ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

ΚΙΡΙΛ ΚΑΝΤΙΙΣΚΙ*

Τώρα κατάκοπο
Τραβάει τὸ λεωφορεῖο γιὰ τὸ σπίτι,
Μὲ μᾶς τί γίνεται;
Ἄραγε τί νὰ κάναμε;
Ὁ γείτονάς μου, τρώει
Μὲς στὴν κουζίνα του μονάχος
Εἰκόνα
Ποὺ μοιάζει μὲ Χριστὸ
Ποὺ Ἀπόστολοι δὲν ἦρθαν.

Ἀθῶοι μάρτυρες
Πέθαναν ὣς σήμερα πολλοί.
Ἀλλὰ ποιός ἀπ' αὐτούς, ἤτανε
Αὐτὸ ποὺ ἔμοιαζε νὰ εἶναι;
Τ' ἀγκάθινα στεφάνια
Ποὺ ντύνουν τὸ γυμνὸ δεντρὶ
Ἄδειες φωλειές:
Πέταξαν πέρα τὰ πουλιά.

Χάντρες αἱμάτινες τ' ἀστέρια
Τρεμοσβήνουν
Κι ὕστερα χάνονται.
Ἡ λεύκα κρατάει
Ἐκεῖ ψηλὰ
Ξυδάτο ἕνα φεγγάρι.
Μιὰ κεραία,
Τὰ μπράτσα της στὸν οὐρανὸ
Ἁπλώνει,
Σταυρὸς ποὺ ἀπάνω του,
Τὸν κόσμο ζωντανό,
Ἔχουν καρφώσει.

Μεταφρ. ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΙΤΣΑΞΗΣ



Kiril Kadiiski (1947). Ποιητής, δοκιμιογράφος, μεταφραστὴς γαλλικῆς καὶ ρωσικῆς ποίησης. Σπούδασε Ρωσικὴ φιλολογία στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Σόφιας. Ἐκδότης σήμερα τοῦ λογοτεχνικοῦ περιοδικοῦ Nov Zlatorog ἔχει μεταφραστεῖ στὰ Γαλλικά, στὰ Ἰταλικά, στὰ Πολωνικά, στὰ Οὐγγρικά, στὰ Οὐκρανικὰ καὶ στὰ Τουρκικά.



Πηγή: «Νέα Εστία» τχ. 1623, 1995

Ἑλληνων Φῶς

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *