ΤΟ ΚΕΡΙ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ
Ὅλων ὅσοι πληρώθηκαν νὰ ποῦν τὸ ψέμα
ἡ σκοτεινὴ γενιὰ εἶναι πιὰ σβησμένη.
«Ἔχουν γνώση οἱ Φύλακες»,
σ' αὐτὴ τὴ φράση
στηρίχθηκαν ὅσοι τοὺς χρηματοδοτῆσαν.
Τὶ γνώση, ἀλήθεια! Τιμημένη μὲ τ' ἀργύρια.
Καὶ τὶ μωρία ἁπύθμενη τῶν χρηματοδοτῶν.
Ξέχασαν, ποὺ οἱ ἀρνητὲς οἱ ἀργυρώνητοι
σταθῆκαν πρῶτοι κι' εἶδαν τὶς σφραγῖδες
νὰ λυώνουν καὶ τὴν πέτρα νὰ σαλεύει,
πρῶτοι ἀποσβολωθῆκαν, πρὶν χαράξει,
πρῶτοι πῆραν τὴ γνώση, κι' ἂς τὴν πουλῆσαν.
Πρῶτοι, καὶ μόνοι ἀπ' ὅλους τοὺς ἀνθρώπους.
Τὸ κάμαν ἀπὸ φόβο ἢ φιλοχρηματία;
Τοὺς εἶχαν πείσει οἱ ἄρχοντες τοῦ κόσμου;
Ποιὸς τὰ πιστεύει αὐτὰ τὰ φληναφήματα.
Ὅποιος ἀξιώθηκε νὰ ἰδῆ τὸν οὐρανὸ
μὲ τὶς μυριάδες τ' ἄστρα του φλογισμένα
νὰ γίνεται ἕνα μὲ τὴ γῆς, φωτὸς πλημμύρα,
νὰ ἰδῆ, τὴ νύχτα, μέσα σὲ ἀστραπή,
τὴ Δόξα νὰ τρυπάει μὲ ὁρμὴ τὰ πάντα,
δρεπάνι γιὰ τὸ μέγα θερισμὸ
στὴν κρίσιμη στιγμὴ τῆς Παντοδυναμίας,
― τὰ κρύβει μέσα του στὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς
αὐτὰ τὰ μυστικὰ καὶ θρέφεται ἔχτοτε ἀπ' αὐτὰ
καὶ κανενοῦ μιλιὰ δὲν λέει, γιατὶ εἶναι Θαύματα.
Δὲν ἦταν ἄλλωστε μονάχα οἱ φλογερὲς
αὐτὲς οἱ ἀνωμαλίες τῆς νυχτός· τὶς συνοδεύαν
καὶ μουσικὴ ἀπαράμιλλη καὶ σχήματα
ἀφαιρεμένα κι' ἀπροσδόκητα, ποὺ ἄλλα ἀπὸ δῶ
κι' ἄλλα ἀπὸ κεῖ αἰωρούνταν, καί, ποὺ ὅλα μαζὶ
σὰν δάχτυλο ὑψωμένο ἑνὸς Χεριοῦ
νὰ ἐπίβαλλε τὴν αὐστηρότατη σιωπὴ
γιὰ πάντα καὶ στοὺς πάντες· τὴ σιωπή,
χρυσὴ σφραγίδα τῶν καλῶν Φυλάκων
καὶ κουστωδία τῆς παντογνωσίας τους.
Γιὰ τοὺς ἐπίγονους ἐμᾶς, ἔμεινε ἡ ἄρνηση,
ἡ κούφια ἡ ἄρνηση, πού, κούφιοι ἐμεῖς
τὴν πήραμε τοῖς μετρητοῖς καὶ τὸ κερί,
ποὺ τάχα μεταφέρομε, τὸ σβύνει ὁ ἄνεμος
στὸ σταυροδρόμι. Καὶ τὸ φυτίλι του
τὸ μαυρισμένο μᾶς καπνίζει.
Τ.Κ. ΠΑΠΑΤΖΩΝΗΣ
Πηγή: «Νέα Εστία» τχ. 739, 1958
Ἑλληνων Φῶς