ΦΙΛΟΠΑΤΡΙΑ, ΙΔΕΟΛΟΓΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΤΕΣ
Φιλοπατρία, ἰδεολογήματα καὶ ὀρθολογιστὲς
Τοῦ Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
Αὐτὲς τὶς ἡμέρες οἱ Ἕλληνες ἑορτάζουμε τρεῖς σημαντικὲς ἐπετείους: Στὶς 26 Ὀκτωβρίου τὶς νίκες τῶν Ἑλλήνων ἐπὶ τῶν στρατευμάτων τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας καὶ τὴνἀπελευθέρωση τῆς Θεσσαλονίκης, στὶς 28 Ὀκτωβρίου τὸ ΟΧΙ τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ καὶ τὶς νίκες τουἐπὶ τῆς φασιστικῆς Ἰταλίας καὶ στὶς 8 Νοεμβρίου τὸ Ὁλοκαύτωμα τῆς Μονῆς Ἀρκαδίου. Τὰ τρία αὐτὰσημαντικὰ τῆς ἱστορίας μας γεγονότα δὲν συνδέονται μόνο ἡμερολογιακά, τὰ συνδέει κυρίως ἡφιλοπατρία, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν πίστη στὸν Θεό, καὶ τὴν ἀγάπη στὸ δίκαιο καὶ στὴν ἐλευθερία. Αὐτὰ γέμισαν τὶς ψυχὲς τῶν ἀγωνιστῶν καὶ τῶν τριῶν γεγονότων καὶ ἦσαν ἕτοιμοι γιὰ τὴν θυσία.
Γράφει ὁ πολυτάλαντος Ἀνδρέας Καραντώνης, τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1950:
« Ναί, μὲ τὸ χαμόγελο στὰ χείλη, ὅπως ἔλεγε καὶ τὸ ἀλησμόνητο ἐκεῖνο τραγούδι, ξεκινήσαμε ὅλοι μας, σὰν καὶ σήμερα, ἐδῶ καὶ δέκα χρόνια. Ὁ ἀπροσδόκητος κεραυνὸς τοῦ πολέμου ποὺ τὸν ἐξαπέλυσαν ἐκεῖνο τὸ πρωὶ στὸν οὐρανό μας οἱ ἄπληστοι κατακτηταί, δὲν τρόμαξε κανένα μας…Ὁ ἐχθρός, ματαιόδοξος καὶ θρασύς, νόμισε πὼς εὐθὺς μόλις βρυχηθεῖ μὲ τὰ στόμια τῶν χιλιάδων πυροβόλων του καὶ μὲ τοὺς βόμβους τῶν ἀεροπλάνων του, τρόμος θὰ κυριέψει τὶς ψυχὲς τῶν λιγοστῶν καὶ φτωχῶν Ἑλλήνων. Μὰ γελάστηκε ὅσο ποτὲ κανεὶς κατακτητὴς ὣς τώρα. Μονομιᾶς οἱ φτωχοί, οἱ λιγοστοί, σεμνοὶ καὶ μετριοπαθεῖς Ἕλληνες, ἀφήσανε κάθε τί ποὺ τοὺς κρατοῦσε στὴν εἰρηνικὴ ζωή, κάμανε τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, βάλανε τὸ χέρι στὴν καρδιά τους καὶ δίχως καν λόγια ἐπανέλαβαν τὸν προαιώνιο Ἑλληνικὸ ὅρκο: Ἐμπρὸς γενναῖα παιδιὰ τῶν Ἑλλήνων, ἐλευθερῶστε τὴν πατρίδα σας, τὰ σπίτια σας, τὶς γυναῖκες σας, τοὺς τάφους τῶν προγόνων σας: Τίποτε τὸ ἁγιώτερο δὲνὑπάρχει ἀπὸ τὴν πατρίδα». (Περιοδικὸ «Ἑλληνικὴ Δημιουργία, τόμος 6ος, τεῦχος 66, Ἀθῆναι, 1 Νοεμβρίου 1950, σελ. 653-656).
Τὸ 1945 ὁ Ἄγγελος Σικελιανὸς ἔγραψε γιὰ τὸ 1940: «…Στὴ μυστικότατη, στὴνὑπερούσιαν αὐτὴν ὥρα, τῆς μετάστασης τῶν πάντων πρὸς τὶς σφαῖρες τοῦ ὑπέρτατου ἁγνισμοῦ καὶλυτρωμοῦ ποὺ μᾶς προσφέρει ἡ Κοίμηση τῆς Χάρης Της, ὁ Ἰταλὸς σὰ νάθελε νὰ πλήξει ἀντάμα μὲτὸ ἀκήρατό της σῶμα καὶ τὸ σῶμα τῆς βαθιὰ συναγιασμένης τὴ στιγμὴ ἐκείνη Ἑλλάδας, ξαφνικὰχτυπάει στὴν Τῆνο, δολοφονικὰ καὶ καίρια, τὸ ἱερὸ ἀπ’ τὴν ὥρα αὐτὴ πολεμικὸ καράβι μας, τὴν “Ἔλλη”.
Ἀργὰ τ’ ἀπόγεμα μονάχα ἦρθε τὸ μήνυμα στὴ Φτέρη. Ὁ ξωμάχος λαός, ποὺ τό ᾽φερε, εἶχε κιόλας στὴ μορφή του ὅλη τὴν προεικόνιση τοῦ ἀγώνα, ποὺ ξεκίναε τόσο δόλια ἀπ’ τὰβάθη τοῦ Ἅδη νὰ προσβάλλει τὶς κορφὲς τῆς Λευτεριᾶς καὶ τῆς ζωῆς του. Ἀλλὰ στὴ μορφή τουἀντιφεγγοῦσε κιόλας ἀπὸ τότε ἡ Ἀλβανία, ἀντιφεγγούσε ἡ κορυφαία του Νίκη. Καὶ τεράστιο Σύμβολο ἀμετάσειστο κι ἀπόρθητο ἡ Κοιμημένη Παναγιά, μετουσιωμένη τώρα στὸν ὑπέρτατο αὐτὸν ἀγώνα ἀπ’ τὴν Ἑλλάδα, ἀναστημένη πιά, βάδιζε μπροστά του Ἀρχιστρατηγοῦσα, ἀκοίμητηὙπερμάχη, ἀκατάβλητή του Ὁδηγήτρα…» (Ἄρθρο στὸ περιοδικὸ «Νέα Ἑστία», τεῦχος 1ης Νοεμβρίου 1945 – Ἀναδημοσίευση εἰς βιβλίο Μερόπης Ν. Σπυροπούλου «Στὴν ἐποποιία τοῦ 1940-41 μὲ πίστη», Ἔκδ. Ἀρχονταρίκι, Γ΄ Ἔκδ. 2010, σελ. 173-174).
Ὁ Γιῶργος Θεοτοκᾶς, στὶς 9 Νοεμβρίου 1940, λίγες δηλαδὴ ἡμέρες ἀπὸ τὴν ἔναρξη τοῦ πολέμου, γράφει στὰ «Νεοελληνικὰ γράμματα»:
« …Θὰ κάνουμε τὸν πόλεμο ὣς τὸ τέλος, ὣς τὶς ἔσχατες συνέπειές του. Τὸ πήραμε ἀπόφαση ὅλοι μαζί, ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμή, μὲ μία σκέψη, μ’ ἕνα ἔνστικτο, οἱ βουνίσιοι καὶ οἱκαμπίσιοι κι οἱ κάτοικοι τῶν πόλεων καὶ οἱ θαλασσινοὶ κι οἱ νέοι, οἱ συντηρητικοὶ καὶ οἱριζοσπαστικοί, οἱ ποιητὲς κι οἱ ἐργάτες κι οἱ μεταπράτες. Δὲ θὰ ζητήσουμε ἀνακωχὴ γιὰ νὰσώσουμε τὸ κεφάλι μας, ποὺ κινδυνεύει. Δὲ θὰ νοσταλγήσουμε τὶς μικρὲς ἀπολαύσεις τῆς ἀτομικῆς εὐτυχίας, ποὺ συνέβηκε τυχὸν νὰ γνωρίσουμε μὲς στὴν ἀσφάλεια καὶ τὴν εἰρήνη. Δὲν θὰ ποῦμεἐμεῖς: ὁτιδήποτε ἐξὸν ἀπὸ τὸν πόλεμο. Θὰ ποῦμε καὶ λέμε ἤδη: ὁτιδήποτε ἐξὸν ἀπὸ τὴ δουλεία καὶτὴν ἀτιμία. Ἡ Ἑλλάδα μιλᾶ μέσα μας τὴ γλώσσα τῶν μεγάλων ἡμερῶν, τῶν μεγάλων ἀγώνων καὶ τῶν μεγάλων θυσιῶν…».
Στὶς 14 Ἀπριλίου 1941 καὶ ἐνῶ, στὶς 9 Ἀπριλίου, οἱ Γερμανοὶ ἔσπασαν τὸ μέτωπο τῆς ἀνατολικῆς Μακεδονίας – Θράκης, δημοσιεύεται ἀνωνύμως στὴν «Πρωία» κείμενο τοῦ Γ. Θεοτοκά, ποὺ ἦταν στρατιώτης. Γράφει σὲ αὐτήν, μεταξὺ ἄλλων:
«Χίτλερ! Χίτλερ! Μπορεῖ ὁ κόσμος νὰ σὲ φοβᾶται, ἀλλὰ ἐμεῖς, οἱ φαντάροι τῆς Ἑλλάδας, δὲν σὲ φοβηθήκαμε ποτέ, οὔτε καὶ τώρα σὲ φοβόμαστε, ποὺ ἔστειλες ἐναντίον μας τὶς φονικὲς μηχανές σου. Τί μπορεῖς νὰ μᾶς κάμεις; Νὰ μᾶς σκοτώσεις; Τρεῖς χιλιάδες χρόνια αὐτὴ τὴδουλειὰ κάνουμε, σκοτωνόμαστε γιὰ νὰ ζεῖ ἡ Ἑλλάδα καὶ γιὰ νὰ προκόβει ὁ κόσμος μὲ τὰ φῶτα καὶτὰ παραδείγματα ποὺ ἡ Ἑλλάδα τοῦ δίνει. Διακήρυξες ὅτι ὁ λαός σου εἶναι λαὸς ἀρχόντων καὶβγῆκες νὰ ἐπιβάλλεις τὴν παντοκρατορία σου μὲ τὴ φωτιὰ καὶ τὸ σίδερο, σκορπώντας παντοῦ τὸνὄλεθρο. Ἐμεῖς δὲν εἴμαστε λαὸς ἀρχόντων, εἴμαστε κάτι σπουδαιότερο, εἴμαστε ὁ λαὸς ποὺ αἰώνια θυσιάζεται γιὰ τὶς ὑπέρτατες ἀξίες τῆς ζωῆς καὶ ποὺ δὲν πεθαίνει ποτέ…. Οἱ ἀξίες, ποὺἀντιπροσωπεύει ἡ Ἑλλάδα, ξαναγεννιοῦνται καθαγιασμένες, ἄλλη μία φορά, ἀπὸ τὴ δική μας θυσία. Γιὰ τοῦτο δὲ σὲ φοβόμαστε, γιατί ἐσὺ θὰ φύγεις καὶ τὸ ἔργο σου θὰ χαθεῖ, ἐνῶ ἡ Ἑλλάδα θὰμείνει». (Σημ. Τὰ κείμενα ἀναδημοσιεύονται στὸ βιβλίο «28 Ὀκτωβρίου 1940», Ἔκδ. «Εὐθύνη», 4η Ἔκδοση, σελ. 106).
Τὸ 1976 ὁ Ἄγγελος Τερζάκης διεῖδε νὰ ἐπέρχεται ἡ παγκοσμιοποίηση, ὁ ἀτομισμός,ὁ κοσμοπολιτισμὸς καὶ ἡ κατάχρηση τῆς ἐπιστήμης καὶ τῆς τεχνολογίας καὶ διερωτᾶται σὲ σχετικὸἄρθρο του: «Ἔχει λοιπὸν μέλλον ἡ φιλοπατρία μέσα σὲ ἕναν κόσμο ποὺ ἀποχρωματίζεται σταθερά, ποὺ τυποποιεῖται;» Καὶ ἀπαντᾶ: «Ἔχει καὶ θὰ ἔχει ἐνόσῳ ὁ ἄνθρωπος θὰ γεννιέται φυσιολογικὰ ἀπὸτὸν ἄνθρωπο, τὸ κάθε παιδὶ ἀπὸ μία μάννα. Ἀλλὰ καὶ δεσμὸς μητέρας καὶ παιδιοῦ εἶναι ἡφιλοπατρία, γι’ αὐτὸ καὶ περιέχει δύο βασικὰ γνωρίσματα: τὴν τρυφερότητα καὶ τὴν ἱερότητα. Στὸπαιδὶ ποὺ γεννάει ἡ μάννα, νιώθει νὰ συντελεῖται ἕνα θαῦμα. Τὸ παιδὶ βλέπει στὴ μάννα του νὰἐνσαρκώνεται προσωποποιημένη ἡ Φύση…Ὅσο καὶ ἂν ἕνας ἑωσφορισμὸς περίεργος διεγείρει σήμερα τὴν ἐπιστήμη, τῆς ὑποβάλλει ἰδέες μητροκτονίας, δὲν νομίζω πὼς ὁ ἄνθρωπος θὰ ἀπαρνηθεῖ τελικὰ τὴ Φύση». (Αὐτ. σελ. 242).
Διερωτῶμαι, αὐτοὶ οἱ λόγιοι, οἱ ἀξιωματικοὶ καὶ οἱ στρατιῶτες τοῦ 1940, τῶν Βαλκανικῶν πολέμων, τοῦ Ἀρκαδίου, ὅλοι οἱ Ἕλληνες, ποὺ ἀγάπησαν καὶ θυσιάστηκαν γιὰ τὴν Πατρίδα τους, ποὺ δὲν θέλησαν νὰ παραδώσουν σπιθαμὴ ἀπὸ τὸ ἔδαφός της, θεωροῦνται «ἀκροδεξιοὶ» ἀπὸ τοὺς ἰδεολόγους τοῦ ὀρθολογισμοῦ, τοῦ ἀτομισμοῦ καὶ τῆς παγκοσμιοποίησης; Ἂς τὸ ποῦν ξεκάθαρα, γιατί ὅποιος σήμερα ἔχει τὶς ἰδέες ἐκείνων ἔτσι χαρακτηρίζεται ἀπὸ αὐτούς. Διερωτῶμαι ἐπίσης, ἀκροδεξιὸς καὶ ὁ Τερζάκης, ἐπειδὴ πιστεύει πὼς ἡ φιλοπατρία ξεκινᾶ ἀπὸ τὴσχέση μητέρας καὶ παιδιοῦ, ποὺ ἐκείνη γεννᾶ καὶ τρέφει μὲ τὸ γάλα της, καὶ πὼς ἡ μητροκτονία προέρχεται ἀπὸ ἕναν περίεργο ἑωσφορισμό;
Ἀσφαλῶς κατὰ τοὺς δέσμιους τῶν ὀρθολογιστικῶν ἰδεολογημάτων τους «ἀκροδεξιὸς» πρέπει νὰ θεωρεῖται καὶ ὁ Τόμας Ἔλιοτ, ποιητὴς καὶ θεατρικὸς συγγραφέας (βραβεῖο Νόμπελ λογοτεχνίας τὸ 1948), ὁ ὁποῖος τὸ 1931 προβλέπει τὰ σημερινὰ ἰδεολογήματα καὶ τὴν κατάληξή τους στὸ δοκίμιό του «Thoughtsafter Lambeth» (Σκέψεις μετὰ τὸ Λάμπεθ), ἀπὸ τὸ ὁποῖοὁ Ζήσιμος Λορεντζᾶτος ἀντιγράφει σὲ ἄρθρο του τὸ ἑξῆς ἀπόσπασμα: «Ὁ Κόσμος πειραματίζεται δοκιμάζοντας νὰ διαμορφώσει μία πολιτισμένη, ἀλλὰ μὴ Χριστιανικὴ νοοτροπία. Τὸ πείραμα θὰἀποτύχει. Ὅμως πρέπει νὰ δείξουμε μεγάλη ὑπομονὴ περιμένοντας τὸ γκρέμισμά του. Στὸ μεταξὺἐξαγοραζόμενοι τὸν καιρό: ὥστε ἡ πίστη νὰ κρατηθεῖ ζωντανὴ στὴ σκοτεινὴ περίοδο ποὺ ἔχουμε μπροστά μας, ὥστε νὰ ἀνανεώσουμε καὶ νὰ ξαναχτίσουμε τὸν πολιτισμὸ καὶ νὰ σώσουμε τὸν κόσμο ἀπὸ τὴν αὐτοκτονία». (Σημ. Τὸ ἄρθρο τοῦ Ζήσιμου Λορεντζάτου ἐπιγράφεται «Τί ἂν θέλοι ὁσπερμολόγος οὗτος λέγειν;» καὶ βρίσκεται στὸ περιοδικὸ «Ἐποχές», τεῦχος 22, Φεβρουάριος 1965, σελ. 16-21).-
Πηγή: Χριστιανικὴ Βιβλιογραφία