ΟΙ ΣΦΑΓΕΣ ΣΤΟN ΚΑΚΟΠΕΤΡΟ ΕΠΙ ΓΕΡΜΑΝΟΚΑΤΟΧΗΣ

Μνημείο Πεσόντων Κακόπετρου Χανίων Πηγή: kakopetros.gr

Μνημείο Πεσόντων Κακόπετρου Χανίων
Πηγή: kakopetros.gr

1.ΤΟ ΜΝΗΜΕΙΟ ΣΤΟΝ ΚΑΚΟΠΕΤΡΟ

Είναι 23 Μαΐου 1941. Από τα γύρω υψώματα, που δεσπόζουν στο χωριό, χτυπιούνται ανελέητα, γιατί όσοι άντρες έχουν τουφέκια έχουν πιάσει τις κορφές, ενισχύοντας τις αντάρτικες ομάδες που περίμεναν τον εχθρό και όσοι είναι άοπλοι είναι κρυμμένοι σε κρύπτες που ο τόπος έχει άφθονες.

Και οι δαίμονες μη βρίσκοντας άντρες στο χωριό να ξεσπάσουν τη θηριωδία τους, ξεσπούν στις γυναίκες. Τρομαγμένες και πανικόβλητες βρίσκουν στο σπίτι τους την 70χρονη Αγγελική Λουφαρδάκη, την κόρη της Ελευθερία 37 χρόνων με το δίχρονο αγοράκι της, την άλλη κόρη της Ιωάννα 23 χρονών, την Αγγελική Κουριδάκη 90 χρονών, πεθερά της Ελευθερίας, και τις γειτόνισσες Κατίνα Ποντικάκη 45 χρονών και Κυριακή Μαλανδράκη 50 χρονών.

Και οι επτά γαζώνονται με ριπή πολυβόλου. Πέφτουν αιμόφυρτες οι πέντε και το μικρό αγόρι και ξεψυχούν σε λίγα λεπτά και μόνο η Μαλανδράκη τραυματισμένη σύρθηκε στο υπόγειο, που όμως της έμελλε να ζήσει ένα άλλο δράμα αργότερα το οποίο στη συνέχεια θα περιγράψουμε.

ΚΑΚΟΠΕΤΡΟΣ 1943

Μέσα σ΄ αυτό το κλίμα της εκδίκησης και της καταστροφής, στα 1943 ο Κακόπετρος πληρώνει πάλι με αίμα στο βωμό της θυσίας. Ένας μεθυσμένος Γερμανός στρατιώτης καταδιώκει πλανόδιο μικροπωλητή με τον οποίο είχε μια μικροπαρεξήγηση. Στο δρόμο του συναντά το Γιώργη Θεοδωράκη και την Κατίνα Θεοδωράκη, τους πυροβολεί και τους σκοτώνει χωρίς καμιά αιτία.

Τα γεγονότα στα Τσιχλιανά-Μαρτυρία

Στην απέναντι γειτονιά, στα Τσιχλιανά, συλλαμβάνεται ο Νικόλαος Τσιχλάκης και σέρνεται προς τα κάτω.

Εδώ όμως θα αφήσομε τον 90χρονο σήμερα μπάρμπα Τσιχλονικολή να μας αφηγηθεί τα γεγονότα της μέρας εκείνης

Λέει λοιπόν ο συνομιλητής μας:

«Με πιάσανε στην αυλή του σπιτιού. Ο Γερμανός σαν αστακός οπλισμένος, μου πήρε από την τσέπη τα λεφτά μου, την ταυτότητα και μου ΄ βγαλε τη ζώνη, για να μου δέσει τα χέρια.

Μ΄ έπιασε από τα μαλλιά, μου ακούμπησε το περίστροφο στο Γκαφά (σβέρκο) και μ΄ έσυρε πιο κάτω που είχαν τον ξάδελφό μου τον Τσιχλογιάννη με το γιο του Επιμενίδη. Μας έστησαν τον ένα δίπλα στον άλλο σε μικρή απόσταση.

Τότε άκουσα φωνές απέναντι στα Παπαδιανά. Όφου, Πολιό μου, όφου, Δημητράκη μου. Κατάλαβα πως οι γυναίκες μοιρολογούνταν τους συγγενείς μου Καρμπάδάκηδες.

Αμέσως ετοίμαζαν και τη δική μας εκτέλεση. Στο σημείο αυτό ο συνομιλητής μας σταματά. Ανάβει τσιγάρο και ακολουθεί σιγή. Ρουφά μια βαθιά ρουφηξιά από το τσιγάρο του, βγάζει τον καπνό αργά αργά και τον παρακολουθεί, ώσπου εξαφανίζεται.

Μπροστά μου ήταν ένας δέτης. Βάζω όση δύναμη είχα και ορμώ προς τα κάτω. Το πολυβόλο τώρα κακαρίζει, μα εγώ είναι χαμηλότερα και δε με βρίσκει.

Όμως ένα άλλο, από απέναντι, διασταυρώνει τα πυρά του με το … «δικό μου».

Ακούω φωνές Γερμανικές μα συνεχίζω ανάμεσα σε βράχους και θάμνους αγκαθωτούς. Τέλος τρυπώνω μέσα σ΄ ένα πυκνόφυλλο πλατανάκι, που στη ρίζα του είναι μια κολούμπα γεμάτη νερό.

. Εκεί έμεινα ως τις 4 το απόγευμα.

. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα ξεκληρίζουν την οικογένεια της Δεσποτοκωσταντίνας.

Τα τέσσερα βλαστάρια της, οι 19χρονοι Αναστάσης και Χαράλαμπος, ο 24χρονος Σπύρος και ο 27χρονος Μανώλης, σπαράζουν σαν κλωσόπουλα στα πόδια της και ξεψυχούν χωρίς να τις επιτρέψουν να πλύνει τις πληγές τους.Λίγο πιο πέρα, στο σπίτι της Μαλαντρίνας, ένα άλλο δράμα εκτυλίσσεται. Είναι αυτή που στην αρχή αναφέραμε πως γλίτωσε τραυματισμένη το Μάη του 1941, για να ζήσει την εκτέλεση δύο παιδιών της, του 21χρονου Αναστάση και του 19χρονου Μιχάλη, μπροστά στα μάτια της.

malandrakhs

2.ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΑΛΑΝΔΡΑΚΗΣ

Μια άλλη μάνα στην πιο πέρα γειτονιά θρηνεί.Αυτή δεν είναι άλλη από την άλλοτε πανέμορφη και λυγερόκορμη Κρητικοπούλα από την αρχοντογέννα των Ρενιέρηδων, που, όταν το 1898 ο πρίγκιπας Γεώργιος σαν Αρμοστής της Κρήτης περνούσε για την Κάντανο, έσυρε πρώτη το χορό στην υποδοχή, την ώρα που άσταφτε και εβρόντα το τουφέκι για την αυτονομία της Κρήτης.

Αυτή λοιπόν η ηρωίδα, που την ώρα τούτη του χαλασμού έχει στη ράχη της 45 ακόμη χρόνια από τότε, είναι και τώρα στο επίκεντρο των γεγονότων.

Ο πρωτογιός της έχει φύγει χρόνια για την ξενιτιά και δεν τον έχει ξαναδεί. Ο Στέλιος της, ο ηρωικός λοχίας που στη μάχη της Κλεισούρας στις 30 Ιανουαρίου 1941 επικεφαλής διμοιρίας κατέλαβε το ύψωμα 1520, σκοτώθηκε όταν σε λίγο ο εχθρός επιχείρησε ανακατάληψη του υψώματος και έμεινε εκεί, ακοίμητος φρουρός των Εθνικών μας δικαίων στη Β. Ήπειρο.

Ο Λευτέρης της είναι από αυτούς που είχαν συλληφθεί στο μπλόκο των Βουκολιών κι είναι κλεισμένος στο κολαστήρι της Αγιάς, υπομένοντας τα πάνδεινα, εκεί που ο φασισμός εκμηδένιζε κάθε έννοια ανθρώπινης αντοχής κι αξιοπρέπειας.

.Κι έπρεπε ο νους της να σαλέψει. Όμως αυτό δεν έγινε. Έζησε σε βαθιά γεράματα. Κι όταν το 1967 πέθανε σε ηλικία 89 χρονών, είχε τα λογικά της, τη μνήμη της για όλους μας. Και μετά ετεροχρονισμένα, ίσως, γεγονότα που παραπάνω περιγράψαμε, επανερχόμαστε στο μακελειό της αποφράδας εκείνης μέρας.

Η σφαγή συνεχίστηκε ως τις βραδινές ώρες και το αίμα έτρεξε ποτάμι.

26 νεκροί της Παναγιάς των Ούννων τη μέρα εκείνη. Τα ονόματά τους είναι χαραγμένα στις μαρμάρινες πλάκες εντοιχισμένες σε μνημείο περίτεχνο στην κεντρική πλατεία του χωριού,

ΚΑΚΟΠΕΤΡΟΣ 1944

Τα τραγικά γεγονότα του 1944, Παραμονή της Παναγίας, 14 Αυγούστου. Στις Βουκολιές γίνεται το καθιερωμένο παζάρι, όπου οι κάτοικοι της γύρω περιοχής προμηθεύονται ή εμπορεύονται τα λιγοστά προϊόντα, όσα δηλαδή τους άφησαν οι άρπαγες του μόχθου τους.

Τη μέρα αυτή γίνεται μπλόκο και συλλαμβάνονται πολλοί. Ανάμεσά τους και εννιά Κακοπετριανοί που οδηγούνται στο κολαστήρι της Αγιάς, όπου επί 45 μέρες και νύχτες περνούν στιγμές τρόμου, φρίκης και αγωνίας.

.

Η εκδικητική τους μανία αποκορυφώνεται μετά το χτύπημα που δέχεται η φάλαγγά τους στον Άναβο στις 4 Αυγούστου 1944 από αντάρτες του ΕΛΑΣ, όπου σκοτώνονται έξι(6) Γερμανοί στρατιώτες και πυρπολούνται επτά αυτοκίνητα.

Στη μάχη αυτή παίρνουν μέρος και πατριώτες από τον Κακόπετρο

Στη στροφή του δρόμου πάνω από το σχολείο, ένα φορτηγό αυτοκίνητο προερχόμενο από την Παλαιοχώρα είναι γεμάτο επιβάτες με προορισμό τα Χανιά. Ο οδηγός υποχρεώνεται να σταματήσει και όλοι οι επιβάτες να κατέβουν, αφήνοντας τις αποσκευές τους στο αυτοκίνητο.

Επιβάτες και αποσκευές ελέγχονται εξονυχιστικά. Σ΄ ένα σακίδιο βρίσκουν λίρες Αγγλίας και έγγραφα της Αγγλικής αντικατασκοπείας. Αμέσως τα πολυβόλα στήνονται και τους λένε πως, αν δεν παρουσιαστεί ο κάτοχος του σακιδίου, θα εκτελεστούν επί τόπου όλοι. Τότε, ένα 24χρονο παλικάρι, ο Νικόλαος Γερωνυμάκης, από την γειτονική Γρα Κερά, πράκτορας της αγγλικής κατασκοπείας, με το κεφάλι ψηλά, βγαίνει δύο βήματα μπροστά και, με φωνή στεντόρεια σα να μιλούσε η Κρήτη ολόκληρη, φώναξε: «Δικό μου είναι το σακίδιο

Με σχοινιά δένεται στο άγκιστρο ενός τζιπ που με ταχύτητα τον σέρνει στο σκυροστρωμένο δρόμο, μπροστά στα έντρομα μάτια των συνεπιβατών του κι οι κοφτερές πέτρες του κρεουργούν το νεανικό κορμί του.

Μισοπεθαμένο, με θρυμματισμένα τα κόκαλα, χωρίς να γογγύζει ή να εκλιπαρεί, τον λύνουν από το αυτοκίνητο, του δένουν με σύρμα το δεξί χέρι με το αριστερό πόδι και τον κρεμούν σε μια αγριοαχλαδιά και με λογχισμούς τον αποτελειώνουν.

ΠΗΓΗ



Πηγή: ΚΙΣΣΑΜΟΣ-ΚΙΣΑΜΟΣ (ΟΙ ΑΞΙΕΣ ΤΗΣ)



Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *