Η Μάχη της Κρήτης: Ένας αντίλογος στις αναθεωρητικές θέσεις του Χάιντς Ρίχτερ, Μέρος Β’

kontomari_

γράφει ο Κλεάνθης

(Δημοσιεύεται εδώ το δεύτερο και τελευταίο μέρος της εργασίας, σε συνέχεια του Α’ Μέρους)

Σημείο 4: Ο «ιπποτικός» γερμανο-βρετανικός αγώνας

Στο βιβλίο του Ρίχτερ υποστηρίζεται ότι η «εγκληματική», όπως αποκαλείται, δράση των Κρητών ατάκτων υπήρξε μια παραφωνία σε έναν κατά τα άλλα γενικά «ιπποτικό» αγώνα που διεξήχθη κατά την Μάχη της Κρήτης μεταξύ των δυνάμεων της Βρετανικής Κοινοπολιτείας και των Γερμανών. Η εμφανής πρόθεση του συγγραφέα είναι να αντιπαραβάλει τον «ανώτερο πολιτισμό» των Γερμανών και Βρετανών μαχητών με αυτόν των Κρητών ατάκτων τους οποίους χαρακτηρίζει «άγριους άνδρες» που έκαναν έναν πόλεμο «στην πιο άγρια και πρωτόγονη μορφή του». Το γεγονός όμως είναι ότι τόσο oι Γερμανικές δυνάμεις όσο και αυτές της Κοινοπολιτείας διέπραξαν επανειλημμένως παραβιάσεις των Συνθηκών περί Πολέμου, κάτι που αποτελεί κοινό τόπο στη διεθνή βιβλιογραφία, καταγεγραμμένο από πολλού χρόνου. Ο ίδιος ο Ρίχτερ αναφέρει στο βιβλίο του πολλά τέτοια περιστατικά. Ενώ όμως τα καταγράφει, τα εξηγεί συγκαταβατικά επικαλούμενος «τη γνωστή βιαιότητα ενός πολέμου», ενώ ειδικά τα γερμανικά εγκλήματα (εις βάρος των στρατευμάτων της Κοινοπολιτείας) επιδιώκει συστηματικά να τα δικαιολογεί.

Στην συνέχεια θα αναφερθούν μερικές από τις πλέον γνωστές και σημαντικές περιπτώσεις εγκλημάτων πολέμου και παραβιάσεως των κανόνων του πολέμου στην Κρήτη μεταξύ Γερμανών και Δυνάμεων της Κοινοπολιτείας. Τα εγκλήματα πολέμου συνέβησαν τόσο στο αεροναυτικό σκέλος της Μάχης της Κρήτης όσο και στο χερσαίο. Θα ξεκινήσουμε με την αεροναυτική σύγκρουση γιατί κάποια ειδικότερα συμπεράσματα του Ρίχτερ που αφορούν αυτή τη σύγκρουση έχουν ευρύτερη σημασία.

Παραβιάσεις και Εγκλήματα στον αεροναυτικό αγώνα

α. Τη νύχτα της 21ης Μαΐου 1941, μοίρα του βρετανικού στόλου υπό τον Υποναύαρχο Glennie η οποία υπεράσπιζε την Κρήτη και αποτελούταν από τρία καταδρομικά και τέσσερα αντιτορπιλικά, εντόπισε γερμανική νηοπομπή από επίτακτα καΐκια κατάφορτα με στρατιώτες δυνάμεως ενισχυμένου τάγματος που στέλνονταν ως ενισχύσεις στο νησί. Tη συνέχεια την περιγράφει ο ιστορικός Μπήβορ (Antony Beevor): τα βρετανικά καταδρομικά εξουδετέρωσαν γρήγορα ένα ιταλικό ελαφρύ αντιτορπιλικό που συνόδευε τα άοπλα καΐκια και στη συνέχεια φώτισαν τα καΐκια με τους προβολείς τους. Οι ολοφάνερα «αβοήθητοι» 1 Γερμανοί στρατιώτες ύψωσαν λευκές σημαίες αλλά οι Βρετανοί κυβερνήτες δεν δέχτηκαν την προσφορά παράδοσης, ούτε και βύθισαν απλώς τα καΐκια με 2-3 βολές, όπως θα μπορούσαν. Αντίθετα, διέταξαν μαζικό πυρ με όλα τα όπλα τους. Επί δύο ώρες τα επτά βρετανικά πολεμικά πλοία τριγύριζαν γύρω-γύρω βάλλοντας με όλα τα πυροβόλα και πολυβόλα τους εναντίον κάθε είδους στόχου: καϊκιών, σωσιβίων λέμβων, ανδρών με σωσίβια στη θάλασσα, ακόμα και ναυαγών που κρατιόταν από ξύλινα καδρόνια. Αναφορές από τη βρετανική -και όχι τη γερμανική- πλευρά 2 κάνουν λόγο ακόμα και για ρίψη βομβών βυθού από τα πλοία ώστε οι ναυαγοί να εξοντωθούν από τα ωστικά κύματα. Είναι εκπληκτικό ότι από αυτό το όργιο εξόντωσης χάθηκαν μόνο 300 περίπου άνδρες, παρ’ όλο που προφανώς και αυτός ο αριθμός είναι αντικειμενικά μεγάλος. Δυστυχώς δεν υπάρχει καμία πληροφορία για τον αριθμό των απολεσθέντων Ελλήνων ναυτικών, δεδομένου ότι τα καΐκια ήταν ελληνικά που είχαν επιταχθεί.

Τα βρετανικά πλοία σαρώνουν τα καΐκια με τις γερμανικές ενισχύσεις τη νύκτα 21 προς 22 Μαΐου 1941. Η παράδοση αιχμαλώτων δεν έγινε δεκτή από τους Βρετανούς. (Πίνακας «HMS ‘Dido’, ‘Ajax’ and ‘Orion’ in Action off Crete», πηγή: artuk.org)

Τα βρετανικά πλοία σαρώνουν τα καΐκια με τις γερμανικές ενισχύσεις τη νύκτα 21 προς 22 Μαΐου 1941. Η παράδοση αιχμαλώτων δεν έγινε δεκτή από τους Βρετανούς. (Πίνακας «HMS ‘Dido’, ‘Ajax’ and ‘Orion’ in Action off Crete», πηγή: artuk.org)

(Σημείωση: Κατά τον Μπήβορ, το μένος αυτό των Βρετανών ίσως οφειλόταν στην προγενέστερη προσβολή συμμαχικού νοσοκομειακού πλοίου από γερμανικά αεροπλάνα. Πιθανώς να πρόκειται για αναφορά στο βρετανικό νοσοκομειακό «Aba» που βομβαρδίστηκε 3 από Στούκας στις 18 Μαΐου 1941 έξω από την Κρήτη με απώλειες του πληρώματος, παρά τα εμφανή σήματα του Ερυθρού Σταυρού. Τέτοιου είδους εγκλήματα όμως από τη Γερμανική Αεροπορία -στην οποία ανήκαν και οι Αλεξιπτωτιστές- ήταν συνήθη εκείνες τις μέρες και γνωστά και στο Ελληνικό Ναυτικό 4. Τη 14η Απριλίου 1941 το ελληνικό πλωτό νοσοκομείο ΕΛΛΗΝΙΣ πολυβολείτο επί 10 λεπτά έξω από την Λευκάδα παρά το ότι τα διεθνή διακριτικά σήματα ήταν εμφανέστατα πάνω του. Το ΕΛΛΗΝΙΣ βομβαρδίστηκε εν νέου στις 21 Απριλίου ενώ ήταν πλήρες τραυματιών και βυθίστηκε έξω από την Πάτρα. Τη νύκτα της 11ης προς 12η Απριλίου το νοσοκομειακό πλοίο ΑΤΤΙΚΗ έπλεε κατάφωτο στο στενό του Καφηρέα και με τα διεθνή φωτεινά σήματα των πλωτών νοσοκομείων, όταν βομβαρδίστηκε από γερμανικά αεροπλάνα και βυθίστηκε. Ένα αεροπλάνο μάλιστα πολυβόλησε τους εγκαταλείποντας το πλοίο ναυαγούς και συνολικά 50 Έλληνες βρήκαν τον θάνατο από την εγκληματική επιδρομή, ανάμεσά τους και ο Κυβερνήτης Πλοίαρχος Μελετόπουλος. Στις 21 Απριλίου βυθίστηκαν επίσης από τη Γερμανική Αεροπορία τα πλωτά νοσοκομεία ΕΣΠΕΡΟΣ έξω από το Μεσολόγγι και ΠΟΛΙΚΟΣ στον Πόρο. Οι μονάδες της Γερμανικής Αεροπορίας που ενεπλάκησαν σε αυτές τις ενέργειες ήταν οι ίδιες που μερικές μέρες αργότερα βομβάρδιζαν τις πόλεις της Κρήτης, δηλ. το 8ο Αεροπορικό Σώμα υπό τον von Richthofen).

β. Ξαναγυρίζοντας στον βρετανο-γερμανικό ανταγωνισμό παραβιάσεων Συνθηκών περί πολέμου, την επομένη μέρα, 22α Μαΐου, τα βομβαρδιστικά του 8ου Αεροπορικού Σώματος της Γερμανικής Αεροπορίας εξαπέλυσαν συνεχείς βομβαρδισμούς κατά του βρετανικού στόλου στο Αιγαίο υπό τον υποναύαρχο King. Μεταξύ των πληγέντων πλοίων ήταν το καταδρομικό Gloucester και το αντιτορπιλικό Greyhound. Όπως αναφέρει ο Μπήβορ, τα γερμανικά αεροπλάνα βομβάρδισαν και πολυβόλησαν τους ναυαγούς μέσα στη θάλασσα ή πάνω σε σωσίβιες λέμβους. Την επομένη, 23η Μαΐου, τα γερμανικά Στούκας πολυβόλησαν και πάλι Βρετανούς ναυαγούς, αυτή τη φορά του αντιτορπιλικού Kelly, το μισό πλήρωμα του οποίου χάθηκε κατά την βύθιση του πλοίου.

Σοβαρές κατηγορίες για παραβιάσεις συνθηκών επέσυρε η δράση του 8ου Αεροπορικού Σώματος της Γερμανικής Αεροπορίας κατά του Βρετανικού Στόλου στην Κρήτη. Ο Ρίχτερ καταβάλει εκτενή προσπάθεια να δικαιολογήσει τους Γερμανούς χειριστές. (Στη φωτογραφία το HMS Gloucester πριν βυθιστεί)

Σοβαρές κατηγορίες για παραβιάσεις συνθηκών επέσυρε η δράση του 8ου Αεροπορικού Σώματος της Γερμανικής Αεροπορίας κατά του Βρετανικού Στόλου στην Κρήτη. Ο Ρίχτερ καταβάλει εκτενή προσπάθεια να δικαιολογήσει τους Γερμανούς χειριστές. (Στη φωτογραφία το HMS Gloucester πριν βυθιστεί)

Ο Ρίχτερ αισθάνεται υποχρεωμένος να «εξηγήσει» αυτήν τη συμπεριφορά των Γερμανών αεροπόρων με ένα εκτενές σχόλιο, όπου δεν αρνείται ευθέως τις βρετανικές αναφορές αλλά προσπαθεί να τις αποδυναμώσει με διάφορες υποθέσεις, κάτι όμως που όμως αποφεύγει να κάνει στην περίπτωση της εξόντωσης των γερμανικών καϊκιών5. Τελικά στο σχόλιό του δέχεται ότι «δεν αποκλείεται γερμανοί πιλότοι να πολυβόλησαν ναυαγούς σε λέμβους ως αντίποινα για την προηγούμενη νύχτα». Το σαφώς υπερασπιστικό σχόλιο του Ρίχτερ καταλήγει επίσης με φράσεις που αξίζει να συγκρατήσουμε για αργότερα: «οι [βρετανικές] αυτές αναφορές πρέπει να αντιμετωπίζονται με επιφυλακτικότητα γιατί βασίζονται σε προσωπικές μαρτυρίες». Και ότι «δεν μπορεί κανείς παρά να συμφωνήσει πως όλα αυτά ανήκουν στη βιαιότητα του πολέμου». Είναι αξιοσημείωτος ο επιλεκτικός τρόπος με τον οποίον ο συγγραφέας αναφέρεται συγκαταβατικά στα γερμανικά εγκλήματα στο βιβλίο του. Φυσικά οι παραπάνω δικαιολογίες του για τη βιαιότητα του πολέμου και την υποκειμενικότητα των προφορικών μαρτυριών δεν βρίσκουν καμία εφαρμογή στην περίπτωση των Κρητών ατάκτων, εναντίον των οποίων τα γερμανικά εγκλήματα ξεκίνησαν, όπως θα δούμε, ακριβώς από «προφορικές μαρτυρίες».

Παραβιάσεις στις χερσαίες επιχειρήσεις

Εισαγωγικές παρατηρήσεις

Όπως και στις αεροναυτικές, έτσι και στις χερσαίες επιχειρήσεις της Μάχης της Κρήτης έγιναν μεγάλης κλίμακας παραβιάσεις των Συνθηκών περί Πολέμου. Οι χερσαίες επιχειρήσεις ξεκίνησαν την 20η Μαΐου 1941 και είναι σημαντικό να έχει κανείς κατά νου την ιδιαιτερότητα αυτών των μαχών, ειδικά κατά τις πρώτες μέρες. Επρόκειτο για ρίψεις Γερμανών Αλεξιπτωτιστών απευθείας μέσα και πίσω από τις συμμαχικές διατάξεις μάχης, μια καταστροφική τακτική των Γερμανών που είχε δύο βασικά αποτελέσματα:

Το πρώτο αποτέλεσμα ήταν ότι οι Γερμανοί Αλεξιπτωτιστές βρέθηκαν αμέσως σε εξαιρετικά ευάλωτη θέση, καθώς κατά τη ρίψη έφεραν επάνω τους μόνο ένα πιστόλι και λίγες χειροβομβίδες ενώ ο κύριος οπλισμός τους έπεφτε χωριστά. Καθώς πλησίαζαν έτσι στη γη, διασπαρμένοι και σχεδόν άοπλοι, τους περίμενε ένα κυνήγι χωρίς έλεος από αποφασισμένους αντιπάλους. Για κάποιον περίεργο λόγο, οι ίδιοι οι Αλεξιπτωτιστές θεωρούσαν ότι κατά τη φάση εκείνη που είτε βρίσκονταν ακόμη στον αέρα, είτε ήταν διεσπαρμένοι και σχεδόν άοπλοι –»αβοήθητοι», όπως λέει ο Ρίχτερ- δεν αποτελούσαν θεμιτό στόχο και ότι οι αντίπαλοί τους όφειλαν να τους αναμένουν να πάρουν τον οπλισμό τους από τα κάνιστρα και μόνον μετά να αρχίσει η μάχη -αντίληψη προφανώς αστεία. Κατά τη διενέργεια έρευνας που έκανε μετά τη Μάχη της Κρήτης το «Γραφείο Εγκλημάτων Πολέμου των Γερμανικών Ενόπλων Δυνάμεων» (βλ. παρακάτω), οι Γερμανοί στρατιωτικοί δικαστές που διερευνούσαν τις καταγγελίες των Αλεξιπτωτιστών για εγκλήματα πολέμου των αντιπάλων τους έπρεπε κατά τις ανακρίσεις να επισημαίνουν συνεχώς στους πρώτους ότι το να τους προσβάλλει ο αντίπαλος κατά τη διάρκεια της ρίψης είναι απολύτως νόμιμο, έστω κι αν οι ίδιοι υποστήριζαν ότι στη φάση αυτή ήταν «αβοήθητοι» («defenceless» – κατά λέξη: «ανυπεράσπιστοι») 6. Είναι αξιοσημείωτο ότι σε αυτή τη φάση οι απώλειες των Αλεξιπτωτιστών προέρχονταν περισσότερο από τα στρατεύματα της Κοινοπολιτείας˙ οι Νεοζηλανδοί αξιωματικοί μάλιστα συμβούλευαν τους άντρες τους να σημαδεύουν στα άρβυλα τους αλεξιπτωτιστές που έπεφταν ώστε να συνυπολογιστεί η ταχύτητα καθόδου, όμως ο Ρίχτερ κατηγορεί μόνο τους Κρήτες ατάκτους για την εξόντωση «αβοήθητων» -όπως τους λέει- Αλεξιπτωτιστών.

Ακόμη και υπό αυτές τις συνθήκες, οι Αλεξιπτωτιστές, που ήταν σκληροτράχηλοι εθελοντές, συνήθως έδειχναν μικρή διάθεση να παραδοθούν έστω κι αν είχαν τραυματιστεί. Πολλοί αλεξιπτωτιστές όπως π.χ. ο Λοχαγός Witzig του 3ου Τάγματος του Συντάγματος Εφόδου και άλλοι, περιέγραφαν πως, παρά τον τραυματισμό τους, παρέμεναν καλυμμένοι περιμένοντας γερμανική βοήθεια αντί να παραδοθούν για να τύχουν ιατρικής βοήθειας, γεγονός που τους καθιστούσε προφανώς θεμιτούς στρατιωτικούς στόχους καθώς οι διώκτες τους δεν μπορούσαν να διαπιστώσουν πριν την συμπλοκή την κατάσταση της υγείας τους.

Το δεύτερο αποτέλεσμα που προκάλεσε η λανθασμένη γερμανική τακτική ρίψεων, ήταν ένα πρωτοφανές ανακάτεμα εχθρών και φίλων στο έδαφος. Κατά τις πρώτες μέρες, πριν δηλαδή τη μαζική άφιξη των Ορεινών Κυνηγών, η Μάχη ήταν περισσότερο ένα σύνολο εκ του σύνεγγυς μικροσυμπλοκών και εκκαθαρίσεων παρά κλασικός τακτικός αγώνας. Αυτό που επικρατούσε ήταν το ένστικτό της ατομικής επιβίωσης μέσω άμεσης εξόντωσης του αντιπάλου. Τα αντανακλαστικά επιβίωσης των μαχητών οξύνθηκαν καθώς ο εχθρός μπορούσε να προβάλει από παντού, ενώ κανείς δεν ήταν σίγουρος για το ποιον αντιμετώπιζε μέχρι που πλησίαζε πάρα πολύ κοντά –με ελάχιστον χρόνο αντίδρασης. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα περισσότερα περιστατικά παραβιάσεων της Κοινοπολιτείας που αναφέρονται αφορούν τις ζώνες ρίψης του Νομού Χανίων, όπου το πιο διακεκομμένο-καλυμμένο έδαφος έκανε το κυνήγι των Γερμανών πιο βίαιο από ότι ανατολικά.

Ο Ρίχτερ εξηγεί πολύ λίγο το είδος αυτό της συχνά απεγνωσμένης μάχης όπου «δεν υπήρχε χώρος να υποχωρήσεις» αλλά οι αγγλόφωνοι συγγραφείς είναι πιο κατατοπιστικοί. Ο Μπήβορ γράφει ρητά στο βιβλίο του πως «μέσα στην ταχύτητα, την αβεβαιότητα και τον φόβο της μάχης καμιά πλευρά δεν σεβάστηκε ιδιαίτερα την Συνθήκη της Γενεύης» και λέει επίσης ρητά πως «υπήρξαν πολλά περιστατικά που αξιωματικοί και οπλίτες των δύο αντιπάλων σκότωσαν αιχμαλώτους». Παρόμοια είναι επίσης και η σχετική αποτίμηση του συγγραφέα Στιούαρτ (Ian Stewart) 7. Όπως τονίζει, σε αυτήν την πρώτη φάση της μάχης (20-21 Μαΐου) που τα αντίπαλα στρατεύματα γενικά ανακατεύτηκαν χωρίς γραμμές και διατάξεις, «Συνειδητοποίησαν όλοι ότι στις συγκρούσεις στην Κρήτη, οι ανθρωπιστικές συμβάσεις θα είχαν λίγη σημασία». Επίσης ο Στιούαρτ γράφει ότι «σε κάθε μέρος μαχητές έψαχναν να βρουν όπλα και πολλοί εφοδιάζονταν ολοκληρωτικά από τα πτώματα8 των νεκρών εχθρών τους».

Τα περιστατικά

Εν συνεχεία αναφέρονται ορισμένα από τα πιο γνωστά και σημαντικά περιστατικά παραβιάσεων Συνθηκών, με κρίσεις έγκυρων ιστορικών 9 και μαρτυρίες που απηχούν τις συνθήκες μάχης, ξεκινώντας από τα στρατεύματα της Κοινοπολιτείας.

Την 20η Μαΐου στα Χανιά ο Διοικητής της 10ης Νεοζηλανδικής Ταξιαρχίας κατέγραψε ότι: «το 19 Τάγμα μας ανέφερε ότι σκότωσε 155 αλεξιπτωτιστές και, σα να ζητούσαν συγγνώμη, μας είπαν ότι έπιασαν και εννέα αιχμαλώτους». Εύλογη η απορία για τυχόν τραυματίες.

Στις βρετανικές Στρατιωτικές Φυλακές του Μοδίου δόθηκαν τυφέκια σε 60 κρατούμενους με την υπόσχεση να τους δώσουν χάρη αν πολεμούσαν «καλά» και τους εξαπέλυσαν στο κυνήγι. Μέσα σε λιγότερο από μια ώρα οι κρατούμενοι σκότωσαν 110 αλεξιπτωτιστές. Τραυματίες πάλι δεν αναφέρονται, παρ’ όλο που τα πεδία αυτών των μαχών, όπως άλλωστε και τα περισσότερα, παρέμειναν στον έλεγχο των συμμαχικών μονάδων κατά τις πρώτες ημέρες της Μάχης.

Στην περιοχή αμέσως ανατολικά του Μάλεμε όπου αποδεκατίστηκε το ΙΙΙο Τάγμα Εφόδου Αλεξιπτωτιστών, πολλά γερμανικά πτώματα που βρέθηκαν αργότερα έφεραν μια σφαίρα στο κεφάλι, δείγμα -κατά τον Μπήβορ- θανάτωσης μετά από την παράδοση τους.

Στις συγκρούσεις στα Χανιά, ένας από τους πρωταγωνιστές, ο υπίλαρχος Roy Farran του Βασιλικού Συντάγματος Ουσάρων ξεκίνησε την 20η Μαΐου μια επιχείρηση εκκαθάρισης των Αλεξιπτωτιστών με τα ελαφρά του άρματα. Όταν μια ομάδα πέντε Γερμανών πλησίασε με ψηλά τα χέρια, ο Φάραν έδωσε εντολή για πυρ φοβούμενος παγίδα, με αποτέλεσμα τρείς Γερμανοί να σκοτωθούν και δύο να ξεφύγουν. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του για το συμβάν: «Δεν συνηθίζω να πυροβολώ αιχμαλώτους, αλλά η Κρήτη ήταν διαφορετική περίπτωση» (αναφορά στο βιβλίο του Μπήβορ).10 Ο τελευταίος συμφωνεί με την φράση του Φάραν γράφοντας στην ίδια παράγραφο: «Η Κρήτη ήταν όντως διαφορετική περίπτωση».

Ο Μπήβορ αναφέρει επίσης κυνικές μαρτυρίες για εκτελέσεις Γερμανών τραυματιών με χαριστικές βολές. «Η πρώτη βολή [στον Γερμανό αλεξιπτωτιστή] τον πλήγωσε μόνο. Έσκουζε σα γουρούνι που του κόβουν το λαιμό και εκλιπαρούσε για έλεος κι εμείς του το δώσαμε: μια βολή στο καρύδι» (20 Μαΐου, δεκανέας του 19ου Nεοζηλανδικού Τάγματος).

Ο Στιούαρτ αναφέρει και την επομένη μέρα, 21η Μαΐου, παρόμοιες περιπτώσεις εκτέλεσης Αλεξιπτωτιστών ενώ αυτοί παραδίνονταν. Ο ταγματάρχης Dyer αφηγείται τις εκκαθαρίσεις των νέων ρίψεων αλεξιπτωτιστών που έπεσαν στο Μάλεμε, από το 28 Τάγμα των Μαορί: «Μερικοί προσπαθούσαν να διαφύγουν έρποντας. Ένας μεγαλόσωμος αλεξιπτωτιστής σηκώθηκε πάνω με τα χέρια ψηλά σαν γορίλλας, φωνάζοντας με σπασμένα αγγλικά «ψηλά χέρια» (σ.σ. προφανώς για να τονίσει ότι παραδίνεται). Ο Dyer όμως διέταξε «σκοτώστε τον μπάσταρδο» και οι Μαορί τον σκότωσαν.» H διαταγή κατά τον Dyer δόθηκε «γιατί πολλοί άλλοι μας πυροβολούσαν και ένα πολυβόλο έβαλε πιο πέρα, σφαίρες σφύριξαν στα πόδια μου».

Σε κάθε περίπτωση, από τις συμμαχικές αναφορές επιβεβαιώνεται η περιγραφή του Μπήβορ για «σφαγή» πολλών μονάδων των Αλεξιπτωτιστών και φανερώνεται ότι πάρα πολλοί «αβοήθητοι» Γερμανοί, τραυματίες καθώς και άλλοι που απλώς προσπαθούσαν να παραδοθούν, τελικά θανατώθηκαν από δυνάμεις της Κοινοπολιτείας περισσότερο εξ αιτίας της ιδιαίτερης φύσης αυτής της Μάχης. Αυτό δείχνει και η αφύσικη αναλογία νεκρών προς τραυματίες. Συνολικά στην Κρήτη οι απώλειες των Γερμανών Αλεξιπτωτιστών έφτασαν τους 3.000 νεκρούς (1.500 βεβαιωμένοι, 1.500 αγνοούμενοι που θεωρούνται νεκροί) και μόλις 1.500 τραυματίες, δηλαδή δύο νεκροί για ένα τραυματία, έναντι του στατιστικά συνήθους του ενός νεκρού για τρεις τραυματίες. Οι περισσότερες από αυτές τις απώλειες σημειώθηκαν τις πρώτες δύο-τρεις μέρες της Μάχης (65% περίπου μόνο την πρώτη μέρα!), περίοδος κατά την οποία έδρασαν ουσιαστικά μόνο Αλεξιπτωτιστές και εξ αιτίας, όπως είπαμε, της καταστροφικής τακτικής των ρίψεων πάνω και δίπλα σε ισχυρά οχυρωμένους στρατηγικούς στόχους της Κρήτης.

Περνώντας τώρα στις παραβιάσεις του Δικαίου εν Πολέμω από την πλευρά των Γερμανικών στρατευμάτων εις βάρος του στρατού της Κοινοπολιτείας κατά τη χερσαία Μάχη, έχουμε τα εξής:

Στην περιοχή των Χανίων οι επιχειρήσεις ξεκινούν μαζί με εγκλήματα πολέμου από γερμανικής πλευράς. Ήδη από τις 19 Μαΐου σημειώνονται επιθέσεις κατά του 7ου Γενικού Νοσοκομείου των Βρετανών δυτικά των Χανίων. Γερμανικά βομβαρδιστικά βομβάρδισαν τις νοσοκομειακές εγκαταστάσεις προκαλώντας νεκρούς, παρά τα εμφανή σήματα του Ερυθρού Σταυρού στις στέγες των κτηρίων και στο έδαφος. Τα σήματα αυτά μάλιστα είχαν εντοπιστεί και από την ανάλυση των φωτογραφιών που είχαν προηγουμένως τραβήξει τα γερμανικά αναγνωριστικά αεροσκάφη.

Την επομένη ημέρα, στις 20 Μαΐου, ο βομβαρδισμός επαναλήφθηκε και γερμανικός λόχος αλεξιπτωτιστών11 που προσγειώθηκε εκεί κοντά επιτέθηκε αμέσως κατά του στρατιωτικού νοσοκομείου. Ένας άοπλος Νεοζηλανδός ανώτερος αξιωματικός ιατρός που πλησίασε τους Γερμανούς, ο αντισυνταγματάρχης Plimmer, εκτελέστηκε εν ψυχρώ παρότι έφερε το περιβραχιόνιο του Ερυθρού Σταυρού, ενώ και οι ασθενείς έτυχαν «ανάρμοστης» συμπεριφοράς 12. Στην συνέχεια το προσωπικό του νοσοκομείου και οι ασθενείς, 500 άτομα, θεωρήθηκαν αιχμάλωτοι που -αντί προστασίας- έπρεπε τώρα να ακολουθήσουν τους δεσμώτες τους στη συνέχεια των επιχειρήσεων τους η οποία προέβλεπε τη συνένωσή τους με το 3ο Σύνταγμα Αλεξιπτωτιστών νοτιότερα. Η μακρά αυτή φάλαγγα «αιχμαλώτων» και Γερμανών φρουρών κινήθηκε εντός του πεδίου μάχης καθώς στην πορεία τους παρεμβάλλονταν συμμαχικές μονάδες, κάτι που ήταν βέβαια γενικά γνωστό αφού ο γερμανικός λόχος βρισκόταν μακριά από τη μονάδα του και στην περιοχή βρίσκονταν Συμμαχικές μονάδες. Όπως ήταν αναμενόμενο, η φάλαγγα δέχτηκε βρετανικά πυρά και τελικά οι Γερμανοί αλλά και πολλοί ασθενείς σκοτώθηκαν και τραυματίστηκαν σε αυτές τις ενέργειες.

Παρότι συνολικά η γερμανική αυτή επίθεση κατά του βρετανικού νοσοκομείου δεν ήταν μια μόνον πράξη αλλά μία αλληλουχία εγκληματικών ενεργειών για σημαντικό χρονικό διάστημα και με ευθύνη πολλών 13, ο Ρίχτερ στο βιβλίο του σπεύδει -πάντα σε σαφώς υπερασπιστική γραμμή- να κρίνει το περιστατικό ως «μεμονωμένο» (!) και οφειλόμενο αποκλειστικά στον επικεφαλής Υπολοχαγό Paggels. Επικαλείται μια φράση από μεταπολεμική κατάθεση του Βρετανού επικεφαλής αξιωματικού στην περιοχή σύμφωνα με την οποία «φαίνεται ότι δεν υπήρχε προσχεδιασμένη καταστρατήγηση των Συνθηκών της Γενεύης συνολικά από τους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές στην περιοχή Χανίων και σε άλλες περιπτώσεις υπήρξε σεβασμός των σημάτων του Ερυθρού Σταυρού» (sic). Εκτός του ότι η μια κατηγορία περιπτώσεων δεν ακυρώνει την άλλη, ο Ρίχτερ αποφεύγει να παραθέσει την άποψη ενός άλλου Βρετανού αξιωματικού που έδρασε στην περιοχή, του υπιλάρχου Farran που δήλωσε σχετικά ότι «εξεπλάγη με την σκληρότητα που επέδειξαν οι Γερμανοί απέναντι στον Ερυθρό Σταυρό την περίοδο αυτή του πολέμου«. Σε κάθε περίπτωση τα γεγονότα δεν αλλάζουν από τις απόψεις και η σαφής προκατάληψη του Ρίχτερ στην υπεράσπιση των κατάφωρα εγκληματικών ενεργειών των αλεξιπτωτιστών είναι και εδώ προφανής.

Συνεχίζοντας με τις γερμανικές παραβιάσεις, με την έναρξη της Μάχης οι Αλεξιπτωτιστές του Συντάγματος Εφόδου στο αεροδρόμιο Μάλεμε ήρθαν σε επαφή με το εκεί προσωπικό της RAF που ήταν γενικά άοπλοι. Σύμφωνα με τον Μπήβορ, αλεξιπτωτιστές (πιθανολογώ του IV Τάγματος/Σύνταγμα Εφόδου) σε μια κίνηση αντίστοιχη με τις βρετανικές περιγραφές που προαναφέρθηκαν, σκότωσαν μερικούς σμηνίτες που βγήκαν από το όρυγμα για να παραδοθούν, αλλά δεν σταμάτησαν σε αυτό. Έστησαν σε μια γραμμή και οκτώ άνδρες της RAF και ετοιμάστηκαν να τους εκτελέσουν όταν ένας αιχμάλωτος (ο σμηνίτης Lawrence), από μια έμπνευση της στιγμής, τους έβαλε τις φωνές λέγοντας ότι δεν μπορούσαν να εκτελέσουν αιχμαλώτους χωρίς εντολή αξιωματικού! Οι Αλεξιπτωτιστές δίστασαν, και λίγο αργότερα ένας αξιωματικός πράγματι χάρισε την ζωή στους Βρετανούς. Τελικά όμως οι τελευταίοι δεν χάρηκαν πολύ. Οι δεσμώτες τους τους ανάγκασαν να βαδίσουν παράλληλα με αυτούς ως ανθρώπινη ασπίδα ώστε οι Γερμανοί να προστατευτούν από τα νεοζηλανδικά πυρά του δεσπόζοντος Υψώματος 107 –κατάφωρη παραβίαση της Συνθήκης της Γενεύης και, στην πράξη, περίπου ισοδύναμο με εκτέλεση. Όπως ήταν αναμενόμενο, πολλοί Βρετανοί χτυπήθηκαν από φίλια πυρά.

Παραβιάσεις της Συνθήκης της Γενεύης περί Αιχμαλώτων συνέβησαν και την 22α Μαΐου 1941 στο αεροδρόμιο του Μάλεμε, όπου γερμανικές μονάδες του 11ου Αεροπορικού Σώματος 14 χρησιμοποίησαν Βρετανούς αιχμαλώτους για εργασίες διαμόρφωσης εδάφους και εκφόρτωσης πυρομαχικών από μεταγωγικά αεροσκάφη ενώ οι μάχες στην περιοχή συνεχίζονταν, μια σαφής παραβίαση της Συνθήκης της Γενεύης. Οι αιχμάλωτοι που αρνήθηκαν να εργαστούν καταναγκαστικά υπό τέτοιες επικίνδυνες συνθήκες εκτελέστηκαν από τους Αλεξιπτωτιστές. Στο Μάλεμε λοιπόν, η Συνθήκη της Γενεύης είχε περιορισμένη σημασία όταν τα προβλήματα ήταν πιεστικά για τους Γερμανούς.

H πίεση που είχαν οι Γερμανοί για την ταχεία κατάληψη ενός αεροδρομίου τους οδήγησε σε επανειλημμένες παραβιάσεις συνθηκών εις βάρος Βρετανών αιχμαλώτων. Στη φωτογραφία, το αεροδρόμιο του Μάλεμε με μεταγωγικά αεροσκάφη στην περίμετρο.

H πίεση που είχαν οι Γερμανοί για την ταχεία κατάληψη ενός αεροδρομίου τους οδήγησε σε επανειλημμένες παραβιάσεις συνθηκών εις βάρος Βρετανών αιχμαλώτων. Στη φωτογραφία, το αεροδρόμιο του Μάλεμε με μεταγωγικά αεροσκάφη στην περίμετρο.

Γενικά η Συνθήκη της Γενεύης για τους αιχμαλώτους πολέμου παραβιάστηκε συστηματικά από τους Γερμανούς με τη χρήση των αιχμαλώτων ως ανθρώπινων ασπίδων15. Μερικά ακόμα τέτοια περιστατικά περιγράφονται και από τον Ρίχτερ επίσης στην περιοχή Μάλεμε και μάλιστα αυτά αναφέρονταν -χωρίς ντροπή- σε πολεμικές εκθέσεις γερμανικών μονάδων. Επειδή με τέτοιες ενέργειες παραβιαζόταν κατάφωρα το Δίκαιο του Πολέμου, είναι μάλλον απίθανο να μην υπήρξαν και άλλα παρόμοια περιστατικά που οι διοικητές των γερμανικών μονάδων απέφυγαν να αναφέρουν στις επίσημες εκθέσεις τους.

Άλλωστε τη χρήση αιχμαλώτων ως ανθρωπίνων ασπίδων από τους Αλεξιπτωτιστές αναφέρει και η Ελληνική Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού (ΔΙΣ) στην περιοχή Ηρακλείου. Την 23η Μαΐου ο Φρούραρχος Ηρακλείου Ταγματάρχης Τσαγκαράκης, μετά από αναφορές για την αιχμαλωσία γυναικοπαίδων16 στην ύπαιθρο του Ηρακλείου ως «ασπίδα κατά τις επιχειρήσεις», απαίτησε από τον Γερμανό Ταγματάρχη Σουλτς (Schulz, ΙΙΙο Τάγμα/1ο Σύνταγμα) την απελευθέρωση των γυναικόπαιδων διότι «εν εναντία περιπτώσει θα επεβάλλοντο αντίποινα επί των (γερμανών) αιχμαλώτων«. Ομοίως η ΔΙΣ αναφέρει τέτοια περιστατικά ομηρίας γυναικόπαιδων στο Ρέθυμνο (Περιβόλια) και αλλού. Τα θέματα πάντως των παραβιάσεων Συνθηκών και εγκλημάτων των γερμανικών δυνάμεων κατά των Κρητικών, θα παρουσιαστούν και στο τελευταίο (6ο) Σημείο της εργασίας μας. Σε κάθε περίπτωση, η πρακτική της χρήσης αιχμαλώτων στρατιωτικών και Κρητών αμάχων ως «ανθρώπινων ασπίδων» υπήρξε μάλλον η πιο διαδεδομένη παράβαση του Δικαίου του Πολέμου από πλευράς των Αλεξιπτωτιστών και η πρακτική αυτή υπήρξε συστηματική.

Τέλος, αντίθετη με τις Συνθήκες ήταν η συμπεριφορά των Γερμανών στους αιχμαλώτους αμέσως μόλις τέλειωσε η μάχη. Κατά τον Μπήβορ, »οι συνθήκες στα στρατόπεδα αιχμαλώτων δυτικά των Χανίων ήταν άθλιες, κατά κύριο λόγο εξ αιτίας έλλειψης ενδιαφέροντος από τις γερμανικές αρχές». Η ανυπαρξία ειδικά τροφής επισημαίνεται και από ελληνικές πηγές17. Ευτυχώς κάποια τρόφιμα εξασφαλίζονταν από χωρικούς, παρά τις δικές τους μεγάλες ελλείψεις, ώστε οι αιχμάλωτοι να μην λιμοκτονήσουν.

Συνολικά για τα εγκλήματα που διέπραξαν οι Γερμανοί εις βάρος των Βρετανών στο πλαίσιο του μεταξύ τους «ιπποτικού» κατά τον συγγραφέα πολέμου, σημειώνονται τα εξής:

Οι Γερμανοί Αλεξιπτωτιστές φαίνεται να διέπραξαν μάλλον λιγότερα σε έκταση εγκλήματα εις βάρος των δυνάμεων της Κοινοπολιτείας απ’ ότι οι Αγγλοσάξονες εις βάρος των Γερμανών. Αυτό είναι εύκολο να εξηγηθεί από το γεγονός ότι τα περισσότερα εγκλήματα των δύο πλευρών έγιναν κυρίως στις συγκεχυμένες μάχες της 20ης-22ας Μαΐου 1941, οπότε κύριοι του πεδίου της μάχης ήταν οι Βρετανοί. Οι Γερμανοί ήταν κυρίως αμυνόμενοι και κατά το μεγαλύτερο μέρος θηράματα, πλην της περιοχής του Μάλεμε όπου ακριβώς διέπραξαν αυτοί τα περισσότερα των εγκλημάτων με αιχμαλώτους εις βάρος των Αγγλοσαξόνων. Οι Γερμανοί δηλαδή είχαν πολύ λιγότερες ευκαιρίες από τους Βρετανούς, αλλά στο Μάλεμε όπου τις είχαν, τις «αξιοποίησαν» με μεγάλη σκληρότητα.

Μεμονωμένα περιστατικά και η σημασία τους

Πέραν των εξακριβωμένων παραβιάσεων του Δικαίου του Πολέμου από τους Γερμανούς, υπήρξε ένας αριθμός παραβιάσεων που είτε τελικώς δεν ίσχυαν, είτε ήταν μικρότερης έκτασης ή βαρύτητας από ότι αρχικά νομιζόταν, είτε απλώς στο τέλος αγνοήθηκαν. Η σημασία τους έγκειται στο ότι τέτοιου είδους ελλιπώς τεκμηριωμένες μαρτυρίες στάθηκαν αφορμή για να εξαπολυθούν από τους Γερμανούς σκληρά «αντίποινα» κατά των Κρητών πολιτών και ατάκτων από τις πρώτες μέρες της Μάχης, πριν γίνουν δηλαδή σχετικές έρευνες για ένα τόσο σοβαρό ζήτημα.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα υπήρξε η χρήση νεοζηλανδικών στολών από Γερμανούς αλεξιπτωτιστές. Η παραβίαση αυτή καταγγέλθηκε ήδη από πρώτο βράδυ της Μάχης στο Αγγλικό Κοινοβούλιο από τον Τσώρτσιλ, με βάση βρετανικές αναφορές από την Κρήτη, ενώ η καταγγελία επανελήφθη και την επομένη ημέρα. Η χρήση τέτοιων στολών επιβεβαιώνεται από τον αρμόδιο ανώτατο Γερμανό αξιωματικό για τον εφοδιασμό των αλεξιπτωτιστών. Ο Υποστράτηγος Conrad Seibt, Διοικητής Εφοδιασμού και Υποστήριξης του 11ου Αεροπορικού Σώματος της Γερμανικής Αεροπορίας αναφέρει 18 σχετικά:

«….Αφού κανονίστηκαν όλες αυτές οι λεπτομέρειες, με απασχόλησαν οι στολές που θα φοριόταν (σ.σ. από τους αλεξιπτωτιστές) κατά την επιχείρηση. Όλο το προσωπικό είχε φτάσει στην Ελλάδα με στολές κατάλληλες για το κλίμα της Κεντρικής Ευρώπης και δεν υπήρχε αρκετός χρόνος για τον εφοδιασμό με τροπικό ρουχισμό. Για να μην βρεθούν στην ανάγκη να πολεμήσουν με χοντρές χειμωνιάτικες στολές, πολλοί στρατιώτες χρησιμοποίησαν τις ελαφρές στολές που άφησαν οι Βρετανοί φεύγοντας. Οι αλεξιπτωτιστές τις θεωρούσαν σαν ευπρόσδεκτα λάφυρα πολέμου. Περνώντας με το αεροπλάνο πάνω από συγκεντρώσεις στρατευμάτων για πρώτη φορά, δεν μπορούσα να διακρίνω μεταξύ Γερμανών και αιχμαλώτων Βρετανών παρά μόνο από το γεγονός πως οι τελευταίου ήταν άοπλοι».

Ο Ρίχτερ αναφέροντας τις καταγγελίες του Τσώρτσιλ, παραδέχεται μεν την χρήση νεοζηλανδικών στολών από «μερικούς αλεξιπτωτιστές», αλλά αναφέρει ότι εν τούτοις έφεραν τα χαρακτηριστικά γερμανικά κράνη που τους καθιστούσαν ευδιάκριτους ως Γερμανούς. Παρ’ όλα αυτά, στη φωτογραφία υπ’ αριθ. 61 του… δικού του βιβλίου, είναι ευδιάκριτοι εν ώρα μάχης Γερμανοί Αλεξιπτωτιστές με συμμαχικές στολές ΚΑΙ συμμαχικά κράνη. Ο τροπικός γερμανικός εξοπλισμός δεν έφτασε19 ποτέ στους αλεξιπτωτιστές.

Αυτό δεν σημαίνει ότι οι αλεξιπτωτιστές ακολουθούσαν ως γενικευμένη τακτική την υιοθέτηση των στολών του αντιπάλου ώστε να τον ξεγελάσουν, αλλά δείχνει το γιατί «αρχικές αναφορές» δεν θα έπρεπε -επιπλέον των άλλων λόγων- να προκαλούν γενικά μέτρα αντεκδίκησης όπως ακριβώς έκαναν, όπως θα δούμε, οι Γερμανοί με τους Κρήτες ατάκτους και γενικά με τον κρητικό πληθυσμό.

Στις 20 Μαΐου, στην περιοχή των Χανίων, Βρετανοί χειριστές πυροβόλων 3,7 ιντσών που αιχμαλωτίστηκαν από μικρό γερμανικό τμήμα, εκτελέστηκαν αμέσως από αυτούς, πιθανόν γιατί ήταν δύσκολο να τους πάρουν μαζί τους ως αιχμαλώτους. Το περιστατικό περιγράφηκε αμέσως μετά τη μάχη από επιζώντα της συμπλοκής στον μετέπειτα ιστορικό Στιούαρτ που υπηρετούσε σε διπλανή μονάδα (Ουαλικό Τάγμα) και διαδόθηκε στις μονάδες της περιοχής. Αν και ο Στιούαρτ δεν αναφέρει ποιό γερμανικό τμήμα συμμετείχε σε αυτή η δράση, τα στοιχεία παραπέμπουν στο Απόσπασμα Αλεξιπτωτιστών Γκεντζ (επικεφαλής ο Υποσμηναγός Alfred Gentz του Συντάγματος Εφόδου) που προσγειώθηκε με ανεμοπλάνα για να εξουδετερώσει τα αντιαεροπορικά πυροβόλα της περιοχής νοτίως Χανίων. Πράγματι, αυτό το γερμανικό απόσπασμα μεταξύ άλλων προσέβαλε ΒΑ Μουρνιών την 234η Μοίρα Βαρέως Α/Α Πυροβολικού που διέθετε πυροβόλα 3,7 ιντσών και για την οποία γνωρίζουμε ότι «το προσωπικό εφονεύθη πλην 8 αιχμαλωτισθέντων«, απώλειες ούτως ή άλλως δυσεξήγητες ως προς την έκταση τους, αφού το μεγαλύτερο μέρος των βρετανών πυροβολητών στερούνταν ατομικού οπλισμού. Το περιστατικό διαδόθηκε στις συμμαχικές μονάδες της περιοχής Χανίων.

Παρόμοια με τα προηγούμενα, γερμανικές αναφορές από την μάχη στον Γαλατά Χανίων ανέφεραν ότι Νεοζηλανδοί αυτή την φορά, έκαναν χρήση στολών αλεξιπτωτιστών. Η αναφορές είχαν μια δόση αλήθειας καθώς όντως 20 τουλάχιστον ένας Νεοζηλανδός λοχίας πολέμησε στην περιοχή ως ελεύθερος «κυνηγός» πλησιάζοντας τα θύματά του φορώντας στολή αλεξιπτωτιστή. Το περιστατικό ήταν μάλλον μεμονωμένο.

Δε μπορεί να αγνοηθεί λοιπόν ότι οι Γερμανοί, προφασιζόμενοι αρχικές αναφορές, φήμες και ανεξακρίβωτες κατηγορίες (του είδους που υπήρξαν απ’ όλες τις πλευρές) και πριν ελέγξουν την ισχύ και έκτασή τους, προέβησαν οργανωμένα και διατεταγμένα σε λουτρό αίματος εις βάρος των Κρητών αμάχων, ήδη από τις 23 Μαΐου όπως θα δούμε, δηλαδή πολύ πριν ξεκινήσουν τις «έρευνες» που διεξήγαγε η γερμανική πλευρά για παραβιάσεις Συνθηκών.

Μετά το τέλος του Πολέμου, ο στρατηγός Στούντεντ –τον οποίον ο συγγραφέας προσπαθεί επίμονα και συστηματικά να υπερασπιστεί- είχε τη δυνατότητα να υποστεί μια δίκαιη δίκη από τους Βρετανούς και να απαλλαγεί προσωπικά από κάποιες κατηγορίες 21 για εγκλήματα όταν σε αυτές δεν τεκμηριώθηκε ικανοποιητικά η προσωπική του ευθύνη ή γενικά δεν αποδείχτηκαν. Ο Στούντεντ δεν δικάστηκε για τα εγκλήματα κατά των Κρητικών καθώς η Μ. Βρετανία δεν ενέκρινε22 το 1947 την έκδοσή του στην Ελλάδα. Αναρωτιέται κανείς πως διέφυγε από τον συγγραφέα ότι ο Στούντεντ δεν έδωσε ποτέ στους πολλές εκατοντάδες Κρήτες θύματά του (που, όπως θα δούμε, εκτελέστηκαν με προσωπική διαταγή του) τη δυνατότητα να απολογηθούν για τις κατηγορίες που τους αποδόθηκαν πριν ερευνηθούν. Αρκεί επίσης να αντιπαραβάλει κανείς τα… παράπονα του Στούντεντ (που ο συγγραφέας εμφανώς συμμερίζεται) για την μεταχείρισή του από τους Άγγλους αμέσως μετά τον Πόλεμο με την αιμοσταγή διαταγή 23 του εναντίον των Κρητικών, για να καταλάβει τα διαφορετικά μέτρα και σταθμά που ο συγγραφέας χρησιμοποιεί κατά βούληση.

Καταλήγοντας σε ότι αφορά το θέμα των εγκλημάτων πολέμου που διεπράχθησαν μεταξύ Γερμανών και Αγγλοσαξόνων κατά τη διάρκεια της Μάχης, είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς ότι ενώ τα εγκλήματα διεπράχθησαν και μάλιστα σε ευρεία κλίμακα, και οι δύο πλευρές απέφυγαν την προσφυγή σε «αντίποινα». Ο προφανής λόγος είναι ότι ήταν εμπλεγμένες σε έναν πολύ μεγαλύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Η εφαρμογή αντιποίνων θα οδηγούσε προφανώς σε άμεση ανταπόδοση και σε συνεχή κλιμάκωση. Αυτό ακριβώς συνέβη π.χ. με την κλιμάκωση των ανταποδόσεων μεταξύ Γερμανών και Καναδών μετά την επιδρομή της νήσου Σάρκ το 1942, έως ότου οι δύο πλευρές συμφώνησαν να επιστρέψουν στην πλήρη και κανονική τήρηση της Σύμβασης της Γενεύης. Οι Γερμανοί όμως δεν ένοιθαν την ίδια ανησυχία για αντίποινα από πλευράς του πληθυσμού της Κρήτης, έναντι του οποίου αισθάνονταν ότι μπορούν ατιμώρητα να επιβάλουν όποια εκδίκηση επιθυμούσαν.

Σημείο 5: Τα αίτια των Γερμανικών εγκλημάτων πολέμου στην Κρήτη

Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι για τα εκτεταμένα εγκλήματα πολέμου που διέπραξαν οι Γερμανοί στην Κρήτη εις βάρος του τοπικού πληθυσμού, από τον Μάιο μέχρι τον Σεπτέμβριο 24 του 1941, δηλαδή για τα εγκλήματα που διέπραξαν στο πλαίσιο της Μάχης της Κρήτης (και όχι σε σχέση με τη μεταγενέστερη Αντίσταση), η αιτία ήταν εγκλήματα που προηγουμένως είχαν διαπράξει οι ίδιοι οι Κρήτες άτακτοι εις βάρος των Γερμανικών στρατευμάτων. Επί λέξει, ο συγγραφέας αναφέρει 25:

«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η εκτέλεση ανταρτών (από τους Γερμανούς) χωρίς δικαστική εξέταση δεν παραβαίνει μόνον το Διεθνές Δίκαιο της εποχής αλλά και τον γερμανικό στρατιωτικό νόμο 3/13, σύμφωνα με τον οποίον αλλοδαποί οι οποίοι προβαίνουν σε αξιόποινες πράξεις κατά του γερμανικού στρατού δεν είναι δυνατόν να τιμωρηθούν χωρίς την προηγούμενη σύσταση στρατιωτικού δικαστηρίου. Από την άλλη, είναι εξ ίσου αδιαμφισβήτητο ότι και οι πράξεις των ανταρτών παρέβαιναν το δίκαιο του πολέμου. Τα δύο εγκλήματα είναι αλληλένδετα. Χωρίς τις παραβιάσεις των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου από τους αντάρτες δε θα υπήρχαν αντίποινα. Η αντίληψη σύμφωνα με την οποία η γερμανική πλευρά επιτέθηκε εναντίον άκακων φιλειρηνικών Κρητικών με μοναδικό κίνητρο την επιθυμία να σκοτώσει είναι εσφαλμένη. Η προσπάθεια να παραγνωριστούν ή και να αγνοηθούν εντελώς οι επιθέσεις των ανταρτών, για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, με ισχυρισμούς όπως για παράδειγμα ότι για τους ακρωτηριασμούς ευθύνονται τα κρητικά γεράκια ή ότι τα ασυνήθιστα τραύματα (πχ. από μαχαίρι) οφείλονται στη χρήση ασυνήθιστων όπλων, είναι μεν κατανοητή και έχει ως στόχο την αθώωση της μίας πλευράς, δεν ανταποκρίνεται όμως στην πραγματικότητα. Το ίδιο ισχύει και για τα «αποκαλούμενα» αντίποινα, διότι κατ’ αυτόν τον τρόπο αναιρείται η σχέση αιτίου-αιτιατού. Και οι δύο πλευρές παρέβησαν το δίκαιο του πολέμου και διέπραξαν εγκλήματα.

Πόρρω απέχει από την πραγματικότητα ο ισχυρισμός του Martin Seckendorf, ο οποίος στις 20 Μαΐου του 2003 υποστήριξε τα εξής σε μια διάλεξή του στην Ιένα: «Οι Γερμανοί εξεπλάγησαν ιδιαίτερα από το γεγονός ότι ο άμαχος πληθυσμός συμμετείχε ενεργά στην άμυνα – μία αντίδραση που καλύπτεται από τη Σύμβαση της Χάγης για το δίκαιο του κατά ξηράν πολέμου. Για τους Γερμανούς στρατιώτες η ένοπλη αντίσταση του λαού ήταν μια εγκληματική πράξη που επέσυρε την ποινή του θανάτου. Στην Κρήτη ο γερμανικός στρατός αντιμετώπισε για πρώτη φορά στον Β’ ΠΠ έναν λαϊκό πόλεμο.» Με τους ισχυρισμούς αυτούς ο Seckendorf προσπαθεί, με τάση εξωραϊσμού της πραγματικότητας, να χαρακτηρίσει την αντίσταση των Κρητών ως λαϊκό πόλεμο. Όμως, ο ισχυρισμός του σύμφωνα με τον οποίον κάτι τέτοιο καλύπτεται από τη Σύμβαση της Χάγης για το δίκαιο του κατά ξηράν πολέμου είναι υπερβολικός.26«

Πρόκειται για παντελώς ανυπόστατο και εξαιρετικά προκλητικό ισχυρισμό του συγγραφέα. Ούτε λίγο ούτε πολύ, κατά τον Ρίχτερ οι Γερμανοί απλώς ανταπέδωσαν στην Κρήτη εγκλήματα στα οποία πρώτοι υπέπεσαν οι Κρήτες άτακτοι – συνεπώς ο αναγνώστης συμπεραίνει πώς υπάρχει μια «ηθική ισοτιμία» των δύο πλευρών. Αυτό μάλιστα που δεν λέει ρητώς ο συγγραφέας αλλά μάλλον συνάγει ο αναγνώστης είναι ότι, αφού σύμφωνα με τη θέση του οι Κρήτες «ήρξαντο χειρών αδίκων», οι Γερμανοί έχουν κι ένα «ηθικό πλεονέκτημα» αφού δεν ξεκίνησαν πρώτοι και έτσι ίσως οι Κρήτες άτακτοι να όφειλαν μία συγγνώμη προς τους εισβολείς.

Παρενθετικά, στο απόσπασμα Ρίχτερ που παρατίθεται φαίνεται η σχεδόν… ανησυχία του συγγραφέα να μην χαρακτηριστεί η Μάχη της Κρήτης «Λαϊκός Πόλεμος» («είναι μια τάση εξωραϊσμού της πραγματικότητας»), παρ’ όλο που μία βασική κατηγορία που ο ίδιος διατυπώνει στο βιβλίο του είναι η εκτεταμένη συμμετοχή του πληθυσμού στη Μάχη.

Εν πάση περιπτώσει, στο μυαλό του συγγραφέα φαίνεται να υπάρχει το εξής σκεπτικό: Όταν οι Γερμανοί εισβάλουν στην Κρήτη, διαπράττονται δύο διακριτά εγκλήματα πολέμου εις βάρος τους:

  • Κρήτες πολίτες που δεν είναι οργανωμένοι στις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις ή έστω σε κάποιου είδους πολιτοφυλακή, συμμετείχαν στις μάχες και μάλιστα σε μαζική κλίμακα κι αυτό από μόνο του αποτέλεσε παραβίαση του Δικαίου του Πολέμου εις βάρος των Γερμανών. Εξ αιτίας του «εγκλήματος» αυτού, οι Γερμανοί για να προστατευθούν οδηγήθηκαν αναπόφευκτα σε «αντίποινα». Είναι μία κατηγορία που ο Ρίχτερ στο βιβλίο αποφεύγει πολύ προσεκτικά να διατυπώσει ρητά και κατηγορηματικά, τη διατυπώνει όμως εμμέσως αλλά σαφώς π.χ. στην υποενότητα: «Οι αντάρτες και το δίκαιο του πολέμου» 27 γράφει τα εξής: «Οι Έλληνες υπερασπιστές της Κρήτης προέρχονταν από διαφόρους χώρους. Οι περισσότεροι προέρχονταν από τις τάξεις του Στρατού και της Χωροφυλακής. Θεωρούνταν εμπόλεμοι από το δίκαιο του πολέμου, τη Σύμβαση της Χάγης για το δίκαιο του κατά ξηράν πολέμου και τη Σύμβαση της Γενεύης. Επιπροσθέτως, υπήρχαν οργανωμένοι και μη αντάρτες, καθώς και λιγοστοί πολιτοφύλακες. Σύμφωνα με μαρτυρία του πρώην αλεξιπτωτιστή Poeppel, μερικοί πολιτοφύλακες φορούσαν μπλε περιβραχιόνια. [..]«.

    Χωρίς να το αναφέρει ρητώς, ο συγγραφέας υπονοεί ότι οι Κρήτες πολίτες που δεν ανήκαν «στις τάξεις του Στρατού και της Χωροφυλακής» και που τελικά ήταν και οι περισσότεροι, δεν θεωρούνται εμπόλεμοι σύμφωνα με τη Σύμβαση της Χάγης και της Γενεύης. Επιπλέον, στο απόσπασμα που παρατέθηκε πιο πριν, ο συγγραφέας αναφέρει: «Όμως, ο ισχυρισμός σύμφωνα με τον οποίον κάτι τέτοιο (δηλ., όπως προαναφέρεται: «ότι ο άμαχος πληθυσμός συμμετείχε ενεργά στην άμυνα») καλύπτεται από τη Σύμβαση της Χάγης για το δίκαιο του κατά ξηράν πολέμου είναι υπερβολικός.» Πέραν των δύο αυτών σαφών αναφορών, σε πλειάδα αποσπασμάτων γερμανικών εκθέσεων, διαταγών και εγγράφων με τα οποία ο συγγραφέας προσπαθεί να τεκμηριώσει την τέλεση εγκλημάτων πολέμου εκ μέρους των Κρητών πολιτών, η συμμετοχή τους αναφέρεται (ή υπονοείται εμφανώς) ως έγκλημα πολέμου καθ’ εαυτό – ανεξάρτητα του τι συγκεκριμένα μπορεί να έχουν πράξει πέραν αυτού.

  • Επίσης, ασχέτως με τη νόμιμη ή παράνομη συμμετοχή τους στις μάχες, οι Κρήτες πολίτες που λαμβάνουν μέρος στη Μάχη χωρίς να ανήκουν στις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις ή στην Πολιτοφυλακή, κατά τον Ρίχτερ διαπράττουν μαζικά εγκλήματα πολέμου εις βάρος των Γερμανών στρατιωτών, εγκλήματα που συνίσταται στον ακρωτηριασμό των πτωμάτων των νεκρών στρατιωτών, στη θανάτωση -αναφέρεται σποραδικά και δευτερευόντως- «αβοήθητων» αλεξιπτωτιστών και στην εξόντωση αιχμαλώτων.

Αυτές είναι οι δύο κατηγορίες «εγκλημάτων» που στερεότυπα επικαλέσθηκαν οι Ένοπλες Δυνάμεις της χιτλερικής Γερμανίας στις αναφορές τους κατά τη διάρκεια και αμέσως μετά από τη Μάχη της Κρήτης, και αυτοί είναι οι ισχυρισμοί που ο συγγραφέας υιοθετεί προκειμένου να δικαιολογήσει τις συστηματικές εκτελέσεις Κρητών πολιτών από το τέλος Μαΐου 1941 έως τον Σεπτέμβριο του 1941.

Όπως θα δείξουμε αμέσως, η μεν πρώτη κατηγορία για την «παράνομη» συμμετοχή των Κρητών στη Μάχη είναι απολύτως ανυπόστατη, η δε δεύτερη κατηγορία αφορά περιστατικά που -στη χειρότερη περίπτωση- ήταν ελάχιστα και μεμονωμένα, κάτι δηλαδή που είναι αναμενόμενο σε οποιαδήποτε μάχη. Ο συγγραφέας αναγκάζεται να αποδώσει παραπειστικά τις ίδιες τις γερμανικές εκθέσεις που ο ίδιος θεωρεί αποδείξεις του ισχυρισμού του, μιας και ακόμη κι αυτές, στην καλύτερη περίπτωση δε υποστηρίζουν τον ισχυρισμό του σχετικά με την έκταση των κατηγοριών που διατυπώνει, ενώ στη χειρότερη περίπτωση τον διαψεύδουν.

Ας εξετάσουμε τις δύο γερμανικές κατηγορίες αναλυτικά:

α. περί της νομιμότητας της συμμετοχής των Κρητών πολιτών στη Μάχη της Κρήτης:

Το Δίκαιο του Πολέμου κατά τη διάρκεια της Μάχης και κατά τον Β’ ΠΠ συνολικά, και ειδικότερα το Δίκαιου που διέπει τη Διεξαγωγή του Πολέμου ορίζεται από ένα πλέγμα συμβάσεων που κανονίζουν ένα πλήθος ζητημάτων που ανακύπτουν κατά τον πόλεμο. Η κεντρική σύμβαση στο πλέγμα αυτό είναι η Σύμβαση IV της Χάγης του 1907, «Περί του Σεβασμού των Νόμων και των Εθίμων του κατά Ξηράν Πολέμου» και το Παράρτημά της: Κανόνες σχετικά με τους Νόμους και τα Έθιμα του κατά Ξηράν Πολέμου, του 1907 (Hague Convention (IV) respecting the Laws and Customs of War on Land and its annex: Regulations concerning the Laws and Customs of War on Land). Η αναφερόμενη Σύμβαση της Γενεύης του 1929 είναι μια από τις επί μέρους συμβάσεις που ρυθμίζει το ειδικότερο θέμα της μεταχείρισης των αιχμαλώτων πολέμου.

Το πρώτο ζήτημα που η Σύμβαση της Χάγης καθορίζει, στα Άρθρα 1, 2 και 3 του Παραρτήματος (σημ.: το Παράρτημα είναι αυτό που περιλαμβάνει τους κανόνες) είναι το ποιους αφορά το Δίκαιο του Πολέμου, δηλαδή ποιοι κατά τον νόμο έχουν το καθεστώς του εμπολέμου.

Τα άρθρα αυτά είναι τα εξής:

Article 1. The laws, rights, and duties of war apply not only to armies, but also to militia and volunteer corps fulfilling the following conditions:

  1. To be commanded by a person responsible for his subordinates;
  2. To have a fixed distinctive emblem recognizable at a distance;
  3. To carry arms openly; and
  4. To conduct their operations in accordance with the laws and customs of war.

In countries where militia or volunteer corps constitute the army, or form part of it, they are included under the denomination «army.»

Art. 2. The inhabitants of a territory which has not been occupied, who, on the approach of the enemy, spontaneously take up arms to resist the invading troops without having had time to organize themselves in accordance with Article 1 [ Link ] , shall be regarded as belligerents if they carry arms openly and if they respect the laws and customs of war.

Art. 3. The armed forces of the belligerent parties may consist of combatants and non-combatants. In the case of capture by the enemy, both have a right to be treated as prisoners of war.

Στα ελληνικά, τα άρθρα αυτά έχουν ως εξής:

Άρθρο 1: Οι νόμοι, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του πολέμου εφαρμόζονται όχι μόνον σε στρατούς αλλά επίσης και σε πολιτοφυλακές και σε εθελοντικά σώματα που πληρούν τις ακόλουθες συνθήκες:

  1. Διοικούνται από ένα πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για τους υφισταμένους του.
  2. Έχουν ένα σταθερό χαρακτηριστικό έμβλημα, ευδιάκριτο από απόσταση
  3. Φέρουν τα όπλα εμφανώς
  4. Διεξάγουν τις επιχειρήσεις τους σύμφωνα με τους νόμους και τα έθιμα του πολέμου.

Σε χώρες όπου η πολιτοφυλακή ή εθελοντικά σώματα συγκροτούν τον στρατό ή αποτελούν μέρος του, αυτά συμπεριλαμβάνονται στον όρο «στρατός».

Άρθρο 2: Οι κάτοικοι μιας περιοχής που δεν κατέχεται και οι οποίοι, κατά την προσέγγιση του εχθρού, αυθορμήτως λαμβάνουν τα όπλα για να αντισταθούν στα εισβάλλοντα στρατεύματα χωρίς να έχουν χρόνο να οργανωθούν σύμφωνα με το Άρθρο 1, θα θεωρούνται εμπόλεμοι εάν φέρουν τα όπλα εμφανώς και εάν σέβονται τους νόμους και τα έθιμα του πολέμου.

Άρθρο 3: Οι ένοπλες δυνάμεις των εμπολέμων μερών μπορεί να απαρτίζονται από μαχίμους και μη μαχίμους. Σε περίπτωση συλλήψεώς τους από τον εχθρό, και οι δύο κατηγορίες έχουν το δικαίωμα να αντιμετωπίζονται ως αιχμάλωτοι πολέμου.

Οι ορισμοί αυτοί των εμπολέμων είναι οι ισχύοντες κατά τον Β’ ΠΠ και κατά τη διάρκεια της Μάχης της Κρήτης. Όλες ανεξαιρέτως οι λοιπές συνθήκες σχετικά με το Δίκαιο του Πολέμου μέχρι και την έναρξη του Β’ ΠΠ, για τον καθορισμό των εμπολέμων δεν επαναλαμβάνουν απλώς τα τρία αυτά άρθρα, αλλά παραπέμπουν ρητώς στα Άρθρα 1, 2 και 3 της Σύμβασης της Χάγης του 1907.

Το προαναφερθέν άρθρο 2 είναι ΑΚΡΙΒΩΣ η περιγραφή των ατάκτων της Μάχης της Κρήτης. Καμία απαίτηση για περιβραχιόνια, εμβλήματα και λοιπά. Δε χρειάζεται καμία νομική εμβρίθεια για να καταλάβει κανείς τι λέει το κείμενο, το λέει σε πολύ απλή γλώσσα.

Για να προληφθούν πιθανές παρατηρήσεις που θα θολώσουν τα νερά:

α. Η βασική πρόβλεψη περί ανοικτής οπλοφορίας που επαναλαμβάνεται, αφορά το ενδεχόμενο να εμφανιστούν οι πολίτες ως «φιλικοί» σε στρατιώτες του αντιπάλου, και μόλις αυτός επαναπαυθεί, βγάλουν τα όπλα και τον φονεύσουν δολίως. Απ’ όσο γνωρίζω, τέτοιο περιστατικό δεν έχει αναφερθεί κατά τη Μάχη της Κρήτης. Ουδείς Κρης άμαχος μπέρδεψε τους Γερμανούς Αλεξιπτωτιστές ως προς τα αισθήματα του και τις προθέσεις του.

β. Η πρόβλεψη για μη τέλεση εγκλημάτων πολέμου τίθεται διευκρινιστικά και για όλους: το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τα μέλη τακτικού στρατού και πολιτοφυλακής και ατάκτων: έχουν το καθεστώς εμπολέμου «εάν σέβονται τους νόμους και τα έθιμα του πολέμου», δηλαδή όσο δεν κατηγορούνται και δεν καταδικάζονται για (συγκεκριμένο) έγκλημα πολέμου. Και τα μέλη του τακτικού στρατού και της πολιτοφυλακής και των ατάκτων, εφ’ όσον τελούν εγκλήματα πολέμου, χάνουν το προστατευτικό καθεστώς του αιχμαλώτου πολέμου και γίνονται ποινικοί υπόδικοι ή κατάδικοι. Εφ’ όσον υπάρχει υπόνοια για τέλεση εγκλημάτων, ακολουθείται η σχετική ποινική διαδικασία.

γ. Αναφέρεται μερικές φορές από τους Γερμανούς και τους υπερασπιστές τους, ότι η ανωτέρω αναφερθείσα τέταρτη Σύμβαση της Χάγης του 1907 (Hague Convention (IV) on War on Land and its Annexed Regulations, 1907) είχε μεν υπογραφεί τόσο από την Ελλάδα όσο και από τη Γερμανία, δεν είχε όμως κυρωθεί από την Ελλάδα ως όφειλε και προβλεπόταν, κι ως εκ τούτου δεν δέσμευε τη Γερμανική πλευρά. Αυτό είναι ακριβές ως γεγονός αλλά αστείο ώς προς την ουσία του θέματος και αδιάφορο νομικά. Η προαναφερθείσα Σύμβαση της Χάγης του 1907 «Περί του Σεβασμού των Νόμων και των Εθίμων του κατά Ξηράν Πολέμου και το Παράρτημά της» που κυρώθηκε από 38 κράτη και υπεγράφη από 15 κράτη τα οποία τελικώς δεν την κύρωσαν, ήταν η επικαιροποίηση της δεύτερης Σύμβασης της Χάγης του 1899 «Σχετικά με τους Νόμους και τα Έθιμα του κατά Ξηράν Πολέμου». Η Σύμβαση αυτή του 1899 είχε υπογραφεί και κυρωθεί από 51 χώρες, μεταξύ των οποίων η Ελλάς και η Γερμανία. Όσες χώρες δεν είχαν κυρώσει (ή υπογράψει) τη Σύμβαση του 1907, δεσμεύονταν από τη Σύμβαση του 1899 – εφ’ όσον την είχαν κυρώσει. Συνεπώς, ακόμη κι αν κανείς δεχτεί ότι η Γερμανία δεν δεσμευόταν από τη Συνθήκη του 1907 έναντι της Ελλάδος, προφανώς δεσμευόταν από τη Συνθήκη του 1899, που είχαν υπογράψει και κυρώσει και τα δύο μέρη – αλλιώς, ο Ελληνο-γερμανικός πόλεμος θα λάμβανε χώρα εν κενώ δικαίου, και συνεπώς δε θα ίσχυε κανένας κανόνας σε αυτόν, κάτι που βέβαια ούτε οι Γερμανοί δε διανοήθηκαν ποτέ να υποστηρίξουν.

Στη Σύμβαση αυτή της Χάγης του 1899, ο ορισμός των εμπολέμων, που γίνεται στα άρθρα 1, 2 και 3 του Παραρτήματος αυτής, είναι ταυτόσημος και κατά λέξη ίδιος με αυτόν της Χάγης του 1907 και ειδικότερα των άρθρων 1, 2 και 3 του παραρτήματός της.

Απλό το συμπέρασμα: Οι Κρήτες πολίτες που συμμετέχουν στη Μάχη της Κρήτης, το κάνουν σύννομα και σύμφωνα με το τότε ισχύον Δίκαιο του Πολέμου. Η επίκληση «παρατυπίας» σε ότι αφορά τη συμμετοχή τους (περιβραχιόνια, πολιτοφυλακές κλπ) είναι ανυπόστατη και χρησιμοποιείται παραπειστικά για να παράσχει δικαιολόγηση για τέλεση εγκλημάτων πολέμου από τα Γερμανικά στρατεύματα. Κι η Σύμβαση δεσμεύει τη Γερμανία, αφού αυτή έχει υπογράψει τη Σύμβαση της Χάγης. Επιπλέον, η Σύμβαση της Χάγης του 1907 είναι τόσο κεντρική για το Δίκαιο του Πολέμου (για την ακρίβεια: είναι η βασική ρύθμιση για το Δίκαιο εν Πολέμω) που είναι βέβαιο ότι κανένας Γερμανός αξιωματικός δεν αγνοεί τα τρία πρώτα άρθρα της Σύμβασης.

Αν, λοιπόν -για να έρθουμε τώρα στην δεύτερη κατηγορία κατά των Κρητικών- αγνοήσει κανείς τις αναφορές για συμμετοχή πολιτών στη Μάχη ως «λόγο» για τα γερμανικά εγκλήματα, τότε απομένουν οι γερμανικοί ισχυρισμοί περί εγκλημάτων των Κρητών ατάκτων, όπως θανατώσεις και βασανισμοί αιχμαλώτων και παραβιάσεων κανόνων του πολέμου όπως οι ακρωτηριασμοί νεκρών (που συνιστούν περιύβριση μνήμης νεκρού) και η αφαίρεση ειδών από νεκρούς. Κατά τις Γερμανικές Ένοπλες Δυνάμεις, αυτά τα «εγκλήματα» ήταν που προκάλεσαν τις μαζικές εκδικητικές ενέργειες, δηλαδή τις μαζικές και αδιάκριτες εκτελέσεις αμάχων της περιόδου τέλους Μαΐου-αρχών Σεπτεμβρίου 1941, θέση που υιοθετεί και ο Ρίχτερ. Ποια ήταν λοιπόν αυτά τα επανερχόμενα «εγκλήματα» των Κρητών ατάκτων;

Κατά τον Ρίχτερ, οι άτακτοι προέβησαν σε «έκτροπα» σε μαζική κλίμακα και όχι σε μεμονωμένες περιπτώσεις, που οι στοιχειωδώς ασχολούμενοι γνωρίζουν ότι συμβαίνουν αναπόφευκτα σε όλους τους πολέμους. Όμως αυτή η μαζική έκταση του φαινομένου δεν τεκμηριώνεται στο βιβλίο. Η «μαζική κλίμακα» επαναλαμβάνεται ως ισχυρισμός, αλλά δεν παρατίθεται κανένα στοιχείο π.χ. αριθμητικό ή στατιστικό που να την αποδεικνύει, έστω και προσεγγιστικά.

Ο συγγραφέας βασίζει τους ισχυρισμούς του περί «μαζικών εγκλημάτων» των Κρητών ατάκτων σε τρεις από τις τέσσερις γερμανικές στρατιωτικές εκθέσεις για το θέμα των Παραβιάσεων που συντάχθηκαν κατά τη διάρκεια του Β’ ΠΠ. Αφήνοντας προς στιγμήν το εύλογο ερώτημα του κατά πόσον οι γερμανικές εκθέσεις του 1941 μπορούν να θεωρηθούν «αντικειμενικές», θα τις παρουσιάσουμε εν συντομία για να φανούν τα σοβαρά προβλήματα τεκμηρίωσης των γερμανικών ισχυρισμών που υιοθετεί ο Ρίχτερ.

Η πρώτη έκθεση είναι η έκθεση του 11ου Αεροπορικού Σώματος, του Σχηματισμού της Γερμανικής Αεροπορίας που συμμετείχε με τους Αλεξιπτωτιστές στη Μάχη της Κρήτης και που υπεβλήθη ως πόρισμα στις 14 Ιουλίου του 1941. Σημειωτέον ότι οι μαζικές εκτελέσεις Κρητών ως «αντίποινα» είχαν αρχίσει τρεις εβδομάδες νωρίτερα και πριν καν αρχίσουν οι σχετικές έρευνες, όπως θα δούμε, δηλαδή η πρακτική των Αλεξιπτωτιστών ήταν πρώτα να εκτελούν και μετά να ερευνούν.

Αφού ο συγγραφέας αναφέρει πως κατά το πόρισμα της 14ης Ιουλίου «στις εχθροπραξίες είχαν συμμετάσχει αστυνομικοί και πολίτες» ως εάν αυτό να αποτελεί κάποια παραβίαση του Δικαίου του Πολέμου, συνεχίζει: «Ως επί το πλείστον οι πολίτες ήταν αυτοί που δε σεβάστηκαν τους πεσόντες και τους τραυματίες και τους έκλεβαν τα ρούχα. Οι σοροί των Γερμανών στρατιωτών ακρωτηριάζονταν – κομμένα γεννητικά όργανα, βγαλμένα μάτια, κομμένα αυτιά και μύτες, μαχαιριές στο πρόσωπο, στο στέρνο, στην κοιλιά και την πλάτη, τομές στο λάρυγγα και κομμένα χέρια. Στους πιστοποιηθέντες ακρωτηριασμούς επρόκειτο για σκύλευση νεκρού. Σε μεμονωμένες28 περιπτώσεις, τα στοιχεία οδηγούν στο συμπέρασμα ότι και τραυματίες έτυχαν κακομεταχείρισης και βασανίστηκαν μέχρι θανάτου«.

Στην ανωτέρω περικοπή, αναφέρεται κακοποίηση πτωμάτων και ότι «σε μεμονωμένες περιπτώσεις [..] τραυματίες έτυχαν κακομεταχείρισης και βασανίστηκαν μέχρι θανάτου». Ο Ρίχτερ αποφεύγει επιμελώς να δώσει στοιχεία για το πόσες ήταν αυτές οι καταγεγραμμένες από την έρευνα παραβιάσεις, ενώ η σχοινοτενής παράθεση του είδους των τραυμάτων δημιουργεί την εντύπωση (απίθανο η τεχνική αυτή να χρησιμοποιείται «τυχαία» από έναν έμπειρο συγγραφέα) ότι το φαινόμενο έλαβε μεγάλες διαστάσεις. Είναι δύσκολο ο μέσος αναγνώστης να διαβάσει την ανωτέρω αναφορά και να μην νομίσει ότι αναφέρεται σε εκατοντάδες περιστατικά σε όλη την Κρήτη. Καθώς οι περισσότερες από τις δεκαπέντε μονάδες των Γερμανών Αλεξιπτωτιστών, πολλές χωρισμένες σε μικρότερα τμήματα, συνεπλάκησαν με πολλές δεκάδες ομάδες ατάκτων σε όλη την Κρήτη και για πολλές ημέρες, ο συνολικός αριθμός συμπλοκών Γερμανών και ατάκτων ανερχόταν σε πολλές εκατοντάδες. Πλην όμως, η γερμανική έκθεση δηλώνει συγκεκριμένα σε πόσα περιστατικά αναφέρεται – απλώς ο Ρίχτερ ξεχνάει να το πει: από τον Μπήβορ γνωρίζουμε ότι η έκθεση του 11ου Αεροπορικού Σώματος αναφέρει συγκεκριμένα 25 περιστατικά ακρωτηριασμών σε όλο το νησί, «από τα οποία σχεδόν όλα είχαν γίνει σχεδόν με βεβαιότητα -κατά την έκθεση-μεταθανάτια«. Παραθέτοντας την ίδια έκθεση, ο Μπήβορ αναφέρει ρητά αυτό που ο Ρίχτερ γνωρίζει αλλά μάλλον σκόπιμα αποφεύγει να πει και ταυτόχρονα αόριστα διογκώνει: τα εγκλήματα που κατέγραψαν οι Γερμανοί και αποδίδονται στους Κρήτες ατάκτους και με τα οποία «δικαιολογούνται» οι μαζικές εκτελέσεις αμάχων ήταν: λιγότεροι από 25 ακρωτηριασμοί πτωμάτων (ήσσονος σημασίας έγκλημα πολέμου που αντιστοιχεί στην περιύβριση μνήμης νεκρού του ποινικού δικαίου) και «μεμονωμένοι» βασανισμοί τραυματιών. Από το γεγονός ότι οι «βασανισμοί τραυματιών» -για την ακρίβεια: προθανάτιοι ακρωτηριασμοί- ήταν «μεμονωμένοι» επί συνόλου 25 ακρωτηριασμών, δε μπορεί να ήταν πάνω από 3-4 περιπτώσεις.

Φυσικά, εδώ προκύπτει και ένα άλλο ερώτημα, πώς ένας (προθανάτιος) ακρωτηριασμός ενός στρατιώτη που προέρχεται π.χ. από επίθεση με τσεκούρι ή τσάπα που ήταν μερικά από τα κρητικά όπλα είναι «βασανισμός» και όχι νόμιμη επίθεση από ένα μαχητή που δεν διαθέτει άλλο όπλο. Ένας ακρωτηριασμός είναι νόμιμος όταν προέρχεται από βλήμα όλμου ή βόμβα, αλλά «έγκλημα» όταν επέρχεται στο πεδίο της μάχης από σκαπάνη ή πέλεκυ;

Η δεύτερη έκθεση πάνω στην οποία βασίστηκε ο ισχυρισμός του συγγραφέα περί «μαζικών εγκλημάτων» των Κρητών ατάκτων είναι η έκθεση της 12ης Στρατιάς, δηλαδή του μείζονος σχηματισμού του Γερμανικού Στρατού (και όχι της Αεροπορίας στην οποία ανήκαν οι Αλεξιπτωτιστές) που μετείχε στη Μάχη της Κρήτης. Η έκθεση αυτή υπεβλήθη στις 4 Ιουλίου του 1941, δηλαδή δέκα ημέρες πριν από την έκθεση του 11ου Αεροπορικού Σώματος και πολλές μέρες αφού είχαν αρχίσει οι μαζικές εκτελέσεις, και η οποία επικεντρώθηκε στη δράση της 5ης Ορεινής Μεραρχίας. Όπως αναφέρει σχετικά με την έκθεση ο Ρίχτερ, «τα δύο από τα τρία συντάγματα της Μεραρχίας, το 85ο και το 95ο δεν αντιμετώπισαν στους τομείς τους «τέτοιου είδους περιστατικά». Όμως το 1ο Τάγμα του 141ου Ορεινού Συντάγματος ανέφερε ένα μείζον «τέτοιο» (sic) περιστατικό στις 27 Μαΐου. «Την ημέρα εκείνη το τάγμα αναγκάστηκε να υποχωρήσει έπειτα από εχθροπραξίες στη Σούδα και να εγκαταλείψει τους τραυματίες. Την επομένη βρήκαν 124 νεκρούς και κανέναν τραυματία. Πολλοί νεκροί ήταν ακρωτηριασμένοι.» Αμέσως μετά, αναφέρεται ότι «οι Άγγλοι μεταχειρίστηκαν καλά τους αιχμαλώτους. [..] Ένας Άγγλος αξιωματικός σκότωσε έναν πολίτη, επειδή ο τελευταίος ήθελε να κακομεταχειριστεί βίαια κάποιον Γερμανό αιχμάλωτο«.

Στην περικοπή αυτή, είναι εντυπωσιακή η παραπειστική χρήση του λόγου από τον συγγραφέα προκειμένου να δημιουργήσει λανθασμένη εντύπωση χωρίς να πει ευθέως ψέμματα. Ξεκινά λέγοντας ότι τα δύο συντάγματα «δεν αντιμετώπισαν τέτοιου είδους περιστατικά«, δηλαδή, υπονοείται, «εγκλήματα πολέμου από Κρήτες ατάκτους». Το I/141 όμως ανέφερε ένα «τέτοιο» περιστατικό –υπονοείται «έγκλημα Κρητών ατάκτων», αλλά δε λέγεται ρητά. Η μονάδα αυτή αναγκάστηκε να υποχωρήσει και να εγκαταλείψει τους τραυματίες, και την επόμενη μέρα που κατέλαβε την περιοχή, βρήκε 124 νεκρούς και κανέναν τραυματία. Υπονοείται: τους τραυματίες τους σκότωσαν οι Κρήτες άμαχοι. Το υπονοούμενο για την ευθύνη των Κρητικών επιτείνεται προσεκτικά από την φράση που ακολουθεί αμέσως μετά: «Οι Άγγλοι μεταχειρίστηκαν καλά τους αιχμαλώτους» ως αντιδιαστολή μεταξύ των υπονοούμενων Κρητών και των ρητώς αναφερομένων Άγγλων. Παρατηρεί κανείς ότι η ίδια η έκθεση δεν αποδίδει το περιστατικό σε Κρήτες ατάκτους˙ αλλιώς θα το ανέφερε ο Ρίχτερ, ο όποιος όμως επιρρίπτει σε αυτούς την ευθύνη εμμέσως αλλά σαφώς και πολύ προσεκτικά.

Ας δούμε τώρα τα πραγματικά στοιχεία του περιστατικού που ο συγγραφέας δεν αναφέρει. Από την εμπλεκόμενη γερμανική μονάδα, την ημερομηνία καθώς και τα υπόλοιπα στοιχεία, το περιστατικό είναι εύκολα ταυτοποιήσιμο. Πρόκειται για ένα διάσημο περιστατικό της Μάχης της Κρήτης, ιδίως μεταξύ των Αυστραλών και των Νεοζηλανδών: είναι η «Μάχη της 42ας Οδού», νοτίως της Σούδας, περιστατικό που ο ίδιος ο Ρίχτερ περιγράφει στη σελίδα 336 του βιβλίου του ως εξής: «[..]Το 1ο Τάγμα (σ.σ. του 141 Συντάγματος των Ορεινών Κυνηγών) έφθασε γύρω στις 09:00 στο χωριό Κατσιφαριανά και, αφού βγήκε από τους ελαιώνες που βρίσκονταν απέναντι από τη γραμμή άμυνας της 42ας Οδού, την ύπαρξη της οποίας αγνοούσε, κατευθύνθηκε προς βορράν, παράλληλα προς τις αμυντικές θέσεις των Νεοζηλανδών. Αυτοί επιτέθηκαν μαζί με τους Αυστραλούς στους ορεινούς κυνηγούς. Ακολούθησε μια άγρια σύγκρουση, στην οποία διακρίθηκαν προπάντων οι Μαορί. Επρόκειτο κατ’ αρχήν για μία επανάληψη των εχθροπραξιών που είχαν λάβει χώρα στο Γαλατά την 25η Μαΐου, σε μεγαλύτερη όμως κλίμακα. Η αντεπίθεση επέτρεψε στους Νεοζηλανδούς και τους Αυστραλούς να προωθηθούν περίπου 500 μέτρα προς δυσμάς. Η επίθεση ήταν τόσο σφοδρή, ώστε προκάλεσε πανικό σε πολλούς ορεινούς κυνηγούς, οι οποίοι τράπηκαν σε φυγή. Οι απώλειες των επιτιθεμένων ήταν πολύ περιορισμένες, σε αντίθεση με τους 300 νεκρούς των ορεινών κυνηγών. Το 1ο Τάγμα είχε εξολοθρευτεί.«

Η επίσημη ιστορία του Νεοζηλανδικού Στρατού πιστώνει τη νίκη στο 28ο Τάγμα Μαορί, αναφέροντας τα εξής:

«We were openly fired on by Enemy Infantry at close quarters. However, no time was lost in replying with fire and in a few minutes our forward Coys had fixed bayonets and were charging the enemy with full vocal accompaniment[.] [M]any of the enemy after firing for a bit turned and fled, those that stayed were bayonetted; Our men shooting them in the back as they ran.»

Οι Γερμανοί θα κατηγορήσουν τους μετάσχοντες Αυστραλούς και Νεοζηλανδούς για έγκλημα πολέμου στη συγκεκριμένη συμπλοκή29, και συγκεκριμένα ότι: α) όλοι οι τραυματίες που δεν μπόρεσαν να μεταφερθούν από τα υποχωρούντα γερμανικά τμήματα (δηλαδή όλοι οι τραυματίες, αφού τα γερμανικά τμήματα είχαν τραπεί σε άτακτη φυγή) δολοφονήθηκαν και β) πολλά από τα πτώματα που βρέθηκαν την επόμενη μέρα είχαν ακρωτηριαστεί30. Φυσικά, ο συγγραφέας αποφεύγει να περιγράψει τον τρόπο καταδίωξης των Γερμανών από τους Μαορί και να κάνει την παραμικρή αναφορά σε κατηγορίες των Γερμανών εις βάρος των Αυστραλών και των Νεοζηλανδών για έγκλημα πολέμου στη Μάχη της 42ας Οδού, μάλλον γιατί αυτό θα δημιουργούσε πρόβλημα στη θεωρία περί «ιπποτικού πολέμου» μεταξύ των »πολιτισμένων» Γερμανών και Αγγλοσαξόνων.

Μια αμυδρή γεύση του πολεμικού μένους των Αυστραλιανών και Νεοζηλανδικών μονάδων μπορεί να πάρει κανείς ακόμη και σήμερα παρακολουθώντας τον πολεμικό χορό «χάκα» που χόρεψαν στις 20 Μαΐου 2016 τα μέλη των Νεοζηλανδικών Ενόπλων Δυνάμεων επ’ ευκαιρία της επετείου της συγκεκριμένης στην Τσικαλαριά, στον χώρο της Μάχης της 42ας Οδού, ενώ τμήμα των Δυνάμεων Καταδρομών του Ελληνικού Στρατού απέδιδε τιμές31.


Καμία πλευρά, ούτε η γερμανική, ούτε η αυστραλιανή ή η νεοζηλανδική δεν κάνει αναφορά σε εμπλοκή «Κρητών ατάκτων» στη Μάχη της 42ας Οδού, κάτι που ασφαλώς, κανείς που διαβάζει το βιβλίο δεν υποπτεύεται.

Η τρίτη έκθεση στην οποία βασίζει ο συγγραφέας τον ισχυρισμό του περί των υποτιθέμενων «μαζικών εγκλημάτων των Κρητών ατάκτων» είναι Έκθεση των Γερμανικών Ενόπλων Δυνάμεων και ειδικότερα της Υπηρεσίας Ερευνών για Παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου η οποία υπεβλήθη τον Ιούλιο του 1941, και η οποία επανεκδόθηκε, πιθανότατα όχι με απόλυτη πιστότητα, από το Γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών το 1942 ως «Λευκή Βίβλος». Στην έκθεση αυτή κατά τον Ρίχτερ αναφέρεται ότι «οι συμμετέχοντες στις εχθροπραξίες αντάρτες της Κρήτης δε σεβάστηκαν ούτε κατ’ ελάχιστον τους νόμους και τους κανόνες του πολέμου ξηράς, αλλά προέβησαν σε πράξεις πρωτόγνωρης ωμότητας εις βάρος ανυπεράσπιστων και σε ακρωτηριασμούς νεκρών«. Και πάλι, καμία αναφορά σε μια ποσοτική εκτίμηση του πόσες (και ποιες) ήταν οι «πράξεις πρωτόγνωρης ωμότητας» και πόσοι οι ακρωτηριασμοί νεκρών, ώστε να υποστηριχθεί η άποψη Ρίχτερ ότι το φαινόμενο ήταν συστηματικό.

Περιέργως, το βασικό βιβλίο που έχει εκδοθεί σχετικά με το έργο αυτής της «Υπηρεσίας Ερευνών για Παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου»32 αποδίδει το συμπέρασμα της εκθέσεως αυτής διαφορετικά: «Βρετανοί και Έλληνες στρατιώτες καθώς και οι κάτοικοι ενδεχομένως να είναι όλοι ένοχοι.» [..] Πολλοί αλεξιπτωτιστές υπέστησαν απάνθρωπη μεταχείριση ή ακρωτηριάστηκαν. Έλληνες πολίτες συμμετείχαν στις μάχες ως άτακτοι«.33 Όπως φαίνεται, το βιβλίο του Ντε Ζάγιας δίνει διαφορετική εικόνα για τους υπευθύνους «εγκλημάτων» της γερμανικής Υπηρεσίας Ερευνών από αυτήν που μεταφέρει ο Ρίχτερ. Επιπλέον, τουλάχιστον η γερμανική Λευκή Βίβλος του 1942 αναφέρει ότι «οι Μαορί φορούσαν αλυσίδες από κομμένα αυτιά. Λέγεται ότι κάποιοι άλλοι είχαν στολίσει με αυτά το φορτηγό τους.» Το σχόλιο του συγγραφέως επί του θέματος αυτού είναι ότι: «Οι εκθέσεις αυτές (σ.σ. για τους Μαορί) προφανώς εξυπηρετούσαν τον μηχανισμό προπαγάνδας του τρόμου.» Ό,τι λοιπόν είναι προφανές για τους Μαορί, δεν είναι προφανές για τους Κρήτες ατάκτους.

Η τέταρτη έκθεση γερμανικής προελεύσεως σχετικά με τα «εγκλήματα των Κρητών ατάκτων» αποδίδεται, με χαρακτηριστική ασάφεια, στον συντάκτη Χέλμουτ Ούνγκερ (Hellmuth Unger). Αν και προφανώς η έκθεση δεν είναι ιδιωτική, είναι ασαφές για λογαριασμό ποιας υπηρεσίας συνετάχθη η έκθεση αυτή, καθώς δεν αναφέρεται υπηρεσία ενώ ο ίδιος ο Unger ήταν γιατρός, μέλος του ναζιστικού κόμματος και εκπρόσωπος τύπου της Υπηρεσίας Φυλετικών Διακρίσεων του κόμματος. Υπάρχουν δύο ενδείξεις για την προέλευση της εκθέσεως αυτής: Η μεν πρώτη είναι ότι εντολέας της εκθέσεως, ή τουλάχιστον της συλλογής στοιχείων από τον Ούνγκερ, ήταν ο Στρατάρχης της Γερμανικής Αεροπορίας Έρχαρντ Μιλχ (Erhard Milch). Ο Μιλχ κατά την περίοδο εκείνη ήταν Γενικός Επιθεωρητής της Αεροπορίας, και συχνά αντικαθιστούσε τον Γκαίριγκ στα καθήκοντά του επικεφαλής της Γερμ. Αεροπορίας. Επιπλέον, για τα συμπεράσματα της έκθεσης, ο Ρίχτερ στις σημειώσεις του βιβλίου παραπέμπει σε επιστολή του Ούνγκερ της 19ης Ιουνίου προς τον Επιθεωρητή Υγειονομικού της Γερμ. Αεροπορίας. Έτσι, μπορεί να συναγάγει κανείς ότι η έκθεση Ούνγκερ αποτελούσε πιθανότατα την έκθεση της Γερμανικής Αεροπορίας σχετικά με το ζήτημα των «εγκλημάτων» της Κρήτης.

Καθώς τα συμπεράσματα της έκθεσης αυτής είναι ελάχιστα βολικά για τον συγγραφέα, το άγχος του να την υποβαθμίσει είναι καταφανές. Αρχικά ο συγγραφέας μας πληροφορεί ότι συντάκτης της έκθεσης είναι «κάποιος δρ. Hellmuth Unger«. Περιέργως, αν και ο Ούνγκερ δεν είναι λιγότερο γνωστός από γερμανούς δικαστές που αναφέρει ο Ρίχτερ όπως τον ταγματάρχη Μποκ, τον στρατοδίκη Ρούντελ ή τον στρατοδίκη Σουλτς, είναι ο μόνος που εισάγεται υποτιμητικά ως «κάποιος δρ. Ούνγκερ» και όχι ως «ο δρ. Ούνγκερ«. Βέβαια, μια απλή έρευνα σε βιογραφικές πληροφορίες δείχνει ότι ο Ούνγκερ, καλώς ή κακώς, ήταν σαφώς πιο γνωστό πρόσωπο του Β’ ΠΠ από τους προαναφερθέντες. Ο συγγραφέας εν συνεχεία σπεύδει να μας πληροφορήσει για τη συμμετοχή και τη θέση του Ούνγκερ στο Ναζιστικό Κόμμα, σε μια προφανή προσπάθεια να υποσκάψει το κύρος του «άβολου» μάρτυρα. Αναρωτιέται κανείς αν οι υπόλοιποι Γερμανοί εμπλεκόμενοι στη Μάχη και τις έρευνες που έχουν προαναφερθεί δεν έχουν καμία σχέση με το ναζιστικό κόμμα (πράγμα που με τα δεδομένα του 1941, θα ήταν αξιοσημείωτο, ειδικά για τη Γερμανική Αεροπορία), ή αν απλά μόνον για τον Ούνγκερ έγινε η σχετική ρητή αναφορά. Κυρίως όμως, αναρωτιέται κανείς γιατί, εν προκειμένω, η συμμετοχή στο ναζιστικό κόμμα είναι επιβαρυντικό στοιχείο για τη μαρτυρία του Ούνγκερ. Στην πραγματικότητα, ακριβώς το γεγονός ότι ο Ούνγκερ είναι στρατευμένος ναζί, είναι από τα στοιχεία που προσδίδουν μεγαλύτερη αξιοπιστία στην έκθεσή του: ο ναζί Ούνγκερ θα είχε έναν λόγο περισσότερον από τον μέσο ερευνητή να είναι εχθρικός προς τους «αμφιβόλου» φυλετικής ποιότητας Έλληνες (και δη άξεστους Κρήτες χωρικούς).

Παρ’ όλα αυτά ο ναζί Ούνγκερ αμφισβητεί τις κατηγορίες κατά των Κρητών μετά το ταξείδι του στην Κρήτη, αναφέροντας στον Μιλχ ότι τα περί εγκλημάτων κατά των Γερμανών ήταν «υπερβολές μερικών δημοσιογράφων»34 και τα ασυνήθη πλήγματα κατά των αλεξιπτωτιστών οφείλονταν απλώς στα ασυνήθη όπλα (γεωργικά εργαλεία) που είχαν αρχικά οι Κρήτες. Ο Ρίχτερ, λες και αυτή η αμφισβήτηση του Ούνγκερ ήταν ντε φάκτο ύποπτη, γράφει ότι αδυνατεί να προσδιορίσει «τα πραγματικά κίνητρά του» για την αθώωση των Κρητών – «τα πραγματικά κίνητρα παραμένουν άγνωστα«. Ενδεχομένως κρίνοντας εξ ιδίων τα αλλότρια, ο συγγραφέας αδυνατεί να πιστέψει ότι ο Ούνγκερ δεν είχε κάποιο βαθύτερο κίνητρο αλλά απλώς ήρθε στην Κρήτη, ερεύνησε τις καταγγελίες και διαπίστωσε ότι δεν ευσταθούν. Παρ’ όλα αυτά, ο Ρίχτερ επιμένει στην ύπαρξη δόλιων κινήτρων και προτείνει δυο πιθανούς λόγους για τα συμπεράσματα του Ούνγκερ. Ο πρώτος πιθανός λόγος είναι ότι «οι επιθυμίες του ήταν επιφανειακές και εσφαλμένες, καθώς δε μίλησε με τους σωστούς ανθρώπους» και «δεν αντιλήφθηκε την έκταση που πήραν τα έκτροπα«. Το πώς ένας εντεταλμένος του Γενικού Επιθεωρητή (και ντε φάκτο Νο 2 της Γερμανικής Αεροπορίας) και μέλος του πολιτικού καθεστώτος, δε μπορεί να «μιλήσει με τους σωστούς ανθρώπους» για ένα θέμα που ο συγγραφέας ισχυρίζεται ότι είχε πάρει μαζική έκταση, είναι αξιοθαύμαστο. Ο Ούνγκερ έπρεπε να αναζητήσει μάρτυρες σε δύο αποδεκατισμένες μεραρχίες στην Κρήτη, όχι σε… τρεις Ομάδες Στρατιών στο Ανατολικό Μέτωπο, ενώ μάλιστα διεξάγονταν στο Νησί και άλλες τέτοιες έρευνες. Ο Ούνγκερ μάλλον πράγματι δε «μίλησε με τους σωστούς ανθρώπους«, δηλαδή πιθανόν δεν του «εξήγησε» ο Στούντεντ και ορισμένοι αλεξιπτωτιστές τι όφειλε να γράψει στην έκθεσή του, μιας και δεν ήταν υφιστάμενος του Στούντεντ.

Ο δεύτερος λόγος που προτείνει ο Ρίχτερ ως κίνητρο για το πόρισμα του Ούνγκερ είναι ότι «ενδεχομένως προσπάθησε να συγκαλύψει τα έκτροπα προκειμένου να αποτρέψει τις αρνητικές αντιδράσεις της κοινής γνώμης«. Όμως, οι τυχόν αρνητικές αντιδράσεις της κοινής γνώμης θα ήταν μέλημα του Χίτλερ ή του Γκαίμπελς, δηλαδή των καθ’ ύλην αρμοδίων, αλλά δεν προκύπτει από κάπου ότι απασχόλησαν τον εντολέα του Ούνγκερ, δηλαδή τον Μιλχ -που ήταν Στρατάρχης της Γερμανικής Αεροπορίας.

Με απλά λόγια: ο συγγραφέας, παρ’ όλο που έχει την έκθεση του Ούνγκερ στα χέρια του, δεν είναι σε θέση να αντιπαραθέσει ούτε ένα επιχείρημα επί της ουσίας της. Μάλιστα, αποφεύγεται να σχολιαστεί το γεγονός ότι ο Ούνγκερ, ως γιατρός και απευθυνόμενος στον Επιθεωρητή Υγειονομικού είναι σε κατάλληλη θέση να αξιολογήσει τους αναφερόμενους ακρωτηριασμούς, και πράγματι τους αποδίδει σε «ασυνήθιστα όπλα» –δηλαδή σε γεωργικά εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν κατά την περίοδο της Μάχης35.

Αφού εξετάστηκαν οι εκθέσεις κατά μόνας, έχει ενδιαφέρον να εξεταστεί συνολικά το θέμα των «κρητικών εγκλημάτων» που επικαλείται ο συγγραφέας.

Κατ’ αρχάς, είναι εντυπωσιακό ότι ο συγγραφέας για να αποδείξει την τέλεση «εγκλημάτων των Κρητών ατάκτων», επικαλείται αποκλειστικά εκθέσεις που έχει συντάξει το ένα από τα δύο αντίπαλα μέρη μιας πολεμικής συρράξεως και με τα οποία κατηγορεί τον αντίπαλό του. Ο Ρίχτερ δεν θέτει καθόλου το προφανές ζήτημα της αντικειμενικότητας που τίθεται: Από πότε ο κατήγορος είναι αξιόπιστος ως δικαστής; Υπό ποία έννοια οι αναφορές των γερμανών κατακτητών είναι «αξιόπιστες» ως κύρια ιστορική πηγή επί των πράξεών τους;

Η στοιχειώδης εντιμότητα υπαγορεύει ότι βαρύνοντα λόγο σε τέτοια περίσταση θα έπαιζε η διερεύνηση από κάποιο τρίτο, κατά τεκμήριο ουδέτερο μέρος, όμως καμία τέτοια διερεύνηση δεν έγινε ποτέ. Είναι ενδεικτικό ότι για τη γνωστή σφαγή του Δάσους του Κατύν, για την οποία οι Γερμανοί ήθελαν αξιόπιστα να αποδείξουν στον κόσμο ότι την είχαν διαπράξει οι Σοβιετικοί, είχαν καλέσει επιτροπή εμπειρογνωμόνων του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού για να διερευνήσει το έγκλημα και να εξετάσει τα (ήδη δύο ετών) πτώματα. Πιθανόν, στην περίπτωση της Κρήτης ήταν λιγότερο σίγουροι για τα πορίσματα μιας τέτοιας Επιτροπής. Επιπλέον και σε κάθε περίπτωση, το βασικό συγγραφικό καθήκον ενός ιστορικού συγγραφέα θα επέβαλε να γίνει μνεία και των αντιστοίχων εκθέσεων του ετέρου αντιπάλου, δηλαδή της Ελληνικής πλευράς. Τέτοια όμως μνεία δε γίνεται, παρ’ όλο που αντίστοιχη έκθεση υπάρχει (περί αυτής εν συνεχεία). Ο Ρίχτερ όχι απλώς δεν την παραθέτει κατ’ αντιστοιχία με τις γερμανικές αλλά ούτε καν την μνημονεύει. Αναρωτιέται κανείς συνολικά με ποιο κριτήριο ο Ρίχτερ θεωρεί πιο αξιόπιστες τις γερμανικές εκθέσεις και αναφορές του 1941 από τις ελληνικές.

Το δεύτερο στοιχείο, που είναι αξιοσημείωτο, είναι ότι όλη η αναφορά του Ρίχτερ στις γερμανικές εκθέσεις είναι όπως περιγράψαμε παραπειστική. Στην αναφορά του 11ου Αεροπορικού Σώματος (Αλεξιπτωτιστές), με μεθόδους που προσιδιάζουν περισσότερο σε ταμπλόιντ,36 παραθέτει το γλαφυρό κομμάτι με την περιγραφή των μεταθανάτιων τραυμάτων ενώ αποφεύγεται η -απογοητευτική για τον στόχο της δικαιολόγησης των γερμανικών εγκλημάτων- παρουσίαση συγκεκριμένων ποσοτικών στοιχείων που περιέχει η έκθεση. Στην αναφορά της 12ης Στρατιάς που δεν επιβαρύνει κατά τίποτα τους Κρήτες ατάκτους, ο συγγραφέας «φορτώνει» πλαγίως αλλά σαφώς ένα «έγκλημα» στους Κρήτες ατάκτους, παρ’ όλο που στην μάχη της 42ας Οδού οι Γερμανοί αντιμετώπισαν Νεοζηλανδούς και Αυστραλούς και παρ’ όλο που κανένα από τα εμπλεκόμενα μέρη δεν αναφέρει τίποτα για εμπλοκή Κρητών ατάκτων. Στην έκθεση επίσης της Ειδικής Υπηρεσίας των Γερμανικών Ενόπλων Δυνάμεων αποκρύπτει τα -προφανώς πενιχρά- ποσοτικά στοιχεία της έκθεσης και πιθανότατα ότι η έκθεση κατηγορεί γενικά όλους τους αντιπάλους των Γερμανών για εγκλήματα πολέμου. Τέλος, η έκθεση Ούνγκερ της Γερμανικής Αεροπορίας που είναι ρητώς και ευθέως αντίθετη με τους ισχυρισμούς των αλεξιπτωτιστών και του Ρίχτερ, επιχειρεί να την αποδυναμώσει με πρόχειρο τρόπο, χωρίς να αντιπαραθέτει ούτε ένα συγκεκριμένο επιχείρημα.

Το τρίτο σημείο που κάνει εντύπωση ως προς τo τρόπο που ο Ρίχτερ ασχολείται με τα υποτιθέμενα κρητικά εγκλήματα είναι η προσπάθειά του να αναζητήσει τα «αίτια» με βάση…. πολιτισμικά στοιχεία. Κατά τον συγγραφέα οι Κρήτες άτακτοι ακρωτηρίαζαν συστηματικά τους νεκρούς Γερμανούς και σκότωναν τους τραυματίες λόγω μιας «αρχαίας κρητικής παράδοσης της περιφρόνησης του θανάτου» που δεν εξηγεί περαιτέρω. Στην πραγματικότητα η μόνη σχετική κρητική παράδοση είναι η γενναιότητα στο πεδίο της μάχης, την οποία επισημαίνουν και οι πιο έγκυροι συγγραφείς της Μάχης. Επειδή ο συγγραφέας εκφράζεται γενικότερα με υποτιμητικό τρόπο για τον τρόπο που πολεμούσαν οι Κρητικοί (»πόλεμος στην πιο άγρια και πρωτόγονη μορφή του») πρέπει να διευκρινιστεί:

  1. Από ιστορικής απόψεως, δεν είναι γνωστή καμία ιδιαίτερη κρητική πρακτική κακοποίησης των πτωμάτων των νεκρών -πλην ίσως του διαδεδομένου σε όλη την Ανατολική Μεσόγειο (και όχι μόνον) αποκεφαλισμού. Π.χ. ουδέποτε υπήρξε στην Κρήτη κάποια συνήθεια, συμβολικής μάλιστα σημασίας, όπως εξόρυξη των οφθαλμών των νεκρών αντιπάλων ή απότμηση των μελών. Αλλά στην Κρήτη δεν αναφέρονται αποκεφαλισμοί.
  2. Από ανθρωπολογικής-πολιτισμικής απόψεως, η σύνδεση της βεβήλωσης του πτώματος του νεκρού αντιπάλου με κάποια «περιφρόνηση θανάτου» δεν είναι απλώς επιστημονικά ανυπόστατη αλλά στερείται παντελώς νοήματος.
  3. Ο συγγραφέας αρνείται να αποδεχθεί το προφανές – που το επισήμανε το 1941 και ο Χ. Ούνγκερ στην έκθεσή του προς τη Γερμανική Αεροπορία: όταν σε καταστάσεις ζωής και θανάτου κάποιος επιτίθεται σε έναν αντίπαλο με φτυάρι, με δρεπάνι, με αξίνα ή με οποιοδήποτε από τα αγροτικά εργαλεία με τα οποία ήταν εξοπλισμένοι αρχικά οι περισσότεροι Κρήτες άμαχοι, τότε τα τραύματα που προκαλεί στον αντίπαλο δεν είναι καθόλου «πολιτισμένα» όπως αυτά που προκαλεί μια σφαίρα: τα τραύματα των αγροτικών εργαλείων είναι άγρια, τρομακτικά – και καθ’ όλα νόμιμα. Όσο νόμιμα και τρομακτικά ήταν και αυτά που προκαλούσαν στους μαχητές και αμάχους οι γερμανικές βόμβες και βλήματα όταν εκρήγνυντο δίπλα τους.

Με τη νοοτροπία αυτή, δεν είναι περίεργο το ότι ο Ρίχτερ δεν βρήκε πηγές για να σημειώσει περιστατικά περίθαλψης Γερμανών τραυματιών αλεξιπτωτιστών από Κρήτες παρ’ όλο που οι τελευταίοι δεν διέθεταν υγειονομικούς σχηματισμούς και γενικά Διοικητική Μέριμνα. Ο λοχίας G. Pohlig (2ο Τάγμα/1ο Σύνταγμα) που πολέμησε έξω από το Ηράκλειο ανέφερε37 μεταπολεμικά πως πολλοί τραυματίες της μονάδας του μεταφέρθηκαν και προφυλάχθηκαν σε σπηλιές όπου διαβιούσε ο σκληρά δοκιμαζόμενος πληθυσμός της περιοχής που βομβαρδιζόταν άγρια από την Γερμανική Αεροπορία. Τον ίδιο πολιτισμό μοιράζονταν με τους ατάκτους, συγγενείς τους ήταν.

Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι είναι εύκολο να συναγάγει κανείς τον λόγο για τον οποίον οι Γερμανοί ήταν τόσο επιθετικοί και εκδικητικοί προς τους Κρήτες ατάκτους. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι πλέον επιθετικοί τόσο στις κατηγορίες όσο και στα αντίποινα είναι οι Αλεξιπτωτιστές. Οι Αλεξιπτωτιστές είναι αυτοί που λόγω της διασποράς τους κατά τις πρώτες ημέρες είναι εκτεθειμένοι στον εκνευρισμό και τον φόβο που συνήθως προκαλεί στα τακτικά στρατεύματα η δράση ατάκτων που ξέρουν άριστα το πεδίο και δρουν συνήθως αιφνιδιαστικά.38 Επιπλέον στις συγκρούσεις των πρώτων ημερών στη Μάχη της Κρήτης, οι απώλειές των αλεξιπτωτιστών-μέρος των οποίων οφείλεται στους Κρήτες ατάκτους-ήταν βαρύτατες ενώ οι πρώτοι απέτυχαν στις μάχες που έδωσαν, πλην ενός τομέα, του Μάλεμε, όπου οι Νεοζηλανδοί έκαναν τραγικά λάθη. Η επίθεση λοιπόν των αλεξιπτωτιστών την 20η Μαΐου στην Κρήτη γενικά απέτυχε και την λύση για τους Γερμανούς έδωσαν τα μεγάλα λάθη των Νεοζηλανδών στο Μάλεμε και οι δυνάμεις της 5ης Ορεινής Μεραρχίας που ακολούθησαν. Το μένος των Αλεξιπτωτιστών στρέφεται εναντίον των Κρητών ατάκτων. Είναι ο παράγοντας που όχι μόνο δεν περίμεναν οι αλλά αντιθέτως είχαν προβλέψει ότι θα ήταν ουδέτεροι ή ευμενείς39 έναντι τους. Η συμμετοχή των πολιτών σε μάχη ήταν επίσης ακατανόητη για τις γερμανικές αντιλήψεις και οι μέθοδοι μάχης τους σχετικά ανορθόδοξοι˙κατά τον Μπήβορ οι Γερμανοί «φοβόνταν και απεχθάνονταν» τους Κρήτες ατάκτους. Επιπλέον οι Γερμανοί δεν είχαν να φοβηθούν αντίποινα από τους Κρήτες. Οι Κρήτες ήταν το εύκολο θύμα για να πληρώσει τις βαρύτατες απώλειες και την αποτυχία στις πρώτες μάχες των Γερμανών αλεξιπτωτιστών, ιδανικός αποδιοπομπαίος τράγος.

Η πλέον επιθετική διοικητική ενέργεια είναι η διαβόητη διαταγή του αντιπτεράρχου Στούντεντ την 31η Μαΐου για την καταστροφή χωριών και την εξόντωση πληθυσμού, παρόλο που η Μάχη είχε τελειώσει. Ο Στούντεντ είχε τους λόγους του να είναι τόσο επιθετικός. Ήταν αυτός που τον Απρίλιο του 1941 πίεσε και τελικά έπεισε τον Χίτλερ για την κατάληψη της Κρήτης, και μάλιστα κυρίως από αερομεταφερόμενες δυνάμεις, παρά την αρχική δυσπιστία του Χίτλερ. Ο Στούντεντ ήταν επίσης αυτός που υπέπεσε σε σοβαρά σχεδιαστικά λάθη με την πολυδιάσπαση των ρίψεων και των προσπαθειών των αλεξιπτωτιστών, σε αντίθεση με τη γερμανική έντονη πεποίθηση περί «Schwerpunkt» και τη γενική αρχή της συγκέντρωσης και οικονομίας δυνάμεων. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι ο Στούντεντ αρχικά επιθυμούσε τη διεξαγωγή της επιχείρησης χωρίς προπαρασκευαστικούς βομβαρδισμούς και χωρίς… εγγύς αεροπορική υποστήριξη – σημείο στο οποίο όμως επέμεινε ο αντιπτέραρχος Ρίχτχόφεν, επί κεφαλής του 8ου Αεροπορικού Σώματος που υποστήριξε την επιχείρηση. Με άλλα λόγια, είναι εύκολο να συναγάγει κανείς ότι ο Στούντεντ είχε υποτιμήσει δραματικά τη δυσκολία της επιχείρησης και ήταν υπεύθυνος τόσο για τις πολύ υψηλές απώλειες των αλεξιπτωτιστών όσο και για την παρ’ ολίγον αποτυχία της επιχειρήσεως. Ο ίδιος γράφει δέκα χρόνια αργότερα:

«Η Κρήτη φέρνει πικρές αναμνήσεις. Έκανα λανθασμένο υπολογισμό όταν πρότεινα την επίθεση, και τα λάθη μου προκάλεσαν όχι μόνον τον θάνατο πάρα πολλών αλεξιπτωτιστών, αλλά μακροπρόθεσμα οδήγησαν στον θάνατο του Γερμανικού αερομεταφερόμενου Όπλου που είχα δημιουργήσει.«40

Ο Κουρτ Στούντεντ στην Κρήτη, πιθανότατα την 25η Μαΐου, εν μέσω αλεξιπτωτιστών . Αν και η Μάχη φαινόταν πια ότι θα κερδηθεί, η κακή διάθεση είναι φανερή. Όταν ο Στούντεντ έφτασε στην Κρήτη »φαινόταν γερασμένος», προφανώς λόγω των ευθυνών και των λαθών του, ενώ δεν συμμετείχε στην διοίκηση των επιχειρήσεων μετά τις 23 Μαΐου. Ωστόσο μόλις τελείωσε η Μάχη βρήκε όσο »κουράγιο» χρειαζόταν για να εκδώσει μια εκδικητική διαταγή εξόντωσης όσων Κρητών αντιστάθηκαν.

Ο Κουρτ Στούντεντ στην Κρήτη, πιθανότατα την 25η Μαΐου, εν μέσω αλεξιπτωτιστών . Αν και η Μάχη φαινόταν πια ότι θα κερδηθεί, η κακή διάθεση είναι φανερή. Όταν ο Στούντεντ έφτασε στην Κρήτη »φαινόταν γερασμένος», προφανώς λόγω των ευθυνών και των λαθών του, ενώ δεν συμμετείχε στην διοίκηση των επιχειρήσεων μετά τις 23 Μαΐου. Ωστόσο μόλις τελείωσε η Μάχη βρήκε όσο »κουράγιο» χρειαζόταν για να εκδώσει μια εκδικητική διαταγή εξόντωσης όσων Κρητών αντιστάθηκαν.

Εύλογα υποπτεύεται κανείς ότι ο Στούντεντ αναζητούσε κάποιο εξιλαστήριο θύμα για το πάθημα και τη διαφαινόμενη ευθύνη του, κι αυτό το βρήκε βολικότατα στους «Κρήτες αμάχους». Παρά τις πολλαπλές διαπιστωμένες παραβιάσεις των κανόνων από τα στρατεύματα της Κοινοπολιτείας, όπως εκτέθηκαν στο Σημείο 4, για λόγους «πολιτιστικούς» (για την ακρίβεια: ρατσιστικούς) αλλά και για λόγους συμφέροντος, οι παραβιάσεις Συνθηκών ήταν πολύ ευκολότερο να αποδοθούν στους… εξωτικούς Κρήτες άτακτους που πολεμούσαν »πρωτόγονα και άγρια» όπως λέει ο Ρίχτερ, παρά στους αγγλοσάξονες «εξαδέλφους» με τους οποίους άλλωστε ο πόλεμος συνεχιζόταν. Επιπλέον, όταν διεξάγει έρευνα το 11ο Αεροπορικό Σώμα (δηλαδή αυτό του οποίου προΐσταται ο ίδιος ο Στούντεντ) σχετικά με τα «εγκλήματα των Κρητών ατάκτων», και υποβάλλει την έκθεσή του στις 14 Ιουλίου, τα γερμανικά εγκλήματα «εξιλασμού» λαμβάνουν ήδη χώρα επί ενάμιση μήνα. Θα ήταν εξαιρετικά… άβολο για τον Στούντεντ και τους αλεξιπτωτιστές του να διαπιστωθεί κατόπιν εορτής ότι δεν είχαν σημειωθεί σοβαρές παραβάσεις του Δικαίου του Πολέμου. Εξ ου η μεταγενέστερη παραδοχή του Σμηνάρχου Μπρόιερ (Bruno Bräuer), επικεφαλής του 1ου Συντάγματος Αλεξιπτωτιστών κατά τη Μάχη της Κρήτης, ότι οι ιστορίες για τους ακρωτηριασμούς στη Μάχη διογκώθηκαν, ενώ κατά τον Μπήβορ ο Μπρόιερ επίσης χλεύασε τις κατηγορίες περί βασανισμών.

O Στούντεντ (αριστερά) στην Κρήτη, ίσως στα Χανιά. Ήταν ο επίμονος εισηγητής της επίθεσης εναντίον της Κρήτης που δεν προβλεπόταν αρχικά στα γερμανικά σχέδια και ήταν αυτός που διέταξε σκληρά μέτρα εκδίκησης κατά του πληθυσμού αμέσως μετά την μάχη. Για τις πράξεις του αυτές, που κόστισαν τόσες απώλειες αθώων, δεν λογοδότησε ποτέ.

O Στούντεντ (αριστερά) στην Κρήτη, ίσως στα Χανιά. Ήταν ο επίμονος εισηγητής της επίθεσης εναντίον της Κρήτης που δεν προβλεπόταν αρχικά στα γερμανικά σχέδια και ήταν αυτός που διέταξε σκληρά μέτρα εκδίκησης κατά του πληθυσμού αμέσως μετά την μάχη. Για τις πράξεις του αυτές, που κόστισαν τόσες απώλειες αθώων, δεν λογοδότησε ποτέ.

Τέλος, ως προς την μέθοδο με την οποία ερευνά το ζήτημα ο Ρίχτερ, δε μπορεί κανείς παρά να δεχτεί ότι εφ’ όσον παρατίθεται η άποψη της μίας πλευράς για το επίδικο ζήτημα, θα ήταν λογικό να παρατεθεί και η άποψη της άλλης πλευράς. Ο συγγραφέας, περιέργως, αμελεί να παραθέσει την άποψη των Ελλήνων επί του θέματος, και όχι γιατί αυτή δεν υφίσταται. Όπως υπήρξαν επίσημες γερμανικές εκθέσεις για το τι συνέβη κατά τη διάρκεια της Μάχης της Κρήτης, υπήρξαν και από ελληνικής πλευράς. Στο σημείο αυτό θα αναφερθεί η έκθεση που σχετίζεται με τους ισχυρισμούς του συγγραφέα περί «εγκλημάτων πολέμου» των πολιτών. Πρόκειται για την «Κεντρική Επιτροπή Διαπιστώσεως Ωμοτητών εν Κρήτη» που συνέταξε επιτροπή που συνεστήθη για τον σκοπό αυτόν στις 17/6/1945 κατόπιν ειδικής εντολής (ΑΠ: 11159) του Προέδρου της Κυβερνήσεως αντιναυάρχου Π. Βούλγαρη, γνωστού μετριοπαθούς πολιτικού, και η οποία αποτελούταν από τους καθηγητές πανεπιστημίου Ιωάννη Καλλιτσουνάκη και Ιωάννη Κακριδή, καθώς και από τον λογοτέχνη Νικόλαο Καζαντζάκη. Σημειώνεται ότι τόσο ο Καλλιτσουνάκης όσο και ο Κακριδής ήταν διακεκριμένοι φιλόλογοι με μακρές σπουδές και στενές σχέσεις με τη Γερμανία και τα πλέον διακεκριμένα πανεπιστήμιά της – συνεπώς δεν υφίσταται υποψία «αντιγερμανικού» πνεύματος στα δύο αυτά μέλη. Ο Νικόλαος Καζαντζάκης είναι ο γνωστός συγγραφέας. Η έκθεση συντάχθηκε κατόπιν περιηγήσεως σαράντα (40) ημερών σε όλο το νησί, κατά τη διάρκεια της οποίας οι συντάκτες της ακολούθησαν συγκεκριμένη μεθοδολογία και συνομίλησαν με πολλές εκατοντάδες αυτόπτεις μάρτυρες.

Αξίζει να παρατεθεί η σχετική με το θέμα μας αναφορά της εκθέσεως αυτούσια:

«Το διαδοθέν εξ άλλου υπό της γερμανικής προπαγάνδας, προφανώς προς κάλυψιν των ιδίων των ωμοτήτων, ότι οι Κρήτες προέβησαν εις ακρωτηρισμούς Γερμανών Αλεξιπτωτιστών, είναι ανάξιον αναιρέσεως. Είναι αληθές ότι ο πόλεμος εξαγριώνει τον άνθρωπον και ότι οι Κρήτες συναισθανόμενοι το άδικον της κατ’ αυτών επιθέσεως δεν θα ήταν ανεξήγητον, αν προέβαιναν εις παρομοίας ενεργείας˙ όπως εν τούτοις εβεβαιώθημεν, καμμία τοιαύτη ακρωτηρίασις41 δεν έγινε από Κρήτας.»

Αναρωτιέται τώρα κανείς, τι ακριβώς καθιστά τους καθηγητές Καλλιτσουνάκη και Κακριδή λιγότερο αξιόπιστους από «κάποιον» ταγματάρχη Σουλτς και «κάποιον» στρατοδίκη Ρούντελ που παραθέτει το βιβλίο, και επίσης γιατί ο Ρίχτερ δεν παρουσιάζει αντίστοιχα την ελληνική θέση στο ζήτημα.



Πηγή και ολόκληρη η εργασία στο ιστολόγιο: Βελισάριος

  1. Οι «αβοήθητοι» είναι έκφραση του Ρίχτερ για μερικούς αλεξιπτωτιστές, αλλά την -υπονοείται αμφίβολης ηθικής- εξόντωσή τους, αποδίδει μόνο στους «άγριους», όπως τους χαρακτηρίζει, Κρήτες ατάκτους.
  2. Ο Μπήβορ από τον οποίο προέρχεται η πληροφορία δεν διευκρινίζει ποιοι Bρετανοί διέσπειραν αυτή την επιβαρυντική εκδοχή. Μπορεί να υποτεθεί ότι προέρχεται από μαρτυρίες Bρετανών ναυτικών.
  3. Από την Επίσημη Νεοζηλανδική Ιστορία της περιόδου.
  4. Αντιναυάρχου Δ. Φωκά «Έκθεσις επί της Δράσεως του Β. Ναυτικού 1940-1944».
  5. Καμιά αναφορά π.χ. δεν κάνει στις προηγηθείσες και επανειλημμένες παραβιάσεις Συνθηκών των γερμανών χειριστών του 8ου Αεροπορικού Σώματος εναντίον ελληνικών και βρετανικών νοσοκομειακών πλοίων, παραβιάσεις που προηγήθηκαν της Μάχης, παρά την επισήμανση του Μπήβορ.
  6. De Zayas, THE WEHRMACHT BUREAU ON WAR CRIMES, The Historical Journal 35, 2 (1992), σ. 389.
  7. Ο Στιούαρτ έλαβε μέρος στην Μάχη της Κρήτης και αργότερα έγραψε ένα εξαιρετικό βιβλίο για αυτή(The struggle for Crete, 20 May-1 June 1941). Tόσο για το βιβλίο του Στιούαρτ όσο και του Μπήβορ, ο Ρίχτερ εκφράζεται πολύ κολακευτικά στο βιβλιογραφικό σημείωμα του βιβλίου του.
  8. Η αφαίρεση αντικειμένων από τα πτώματα ονομάζεται σκύλευση και όπως σημειώνει εδώ ο Στιούαρτ αλλά και ο Μπήβορ στο δικό του βιβλίο, συνέβαινε από τα συμμαχικά στρατεύματα για ορισμένους λόγους. Ο Ρίχτερ όμως την «διαπιστώνει» μόνο στους Κρήτες ατάκτους, χωρίς μάλιστα να διευκρινίσει τον όρο «σκύλευση» που είναι ασυνήθης και για πολλούς ταυτίζεται λανθασμένα με μεταθανάτια κακοποίηση. Είναι προφανές ότι αποσκοπεί στην δημιουργία εντυπώσεων.
  9. Πρόκειται βασικά για τους Α. Beevor και I. Stewart που προαναφέρθηκαν.
  10. σ. 177 της ελληνικής έκδοσης.
  11. 10ος Λόχος/Σύνταγμα Εφόδου, διοικητής ο υπολοχαγός W. Paggels
  12. Ρίχτερ, σ. 195. Δεν διευκρινίζεται περισσότερο η «ανάρμοστη» συμπεριφορά.
  13. Όπως για τον αεροπορικό βομβαρδισμό του Νοσοκομείου. Ακόμα και η Έκθεση δράσης του Σώματος Αλεξιπτωτιστών που συντάχθηκε μετά την Μάχη της Κρήτης, δεν ανέφερε ότι επρόκειτο για επίθεση εναντίον νοσοκομείου και του προσωπικού του.
  14. Διοικητής ο Ταγματάρχης Α. Snowatski
  15. Όπως είπαμε, η πρακτική αυτή εν μέσω μάχης ισοδυναμούσε με εκτέλεση αιχμαλώτων.
  16. Αυτή η γερμανική πρακτική επιβεβαιώθηκε -για τα γυναικόπαιδα- και από ένορκες καταθέσεις μαρτύρων στο Ειδικό Στρατοδικείο εγκληματιών πολέμου το 1946-47.
  17. Ημερολόγιο αντισυνταγματάρχη Μπετεινάκη, «Μαρτυρίες Κρήτη 1941». Ακόμα χειρότερες καταγγελίες για συμπεριφορά στους συμμάχους αιχμαλώτους υπάρχουν σε άλλες μαρτυρίες στο βιβλίο αυτό.
  18. Historical Division Headquarters, USA, στο »Μαρτυρίες- Κρήτη 1941», Συλλογικό.
  19. Αναφορά στον Ρίχτερ
  20. Αναφορά στον Στιούαρτ
  21. Καταδικάστηκε σε φυλάκιση για άλλες κατηγορίες. Αποφυλακίστηκε μετά από 4 χρόνια.
  22. Προβλήθηκε η πρόφαση ότι το ταξίδι του στην Ελλάδα θα επιβάρυνε την υγεία του (πολεμικό τραύμα στο κεφάλι).
  23. Ρίχτερ σελ. 412, θα αναφερθεί αναλυτικά στη συνέχεια.
  24. Τότε δόθηκε από τους Γερμανούς μια αμνηστία για τα γεγονότα της Μάχης
  25. Ρίχτερ σελ.413-414
  26. Εντύπωση προκαλεί και εδώ η μη τεκμηρίωση αυτής της θέσης του συγγραφέα για ένα τόσο σημαντικό θέμα.
  27. Σελ. 409
  28. Υπογράμμιση δική μου.
  29. http://www.abc.net.au/radionational/programs/saturdayextra/the-battle-of-42nd-street-crete-and-captain-reg/2954664
  30. de Zayas «The Wehrmacht War Crimes Bureau, 1939-1945», University of Nebraska Press, 1989, σελ. 155.
  31. Η τελετή έγινε κατά την αποκάλυψη μνημείου προς τιμήν των πεσόντων της Μάχης, που ανηγέρθη μετά από πρωτοβουλία της οικογένειας του πεσόντος Reg Saunders και έγινε δυνατή με τις δωρεές, μεταξύ άλλων, της οικογένειας Ανδριωτάκη από το Σίδνεϊ, της Κρητικής Αδελφότητας Σίδνεϊ και Ν.Ν. Ουαλίας, της Κρητικής Αδελφότητας Καμπέρας, της Κρητικής Αδελφότητας Μελβούρνης και Βικτωρίας, της Παγκρήτιας Αδελφότητας Μελβούρνης και της Κρητικής Ομοσπονδίας Αυστραλίας και Νέας Ζηλανδίας.
  32. de Zayas «The Wehrmacht War Crimes Bureau, 1939-1945», University of Nebraska Press, 1989
  33. σελ. 155-156
  34. Ρίχτερ, σελ. 420
  35. «Die ‘kriegsuntypischen’ Verletzungen dürften teilweise durch die unüblichen Waffen verursacht gewesen sein.» (τα «ασυνήθη για πόλεμο» τραύματα θα μπορούσαν εν μέρει να έχουν προκληθεί από τα ασυνήθη όπλα)
  36. Παρομοίως χρησιμοποιεί περιγραφή γερμανού επιζήσαντα προφανώς για εντυπώσεις, παρά την ρητή αναφορά του στην εισαγωγή του βιβλίου του ότι «προσωπικές αφηγήσεις στρατιωτών δεν εξυπηρετούν την ιστορική αλήθεια».
  37. Αναφορά στο «Γερμανοί Αλεξιπτωτιστές, 1936-1945» του Μάνου Μαστοράκου.
  38. Χαρακτηριστική η μαρτυρία του ταγματάρχη Flecker (Φλέκερ) για τις κατοπινές μάχες κατάληψης του Καστελίου: «Ο πληθυσμός ήταν οπλισμένος. Από παντού αόρατος εχθρός μας πυροβολεί.»
  39. Επρόκειτο για ένα σοβαρότατο λάθος των γερμανικών υπηρεσιών πληροφοριών.
  40. Kühn, German Paratroops in World War II, σελ.131
  41. Ομοίως Κρήτες πολίτες αρνήθηκαν την τέλεση τέτοιων πράξεων και μετά την Μάχη και στον ιστορικό Στιούαρτ το 1961.

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *