Η παράδοση να μιλήσει στο σήμερα
Του Σιλουανού Νικολάου
ΕΓΚΛΗΜΑ ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΙΑ
Είναι όντως πασιφανές στις μέρες μας: ο μέσος Έλληνας λίγα γνωρίζει για τον ίδιο του τον εαυτό, στην πολιτισμική του διάσταση. Η ιστορική και εθνική συνείδηση έχει εξασθενήσει, οι προτεραιότητες του Έλληνα –που κάποτε τον όριζαν και τον καθόριζαν στο παγκόσμιο γίγνεσθαι– έχουν αλλάξει άρδην. Έχει δηλαδή επιβληθεί ο ατομισμός και η οικονομική και μόνο αποκατάσταση. Πολλές φορές η πολιτική ή η μεταφυσική όχι απλώς έρχονται σε δεύτερη μοίρα, αλλά αγνοούνται παντελώς.
Οι ακαδημαϊκοί, από την άλλη, συντείνουν σε αυτήν την κατάσταση. Ειδικά αυτοί που έχουν να ασχοληθούν με τα ζητήματα της πολιτικής και της φιλοσοφίας. Διαφαίνεται πολλές φορές να παπαγαλίζουν γνώμες και απόψεις δυτικότροπες, οι οποίες επιδίδονται σε μια πολύ επιφανειακή ανάλυση για την ύπαρξη των εθνών, αλλά και που συνήθως φτάνουν σε συμπεράσματα που εν πολλοίς δεν λαμβάνουν καθόλου υπ’ όψιν την ύπαρξη πολιτισμών στην ανθρωπότητα.
Για παράδειγμα η άποψη ότι τα έθνη είναι καθαρά κάτι φτιαχτό, το οποίο κάποια μυαλά δημιούργησαν για να μπορέσουν να ποδηγετήσουν ανθρώπους και να είναι ανταγωνιστικά απέναντι στα υπόλοιπα έθνη. Ένα έθνος, αναφέρουν, δημιουργεί τη δική του ιστορία, γλώσσα, παιδεία, ρητορική και προπαγάνδα. Γενικώς, από αυτά αποτελείται ένα έθνος. Μπορεί βεβαίως αυτό να είναι μια αλήθεια –η μισή αλήθεια– για κάποια έθνη, αλλά δεν μπορείς να παραγνωρίζεις την ύπαρξη πολιτισμών. Πολιτισμός βεβαίως σημαίνει τόσο την ιεράρχηση των αναγκών μιας συλλογικότητας, όσο και την ιδιαιτερότητά της, η οποία συνήθως πηγάζει από αυτό.
Αυτό διαφαίνεται στον Ελληνισμό. Η ελληνική γλώσσα, για παράδειγμα, δεν είναι απλώς και μόνο μια γλώσσα που έτυχε να δημιουργήσει αυτός ο λαός για να μπορεί να «συνεννοείται». Η ελληνική γλώσσα είναι ένα αποτέλεσμα των αναγκών που είχε αυτός ο λαός. Η αγωνία του Έλληνα να μετέχει εμπειρικά σε κάτι, πότε με την πόλη-κράτος, πότε με τη φιλοσοφία και τη μεταφυσική, τον οδήγησε να έχει την ανάγκη να εξηγήσει το κάθε τι με εμπειρικό τρόπο. Γι’ αυτό και πάρα πολλές λέξεις μας είναι συνήθως σύνθετες.
Για να προχωρήσουμε τον συλλογισμό μας, το ζήτημα που τίθεται εδώ είναι το εξής: μπορούμε στο σήμερα, στη σύγχρονη ωμή πραγματικότητα του σόου και της παγκοσμιοποίησης, να μιλήσει το «ελληνικό» στον τρόπο που ζούμε; Δηλαδή στη σημερινή τεχνολογική ανάπτυξη και επιστήμη, στα σημερινά προβλήματα της ανθρωπότητας και να δώσει εν τέλει κάποιο νόημα στην ύπαρξή μας;
Για παράδειγμα, πώς μπορεί ο μέσος μαθητής σήμερα να κατανοήσει τη σημασία του μαθήματος της Ιστορίας, αν έχει στη συνείδησή του ότι πρέπει να πετύχει στο μάθημα μόνο και μόνο για να έχει έναν καλύτερο γενικό για να περάσει σε ένα καλό πανεπιστήμιο, το οποίο θα του δώσει μια καλή δουλειά; Πώς θα μπορέσει σήμερα να αγαπήσει τους ποιητές μας που προτάσσουν μια ζωή πέρα από τα υλικά αγαθά και που ανυψώνουν την προσωπικότητα του ανθρώπου;
Η απάντηση είναι ότι βεβαίως μπορεί. Μπορεί η Ιστορία, τα Νέα Ελληνικά, τα Αρχαία Ελληνικά, η Λογοτεχνία να μιλήσει στο σήμερα, φτάνει το σύστημα να προσπαθήσει να διδάξει στον μαθητή τον λόγο ύπαρξης αυτών των μαθημάτων. Τι μπορούν, δηλαδή, αυτά τα θέματα να δώσουν στη ζωή μας σήμερα. Ειδικότερα, ποιο νόημα και περιεχόμενο μας δίνουν.
Επειδή, λοιπόν, αυτές οι θεματικές πραγματικά έχουν νόημα στην ύπαρξή μας και στη διατήρηση της ταυτότητας της ιδιαίτερης συλλογικότητάς μας, θεωρώ ότι είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου. Ο νέος σύγχρονος γενοκτόνος του πολιτισμού μας είναι εδώ, με την κατά τ’ άλλα εύκολη και άνετη χρήση των greeklish, του φτωχού λεξιλογίου μας που μας εμποδίζει να εκφραστούμε επαρκώς, την έλλειψη αναζήτησης αυτού που λέμε «όντως υπαρκτό», την καταδίκη του έθνους μας σε ένα έθνος πιθήκων που εκλιπαρεί τη Δύση για δέκα ψωροχιλιάρικα για να βγάλει τον μήνα του.
Πηγή: Εφημερίδα Ένωσις