Η αρετή των Ελλήνων κατά τον Αριστοτέλη

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΔΕΜΟΣ

* Ο μεγάλος φιλόσοφος Αριστοτέλης (384-323 π.Χ.) μαζί με τον διδάσκαλό του Πλάτωνα αποτελούν την φωτεινή δυάδα της φιλοσοφίας του αρχαίου κόσμου. Εκτός από τα μεγάλα και αθάνατα φιλοσοφικά του συγγράμματα, μας άφησε και τον περίφημο ύμνο στην Αρετή… Αφορμή για να γράψει αυτόν τον ύμνο υπήρξε η σύλληψη με δόλο του επιστήθιου φίλου του Ερμεία από τον βασιλιά των Περσών Δαρείο, ο οποίος τον υπέβαλε σε φρικτά βασανιστήρια και τελικά τον εθανάτωσε με σταυρικό θάνατο. Αυτό γιατί ο Δαρείος ζητούσε από τον Ερμεία να αποκαλύψει τις συνεννοήσεις του με τον Φίλιππο Β’ πατέρα του Μεγ. Αλεξάνδρου.

Κατά τις τελευταίες του στιγμές ρωτήθηκε, αν είχε να κάμει κάποια ανακοίνωση για τους φίλους του. Τότε είπε: «αναγγείλατε εις τους φίλους μου ότι ουδέν έπραξα ανάξιον της φιλοσοφίας».

Ο θάνατος αυτός του Ερμεία συγκίνησε βαθύτατα τον Αριστοτέλη. Για να τιμήσει την μνήμη του έγραψε τον ύμνο με τον οποίο κατέταξε τον Ερμεία μεταξύ των ηρώων, παραβάλλοντας αυτόν με τον Ηρακλή, τον Αχιλλέα και τον Αίαντα.

Ο ύμνος σε μετάφραση:

«Αρετή, συ η οποία γίνεσαι προσιτή στο γένος των θνητών ανθρώπων κατόπιν πολλών μόχθων (και είσαι) ωραιότατη επιδίωξη για τη ζωή. Για τη δική σου μορφή, παρθένα, και ο θάνατος θεωρείται στην Ελλάδα ζηλευτή μοίρα, (καθώς) και το να υποφέρει κανείς με καρτερία φλογερούς και ακατάπαυστους κόπους. Τέτοιον θάνατον καρποφορείς στα μυαλά (εις τας φρένας) των ανθρώπων καρπόν ανώτερον από τον χρυσόν και από τους (ευγενείς) γονείς και από τον ύπνο που ακτινοβολεί τρυφερή λάμψη. Για χάρη σου ο καταγόμενος από τον Δία Ηρακλής και τα τέκνα της Λήδας (οι Διόσκουροι Κάστωρ και Πολυδεύκης) υπέφεραν πολλά, δι’ ενδόξων έργων επιδιώκοντας να αποκτήσουν τη δύναμή σου. Εσένα δε ποθούντες ο Αχιλλέας και ο Αίας ήλθαν στην κατοικία του Άδη. Ένεκα δε της δικής σου γοητευτικής σου μορφής και ο ανατραφής στον Αταρνέα (ο Ερμείας) εγκατέλειψε τις ακτίνες του ηλίου (πέθανε). Ένεκα τούτου αναδείχτηκε άξιος να υμνήται με άσματα ανάλογα με τα κατορθώματά του και με τους ύμνους τους θα τον υμνήσουν οι Μούσες ως αθάνατον, οι θυγατέρες της Μνημοσύνης, κάνοντας μεγάλο τον σεβασμό του Ξένιου Δία και την επιβράβευση της πιστής φιλίας».

Ανατρέχοντας την Ελληνική ιστορία από τους αρχαιοτάτους χρόνους διαπιστώνουμε ότι το ίδιο πνεύμα διακατέχει την ψυχή του Έλληνα σε όλη τη διαδρομή της ιστορίας του, όπως το εκφράζει ο Αριστοτέλης στον ύμνο της Αρετής.
Μέσα στη σύγχυση των εθνών και των γλωσσών της Ευρ. Ένωσης, το χωνευτήρι αυτό των εθνικών και ηθικών αξιών, δεν πρέπει ποτέ να λησμονήσουμε την ιδιότητα του Έλληνα. Αυτή πρέπει να είναι η ταυτότητά μας και η ικανοποίησή μας. Διότι, από εθνική άποψη, είμαστε απόγονοι Ηρώων και Εθνομαρτύρων.

Προγονονλατρεία λοιπόν; Όχι, αλλά είναι τιμή στους προγόνους, όταν διατηρούμε την μνήμη τους και ακολουθούμε το παράδειγμά τους. Είναι δε υποχρέωσή μας να συνδυάσουμε την αρχαία ελληνική αρετή με την πνευματική χριστιανική αρετή και με αυτόν τον τρόπο να υπερακοντίσουμε την αρετή κάθε άλλου εταίρου της Ενωμένης Ευρώπης…

Αλλά, ας ιδούμε πώς εξεδήλωσαν την αρετή οι Έλληνες στα τρεις χιλιάδες χρόνια της ιστορικής τους ζωής.

Πρώτα απ’ όλα εδίδαξαν την αγάπη των πολιτών για την ελευθερία της πατρίδας, η οποία εκτός των άλλων αγαθών, επιτρέπει και την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας του ανθρώπου – πολίτη, αλλά και των προσωπικών του ικανοτήτων.

Δεύτερο: εδίδαξαν την ελεύθερη επιλογή των προσώπων στα οποία να αναθέτουν κάθε φορά την διακυβέρνηση της χώρας, δηλαδή το Δημοκρατικό Πολίτευμα.

Είναι δε τόση η αίγλη της Δημοκρατίας, ώστε όλα τα Κράτη της Ανατολικής Ευρώπης πριν ανατραπεί το στυγνό Κομμουνιστικό καθεστώς τους, είχαν παραπλανητικά, τον τίτλο «Δημοκρατία» και μάλιστα «Λαοκρατική Δημοκρατία», για να γίνεται καλύτερο το καμουφλάρισμά τους.

Στο σημείο αυτό επιβάλλεται να αναφέρουμε ένα απόσπασμα από την εμπνευσμένη ομιλία του αείμνηστου καθηγητή της φιλοσοφίας και ακαδημαϊκού Ιω. Θεοδωρακοπούλου στη συνεδρία της Ακαδημίας Αθηνών στις 11 Νοεμβρίου 1980: «…Οι Έλληνες ως λαός είναι ένας κοσμοϊστορικός λαός. Και ονομάζεται κοσμοϊστορικός λαός εκείνος που το «δούναι» του προς την ανθρωπότητα είναι μεγαλύτερο από το «λαβείν». Οι Έλληνες έδωσαν πολύ περισσότερα στην ανθρωπότητα, από όσα έλαβαν από αυτήν.

Οι Έλληνες παρέδωσαν στον παγκόσμιο πολιτισμό την έννοια του πολίτη, της πολιτείας και της δημοκρατίας, της δημοκρατίας εκείνης που το όνομά της κυκλοφορεί ευρύτατα σήμερα, όχι όμως και η ουσία της. Οι αρχαίοι Έλληνες ήταν ίσοι στο λόγο, όταν συναθροίζονταν στην Πνύκα και οι αποφάσεις λαμβάνονταν από όλους. Ήταν ίσοι στο λόγο και στη σκέψη ίσοι. Αυτό το αγαθό είναι και η τιμή της ελευθερίας.

Η σημερινή δημοκρατία είναι έμμεση, αντιπροσωπευτική και βρίσκεται πολύ μακριά από εκείνη την άμεση, που στηρίζονταν στη γνώμη και στην παρουσία του πολίτη.

Οι αρχαίοι Έλληνες έδωσαν και τη φιλοσοφία, ένα μεγάλο αγαθό. Το σύστημα των εννοιών, με το οποίο προσπάθησαν οι Έλληνες να κατανοήσουν τ’ ανθρώπινα. Είναι μερικά αγαθά που δημιούργησαν οι Έλληνες οικουμενικά και είναι αυτά που τους καθιερώνουν ως κοσμοϊστορικό λαό.

Τα οικουμενικά αυτά αγαθά βρίσκονται μέσα στο κλασσικό μέγεθος των αρχαίων Ελλήνων, στο μετακλασσικό μέγεθος του Μ. Αλεξάνδρου, που δεν πολέμησε για να κατακτήσει την Ασία, αλλά για να ιδρύσει την οικουμένη. Είναι ο οδηγός της οικουμένης ο Αλέξανδρος. Αυτό είναι το βίωμα και το τρομακρικό όνειρό του. Βεβαίως με τη δημιουργία της οικουμένης καταργείται η πόλη. Χάνεται ο Αθηναίος και ο Σπαρτιάτης. Αυτή ήταν η τεράστια ανατροπή που επέφερε στον Ελληνισμό, μετέβαλε τη συμπεριφορά, την πολιτική των Ελλήνων. Ακολουθεί η Ρωμαιοκρατία, που είναι ένα ανεξάντλητο οχυρό, το Βυζάντιο, η Τουρκοκρατία και το 1821. Ακόμη και η πολυπαθής Κύπρος νοείται μόνον σαν λάμψη από εκείνες του ’21 («Η Δράση μας» τ. 519).

Το ίδιο πνεύμα, η ίδια αρετή κοσμούσε τον Έλληνα σε όλη τη διαδρομή του στους αιώνες που ακολούθησαν μέχρι τους νεωτέρους χρόνους. Αξίζει να δούμε ένα απόσπασμα από τα «Απομνημονεύματα» του άδολου Γιάννη Μακρυγιάννη.

Όταν ο Ιμπραήμ αλώνιζε την Πελοπόννησο χωρίς σοβαρή αντίσταση, ετοιμαζότανε να εκστρατεύσει κατά του Ναυπλίου. Ο Μακρυγιάννης με τον Δημήτριο Υψηλάντη έστησαν πρόχειρα οχυρά στους Μύλους του Άργους από όπου θα περνούσε ο Ιμπραήμ. Στα παράλια αγκυροβολούσε η γαλλική ναυαρχίδα με ναύαρχο τον Δεριγνύ.

Ο Μακρυγιάννης γράφει: «Εκεί οπού ‘φκιανα τις θέσεις εις τους Μύλους, ήρθε ο Ντερνύς να με ιδεί. Μου λέγει: “Τι κάνεις αυτού; Αυτές οι θέσεις είναι αδύνατες. Τι πόλεμον θα κάμετε με τον Μπραΐμη αυτού;”. Του λέγω, είναι αδύνατες οι θέσεις κι εμείς, όμως είναι δυνατός ο Θεός, οπού μας προστατεύει και θα δείξουμε την τύχη μας σ’ αυτές τις θέσεις τις αδύνατες. Κι αν είμαστε ολίγοι εις το πλήθος του Μπραΐμη, παρηγοριόμαστε μ’ έναν τρόπον, ότι η τύχη μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθεν και ως τώρα, όλα τα θερία πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε. Τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Και οι ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν. Και όταν κάνουν αυτήνη την απόφασιν, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν. Η θέση, οπού είμαστε σήμερα εδώ, είναι τοιούτη. Και θα ιδούμεν την τύχη μας οι αδύνατοι με τους δυνατούς. –Τρε μπιέν λέγει κι ανεχώρησε ο ναύαρχος».

Όταν πλησίασαν τα στρατεύματα του Ιμπραήμ, ο Μακρυγιάννης και οι συμπολεμιστές του πολέμησαν γενναιότατα και προξένησαν μεγάλες απώλειες στο στρατό του Ιμπραήμ. Έτσι υποχώρησαν και γλύτωσε το Ναύπλιο. Τραυματίστηκε, όμως, σοβαρά στο δεξί χέρι ο Μακρυγιάννης. Όταν τελείωσε η μάχη, πήραν τον Μακρυγιάννη και τον πήγαν στη ναυαρχίδα του Δεριγνύ για πρώτες βοήθειες. Όταν πλησίασαν, έδωσε εντολή ο ναύαρχος στην μπάντα να παιανίσει την Μασσαλιώτιδα για να τιμήσουν τον Μακρυγιάννη…

***

Σήμερα, δυστυχώς, κείμενα σαν κι αυτό που είδαμε παραπάνω, που υπήρχε στο βιβλίο της Γ’ Λυκείου, σήμερα (επαναλαμβάνω) εξοβελίστηκαν από τα σχολικά βιβλία. Αντί για κείμενα πατριωτικά διαβάζουμε σαν κι αυτό που υπάρχει στη «Γλώσσα» της Ε’ Δημοτικού τεύχος Β’ σελ. 44. «Η Ιταλία μας κήρυξε τον πόλεμο! Κι εμείς πήγαμε στο υπόγειο». Και διάλογοι του τύπου: «Πατέρας: Άκη, από σήμερα θα γίνεις άντρας. Παιδί: Εγώ τότε φοβήθηκα πάρα πολύ, γιατί δεν ήθελα να γίνω σήμερα άντρας». Ανεπίτρεπτη και απαράδεκτη αντιμετώπιση της εθνικής μας γιορτής. Όχι ηρωισμός, φιλοπατρία και θυσία, αλλά φόβος, ηττοπάθεια και περίεργα υπονοούμενα. Χλευασμός και υποτίμηση της εθνικής μας επετείου, ενώπιον δεκάχρονων παιδιών…

Αλλά, η νέα τάξη ενδιαφέρεται για άλλα πράγματα. Στο βιβλίο «Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας» Β’ Γυμνασίου σελ. 190 υπάρχει «αισθησιακό» ποίημα. Οι μαθητές καλούνται να απαντήσουν στην εξής απαράδεκτη ερώτηση: «Περιγράψτε με δικά σας λόγια τη συναισθηματική ένταση των ερωτευμένων. Έχετε νιώσει ποτέ ανάλογα συναισθήματα;».

O tempora, o mores!..



Πηγή: ΠΡΩΙΝΟΣ ΛΟΓΟΣ

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *