Δολώματα γιά τόν Κανένα
Τίς πίκρες πού ρίχνει ὁ χρόνος μέσα μου, τίς ἀφαιρεῖ ἀπό τά ποιήματά μου. Γέμισα ρυτίδες, γιά νά μείνω λεῖος ἐκεῖ πού κανείς δέν θά μέ θυμᾶται.
*
Ἕνα τριαντάφυλλο πού γίνεται ποίηση, μπορεῖ νά σέ συντρίψει πολύ περισσότερο ἀπό μιά γροθιά πού δέ γίνεται ποίηση. Μυριάδες λόγια μαραίνονται στά κόκκινα βιβλία, ὅταν ἕνα ἁπλό κοριτσάκι πολυβολεῖ.
Καθώς φαίνεται, ἀκόμη καί γιά ν' ἀνατραποῦν καθεστῶτα -τί θρίαμβος- χρειάζεται ἡ καλή ποιότητα.
*
Μέσα στή θλίψη τῆς ἀπέραντης μετριότητας πού μᾶς πνίγει ἀπό παντοῦ, παρηγοριέμαι ὅτι κάπου, σέ κάποιο καμαράκι, κάποιοι πεισματάρηδες ἀγωνίζονται νά ἐξουδετερώσουνε τή φθορά. Μέ πλήρη ἐπίγνωση ὅτι μιά μέρα ὁ πλανήτης αὐτός θά καταψυχθεῖ ἢ θ' ἀναφλεγεῖ μαζί μέ τά ἐπιτεύγματά τους.
Ἄλλης λογῆς ἥρωες πού, αὐτοί, θά βγάλουν ἀσπροπρόσωπη τήν, ποτέ ἀνθρωπότητα.
*
Παράξενο: στό ὄνομα τοῦ ἀνθρωπισμοῦ, ἀνέκαθεν οἱ λαοί ἔκαναν δύο βήματα μπροστά καί οἱ ποιητές δύο βήματα πίσω.
*
Μήν κοροϊδευόμαστε. Δέ γίνεσαι χορτοφάγος τρώγοντας ἀρνάκια βαμμένα πράσινα.
*
Νά ὑποβιβάζεις ἕνα ποίημα στό οὐσιαστικό του νόημα - δέν ἔχει κανένα νόημα.
*
Μιά φωτογραφική μηχανή κρυμμένη μέσα στήν κακή ποίηση, μᾶς καταδικάζει νά ξαναβλέπουμε αὐτά πού πολλές φορές εἴδαμε - καί νά μήν βλέπουμε αὐτά πού δέν εἴδαμε ποτέ.
Σίγουρα ἡ παρατηρητικότητα εἶναι μεγάλο ἐλάττωμα γιά τόν ποιητή· πού καταντᾶ στό τέλος τά σύννεφα νά τά παίρνει γιά σύννεφα.
*
Πολλά ψεύδη περιμένουν στή σειρά γιά νά καταλάβουν τή θέση τῆς ἀλήθειας. Τουλάχιστον ἄς ψευδόμαστε σωστά.
*
Πολλοί στήν ποίηση, ἐπειδή τυγχάνει νά 'ναι ἄσχημοι, διακηρύσσουν ὅτι ὁ Θεός ἔπλασε ἄσχημα τόν κόσμο. Μερικοί φτάνουν καί πιό πέρα: ἐπειδή κινδύνεψαν κάποτε νά πνιγοῦν, ἐπιμένουν ὅτι ἡ θάλασσα δέν εἶναι γαλάζια.
*
Τή μαγεία δέν τήν πιάνεις μέ τήν ἑρμηνεία τῆς μαγείας, πόσο μᾶλλον μέ τήν περιγραφή τῆς ἑρμηνείας τῆς μαγείας. Ἤ κελαϊδᾶς ἤ σωπαίνεις. Δέν λές: αὐτό πού κάνω εἶναι κελαϊδητό. Ἀλλοίμονο. Ἄν νογούσανε τά πουλιά θά μᾶς ἔπαιρναν μέ τις πέτρες - συγγνώμην, μέ τίς κουτσουλιές ἤθελα νά πῶ.
*
Στά χρόνια μας θαυμάζουν περισσότερο τό διαμάντι πού γίνεται ἄνθρακας παρά τόν ἄνθρακα πού γίνεται διαμάντι. Τό αἴσθημα τῆς ἀποτυχίας ἐξακολουθεῖ ν' ἀποτελεῖ τόν καλό ἀγωγό τῶν συγκινήσεων μέσα σέ μιά πλειοψηφία πού, θέλοντας καί μή, κατέχεται ἀπ' αὐτό τό πλέγμα σ' ὅλη της τή ζωή.
*
Νέε θυμήσου: δέ γίνεσαι δοῦλος μόνον ὅταν σέ ὑποτάσσει αὐτός πού ἔχει τήν ἐξουσία - ἀλλά κι ἐκεῖνος πού τήν πολεμάει.
*
Μυρωδιά τῶν ποιημάτων: ὑγρό ξύλο στή φωτιά ἤ σάπια φύλλα ἤ ἄδειο δωμάτιο. Κι ἀκόμη: πυρωμένη πέτρα στήν ἥλιο· σταῦλος· ἄλουστα μαλλιά ὡραίας γυναίκας. Καημένε Guerlin!
*
Προσοχή στή συγκίνηση. Ἄν εἶναι γόησσα δέν παύει νά 'ναι καί ρουφιάνα.
*
Μέ τόν ἴδιο τρόπο πού μερικές φορές μιά λέξη (ὄχι κατ' ἀνάγκην ὡραία ἤ σπάνια) γίνεται ἀφορμή νά ἐπινοήσει κανείς ἕνα ὁλόκληρο στίχο, ἔτσι πού νά μπορέσει αὐτή ἡ λέξη νά βρεῖ τήν ἀκριβή της θέση καί ν' ἀκτινοβολήσει· ὁ στίχος αὐτός, μέ τή σειρά του, γιά τόν ἴδιο λόγο, γίνεται κάποτε ἀφορμή νά ἐπινοηθεῖ ἕνα ὁλόκληρο ποίημα· πού τό περιεχόμενό του, ἄν γεννήθηκε ἀπό δύο ἤ τρεῖς ταπεινές συλλαβές, ἀπέχει σάν νόημα ἀπ' αὐτές, ὅσο ἕνας ὁλοκληρωμένος ἄνθρωπος ἀπό τήν ἡδονή μιᾶς στιγμῆς πού ἔγινε καί ἡ αἰτία νά ὑπάρξει.
*
Τό Ἕνα καί τό Ἀπόλυτο πού συλλαμβάνει ὁ νοῦς μας - εἶναι τά πολλά καί σχετικά τῶν ἄλλων, φτασμένα στήν καθαρότητα τῆς μονάδας.
Πηγή: «ἡ λέξη», τχ. 3, 1981
Φωτογραφία: «Προσωπογραφία Οδυσσέα Ελύτη», Γιάννης Μόραλης, 1980
Ἑλλήνων Φῶς