Ἡ πατρίδα (Γεώργιος Δροσίνης)
Γιὰ σᾶς τὰ νικητήρια τὰ χείλη μας ὑμνοῦν.
Γ. Δροσίνης
Ξένε, ποὺ μόνος κι ἔρημος σὲ κρῦες χῶρες τρέχεις,
γιὰ πές μου πόθεν ἔρχεσαι, πατρίδα σου ποιὰν ἔχεις;
-Τὴ μακρινὴ πατρίδα μου πάντα ποθῶ στὰ ξένα·
ἐκεῖ τὰ χρόνια τῆς ζωῆς περνοῦν εὐλογημένα·
ἐκεῖ κι ὁ θάνατος γλυκὺς κι ὅταν κανεὶς πεθάνη
ἔχει στὸ μνῆμα του σταυρό, καντήλι και λιβάνι.
Στ' ἀγαπημένο μου χωριὸ πάντα χαρὲς καὶ γέλια·
στ' ἁλώνια τραγουδιῶν φωνές, ξεφάντωμα στ' ἀμέλια,
κι ὅταν χορεύει ἡ λεβεντιά, τῆς Πασχαλιᾶς τὴ μέρα,
βροντοκοπάει τὸ τούμπανο καὶ κελαηδεῖ ἡ φλογέρα.
Στὴ μακρινὴ πατρίδα μου ἔχει εὐωδιὰ καὶ χάρη
τὸ ταπεινότερο δεντρί, τὸ πιὸ χλομὸ χορτάρι·
στοὺς κλώνους τῆς ἀμυγδαλιᾶς σμίγουν ἀνθοὶ καὶ χιόνια
καὶ φέρνουνε τὴν ἄνοιξι γοργὰ τὰ χελιδόνια.
Στῶν μαγεμένων της βουνῶν τὰ μαρμαρένια πλάγια
γλυκολαλοῦνε πέρδικες καὶ κλαίει ἡ κουκουβάγια·
ἡ ἀσημένια θάλασσα μ' ἀφρούς τὴν περιζώνει
κι ὁ οὐρανὸς μὲ τ' ἄστρα του τὴ χρυσοστεφανώνει.
Τὴν μακρινὴ πατρίδα μου, πριν βάρβαρος σκλαβώσει
τὴ δόξαζ' ἡ παλληκαριά, τὴ φώτιζεν ἡ γνῶσι,
μὰ πάλι ἀπὸ τὴ μαύρη της τὴ γῆ, τὴ ματωμένη,
πετάχτηκ' ἡ Ἐλευθεριά, σὰν πρῶτ' ἀντρειωμένη!
-Φτάνει! Τὴ χώρα ποὺ μοῦ λές· τὴ γνώρισα! τὴν εἶδα!
Τὴ μακρινὴ πατρίδα σου ἔχω κι ἐγὼ πατρίδα!
Γ. Δροσίνης
Πηγὴ: Νεοελληνικά Ἀναγνώσματα B' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ (1950)
Ἀντιγραφὴ: Ἑλλήνων Φῶς