Η βυζαντινή Καρύταινα
H γραφική και ιστορική Καρύταινα, λίγα χιλιόμετρα νότια της Στεμνίτσας, είναι από τους πιο εντυπωσιακούς διατηρητέους οικισμούς της Αρκαδίας. Στεφανώνεται από έναεπιβλητικό μεσαιωνικό κάστρο που διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο και στην Ελληνική Επανάσταση, περιτριγυρίζεται από παρθένα φύση που σμιλεύεται από τους ποταμούς Αλφειό και Λούσιο ενώ δεν είναι μακριά από το πιο σημαντικό αρχαίο αρκαδικό ιερό, τη Λυκόσουρα. Την περίοδο της οθωμανικής κατάκτησης αναδείχτηκε σε εμπορικό κέντρο καπνού, μεταξωτών και κρασιού ενώ σήμερα τα πέτρινα διώροφα σπίτια, οι πολλές βυζαντινές εκκλησίες, οι αλλοτινοί δραστήριοι υδρόμυλοι, οι κρήνες και τα καταπληκτικά πέτρινα γεφύρια αλλά και τα ερείπια του κάστρου δημιουργούν ένα μοναδικό αρκαδικό σκηνικό.
Η Καρύταινα στεφανώνεται από ένα επιβλητικό φράγκικο κάστρο που υπενθυμίζει τον σημαντικό ρόλο που έπαιξε στην περίοδο της Φραγκοκρατίας και του Δεσποτάτου του Μυστρά. Αναδείχτηκε επίσης την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας ως κέντρο καπνού, μεταξωτών και κρασιού, χωρίς να παραβλέπουμε και την ενεργή συμμετοχής της στην Ελληνική Επανάσταση. Στην ιερή κορυφή των Αρκάδων, όπου η ιστορία συναντά τον μύθο, στο Λύκαιο όρος, στέκουν τα ερείπια της πιο ιερής πόλης των αρχαίων Αρκάδων και τα λείψανα του ιερού της Δέσποινας, κόρης του Ποσειδώνα και της Δήμητρας. Τα κολοσσιαία αγάλματα του ιερού, έργα του γλύπτη Δαμοφώντα (2ος π.Χ. αι.), φυλάσσονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας.
Μια ερειπωμένη διώροφη πυργόσχημη κατοικία που χρονολογείται στον 15ο αιώνα, ένα πεντάτοξο πέτρινο γεφύρι της ίδιας εποχής και τα ερείπια στο κάστρο, που προσεγγίζονται από μονοπάτι που ξεκινά από την πλατεία του οικισμού, είναι οι μάρτυρες του λαμπρού παρελθόντος όταν η Καρύταινα δέσποζε στην αρκαδική ενδοχώρα.
Η Καρύταινα είναι χτισμένη στα ερείπια της αρχαίας Βρένθης σε υψόμετρο 450 μέτρα και κάνει την εμφάνισή της από τις αρχές του 13ου αιώνα, την εποχή δηλαδή του ερχομού των Φράγκων. Νωρίτερα δεν αναφέρεται τίποτα για αυτή. Τ' όνομά της είναι δεμένο με κάποιους θρύλους και με κάποια γεγονότα που πήραν θέση σε τούτον τον τόπο χωρίς κάτι το ξεκαθαρισμένο
Με την κατάληψη της Πελοποννήσου από τους Φράγκους και κατά τη διανομή της από το Γοδεφρείδο Βιλλαρδουίνο τον Α' (1209-1218), η Καρύταινα έγινε Γαλλική Βαρωνία και ο Ούγκω-Ντε-Μπρυγέρ, ήταν ο πρώτος βαρώνος στον οποίο δόθηκαν και 24 ιπποτικά τιμάρια (τσιφλίκια-φέουδα).
Οι Φράγκοι δεν καταλάβανε αμαχητί την Καρύταινα. Προβάλανε μεγάλη αντίσταση μερικοί Γορτύνιοι που είχαν οχυρωθεί στο λόφο του Κάστρου, μα δεν μπορέσανε να κρατηθούνε κι οι Φράγκοι γίνανε κυρίαρχοι του τόπου. Ο Ούγκω-Ντε-Μπρυγέρ κι ο Γοδεφρείδος-Ντε-Μπρυγέρ κατόπιν οχυρώσανε την Καρύταινα με ισχυρό κάστρο για ν' ασφαλιστούν από τις επιδρομές των Σλάβων και Σκορτών. Το κάστρο τούτο ονομάστηκε και "Τολέδο της Πελοποννήσου".
Στην Καρύταινα μείνανε οι Φράγκοι μέχρι το 1324 γιατί στο μεταξύ ο Ανδρόνικος Παλαιολόγος ο Ασάνης, κατάφερε να διώξει τους κατακτητές και να μείνει κυρίαρχος του κάστρου και της περιοχής. Στο διάστημα της παντοδυναμίας των Παλαιολόγων στην Πελοπόννησο, η Καρύταινα ανήκε άλλοτε στον Κωνσταντίνο άλλοτε στο Θωμά καθώς και στο Δημήτριο Παλαιολόγο.
Το 1459 κατόπιν σκληρής μάχης την κατέλαβαν οι Τούρκοι. Στο διάστημα αυτό έγινε πρωτεύουσα ιδίου Καζά (διοικητική περιφέρεια μεγαλύτερη του νομού) και περιλάμβανε τη σημερινή Γορτυνία, τμήμα του τ. δήμου Λυκόσουρας και Μεγαλόπολης, του δήμου Φαλάνθου Μαντινείας, του δήμου Ολυμπίων και Λαμπείας του Ν.Ηλείας, καθώς και το χωριό Λιόπεσι και Καλαβρύτων. Χωριζότανε δε σε τέσσερα τμήματα: 1) των Βουνών, 2) της Άκοβας, 3) του Κάμπου και 4) της Λιοδώρας.
Οι Καρυτινοί και οι Γορτύνιοι ποτέ δεν έπαψαν να αγωνίζονται για να λευτερώσουν τον τόπο τους. Έτσι το 1687 έδιωξαν τους Τούρκους με τη βοήθεια των Ενετών και για 30 χρόνια (1687-1715) έγινε Ελληνική επαρχία. Όμως δεν άργησαν να την κατακτήσουν οι Τούρκοι και πάλι (1715) και έμειναν μέχρι το 1821.
Σ' όλο το διάστημα οι Έλληνες αγωνίζονταν για να διώξουνε τον τύραννο. Και μόνο το 1821 με τις θυσίες τη γενναιότητα και τον πατριωτισμό των ηρώων του '21, του θρυλικού Γέρου του Μοριά και των άλλων, η Καρύταινα λευτερώθηκε κι εκεί εγκαταστάθηκε το στρατηγείο του επαναστατημένου γένους.
Ο Κολοκοτρώνης, ο αγαπημένος αρχηγός της Καρύταινας, έδωσε εντολή να ξαναφτιάξουνε το γκρεμισμένο κάστρο για να χρησιμοποιηθεί για ορμητήριο και ασφάλειά του άμαχου πληθυσμού κι εκεί στα ριζά του κάστρου, κοντά στην Παναγιά, έφτιαξε και το σπίτι του. Του Κολοκοτρώνη το σπίτι ακούς να σου λένε σήμερα.
Η Καρύταινα, ο τόπος της είναι δεμένος με θρύλους και με σπουδαία ιστορικά γεγονότα που σημάδεψαν την πορεία του Έθνους. Έχει αξιόλογα μνημεία που συγκινούν τον επισκέπτη: Ο Αγιο-Νικόλας, η Παναγιά- εκκλησιές από τη βυζαντινή εποχή- κι οι 25 εκκλησίες που υπάρχουν ακόμα. Οι τρεις αξιόλογοι πύργοι. Η βρύση του Σπολάτη. Η σπηλιά της Κάβιας, η θαυμάσια αρχιτεκτονική των πέτρινων σπιτιών, η γέφυρα με τους θρύλους της.
συγγραφέα-λογοτέχνη-ιστορικού ΓΙΑΝΝΗ Α. ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ
Το κάστρο
Χτισμένο τον 13ο αιώνα, το πετρόκτιστο φράγκικο κάστρο δεσπόζει στο μεγάλο βράχο πάνω από τον οικισμό της Καρύταινας. Αποτελεί λαμπρό παράδειγμα της βυζαντινής κυριαρχίας και αίγλης και μετατράπηκε σε καταφύγιο και προμαχώνας κατά την Τουρκοκρατία. Το επιβλητικό κάστρο, κυριαρχεί μέσα στο γαλήνιο Αρκαδικό τοπίο και σιωπηρά καταμαρτυρεί τη μεγάλη ιστορική παράδοση της περιοχής, τη μοναδικότητα της βυζαντινής τέχνης που κοσμεί πολλά σημεία του οικισμού, αλλά και τη λιτή αρχιτεκτονική της γραμμή, που διατηρείται αναλλοίωτη με τα χρόνια. Είναι χτισμένο στην κορυφή του λόφου στην περιοχή που ελέγχει το στενό πέρασμα το οποίο συνδέει την περιοχή της Μεγαλόπολης με την πεδιάδα της Ηλείας.
Η είσοδος του κάστρου βρίσκεται στη ΝΑ πλευρά του και προσεγγίζεται από μια πέτρινη σκάλα, ενώ στη νότια άκρη του, η θέα προς το Λυκαίο όρος, τον Αλφειό και τα αρκαδικά βουνά και τοπία, είναι επιβλητική. Κοντά στην είσοδο είναι και το βυζαντινό εκκλησάκι της Παναγιάς, γνωστό και ως «εκκλησιά του Κολοκοτρώνη», εξαιτίας ενός γειτονικού κτίσματος που φιλοξένησε τον Γέρο του Μοριά προσωρινά στη διάρκεια της Επανάστασης.
Το κάστρο έχει τριγωνικό σχήμα με συνολικό μήκος 110 μ. και πλάτος 40 μ., ενώ τα τείχη του σώζονται σε καλή κατάσταση, Το ύψος τους φτάνει τα 6-7 μ. και το πλάτος τα 1-2 μ. Ως υλικά κατασκευής έχουν χρησιμοποιηθεί πέτρες, τούβλα και πωρόλιθοι. Η είσοδος οδηγεί σε τετράγωνη αυλή όπου ξεχωρίζει ένας τετράγωνος πύργος. Ένα τμήμα της δυτικής πλευράς έχει υποχωρήσει στη χαράδρα. Στην ίδια πλευρά υπήρχε το κυρίως οίκημα του κάστρου.
Στην ανατολική πλευρά του κάστρου διακρίνονται τα υπολείμματα τετράγωνου πύργου (Πύργος της Λεβένταινας), διατηρημένο κτίριο του 15ου αιώνα, με εντυπωσιακό κεραμικό διάκοσμο. Στο νότιο μέρος της αυλής υπήρχε θολωτή δεξαμενή πάνω στην οποία βρισκόταν η κατοικία του φεουδάρχη. Η γενική αίσθηση στο εσωτερικό του μαρτυρά ότι δεν έχει τύχη μεταχείρισης ανάλογης της ιστορικής σημασίας του.
Η θέα από την κορυφή του κάστρου στις πεδιάδες της Μεγαλόπολης και της Ηλείας είναι πραγματικά εντυπωσιακή και σίγουρα αποζημιώνει τον επισκέπτη. Βλέποντας το χωριό αναλογίζεται κανείς πόσες περιπέτειες, μάχες και ανακατατάξεις έχουν διαδραματιστεί στα σοκάκια της Καρύταινας και στο εσωτερικό του κάστρου της στο πέρασμα των αιώνων που ο τόπος πέρασε διαδοχικά στα χέρια Φράγκων και Τούρκων κατακτητών μέχρι την απελευθέρωση. Μνήμες και ιστορίες από το φεουδαρχικό παρελθόν της, από τους βυζαντινούς χρόνους των Παλαιολόγων και την τουρκική κυριαρχία, μέχρι τα ηρωικά χρόνια της Επανάστασης του '21, μπερδεύονται δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα που δικαιολογεί το χαρακτηρισμό «Τολέδο της Ελλάδας».
Τα βυζαντινά γεφύρια της Καρύταινας
Πάνω στον Αλφειό και κοντά στο χωριό, σώζονται δύο παραδοσιακά γεφύρια, το γεφύρι του Κούκου και το γεφύρι της Καρύταινας - Ατσίχολου (3 χλμ. περίπου από το χωριό), που συνέδεε το κάστρο της Καρύταινας με τη Μεσσηνία κατά τον Μεσαίωνα.
Πηγή από την σελίδα : Σελίδες Ιστορίας και Επιστήμης
Πηγή: Βυζαντινών Ιστορικά