Περί προσφύγων
Μετά το κλείσιμο των προς βορρά συνόρων της χώρας μας κατ’ εντολή των «φίλων», «συμμάχων» και «εταίρων» μας οι εγκλωβισμένοι στο έδαφος πρόσφυγες και μετανάστες θα παραμείνουν άγνωστο για πόσο χρονικό διάστημα εντός αυτής. Οπωσδήποτε κάποιοι, ιδιαίτερα οι έχοντες την οικονομική δυνατότητα, θα επιδιώξουν να διαφύγουν προς επιθυμητή χώρα της Δυτικής Ευρώπης, καθώς τα κυκλώματα διακίνησης ανθρώπινης «πραμάτειας» δεν έπαψαν να υφίστανται και να κάνουν «χρυσές» δουλειές.
Επειδή επίκειται ο χειμώνας και δεν είναι ανθρωπίνως επιτρεπτό να επαναληφθούν οι σκηνές του καταυλισμού της Ειδομένης, η Πολιτεία φρόντισε να οργανωθούν καταυλισμοί φιλοξενίας των ταλαιπώρων συνανθρώπων μας, προκειμένου να διαβιώνουν υπό στοιχειωδώς ανθρώπινες συνθήκες. Αποδείχθηκε όμως ότι οι καταυλισμοί αυτοί δεν είναι επαρκείς για το πλήθος των αποκλήρων, γι’ αυτό και ο «φιλάνθρωπος» ΟΗΕ μέσω του οργανισμού του για τους πρόσφυγες ανέλαβε την δαπάνη φιλοξενίας μέρους αυτών σε ξενοδοχειακές μονάδες τόσο των νησιών μας όσο και της ηπειρωτικής χώρας, ακόμη και της ορεινής. Αυτό προκάλεσε αντιδράσεις και δίχασε για μία ακόμη φορά την κοινωνία μας. Ας εξετάσουμε κάποιες πτυχές του θέματος.
Οι οπαδοί των πολυπολιτισμικών κοινωνιών, αυτοπροβαλλόμενοι ως κοινωνικά ευαίσθητοι και «προοδευτικοί», οι οποίοι στηρίζουν εν πολλοίς την κυβερνητική πολιτική στο θέμα των προσφύγων, την οποία αποδέχεται σιωπηρά και η αντιπολίτευση, επιτίθενται λάβροι κάθε φορά, που γνωστοποιείται αντίδραση φορέων ή τοπικής κοινωνίας στην εγκατάσταση προσφύγων, με την κατηγορία του ρατσισμού. Δεν χωρά αμφιβολία ότι υπάρχουν προκαταλήψεις διακρίσεων σε κάθε λαό και συνεπώς και στον ελληνικό. Στο παρελθόν υπήρξαν αντιδράσεις στην ένταξη των παιδιών των τσιγγάνων (ρομά) σε σχολεία οικισμών, προς τους οποίους γειτονεύουν οι καταυλισμοί τους. Είναι όμως το πνεύμα της διάκρισης το μόνο που εκδηλώνεται στις περιπτώσεις, όπως και αυτή των προσφύγων σήμερα; Ασφαλώς όχι. Υπάρχουν αντικειμενικά προβλήματα, το μέγεθος των οποίων επιχειρούν, έχοντας στην υπηρεσία τους τα μέσα ενημέρωσης των πλουτοκρατών, να σμικρύνουν, αν όχι να εκμηδενίσουν οι υπέρμαχοι των ιδεολογημάτων της νέας τάξης. Οι τσιγγάνοι έδειξαν, και είναι θαυμαστοί γι’ αυτό, ότι αρνούνται να ενταχθούν στις κοινωνίες, στις οποίες, μετά από αιώνες, θεωρούνται ακόμη φιλοξενούμενοι. Τί θα συμβεί σε σχολική τάξη με μεγάλο αριθμό παιδιών ρομά, μεγαλύτερο ίσως από τον αριθμό των ολιγοτέκνων άλλων; Οι συχνές απουσίες, τα ανεπαρκή εφόδια και, κυρίως, η ελλιπής σωματική υγιεινή δεν συνιστούν προβλήματα ουσίας για τα άλλα παιδιά; Βέβαια υπάρχει και η εναλλακτική πρόταση: Η γκετοποίηση, όπως αυτή επελέγη ως μέθοδος «διαχείρισης» μεταναστών στις δυτικές χώρες. Ποιος θα μας πείσει ότι τα σχολικά προγράμματα στους μεγάλους οικισμούς τσιγγάνων είχαν την ελάχιστη επιτυχία, αν υπήρξαν προγράμματα και αν πράγματι η Πολιτεία ενδιαφέρθηκε ειλικρινά στο ελάχιστο για τη στήριξη των Ελλήνων αυτών πολιτών;
Με τους πρόσφυγες θα προκύψουν αναμφισβήτητα συνθετότερα προβλήματα για τους λόγους που προαναφέραμε, αλλά και για έναν επί πλέον σημαντικότερο: Τη διαφορά θρησκείας από τους γηγενείς. Οι τσιγγάνοι με εξαίρεση αυτούς της Θράκης είναι χριστιανοί. Βέβαια η Πολιτεία ελάχιστα ενδιαφέρεται για θέματα θρησκευτικής φύσεως και μάλλον δείχνει το ενδιαφέρον της για τη θρησκειολογία, συνεπικουρούμενη από μέρος του θεολογικού κόσμου. Αλλά αυτή είναι η γραμμή της νέας τάξης πραγμάτων, της οποίας νεροκουβαλητές είναι αρκετοί «προοδευτικοί»!
Φορείς της Αυτοδιοίκησης αντέδρασαν στις εξελίξεις τονίζοντας ιδιαίτερα το ότι δεν ερωτήθηκαν πριν από την εγκατάσταση προσφύγων σε ξενοδοχειακές μονάδες. Ο Οργανισμός του ΟΗΕ υποστήριξε ότι πρόκειται για ιδιωτική συμφωνία, ενώ η Πολιτεία απλώς υπάρχει για να τηρεί σιγή ιχθύος. Έτσι οι διαμαρτυρόμενοι επικρίνονται ως ρατσιστές. Αλλά βεβαίως και έχει λόγο η Αυτοδιοίκηση σε μια ευνομούμενη Πολιτεία. Άραγε οι ιδιοκτήτες των ξενοδοχείων έκριναν αρκετά συμφέρουσες τις προταθείσες τιμές ή αποδέχθηκαν έμμεσο εκβιασμό έχοντας έντονη την ανησυχία για το μέλλον των εγκαταστάσεών τους, ιδιαίτερα αυτοί των ορεινών οικισμών της χώρας. Μήπως η οικονομική επιδείνωση στη χώρα σε συνδυασμό με τις οφειλές στις τράπεζες έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην αποδοχή της πρότασης; Και για πόσο χρονικό διάστημα θα ανανεώνει τη σύμβαση ο ΟΗΕ; Αποκλείεται να τη λύσει μετά από χρονικό διάστημα, οπότε ξενοδόχοι και πρόσφυγες θα βρεθούν μετέωροι; Όσο για τον εσωτερικό τουρισμό, στον οποίο, αντί της πρωτογενούς παραγωγής, στηρίζονται οι κυβερνήσεις μας, δεν θα πληγεί από την συνύπαρξη τουριστών και προσφύγων; Τέλος ποιος θα καλύψει τη δαπάνη της φοίτησης στα σχολεία, τα οποία ανήκουν στην Αυτοδιοίκηση, και της περίθαλψης στα νοσοκομεία, τα οποία η Πολιτεία πιέζει να μεταβιβαστούν στις Περιφέρειες, ώστε να καλύπτονται οι λειτουργικές τους δαπάνες από τα γλίσχρα οικονομικά τους;
Όλα τα παραπάνω εκτεθέντα φανερώνουν περίτρανα ότι το πρόβλημα των προσφύγων – μεταναστών είναι οξύτατο και ακανθώδες και πρέπει έτσι να αντιμετωπίζεται και όχι με ανθρωπιστικές κορώνες.
Ας περάσουμε στους εναντιούμενους προς την εγκατάσταση προσφύγων. Πέρα από τα προβλήματα που αναπτύξαμε, τα οποία αντιμετωπίζονται με εκδήλωση φόβου (ή φοβίας κατά τους επικριτές τους) υπάρχει η επιφύλαξη, η αντιπάθεια και η εχθρότητα ακόμη προς τους ξένους. Αυτές εκδηλώνονται και προς συμφυλέτες, όπως συνέβη με τους πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία το 1923! Πολλές φορές αυτές ωραιοποιούνται με την προβολή του μεγάλου ενδιαφέροντος για τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής και της φυλετικής καθαρότητας. Όχι πως δεν είναι σημαντικά αυτά τα θέματα, τα οποία παραθεωρούν κατά τρόπο εξοργιστικό οι υπέρμαχοι των πολυπολιτισμικών κοινωνιών, αλλά συνήθως είναι υποκριτικό το εκδηλούμενο ενδιαφέρον.
Πώς θα αποδειχθεί γνήσιο το ενδιαφέρον για την έρμη πατρίδα μας; Αν, αντί να στρέφονται αυτοί κατά των προσφύγων – μεταναστών, στραφούν κατά των ενόχων για τον αφανισμό των χωρών, απ’ όπου προέρχονται οι απόκληροι, που ζητούν καταφύγιο σε ευρωπαϊκή χώρα, ή εξωθούνται από κυκλώματα να μεταναστεύσουν (οι νεροκουβαλητές της νέας τάξης τηρούν σιγή ιχθύος επί του θέματος). Όμως από τους κύκλους αυτούς δεν καταγγέλθηκε ποτέ το ΝΑΤΟ, η ΕΕ, οι άθλιες «αγορές», που πιέζουν μέχρι ασφυξίας. Μόνο οι οπαδοί του ολοκληρωτισμού, έχοντας αναλάβει ρόλο συσκοτισμού της κοινής γνώμης εναντιώνονται κατά καιρούς φαινομενικά προς τους ενόχους. Το θλιβερό είναι ότι και οι οπαδοί του πολυπολιτισμού, απάτριδες και αρρωστημένοι διεθνιστές δεν καταγγέλλουν τους ενόχους αλλά επιμένουν στην προβολή της ανθρωπιστικής κρίσης και στην ανάγκη περίθαλψης.
Γράψαμε και σε άλλο άρθρο στο παρελθόν: Ως χριστιανοί οφείλουμε να παράσχουμε κάθε βοήθεια προς τους πάσχοντες συνανθρώπους μας, ακόμη και από το υστέρημά μας. Η αφέλεια όμως δεν είναι χριστιανική αρετή, ώστε να μη διαβλέπουμε πίσω από το προσφυγικό θέμα το ολέθριο σχέδιο σκοτεινών δυνάμεων, που απεργάζονται τον αφανισμό ηθών, παραδόσεων και πίστεων και μέσω αυτών τον αφανισμό των λαών.
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ «ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»
Πηγή: ΑΚΤΙΝΕΣ