ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΚΑΠΟΤΕ ΠΕΤΑΓΑΜΕ

Γράφει ο Ιωάννης Αυξεντίου

Δεν ξέρω εάν το μάτι σας έχει πέσει ποτέ πάνω στις μοντέρνες βιτρίνες ρούχων, ειδικά αυτές που απευθύνονται σε νέους: Ακριβώς τα παλιόρουχα που κάποτε τα πετούσαμε στα σκουπίδια, σήμερα πωλούνται σε πανάκριβες τιμές. Αυτά τα ρούχα ντρεπόμαστε ακόμη και να τα χαρίσουμε σε κάποιον φτωχό γείτονα, δεν υπήρχε άλλη λύση από το να ριχτούν στην σακούλα των σκουπιδιών. Ξεσκισμένα και ξεβαμμένα παντελόνια, μπλούζες ρετάλια, ζακέτες που είναι σαν βγήκαν από κάδο απορριμμάτων: στις καλύτερες βιτρίνες.

Έτσι ακριβώς δεν είναι και όλος ο σημερινός 'πολιτισμός' μας; Ότι παλαιότερα το απορρίπταμε ως κοινωνικό σκουπίδι, ως κοινωνική μπόχα, σήμερα μοστράρεται στις καλύτερες βιτρίνες της πολιτικής ορθότητας και του αριστερού καθωσπρεπισμού: από τις σεξουαλικές ιδιοτροπίες μέχρι τις νομαδικές 'συλλογικότητες' και νοοτροπίες, από τους καπνούς της μαστούρας μέχρι τις καταλήψεις (αρπαγές) κτηρίων. Φανταστείτε, πριν 40 χρόνια, κάποιος να πήγαινε σε ένα σχολείο με την πρόθεση να διακόψει την πρωινή προσευχή των μαθητών: 'βρε ουστ από εδώ!', θα του φώναζαν όλοι, και θα έτρεχε ο άμοιρος να κρυφτεί! Σήμερα, όχι απλώς να διακόψεις την προσευχή, αλλά να την καταργήσεις τελείως, είναι chic, radical-progressive chic και φυσικά liberal chic.

Αυτή η προτροπή των νέων, μέσω της ενδυμασίας, προς μία πορεία αυξημένης εντροπίας, παραμέλησης, αφήματος, αντικατοπτρίζει όλο το πνεύμα της σύγχρονης εποχής: όλα τείνουν προς την διάλυση, το λιώσιμο, την κατάληξη σε μία άνευ ψυχής άμορφης ανόργανης ύλης. Όπως ένα κομμάτι λιωμένο πλαστικό.

Ένα παράδειγμα: Αυτοί που φωνάζουν για την κατάργηση των παρελάσεων υποστηρίζοντας ότι αυτές συνεισφέρουν στην 'εκκόλαψη του αυγού του φιδιού' (που; στην Ελλάδα! να γελάει κανείς...) νομίζετε ότι είναι βλάκες και δεν ξέρουν ότι αυτά τα επιχειρήματα τους είναι ηλίθια; Μια χαρά το γνωρίζουν. Θέλουν λοιπόν την κατάργηση των παρελάσεων όχι φυσικά διότι φοβούνται ότι θα αναβιώσει το…. Τρίτο Ράιχ στην Ελλάδα (αυτά τα λένε στους διανοητικά ανάπηρους που αποτελούν το ακροατήριο τους) αλλά διότι αισθάνονται ότι οι παρελάσεις ανακαλούν μισητούς σε αυτούς συμβολισμούς: την έννοια της πατρίδας, τον αντι-κοσμοπολιτισμό, την τάξη, τον έλεγχο, την θρησκεία, την ιεραρχία, την ευπρέπεια κλπ. Οπότε, ο leftist- progressive-liberal, δικαίως, σύμφωνα με την νοοτροπία του, θα ρωτήσει: «Βάζετε μπροστά μία σημαία που φέρει και ένα σταυρό και προχωρείτε; Για να πάτε που κύριοι μου; Τι να την κάνετε την σημαία στην 'κοσμοχώρα'; Και ο σταυρός τι δουλειά έχει; τις λιτανείες να τις κάνετε στην ενορία σας. Και μετά, γιατί προχωρείτε με τον ίδιο βηματισμό και φοράτε την ίδια στολή; Τι περιορισμοί είναι αυτοί; τι ασφυκτική τάξη; Τι μονολιθικές συμπεριφορές είναι αυτές;».

78ο78

Ακριβώς έτσι βλέπει τα πράγματα όλο το αριστερό-φιλελεύθερο τόξο. Με λίγα λόγια, οι παρελάσεις πηγαίνουν ενάντια στον κόσμο των σκουπιδιών, είναι σύμβολα 'καθαρής δομής', είναι ΑΝΤΙ-ΕΝΤΡΟΠΙΚΕΣ.

Στις ημέρες μας οι άνθρωποι δεν πέφτουν μέσα στα σκουπίδια, είναι τα σκουπίδια που βγαίνουν από τους κάδους και πηγαίνουν στις βιτρίνες των μαγαζιών, στις πανεπιστημιακές έδρες, στα κοινοβούλια, στα υπουργεία, στα σχολικά βιβλία, στις εκθέσεις ζωγραφικής, στις τηλεοράσεις, στα ραδιόφωνα, στο διαδίκτυο.

Αν το σκεφτείτε, μετά τον φωτισμένο Μεσαίωνα, την Αναγέννηση, το Μπαρόκ, τον Νεοκλασικισμό, να καταφέρουμε να δημιουργήσουμε το 'Σκουπιδοκίνημα', τον πολιτισμό των Σκουπιδιών, δεν είναι και λίγο πράγμα! Απαιτεί ιδιαίτερες ικανότητες και ταλέντο.

Πως λοιπόν, ένας καθηγητής του λυκείου, θα μπορούσε να συνοψίσει στους μαθητές του την ουσία του σημερινού πολιτισμού μας; Με λίγες μόνον φράσεις: «Παιδιά μου, όλα αυτά που παλιά οι γονείς σας τα θεωρούσαν σκουπίδια, σήμερα, κάποιοι θα σας κάνουν να τα ποθήσετε πολύ, τόσο ώστε να κάνετε πολλές οικονομίες (πνευματικές και ψυχικές) για να τα αποκτήσετε, και με υπερηφάνεια μετά, να τα υποστηρίξετε.»

Τούτος ο πολιτισμός μου φέρνει στο μυαλό τους στίχους ενός ποιήματος του Γιάννη Σκαρίμπα:

Σπασμένο καράβι να `μαι πέρα βαθιά
έτσι να `μαι
με δίχως κατάρτια με δίχως πανιά
να κοιμάμαι

Να `ν’ αφράτος ο τόπος κι η ακτή νεκρική
γύρω γύρω
με κουφάρι γειρτό και με πλώρη εκεί
που θα γείρω

Να `ν’ η θάλασσα άψυχη και τα ψάρια νεκρά
έτσι να `ναι
και τα βράχια κατάπληκτα και τ’ αστέρια μακριά
να κοιτάνε

Δίχως χτύπο οι ώρες και οι μέρες θλιβές
δίχως χάρη
κι έτσι κούφιο κι ακίνητο μες σε νύχτες βουβές
το φεγγάρι

Έτσι να `μαι καράβι γκρεμισμένο νεκρό
έτσι να `μαι
σ’ αμμουδιά πεθαμένη και κούφιο νερό
να κοιμάμαι.

Ίσως σε αυτό το ποίημα να βρίσκεται η πιο ανάγλυφη έκφραση της ψυχικής στάσης, του θανάτου του ΕΙΝΑΙ. Ο σύγχρονος μηδενισμός, αναγκαστικά, οδηγεί στον πολιτισμό της κατάθλιψης.



Πηγή: Θεόδοτος

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *