Χλωρίδα μου πατρίδα μου
Χλωρίδα μου πατρίδα μου
γέννημα θρέμμα σου βορά τῶν ψυχανθῶν
βασιλικός πλατύφυλλης ἀποδημίας
σγουρό μελισσοβότανο τῆς μνήμης
ποὺ τό φυσῶ κι ἔρχονται σμῆνος οἱ σκιές
στή βουερή κυψέλη τοῦ κορμιοῦ μου
κάνοντας τό πικρό-γλυκό
τόν κόσμο μέλι.
Πανίδα μου πατρίδα μου
ἀειθαλῆ ἀγρίμια
καί φυλλοβόλα χρώματα τῆς νύχτας
ἰσόβια παραμυθία μου σταθήκατε
μέ τ' ἄσπρο δόντι πεινασμένου λύκου
τό κανελί τῆς ἀλεποῦς τό γκρίζο τῆς ἀρκούδας
κραυγές σκουξίματα καί αἷμα
μέ χιόνι φεγγαρόφωτου καί πάχνη ἀστροφεγγιᾶς
ραντίζοντας τό μακελειό τῆς φύσης
κάνοντας τά μονά-ζυγά
δικοτυλήδονο τόν κόσμο.
Γέννημα θρέμμα του κι ἐγώ
βορά τῆς μνήμης ἄθυρμα τῆς ἀγάπης
ἄλλοτε πάνοπλος ἀπό φωνές καί βλέμματα
κι ἄλλοτε κάμπος θερισμένος
χωρίς τόν ψίθυρο μιᾶς καλαμιᾶς.
Καί τί νά πῶ γιά τή ζωή
τή ζῶ μέ ζώνει μέ πονάει
καί τί νά πῶ γιά τήν ἀγάπη
δέν τή σπούδασα τήν ξέρω ἀπό στήθους
κι ἄν ἀπαγγέλλω ἕναν ἴαμβο χλωρό
ἐκείνη τόν ποτίζει νύχτα μέρα
κι ἄν τῆς μιλῶ ἑλληνικά
μόνον αὐτά καταλαβαίνει
στή μουσική τους μοναχά χορεύει
μέ τόν αὐλό τή λύρα τό κλαρίνο.
Πατρίδα μου ἀσπίδα μου
καί δόρυ αἰχμηρό στό στῆθος
παίρνω τό αἷμα-αἷμα μου καί σέ γυρεύω
στόν κάτω κόσμο στόν ἀπάνω -ἄφαντη
στίς πολιτεῖες στά χωριά σου- ἄχνα
καί λέω δέν ὑπάρχεις σ' ὀνειρεύτηκα
κι ἀχειροποίητη σέ χτίζω μέ τό ράμφος μου.
Ἀλλά τό φῶς μέ διαψεύδει πάλι
μία μέρα στίς Μυκῆνες τήν ἄλλη στήν Κασσώπη
καταμεσήμερο ἀγγίζοντας τοπία συλημένα
καί πρόσωπα ἀγνώριστα ἀπό τήν τύρβη τῶν αἰώνων
ὑφαίνοντας ἄλλες μορφές στό διάφανο ἀέρα
κι ὁ τόπος γράφεται ξανά
βουνό-βουνό καί δέντρο-δέντρο
κι ἡ θάλασσα φιλάει τή φτέρνα του
κι ἡ μνήμη ὀχιά πού μέ δαγκώνει
καί λέω ναί -ἐδῶ- στό φῶς θανάτωσέ με.
Γιατί τό φῶς θά μᾶς δικάσει
κι ἀλίμονο σ' ὅποιον φοράει ματογυάλια.
Γκανᾶς Μιχάλης
Πηγή: Ἁγία Ζώνη