“Η μουσική που δεν δημιουργεί συναισθήματα είναι απλώς ένα σύνολο ήχων.”
Αν για κάποιο λόγο θέλαμε να δούμε αν η παραπάνω πρόταση ισχύει, τότε θα έπρεπε πρώτα να ορίσουμε τις βασικότερες έννοιες που την απαρτίζουν.
Έτσι, σύμφωνα με την Wikipedia, “ως μουσική ορίζεται η τέχνη που βασίζεται στην οργάνωση ήχων με σκοπό τη σύνθεση, εκτέλεση και ακρόαση/λήψη ενός μουσικού έργου. Με τον όρο εννοείται επίσης και το σύνολο ήχων από το οποίο απαρτίζεται ένα μουσικό κομμάτι”. Συνεχίζοντας, αναφέρεται ότι “σήμερα μπορούμε να πούμε ότι η μουσική ως τέχνη, έρχεται να καλύψει την ανάγκη του ανθρώπου να εκφράσει με τους ήχους, τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις ψυχικές του καταστάσεις”.
Ο σκοπός, όμως, δεν είναι κάτι δεδομένο, αλλά κάτι επιθυμητό. Το ότι υπάρχει ένας σκοπός δεν διασφαλίζει και την επίτευξή του.
Επίσης ένα σημείο στο οποίο θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή είναι ότι υπάρχει σαφής διαχωρισμός μεταξύ των σκέψεων, των συναισθημάτων και των ψυχικών καταστάσεων ενός ανθρώπου. Ο Daniel Goleman στο βιβλίο του για την Συναισθηματική Νοημοσύνη (1995), υποστηρίζει ότι το να είναι κανείς σε θέση να αναγνωρίζει τα συναισθήματα του και να τα ονομάζει, αλλά επίσης και το να μπορεί να αναγνωρίζει τη σχέση μεταξύ σκέψεων, συναισθημάτων και δράσεων, είναι μια από τις βασικές συναισθηματικές ικανότητες ενός ατόμου και ονομάζεται “Αυτoεπίγνωση (Self Awareness)”. Έτσι, όταν ένα μουσικό κομμάτι μας ηρεμεί, αυτό σημαίνει ότι επιδρά πάνω σε μια ψυχική κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε και όχι σε κάποια συναισθηματική.
Σύμφωνα με την καθηγήτρια Κοινωνικής Ανθρωπολογίας Michelle Rosaldo, τα συναισθήματα είναι εν μέρει φυσιολογικές ανταποκρίσεις και ταυτόχρονα εκφράσεις ηθικών ή ιδεολογικών στάσεων∙ είναι αισθήσεις αλλά παράλληλα και γνωστικές κατασκευές που συνδέουν το πρόσωπο, τη δράση και το κοινωνικό περιβάλλον. Συνάγεται λοιπόν, ότι τα συναισθήματα, τα πάθη, όπως ακριβώς η έννοια του προσώπου και του εαυτού, πέρα από οποιεσδήποτε ομοιότητες είναι τοπικά προσδιορισμένα. Καταρρέει έτσι η αντίληψη περί οικουμενικότητας των συναισθημάτων και ιδιαίτερα η δυτική ιδέα για την καθολικότητα του εαυτού και των συναισθημάτων ως φυσικές οντότητες και αμετάβλητες – στο χώρο και το χρόνο – ουσίες.
Στο ίδιο μήκος κύματος, κινείται και η τοποθέτηση του καθηγητή και διευθυντή του Κέντρου Κλινικών Νευροεπιστημών της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Τέξας Ανδρέα Παπανικολάου, ο οποίος ως συναίσθημα ορίζει “την άμεση γνώση των αισθημάτων και των άλλων εμπειριών που τα πλαισιώνουν, μεταλλαγμένων από τον θυμικό παράγοντα που τα επικαλύπτει”. Προσθέτει επίσης, ότι “το συναίσθημα είναι ένα από τα πολλά είδη υποκειμενικών εμπειριών”.
Τα συναισθήματα, δηλαδή, δεν δημιουργούνται από εμπειρίες και βιώματα· είναι από μόνα τους εμπειρίες και δημιουργούνται μέσα από “συνδυασμούς νοητικών καταστάσεων, ψυχοσωματικών εκφράσεων και βιολογικών αντιδράσεων του σώματος” (Wikipedia).
Επιπλέον, η αισθητική απόλαυση που εξάγει ο ακροατής από ένα μουσικό έργο εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον μουσικό πολιτισμό στον οποίο έχει μεγαλώσει και από τα μουσικά ήθη µε τα οποία είναι εξοικειωμένος. Δύο ακροατές µε διαφορετικό μουσικό πολιτισμικό υπόβαθρο, για παράδειγμα ένας Γερμανός και ένας Ινδός, είναι δύσκολο να εξάγουν και οι δύο τα ίδια αισθητικά συμπεράσματα ακούγοντας την Ενάτη Συμφωνία του Μπετόβεν ή μια ινδική ράγκα (Ι.Ν. Σωτηρόπουλος).
Μελέτη που έγινε στη Σουηδία, έδειξε πως η συναισθηματική «απάντηση» στα μουσικά ακούσματα εξαρτάται από πολυσύνθετους παράγοντες μεταξύ του ακροατή, της μουσικής και του περιβάλλοντος. Έτσι, καταρρέει η άποψη πως όποιος δεν διεγείρεται συναισθηματικά από τη μουσική είναι και συναισθηματικά ανάπηρος. Η Ψυχολόγος και Μουσικοθεραπεύτρια Λιάνα Πολυχρονιάδου – Πρίνου σημειώνει πως “για το ίδιο μουσικό κομμάτι στην ίδια ερμηνεία, οι προσωπικοί τρόποι αντίδρασης μπορεί να είναι πολλοί και ποικίλοι, όχι μόνο ανάλογα προς τη μόρφωση του ακροατή αλλά και προς τη βαθύτερη προσωπικότητά του. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι η επίδραση της μουσικής στην ψυχολογία του ανθρώπου είναι πιο άμεση και έντονη όταν πρόκειται για άτομα με αδύνατη μουσική μόρφωση. Αντίθετα, άνθρωποι με πλατιά μουσική καλλιέργεια ή επαγγελματίες μουσικοί έχουν κριτική προδιάθεση σε κάθε νέα ακρόαση που τροφοδοτεί αντιστάσεις στη συγκινησιακή επίδραση της μουσικής”.
Ολοκληρώνοντας, θα πρέπει να σημειωθεί πως σε όλα τα παραπάνω δεν κρίνεται η μουσική σαν τέχνη, αλλά εάν αυτή η τέχνη μέσω της ικανότητας του δημιουργού της μπορεί να προκαλεί πάντοτε συναισθήματα. Η ύπαρξη ή η ανυπαρξία της ικανότητας δημιουργίας συναισθημάτων μέσω της μουσικής είναι ένα ενδεχόμενο που δεν εξετάστηκε, αλλά είναι σαφές ότι είναι υπαρκτό. Δεν μπορούν να είναι όλοι οι άνθρωποι μουσικοί και είτε λόγω ελλιπούς κατάρτισης, αλλά είτε και λόγω σκοπιμότητας, θα μπορούσε κάποιος να δημιουργήσει ένα αδιάφορο μουσικό κομμάτι, ή “απλώς ένα σύνολο ήχων”.
Στράτος Α.
Πηγή: Beyond The Human Vision