Ἡ δίκη τοῦ Κολοκοτρώνη καί… ἡ δίκη τῆς Μακεδονίας

Παύλος Μελάς

Ο Παύλος Μελάς, ελαιογραφία του Γεωργίου Ιακωβίδη

γράφει ὁ
Δημήτρης Νατσιὸς
δάσκαλος-Κιλκὶς

«Ὁ φιλήκοος τῶν ξένων εἶναι προδότης» (Καποδίστριας)

Στρώθηκα καὶ ξαναδιάβασα, τοῦτες τὶς πνιγηρὲς ἡμέρες, τὴν Δίκη τοῦ Κολοκοτρώνη. «Δυστυχὴς παρηγορία» νὰ μελετᾶς τὰ περασμένα μεγαλεῖα, τὰ ἀρώματα τοῦ Γένους μας, τοὺς ἀνθρώπους της ποὺ μοσχοβολοῦν σὰν τὸ Τίμιο Ξύλο. Ἔχει μαυρίσει ἡ ψυχή μας ἀπὸ τὶς ἀναθυμιάσεις ποὺ ἀναδίδει ἡ «πονηρὰ ζύμη» τῶν Ἀθηνῶν. Ἔγραφε θρηνώντας ὁ μεγάλος Κόντογλου γιὰ τοὺς «γυάλινους ἀνθρώπους»: «Ἡ Ἀθήνα δὲν εἶναι πιὰ πολιτεία ἑλληνικὴ κι ἂς λέμε ὅ,τι θέλουμε. Μήτε οἱ ἄνθρωποι μήτε τὰ χτίρια. Ὁ ἥλιος ἔλειψε. Ὁ ἀγέρας βρόμισε. Ἀπορεῖς πῶς ἀλλάξανε ὅλα μέσα σὲ λίγα χρόνια καὶ δὲν ἔμεινε τίποτε ποὺ νὰ θυμίζει πὼς βρίσκεσαι στὴν Ἑλλάδα». («Μυστικὰ Ἄνθη» σελ. 196). Βρόμισε ὁ ἀγέρας σ’ ὅλη τὴν Ἑλλάδα σήμερα. Ποιός νὰ τὸ πίστευε ὅτι οἱ σημερινοὶ «γυάλινοι ἄνθρωποι», διαφανεῖς σὰν τὰ τζάμια, μηχανὲς νεκρὲς καὶ παγωμένες -λόγια τοῦ Κόντογλου- θὰ συζητοῦν χασκογελώντας τὴν μεγαλύτερη προδοσία καὶ ἀτιμία ἀπὸ καταβολῆς ἑλληνικοῦ ἔθνους. Ἀντικρίζουμε καντιποτένιους ὑπουργοὺς καὶ πρωθυπουργοὺς νὰ ὁμολογοῦν ἀνερυθριάστως καὶ ἀσυνειδήτως -ὅπως ἔγραφαν τὰ παλιά, καλὰ λεξικὰ- χωρὶς ντροπὴ καὶ τύψεις ὅτι συμφώνησαν τὴν ἀτιμωτικὴ συναλλαγὴ καὶ εἶναι ἕτοιμοι νὰ στήσουν πανηγύρια στὰ σύνορα. Πῶς θὰ ἀνεχθοῦμε τὸ τέλος τῆς ἱστορίας τῆς Μακεδονίας; Οἱ Πόντιοι, οἱ Κρητικοί, οἱ Ἑπτανήσιοι, οἱ Σαρακατσαναῖοι, οἱ Θρακιῶτες καὶ οἱ ἄλλοι Ἕλληνες θὰ καυχῶνται, θὰ συνεχίσουν νὰ καμαρώνουν γιὰ τὴν γενέθλια ἱστορικὴ καταγωγὴ καὶ περιοχή τους. Ἐγώ, ἐμεῖς οἱ Μακεδόνες τί θὰ ἀπαντοῦμε; Ποῦ θὰ ἀνήκει τὸ γεννοτόπι μου στὴν Πιερία; Πεθαμένοι καὶ ζωντανοί, ἔλεγε οἱ ποιητής, εἴμαστε ἀλληλέγγυοι καὶ συνυπεύθυνοι. Ἡ Ἱστορία ἐξ ὁρισμοῦ εἶναι μία συμφωνία μεταξὺ τῶν νεκρῶν, τῶν ζώντων καὶ τῶν ἀγέννητων. Καὶ ἀφοῦ εἶναι τριμερὴς ἡ συμφωνία, δὲν μπορεῖ ν’ ἀλλάξει ἐν ἀπουσίᾳ τῶν ἄλλων δύο μερῶν, τῶν νεκρῶν καὶ τῶν ἀγέννητων. Θέλει γεροὺς ὤμους καὶ ἀνδρεῖες καρδιὲς ἡ ἱστορία μας, ἀλλιῶς θὰ σὲ καταπλακώσει.

Πέντε Ἕλληνες δικαστὲς -ἐξαιρῶ τὴν βαυαρικὴ συμμορία ποὺ λύσσαξε νὰ τὸν δολοφονήσει- συμμετεῖχαν στὴν δίκη τοῦ Γέρου τοῦ Μοριᾶ, Μάϊος-Ἰούνιος τοῦ 1834. Καταγράφω τὰ ὀνόματά τους: Πολυζωίδης Ἀναστάσιος Πρόεδρος, Α. Βούλγαρης, Δ. Σοῦτσος, Φ. Φραγκούλης, Γεώργιος Τσερτσέτης, μέλη. Τὸν Πολυζωίδη καὶ τὸν Τερτσέτη, ποὺ ἀρνήθηκαν νὰ ὑπογράψουν τὴν ἀτιμωτικότερη «εἰς θάνατον» καταδίκη της ἑλληνικῆς ἱστορίας, τοὺς μνημονεύουμε μὲ θαυμασμὸ καὶ εὐγνωμοσύνη. Τοὺς ἄλλους τρεῖς, «κωλοπανίδες τῆς ἀντιβασιλείας» (Μακρυγιάννης), τοὺς λακέδες τῶν Γερμανῶν, ποιός τοὺς θυμᾶται; Μνημονεύω τὸν Κολοκοτρώνη τοῦτες τὶς μέρες, ὄρθιο, ἀγέρωχο στὸ δικαστήριο, καὶ σκέφτομαι τὴν Μακεδονία μας…

Διαβάζω:

«Σηκώνεται ὁ Γέρος τοῦ Μοριά. Μπροστὰ στοὺς δικαστὲς στέκεται τώρα ὄρθιο ὁλόκληρο τὸ Εἰκοσιένα.
Πρόεδρος: Πῶς ὀνομάζεσαι;
Κολοκοτρώνης: Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
Πρόεδρος: Πόθεν κατάγεσαι;
Κολοκοτρώνης: Ἀπὸ τὸ Λιμποβίσι τῆς Καρύταινας
Πρόεδρος: Πόσων ἐτῶν εἶσαι;
Κολοκοτρώνης: Ἑξήντα τεσσάρων. Γεννήθηκα τὸ 1770, 3 τοῦ Ἀπρίλη.
Πρόεδρος: Τί ἐπάγγελμα ἔχεις;
Κολοκοτρώνης: Στρατιωτικός. Κρατάω σαράντα ἐννιὰ χρόνους ντουφέκι καὶ πολεμῶ γιὰ τὴν πατρίδα».

Μεγαλειώδης ἀπάντηση!! Μᾶς θυμίζει τοὺς δικαίους στρατηγοὺς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ποὺ ἦταν στὴν ὑπηρεσία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ «οἱ (=οἱ ὁποῖοι), διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν… ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγεννήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων…», ὅπως γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ἑβραίους. «Οἱ Μπαυαρέζοι καὶ οἱ ὀπαδοί τους Ἕλληνες θέλαν νὰ τὸν φᾶνε», ὅμως οἱ δύο δικαστές, ἄγρυπνη συνείδηση τοῦ Ἔθνους, ἀπέτρεψαν τὸ ἀνοσιούργημα.

Παραδίδω πάλι τὸν λόγο στὸ βιβλίο τοῦ Δημ. Φωτιάδη «Κολοκοτρώνης».

Διαβάζουμε γιὰ τὴν ἡμέρα ποὺ βγῆκε ἡ καταδικαστικὴ ἀπόφαση, ὅταν ὑπέγραψαν κάτω ἀπὸ τὴν πίεση τῶν ξένων οἱ δείλαιοι, προδότες δικαστές… καὶ ὁ νοῦς μου πηγαίνει στὴν Μακεδονία. «Ὁ Γέρος σὰν ἄκουσε τὸ «καταδικάζονται εἰς θάνατον» σταυροκοπήθηκε μὲ ἀπορία καὶ λέει:

-Κύριε ἐλέησον! Μνήσθητί μου Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλεία σου. (Πιστὸς καὶ καρτερόψυχος, δὲν κλαψουρίζει). Γυρεύουν μερικοὶ νὰ τὸν παρηγορήσουν. – Ἀντίκρισα, τοὺς λέει, τόσες φορὲς τὸν θάνατο καὶ δὲν τὸν φοβήθηκα. Οὔτε καὶ τώρα τὸν φοβᾶμαι. Ἄλλοι ἀναστενάζουν, ἄλλοι βουρκώνουν, ἄλλοι κλαῖνε μὲ ἀναφυλλητά. Μερικοὶ σκύβουν κι εὐλαβικὰ φιλᾶνε τὸ δοξασμένο γέρικο χέρι. Κάποιος ἀπὸ αὐτοὺς μὲ πνιγμένη φωνὴ τοῦ λέει:
-Ἄδικα σὲ σκοτώνουν, στρατηγέ!
-Γιὰ αὐτὸ λυπᾶσαι. Καλύτερα ποὺ μὲ σκοτώνουν ἄδικα παρὰ δίκαια….τοῦ ἀποκρίνεται». (σελ. 510-511).

Οἱ δύο πραγματικοὶ δικαστές, Πολυζωίδης καὶ Τερτσέτης, βγῆκαν ἀπὸ τὸ δικαστήριο μὲ ψηλὰ τὸ κεφάλι , ὁ κόσμος τοὺς ἔδινε «συχαρίκια γιὰ τὸ παλικαρίσιο φέρσιμό τους». Οἱ ἄλλοι τρεῖς, μαζὶ μὲ τοὺς Βαυαρούς, σέρνονταν σὰν σκουλήκια. Διαβάζω ἀπὸ τὰ «Πρακτικὰ» τῆς Δίκης καὶ σκέφτομαι. Τὴν ἡμέρα, Κύριος οἶδε, ποὺ θὰ ὑπογράφουν στὴν Βουλή, βουλευτές, ὑπουργοὶ καὶ πρωθυπουργοὶ τὴν προδοσία τοῦ ὀνόματος, τὸ παρακάτω τρισάθλιο θέαμα θὰ παρουσιάζουν. «Οἱ τρεῖς καταδικάσαντες δικασταὶ ἐξῆλθον τοῦ Δικαστηρίου ὠχροὶ καὶ τρέμοντες, μὲ δειλίας καὶ τρόμου παλμούς, τοὺς ὁποίους ὁ ἔλεγχος ἐνεποίει καὶ ἐδείκνυε εἰς τὸ πρόσωπον τὴν τοιαύτην κατάστασιν τῆς ψυχῆς αὐτῶν. Συνοδευόμενοι δ’ οὕτω ἀπὸ τρεῖς ἢ τέσσαρας ἀνθυπασπιστὰς ἀπῆλθον μὲ πόδας πατοῦντες ὄχι ὀρθὰ (παραπατοῦσαν) εἰς τὰς οἰκίας αὐτῶν».

Σώθηκε ὁ Κολοκοτρώνης (καὶ ὁ Πλαπούτας) γιατί σκέφτηκαν, οἱ ξένοι καὶ τὰ πειθήνια, ἐν Ἑλλάδι, ἐνεργούμενά τους ὅτι θὰ ἀντιμετώπιζαν «ταραχὰς καὶ ἐξεγέρσεις». «Ἡ ἁψιὰ ἀντίστασις τοῦ Προέδρου, τοῦ Πολυζωίδη, ἀδυνάτισε τὸ κύρος τῆς ἀποφάσεως τῶν τριῶν, ἔδωσε καὶ λαβὴν εἰς τοὺς πρέσβεις τῶν ξένων δυνάμεων νὰ ἐννοήσουν τὴν ἀθωότητα τῶν κατηγορουμένων…» (Τερτσέτη, Ἅπαντα τόμ. Γ´ σελ. 312) Περπατοῦσε, γράφει ὁ Τερτσέτης, ὁ Πολυζωίδης στὸ Ναύπλιο μὲ τὸν Νικηταρὰ τὸν Τουρκοφάγο. Ὁ κόσμος περισσότερο χαιρετοῦσε μὲ σεβασμὸ τὸν καταγόμενο ἀπὸ τὸ περίφημο Μελένικο τῆς Βόρειας Μακεδονίας, δικαστή.
Τοῦ λέει ὁ Νικηταρᾶς:
-Μοῦ πῆρες τὴ δόξα ποὺ ἀπόχτησα στὰ Δερβενάκια.

(Ἂν ὑπογράψουν «Βόρεια Μακεδονία», ὁ Ἀν. Πολυζωίδης αὐτομάτως γίνεται Σκοπιανός. Ὁ κὺρ Κοτζιᾶς βέβαια θὰ πανηγυρίζει, χασκογελώντας καὶ θὰ στήσει πανηγύρι ἐδῶ στὰ σύνορα, γιὰ νὰ γιορτάσει τὴν προδοσία. Θὰ τοῦ ἑτοιμάσουμε κόλλυβα καὶ ἐξόδιο, γι’ αὐτὸν καὶ τὴν κυβέρνησή του, ἀκολουθία).

Ἀναζητοῦμε καὶ σήμερα τὸν ἄνθρωπο ποὺ μὲ τὴν «ἁψιά του ἀντίστασι» θὰ ἀποτρέψει τὴν εἰς θάνατον καταδίκη τῆς Μακεδονίας. Δικαστής, στρατηγός, ἐπίσκοπος, κάποιος, τέλος πάντων, ποὺ θὰ ἀποκτήσει δόξα ἀνώτερη καὶ ἀπὸ τὰ Δερβενάκια…

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *