Χριστούγεννα: ἂς κεραστοῦμε μὲ οἶνο ρωμαίικο

 Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, Μουσείο Μπενάκη Αθήνα, περ.1565-1575 Πηγή: ΠΕΡΙ ΤΕΧΝΗΣ Ο ΛΟΓΟΣ

Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, Μουσείο Μπενάκη Αθήνα, περ.1565-1575
Πηγή: ΠΕΡΙ ΤΕΧΝΗΣ Ο ΛΟΓΟΣ

Γράφει ὁ Δημ. Νατσιός
Δάσκαλος – Κιλκίς

«Τὴν 20ην Ἰουλίου 1821 συνέτρωγαν ὁ Δημήτριος Ὑψηλάντης καὶ ὁ Κολοκοτρώνης στοὺς ἴσκιους τῶν δέντρων τοῦ Ἄστρους. Γίδα ψητὴ στρωμένη σὲ φύλλα, ἀσκὶ μὲ ρετσινόκρασο, μισὸ φλασκὶ γιὰ ποτήρι καὶ μαῦρο ψωμὶ ἦταν ἡ ἑτοιμασία τοῦ γεύματος. Ὅταν ἐκάθησαν, κόβοντας ὁ Κολοκοτρώνης τὸ ψητὸ μὲ τὰ χέρια του, εἶπε στὸν Ὑψηλάντη: “Αὐτὰ εἶναι τὰ χρυσὰ πιρούνια καὶ τὰ χρυσὰ μαχαίρια τῆς Ἑλλάδας, καὶ αὐτὸ τὸ ρετσινάτο εἶναι τὰ πολύτιμα κρασιά της”. Ἄρεσε στὸν φιλόπατριν Ὑψηλάντην τὸ γεῦμα τοῦ Κολοκοτρώνη, ἐπειδὴ ἐννόησε τὸ πνεῦμα του. Ἤθελε νὰ τὸν προλάβει ὁ Κολοκοτρώνης μὲ μάθημα, αὐτὸν ἀναθρεμμένον μὲ ὅλην τὴν πολυτέλειαν τῆς εὐζωΐας, καὶ νὰ τοῦ εἰκονίσει τὰς δεινοπαθείας τοῦ ἑλληνικοῦ ἀγῶνος».

Ὡραία εἰκόνα! Κερνᾶ ὁ Γέρος τοῦ Μοριᾶ, τὸν φιλόπατριν Ὑψηλάντη, τὰ πολύτιμα κρασιὰ τῆς Ἑλλάδος, ποὺ εἶναι ἡ ἁπλότητα καὶ ἡ ὀλιγοδεΐα. Ἂς κεράσουμε, τοῦτες τὶς ἡμέρες, κι ἐμεῖς ἀπὸ αὐτὸν τὸν ρωμαίικο οἶνο, τὸ ρετσινάτο τοῦ Κολοκοτρώνη.

Καὶ ἂς γιορτάσουμε διότι «βίος ἀνεόρταστος μακριὰ ὁδὸς ἀπανδόκευτος», ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι. Οἱ γιορτὲς εἶναι σὰν τὰ πανδοχεῖα ποὺ ἀναπαύουν τοὺς κουρασμένους ταξιδιῶτες. Τὰ Χριστούγεννα, ποὺ αὐτὲς τὶς μέρες γιορτάζουμε, «χαίρει ἡ φύσις ὅλη», χαίρονται καὶ οἱ ἄνθρωποι. Μία κατ’ ἐξοχὴν οἰκογενειακὴ γιορτή. Τὰ τελευταῖα μόνο χρόνια ἀντὶ γιὰ οἰκογενειακὲς συνάξεις, ἔχουμε ἀποδράσεις σὲ εἰδυλλιακὰ θέρετρα. Ἀντὶ οἱ οἰκογένειες νὰ ἑνώνονται, διαλύονται. Θὰ στηθεῖ, λοιπόν, τὸ μεγαλοπρεπὲς χριστουγεννιάτικο τραπέζι, μὲ τὰ χοιρινὰ καὶ τὰ λοιπὰ ἐκλεκτὰ κρεατικά, θὰ λησμονηθεῖ πάραυτα ὁ κόπος τῆς νηστείας. Ἐξέχουσα θέση στὸ τραπέζι ἔχει ὅμως ὁ οἶνος, γιὰ τὸν ὁποῖο θὰ κάνουμε μερικὲς ἐτυμολογικὲς …περιπολίες.

Μία ἀναδρομὴ σ’ ἕνα συμπόσιο (συν+πόσις), μία γιορτὴ τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων, θὰ μᾶς πείσει ὅτι πράγματι εἴμαστε ἀπόγονοί τους.

Κατ’ ἀρχὴν τὸ συμπόσιο περιελάμβανε δύο αὐτοτελῆ μέρη: τὸ δεῖπνον καὶ τὸν πότον. Τὸ πρῶτο, κατὰ τὸ ὁποῖο οἱ συνδαιτημόνες ἱκανοποιοῦσαν τὴν πείνα τους, διαρκοῦσε λίγο καὶ ἀποτελοῦσε, κατὰ κάποιο τρόπο, τὴν προετοιμασία γιὰ τὸν πότο, ποὺ ἀκολουθοῦσε. Τὸ συμπόσιο δὲν γινόταν μόνο γιὰ φαγοπότι, ἀλλὰ κυρίως γιὰ νὰ συζητηθοῦν σοβαρὰ θέματα. Γιὰ τοὺς ἀρχαίους ἴσχυε τὸ ρητό: «ἡ ἄνευ λόγων τράπεζα οὐδὲν φάτνης διαφέρει», δηλαδή, τὸ νὰ τρώει κανεὶς χωρὶς νὰ συζητᾶ, δὲν ἔχει καμία διαφορὰ ἀπὸ τὸ φαγητὸ τῶν ζώων. Ἡ ἀντίληψη αὐτὴ ἔρχεται βέβαια σὲ πλήρη ἀντίθεση μὲ τὴν σημερινὴ προτροπὴ τῶν μανάδων στὰ παιδιά τους «ὅταν τρῶμε δὲν μιλᾶμε καὶ τὸ φαγητὸ κοιτᾶμε». Ἂς γνωρίζουν οἱ μητέρες ὅτι ἔτσι πηγαίνουν κόντρα στὴν… φύση τοῦ Ἕλληνα. Γιὰ νὰ διαρκέσει ὅμως τὸ συμπόσιο καὶ γιὰ νὰ ἀποφευχθοῦν, λόγῳ μέθης, φιλονικίες καὶ ἀσυναρτησίες ἀπὸ τοὺς συμποσιαστές, οἱ ἀρχαῖοι ἔπιναν τὸν οἶνο «κεκραμένον δι’ ὕδατος». Ἀνακάτευαν, δηλαδή, τὸν οἶνο μὲ ζεστὸ νερὸ τὸν χειμώνα ἢ παγωμένο τὸ καλοκαίρι. Ἡ κράσις τοῦ οἴνου γινόταν μέσα σὲ εἰδικὰ ἀγγεῖα, τοὺς κρατῆρες. Ὅλοι αὐτοὶ οἱ ὄροι προέρχονται ἀπὸ τὸ ἀρχαῖο ρῆμα κεράννυμι, ποὺ σημαίνει ἀναμειγνύω. Οὐδέποτε λοιπὸν ἔπιναν, τὸν οἶνο ἄκρατον. Τὸ ἀκρατοποτεῖν ἐθεωρεῖτο γενικῶς ἀξιόμεμπτη κατάχρηση. Μάλιστα ὁ μεγάλος Ἀθηναῖος σοφὸς καὶ νομοθέτης Σόλων ὅρισε: «ἐν τοῖς συμποσίοις μὴ πίνειν ἄκρατον τὸν οἶνον». Ἀπὸ τὸ ἴδιο ρῆμα, «τὸ κεράννυμι», προέρχεται καὶ ἡ νεοελληνικὴ λέξη κρασί, ποὺ ἀντικατέστησε στὰ χρόνια τῆς αὐτοκρατορίας τῆς Νέας Ρώμης-Κωνσταντινουπόλεως, τὴν ἀρχικὴ λέξη, οἶνος. Ἡ διαδικασία τῆς ἀλλαγῆς, δὲν μᾶς εἶναι σαφής. Μερικοὶ ὑποθέτουν ὅτι προῆλθε ἀπὸ τὴν καθημερινὴ ἐντολὴ ποὺ ἀκουγόταν στὰ καπηλειά: «δῶσ’ μοι κράσιν οἴνου», ποὺ συγκόπηκε σὲ «δῶσ’ μοι κράσιν» καὶ τελικὰ «δῶσ’ μοι κρασί». Ἄλλοι θεωροῦν πιθανότερη τὴν ὑποκατάσταση τῆς λέξης οἶνος ἀπὸ τὴ λέξη κρασί, μὲ παρότρυνση τῆς ἐκκλησίας. Ὁ οἶνος χρησιμοποιεῖται στὴ Θεία Εὐχαριστία, τὸ κρασὶ –ὡς λέξη- γιὰ τὰ ὑπόλοιπα τοῦ βίου. Ἄλλωστε κάτι ἀνάλογο θὰ πρέπει νὰ συνέβη καὶ μὲ τὴ λέξη ὕδωρ ποὺ ἀντικαταστάθηκε ἀπὸ τὴ λέξη νερό. Ἀρχικὰ ἔλεγαν «δῶσ’ μοι νεαρὸν ὕδωρ», ἔπειτα «δῶσ’ μοι νεαρόν», καὶ τελικὰ δῶσε μου νερὸν (μὲ συγκοπή). Ἡ λέξη νεαρὸς σημαίνει δροσερός, φρέσκος. Ἀπὸ τὴν ἴδια ρίζα κερ- τοῦ ρήματος κεράνυμμι, προέρχεται καὶ τὸ νεοελληνικὸ ρῆμα κερνάω-ω, ποὺ ἐνῶ ἀρχικὰ εἶχε τὴ σημασία τοῦ προσφέρω κρασί, κατόπιν ἡ ἔννοιά του διευρύνθηκε γιὰ κάθε εἴδους προσφορά.

Τὰ ἀγγεῖα, τώρα, τοῦ πότου, τὰ ποτήρια (ἀπὸ κεῖ προέρχεται ἡ λέξη) διακρίνονταν σέ: ἀγγεῖα μεταφορᾶς καὶ ἀποθήκευσης τοῦ κρασιοῦ (πίθοι, ἀμφορεῖς καὶ στάμνοι, ἐξ οὗ καὶ ἡ σημερινὴ στάμνα), σὲ ἀγγεῖα ἀνάμειξής του μὲ νερὸ καὶ ψύξης του (κρατῆρες, ψυκτῆρες), σὲ ἀγγεῖα σερβιρίσματος (οἰνοχόες, καὶ στὰ ἑλληνιστικὰ χρόνια, λάγυνοι ἐξ οὗ καὶ τὸ σημερινὸ λαγήνι), καὶ σὲ ἀγγεῖα πόσεως (ποτήρια, κύλικες). Οἱ ὀνομασίες ποὺ ἔπαιρναν τὰ μέρη τῶν ἀγγείων (χεῖλος, στόμιο, λαιμός, σῶμα, ὠτία=λαβὲς) φέρνουν στὸ νοῦ μας τὸν ἀνθρωποκεντρικὸ χαρακτήρα τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς τέχνης, ἀλλὰ καὶ ὁλόκληρης τῆς κοινωνίας, ποὺ εἶναι φανερὸς ἀκόμη καὶ σὲ ἁπλὰ καθημερινὰ δημιουργήματα. Ὁ οἶνος, λοιπόν, τὸ κρασί, ποὺ εὐφραίνει καρδιές, ὁ παυσίπονος καὶ παυσίλυπος οἶνος, ὁ ἐλευθερωτὴς τοῦ πνεύματος, ἡ πηγὴ ἔμπνευσης τῶν τεχνῶν, τοῦ θεάτρου καὶ τῆς φιλοσοφίας, ἔχει αὐτὲς τὶς ἡμέρες κυρίαρχη θέση. Προσοχὴ ὅμως στὶς ἀκρατοποσίες, ποὺ κάνουν τὸν ἄνθρωπο ἀκράτητο καὶ ἀσυγκράτητο. «Οἶνος καὶ γυναῖκες ἀποστήσουσιν συνετούς», τὸ κρασὶ καὶ οἱ γυναῖκες καταστρέφουν τοὺς συνετούς, λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Χρόνια πολλὰ σὲ ὅλους τοὺς συνδαιτημόνες καί… «παῖδες θραύσατε τὰς κύλικας», παιδιὰ σπάστε τὰ ποτήρια. (Καὶ τὸ ἔθιμο τοῦ σπασίματος πάνω στὸ γλέντι, λαμπρὸ ἐλάττωμα, ἀρχαία κληρονομιὰ εἶναι).

Καὶ ἂς γιορτάσουμε ρωμαίικα, ὅπως μᾶς συμβουλεύει ὁ Φώτης Κόντογλου. «Ἀδέλφια μου. Φυλάξτε τὰ ἑλληνικὰ συνήθειά μας, γιορτάστε ὅπως γιορτάζανε οἱ πατεράδες σας, καὶ μὴ ξεγελιώσαστε μὲ τὰ ξένα κι ἄνοστα πυροτεχνήματα. Οἱ δικές μας οἱ γιορτὲς ἀδελφώνουν τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς ἐνώνει ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Μὴν κάνετε ἐπιδείξεις. “Εὐφράνθητε ἐορτάζοντες”. Ἀκοῦστε τί λένε τὰ παιδάκια ποὺ λένε τὰ κάλαντα: “Καὶ βάλετε τὰ ροῦχα σας, εὔμορφα ἐνδυθῆτε, στὴν ἐκκλησίαν τρέξετε, μὲ προθυμίαν μπῆτε, ν’ ἀκούσετε μὲ προσοχὴν ὅλην τὴν ὑμνωδίαν, καὶ μὲ πολλὴν εὐλάβειαν τὴν θείαν λειτουργίαν. Καὶ πάλιν σὰν γυρίσετε εἰς τὸ ἀρχοντικόν σας, εὐθὺς τραπέζι στρώσετε, βάλτε τὸ φαγητόν σας. Καὶ τὸν σταυρόν σας κάνετε, γευθῆτε, εὐφρανθῆτε. Δῶστε καὶ κανενὸς φτωχοῦ ὅστις νὰ ὑστερῆται”. Ἀθάνατη ἑλληνικὴ φυλή! Φτωχὴ μὰ ἀρχοντομαθημένη, βασανισμένη, μὰ χαρούμενη καὶ καλόκαρδη περισσότερο ἀπὸ τοὺς εὐτυχισμένους τῆς γῆς, ποὺ τοὺς μαράζωσε ἡ καλοπέραση.

Ναί, ἀδερφοί μου Ἕλληνες, χαίρετε μαζὶ μὲ κείνους ποὺ χαίρουνται καὶ κλαῖτε μαζὶ μὲ κείνους ποὺ κλαῖνε. Αὐτὴ εἶναι ἡ παραγγελία τοῦ Χριστοῦ, καὶ σ’ αὐτὴ μονάχα θὰ βρῆτε ἀνακούφιση. Δίνετε στοὺς ἄλλους ἀπ’ ὅ,τι ἔχετε. Τὸ παραπάνω ἀπ’ ὅ,τι ἔχει κανένας ἀνάγκη, τὸ κλέβει ἀπὸ τὸν ἄλλον. “Μακάριον τὸ διδόναι μᾶλλον, ἢ λαμβάνειν».

Καλὰ κι εὐλογημένα Χριστούγεννα, ἀδελφοί!



Πηγή: Χριστιανικὴ Βιβλιογραφία

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *