Κατά μόνας ἀλεποῦδες, συλλογικά ἀνόητοι
«Εἰ δέ πεπόνθατε λυγρὰ δι’ ὑμετέρην κακότητα, μή θεοῖσιν τούτων μοῖραν ἐπαμφέρετε· αὐτοί γάρ τούτους ηὐξήσατε ῥύματα δόντες, καί διά ταῦτα κακήν ἔσχετε δουλοσύνην. ὑμέων δ’ εἷς μέν ἕκαστος ἀλώπεκος ἴχνεσι βαίνει, σύμπασιν δ’ ὑμῖν χαῦνος ἔνεστι νόος· ἔς γάρ γλῶσσαν ὁρᾶτε καί εἰς ἔπη αἱμύλου ἀνδρός, εἰς ἔργον δ’ οὐδέν γιγνόμενον βλέπετε».
«Κι ἄν δεινοπαθεῖτε ἐξαιτίας δικῶν σας κακῶν πράξεων, νά μήν κατηγορεῖτε τούς θεούς γιά τήν μοίρα σας. Ἀφοῦ ἐσεῖς οἱ ἴδιοι τούς κάνατε μεγάλους ὑποστηρίζοντάς τους, γι’ αὐτό πέσατε σέ ἄθλια σκλαβιά. Ὁ καθένας ἀπό σᾶς βαδίζει στά χνάρια τῆς ἀλεποῦς ἀλλά ὅλοι μαζί γίνεστε ἀνόητοι. Γιατί κοιτᾶτε τί καί πὼς λέει τά λόγια του ὁ δόλιος ἄνθρωπος ἀλλά δέν προσέχετε τίς πράξεις του».
Στίχοι τοῦ Σόλωνος τοῦ Ἀθηναίου (απ. 11 στ.3-8), M. L. West, Iambi et Elegi Graeci, vol. 2, Oxford: Clarendon Press, 1972
Ὁ Σόλων (638– 558 π.Χ.) ἦταν μία ἀπό τίς πολυσχιδεῖς προσωπικότητες πού συνέβαλαν στήν οἰκοδόμηση τοῦ ἀξιοζήλευτου πολιτισμικοῦ ἐπιτεύγματος τῶν Ἀθηνῶν. Ἦταν νομοθέτης, ποιητής καί φιλόσοφος. Ὁ Παυσανίας στό «Ἑλλάδος Περιηγήσεως» (10.24.1-8) ἀναφέρει ὅτι στόν πρόναο τοῦ Μαντείου τῶν Δελφῶν, στά παραγγέλματα πού ἀποτελοῦσαν ὁδοδεῖκτες γιά ἕναν ἐνάρετο καί εὐδαίμονα βίο περιλαμβάνονταν ἀποφθέγματα τῶν Ἑπτά Σοφῶν – κι ἕνας ἀπό αὐτούς ἦταν ὁ Σόλων.
Το ἔργο του, εἰδικά ἐκεῖνο τῆς ἀναδιάταξης τοῦ ἀθηναϊκοῦ νομικοῦ καθεστῶτος, μαρτυρᾶ τήν βαθιά κατανόηση τοῦ Ἕλληνα σοφοῦ γιά τήν ἀνθρώπινη φύση καί τίς εὐαίσθητες ἰσορροπίες στόν οἰκονομικό καί κοινωνικό βίο τῆς πόλης του. Εἶχε ἀντιληφθεῖ ξεκάθαρα τίς δυνατότητες τῶν προσώπων καί τίς ἀδυναμίες τοῦ ὄχλου. Προσπάθησε, μέ μεγάλα ποσοστά ἐπιτυχίας, νά περιορίσει τίς εὐκαιρίες τῶν δημαγωγῶν νά ἐνδυθοῦν τήν ἀρχοντική ἀλουργίδα καί νά ὑποχρεώσουν τούς πολίτες νά βιώσουν τήν στυφή γεύση τῆς ἀνελευθερίας.
Οἱ στίχοι στήν ἀρχή τοῦ παρόντος ἠχοῦν ἀπό τήν προκλασσική Ἀθήνα μέχρι σήμερα κι ὁ ἀντίλαλος τῆς ἐπαλήθευσής τους δέν ἔχει χάσει οὔτε απειροστημόριο ἀπό τήν ἐκκωφαντική ἔντασή του.
Οἱ Ἀθηναῖοι τῆς ἀρχαιότητας, οἱ τόσο ξακουστοί γιά τήν ευφυΐα καί τόν πολιτισμό τούς, σέ διάφορες στιγμές τῆς Ἱστορίας τούς ἀπεδείχθησαν...
κατά μόνας ἀλεποῦδες καί συλλογικά ἀνόητοι. Οἱ βασικοί νοσογόνοι παράγοντες τοῦ συλλογικοῦ βίου τῆς πόλης ἦταν ὁ μαγνητισμός καί ἡ παραπλάνηση– οἱ δύο τεχνικές τῶν δημαγωγῶν καί ἐπίδοξων τυράννων γιά νά προσελκύουν κοινό κι ὕστερα νά ἀπομακρύνουν τήν προσοχή του ἀπό τά ἔργα στά λόγια καί στό ὕφος τῆς διατύπωσης.
Οἱ ἄνθρωποι, ὅταν παραδίδουν τό πηδάλιο τῶν λογισμῶν τούς στή δίνη τῆς συναισθηματικῆς καί ἄφρονος μάζας, ανοητεύουν. Δέν κοιτοῦν τί πράττει ο ἐπίδοξος διαχειριστής τῶν κοινῶν ὑποθέσεων ἀλλά τί καί πώς λέγει. Ἡ ἐπιφάνεια τραβάει τά βλέμματα καί στό βάθος βράζει καί θεριεύει ὁ αὐταρχισμός.
Ὁ Σόλων στούς προαναφερθέντες στίχους εἰκάζεται ὅτι ἀναφερόταν στήν πρώτη κατάληψη τῆς ἐξουσίας τῶν Ἀθηνῶν ἀπό τόν τύραννο Πεισίστρατο– τόν μέτρ τῆς ἐπικοινωνίας, τῆς προπαγάνδας καί τοῦ μακιαβελικοῦ τρόπου χειρισμοῦ φίλων καί ἀντιπάλων.
Ὁ Πεισίστρατος κατέλαβε τήν ἐξουσία στήν Ἀθήνα φορές τρεῖς. Στρατό χρησιμοποίησε μόνο τήν τρίτη φορά. Τις ὑπόλοιπες δύο εἶχε κατακτήσει τήν ἀπόλυτη ἀρχή μέ παραπλάνηση. Την πρώτη φορά αυτοτραυματίστηκε. Κατήγγειλε ἐπίθεση ἐναντίον τοῦ καί ζήτησε ἀπό τήν Ἐκκλησία τοῦ Δήμου φρουρά. Του δόθηκε καί κατέλαβε τήν Ἀκρόπολη. Ὅταν ἀνετράπη σχεδίασε τήν επόμενη… φάρσα στούς συμπολίτες του. Πῆρε μία ὄμορφη καί ἐπιβλητική κοπέλλα ἀπό τήν Παιανία, τήν Φύη, τήν ἀρμάτωσε μέ ἀπαστράπτουσα πανοπλία ὥστε νά θυμίζει τήν θεά Ἀθηνᾶ, τήν ἀνέβασε σέ ἅρμα καί εἶχε βάλει προπομπούς νά φωνάζουν στό πλῆθος ὅτι ἡ πολιοῦχος τῶν Ἀθηνῶν ἐρχόταν νά ἀποκαταστήσει τόν Πεισίστρατο στήν ἐξουσία. Κι οἱ πολίτες τό πίστεψαν κάνοντας τόν Ἡρόδοτο νά ἀπορεῖ μέ τήν εὐπιστία καί τήν εὐήθειά τους.
Εὐτυχῶς, βέβαια, γιά τήν πόλη τῶν πόλεων, ἡ τυραννίδα τῶν Πεισιστρατιδών ὠφέλησε τήν Ἀθήνα σέ ὅλους τούς τομεῖς που μπορεῖ νά ἐπηρεάσει ἡ πολιτική εξουσία– ἀπό τήν θρησκεία καί τήν οἰκονομία μέχρι τήν Τέχνη καί τά γράμματα. Ὁ Πεισίστρατος ἦταν μέν τύραννος ἀλλά δημοφιλέστατος καθ’ ὅλη τή διάρκεια τῆς ἀρχῆς του καί κυβερνοῦσε μέ σύνεση, φιλολαϊκό αἴσθημα καί δικαιοσύνη πού θά ἀνέμενε κάποιος ἀπό τίς καλύτερες περιπτώσεις τῶν ἐκλεγμένων.
Παρά ταῦτα, ἡ ἐμμονή στό φαίνεσθαι καί τήν ἐπιφάνεια τῶν λόγων καί ὄχι στό εἶναι, στήν ἀσκούμενη πολιτική δηλαδή, εἶναι ἡ συντομοτέρα ὁδός πρός τήν καταστροφή τῆς κοινωνίας.
Στη νεότερη Ἑλλάδα μαθαίνουμέ ἀργά αὐτό το μάθημα.
Πηγή: Οἱ Ἀδιάβροχοι