν αὐτῆς πλειοψηφίαν… δι’ ὁλοκλήρου τοῦ προϋπολογισμοῦ καὶ διὰ δανείων ἀκόμη. Ἐκ τῆς ἀνέκαθεν καθιερωθείσης τοιαύτης διαθέσεως τοῦ ἑλληνικοῦ προϋπολογισμοῦ ἀδύνατον εἶναι νὰ ὑπεξαιρεθεῖ τὸ παραμικρὸν πρὸς οἱονδήποτε κοινωφελῆ σκοπόν. Διότι πᾶσαν τοιαύτην ἀπόπειραν ἤθελεν ἀκολουθήσει τὴν ἑπομένην ἀπώλεια τῆς πλειοψηφίας ἢ ἐπανάστασις τῶν δικαιουμένων νὰ τρέφωνται δημοσίᾳ δαπάνῃ, ὧν ἡ ἀγέλη ἀποτελεῖ τὴν μόνην ἀξιόμαχον δύναμιν ἐν Ἑλλάδι». («Ἅπαντα», ἔκδ. «σύλλογος πρὸς διάδοση Ὠφ. Βιβλίων», τ.Β’, σελ. 73).

Ὅσο τὶς τύχες αὐτοῦ του τόπου, τῆς πατρίδας μας, τὶς καθορίζουν «ἀξιόμαχες ἀγέλες», ὀλιγοφρενεῖς ζητωκραυγαστὲς τῆς κλεπτοκρατίας, θὰ ἀναθρώσκουν καὶ θὰ ξεβράζονται Πάγκαλοι καὶ Γιωργάκηδες καὶ λοιποὶ –ἄκηδες, «οἱ ἀνθρωποκάμπιες», ὅπως λέει Κόντογλου, «ποὺ μαράζωσαν τὸ ὁλόδροσο δέντρο τῆς φυλῆς μας».

Τουλάχιστον ὁ παπποὺς Πάγκαλος, συναισθανόμενος τὸ λάθος του, ἀποτραβήχτηκε στὴ σιωπή. Καυχόταν ὣς τὸ τέλος τῆς ζωῆς του διότι, ὅπως εἶπε στὴν ἀπολογία του γιὰ τὴν ἐκτροπή, «ἐφύλαξε τὶς Θερμοπύλες τοῦ Ἕβρου» καὶ δὲν τὸν ἔτυπτε ἡ συνείδησίς του γιὰ τίποτε. Γιὰ τὸν ἐγγονὸ ἰσχύει τὸ εὐαγγελικὸ «ἐπαχύνθη (καὶ) ἡ καρδία» τοῦ ἀνθρώπου τούτου…



Πηγή: Χριστιανικὴ Βιβλιογραφία

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *