Τὸ τέλος τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας
Τάκης Θεοδωρόπουλος
ἐφημ. «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», 24.05.15
«Δὲν μᾶς ἔχουν μείνει καὶ πολλὰ νὰ ὑπερασπιστοῦμε.
Ἂν μή τι ἄλλο, ἂς ὑπερασπιστοῦμε αὐτὴν τὴ γλώσσα
ποὺ μπορεῖ νὰ εἶναι μικρή, ἔχει ὅμως μεγάλη ἱστορία πίσω της».
Στὸ παλιατζίδικο τῶν ἰδεῶν ἀπὸ ὅπου ψωνίζει τὸ ἑλληνικὸ ἐκπαιδευτικὸ σύστημα, ἡ λογοτεχνία ποτὲ δὲν κόστιζε ἀκριβά. Μὲ μερικὰ ρετάλια ἔφτιαχναν κάτι βιβλία κουρελοῦδες ποὺ τὰ ὀνόμαζαν «Ἐγχειρίδια νεοελληνικῆς λογοτεχνίας» καὶ τὰ πρόσφεραν γιὰ νὰ καλύψουν τὰ κενὰ στὸ ὡρολόγιο πρόγραμμα. Ἀπὸ τότε ποὺ πήγαινα σχολεῖο, τὴ δεκαετία τοῦ ἑβδομήντα, ἕως σήμερα τὰ «ἐγχειρίδια» ἔχουν ἀλλάξει. Τὰ ἀποσπάσματα ἔχουν ἐμπλουτισθεῖ μὲ τὴ σύγχρονη παραγωγή, τὰ «καλολογικὰ στοιχεῖα», ποὺ ἁλιεύαμε γιὰ νὰ πάρουμε βαθμο, ἔχουν ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ κοινωνιολογικὲς παρατηρήσεις, ὅπως ἡ θέση τῆς γυναίκας, ὅμως τὸ τελικὸ ἀποτέλεσμα εἶναι τὸ ἴδιο.
Τελειώνοντας τὸ ἑλληνικὸ σχολεῖο, τὸ Ἑλληνόπουλο εἶναι ἐντελῶς ἀνίκανο νὰ ἐκτιμήσει τὴν ἀξία ἑνὸς λογοτεχνικοῦ κειμένου, ἡ ὁποία εἶναι συνυφασμένη μὲ τὴν ἀπόλαυση τῆς ἀνάγνωσης. Δὲν ἀπολαμβάνεις ἀποσπάσματα. Ἀπολαμβάνεις τὴ λογοτεχνία μόνον ἂν διαβάσεις τὴ «Φόνισσα» ἀπ’ τὴν ἀρχὴ ὢς τὸ τέλος. Ἡ σχέση μὲ τὴ λογοτεχνία ἐπαφίεται στὸν πατριωτισμὸ τῶν γονιῶν. Ἂν ὑπάρχει βιβλιοθήκη στὸ σπίτι, ἔπιπλο μᾶλλον περιττὸ στὴν ἐσωτερικὴ διακόσμηση τῆς μεζονέτας, τότε μπορεῖ ὁ δεκατετράχρονος νὰ τραβήξει καὶ κάποιον Ντοστογιέφσκι ἢ Θεοτοκᾶ ἀπὸ τὸ ράφι ἀπὸ περιέργεια. Εἶχα διαβάσει τοὺς «Ἀδελφοὺς Καραμάζοφ» στὰ δεκατέσσερα, δὲν εἶχα καταλάβει τίποτε, ὅμως εἶχα γοητευθεῖ ἀπὸ τὴ βαβούρα τοῦ ντοστογιεφσκικοῦ κόσμου. Καὶ ἦταν αὐτὴ ἡ γοητεία ποὺ μὲ ἔκανε ἀναγνώστη τῆς λογοτεχνίας καὶ ὄχι μόνον. Κανείς μας δὲν ἔγινε ἀναγνώστης διαβάζοντας ἐγχειρίδια. Μαθαίνεις νὰ διαβάζεις, τότε ὅπως καὶ τώρα, διαβάζοντας λογοτεχνία. Καὶ τὸ ἑλληνικὸ σχολεῖο δὲν παράγει ἀναγνῶστες, κοινῶς μυαλὰ ποὺ διαθέτουν ἀντισώματα στὴν ἀποστήθιση καὶ τὴν παπαγαλία.
Εἶναι ἡ λογοτεχνία συστατικὸ τῆς γενικῆς παιδείας; Γιὰ τὸ ἑλληνικὸ ὑπουργεῖο Παιδείας δὲν εἶναι. Ἀφορᾶ μόνο τοὺς «εἰδικευόμενους», ὅσους θέλουν νὰ γίνουν φιλόλογοι ἢ νομικοί. Ὡς ἐκ τούτου, οἱ φιλάνθρωποι μάγιστροι ἀποφάσισαν νὰ ἀφαιρέσουν τὸ ἄχθος ἀπὸ τὶς γενικὲς ἐξετάσεις. Προκειμένου τὸ παιδὶ νὰ ἀποστηθίσει μερικὲς ἀκόμη σελίδες μίας κακογραμμένης Ἱστορίας ἢ μίας ἐπίσης κακογραμμένης Κοινωνιολογίας, γραμμένες σὲ ἄψογη κινεζικὴ ποὺ χρησιμοποιεῖ λέξεις τῆς ἑλληνικῆς, ἂς μὴ χάσει τὸν χρόνο του μὲ τὸν Βιζυηνό, τὸν Παπαδιαμάντη, τὸν Σεφέρη καὶ ἄλλους μισοσαλεμένους οἱ ὁποῖοι, ἐκτὸς τῶν ἄλλων, ἔφτιαξαν τὴ γλώσσα μας. Τὴ γλώσσα μας εἴπατε; Μὰ τὴ γλώσσα τὴ διδάσκονται τὰ παιδιὰ καὶ ἐξετάζονται αὐστηρὰ στοὺς ἀορίστους, τοὺς παρακειμένους, στὰ συνώνυμα καὶ τὰ «ἀντώνυμα». Ἔχουμε ἐξαιρετικὰ καὶ πολὺ σύγχρονα βιβλία γραμματικῆς, ποὺ τοὺς τὴ μαθαίνουν ἀπέξω κι ἀνακατωτά. Ἀναρωτήθηκε κανεὶς ἀπὸ δαύτους πῶς τὸ παιδὶ θὰ γνωρίσει τὶς ἐκφραστικὲς δυνατότητες τῆς γλώσσας του, ἂν δὲν διαβάσει λογοτεχνία; Τὴν ἑλληνικὴ γλώσσα δὲν τὴν ἔφτιαξαν οἱ Κριαράδες καὶ οἱ Μπαμπινιώτηδες, μὲ ὅλον τὸν σεβασμό. Τὴν ἔφτιαξαν οἱ Σεφέρηδες, οἱ Παλαμάδες, οἱ Θεοτοκάδες, καὶ οἱ Καβάφηδες. Αὐτοὶ μᾶς ἔδειξαν τὴ δυνατότητά της νὰ μιλάει γιὰ τὸν κόσμο της. Αὐτοὶ πῆραν τὴ σκυτάλη ἀπὸ τὴ μακραίωνη Ἱστορία της γιὰ νὰ μᾶς τὴν παραδώσουν ὁλοζώντανη.
Ὑπάρχει τὸ ὑπόβαθρο, θὰ μοῦ πεῖτε. Δημόσιοι λειτουργοὶ ποὺ ἀποφοίτησαν ἀπὸ τὶς Φιλοσοφικὲς Σχολὲς καὶ καλοῦνται νὰ διδάξουν Βιζυηνὸ μαζὶ μὲ ἀγγλικὰ ἢ γαλλικά, γραμματικὴ καὶ συντακτικό, ἱστορία καὶ φιλοσοφία. Ὑπάρχουν καὶ οἱ ἄλλοι δημόσιοι λειτουργοί, οἱ ἐπίλεκτοι τοῦ συστήματος, οἱ ὁποῖοι γράφουν τὰ ἐγχειρίδια, τὶς περισσότερες δὲ φορὲς οἱ ἴδιοι γράφουν καὶ τὰ ἑρμηνευτικὰ ἐγχειρίδια τῶν ἐγχειριδίων, τὰ ὁποῖα χρησιμοποιεῖ ὁ «ἰδιωτικὸς τομέας» τῆς ἐκπαίδευσης, οἱ φροντιστές, γιὰ νὰ προωθήσουν τοὺς μαθητές τους στὶς ἐξετάσεις. Συμπαγές, λειτουργικό, ἀλληλέγγυο, τὸ σύστημα μοιάζει μὲ αὐτοεκπληρούμενη προφητεία. Τὰ παιδιὰ μιλοῦν ὅπως οἱ δάσκαλοί τους, σκέφτονται ὅπως αὐτοί, ἂν θέλουν νὰ ἐπιτύχουν. Ἀρκεῖ νὰ ἀκούσετε μία φράση τῶν συνδικαλιστῶν τῆς ΟΛΜΕ, γιὰ νὰ ἀντιληφθεῖτε τὰ ὀλέθρια ἀποτελέσματα.
Αὐτοί, τὸ βαθὺ κράτος τῆς ἐκπαίδευσης, ἀποφασίζουν γιὰ τὶς μεταρρυθμίσεις, γιὰ τὴ διδακτέα ὕλη καὶ ἐννοεῖται γιὰ τὴ βολή τους – τόσο μεγαλύτερη ὅσο λιγότερη εἶναι ἡ κριτικὴ σκέψη ποὺ πρέπει νὰ κυκλοφορεῖ στὰ θρανία. Τὸ βαθὺ κράτος ὅριζε τί θὰ διδάσκεται μὲ τὶς προηγούμενες ἡγεσίες, αὐτὸ ὁρίζει τί θὰ διδάσκεται μὲ τὴ σημερινή. Μὲ μία διαφορά: Ἡ σημερινή, μὲ τὸν κ. Κουράκη καὶ τὸν κ. Μπαλτά, ἔχουν πρόχειρα καὶ μερικὰ ρετάλια ἰδεῶν ποὺ τὰ ἀγόρασαν ἀπὸ τὸ παλιατζίδικο τοῦ μαρξισμοῦ, ὅπου, ὡς γνωστόν, ὁ Παλαμᾶς ἀξίζει μόνον ἐπειδὴ ταιριάζει μὲ κάποιες ἰδέες τους περὶ κοινωνικῆς δικαιοσύνης. Μπορεῖ στὴ θεωρία τῆς λογοτεχνίας νὰ ἔχουν διαβάσει κάτι παραπάνω ἀπὸ τὸ «Ὁ ἀληθινὸς Παλαμᾶς» τοῦ Νίκου Ζαχαριάδη, τοῦ κανονικοῦ, ὅμως, ἀμφιβάλλω ἂν ἔχουν διαβάσει Παλαμᾶ. Ὁ καιροσκοπισμὸς τῆς πολιτικῆς τάξης ἐπὶ Τρίτης Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας ποὺ κολάκευε καὶ ὑπηρετοῦσε τὸ δύσμορφο τέρας τοῦ βαθέος κράτους μὲ τὴν πρώτη φορὰ ἀριστερά, ποὺ δὲν εἶναι πρώτη, προβιβάζεται σὲ ἰδεολογία.
Ἐπεῖγον μέτρο. Ἀφαίρεσαν τὴ νεοελληνικὴ λογοτεχνία ἀπὸ τὶς ἐξετάσεις καὶ ἀντικατέστησαν τὴ μία ἀπὸ τὶς δύο ὧρες τῆς διδασκαλίας της στὴ Γ´ Λυκείου μὲ τὸ μάθημα τῆς κοινωνιολογίας. Καὶ σιγὰ τὰ ὠά. Ἐδῶ ὁ φαλακρὸς τενόρος τῶν οἰκονομικῶν θέλει νὰ τὸ κάνει Κούγκι γιὰ τὸν συντελεστὴ τοῦ ΦΠΑ. Στενάζει ὁ ἑλληνισμὸς ἀπὸ τὸν συντελεστὴ τοῦ ΦΠΑ, ἐνῶ οἱ ἀρουραῖοι ροκανίζουν τὴ ζωὴ τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας στὴν ἐκπαίδευση.
Δὲν μᾶς ἔχουν μείνει καὶ πολλὰ νὰ ὑπερασπιστοῦμε. Ἂν μή τι ἄλλο, ἂς ὑπερασπιστοῦμε αὐτὴν τὴ γλώσσα ποὺ μπορεῖ νὰ εἶναι μικρή, ἔχει ὅμως μεγάλη ἱστορία πίσω της. Καὶ ἂς καταλάβουμε ὅτι ὁ ἀκρωτηριασμὸς τῆς διδασκαλίας τῆς ἑλληνικῆς λογοτεχνίας εἶναι ἀκρωτηριασμὸς τῆς γλώσσας.
Πηγή: Χριστιανικὴ Βιβλιογραφία