Κυπριακό: Quo Vadimus?
Του Αλέκου Μιχαηλίδη από την Ρήξη φ. 126
Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την Κύπρο κι ας νομίζουν οι «ποιητές» ότι πρόκειται για το μεταξένιο πέπλο της λύσης που στέκεται έξω από την πόρτα μας. Το φάντασμα του κλεισίματος του Κυπριακού με χειρότερο τρόπο από το σχέδιο Ανάν, όσο κι αν διαλαλεί ότι βελτιώθηκε εκείνο το αλησμόνητο μόρφωμα, ένας από τους ισχυρότερους υποστηρικτές του, ο πρόεδρος Αναστασιάδης. «Μπορώ με ασφάλεια να σας διαβεβαιώσω ότι λαμβάνοντας υπόψη τη βούληση του κυπριακού λαού, έχουμε βελτιώσει σημαντικές και κρίσιμες παραμέτρους σχεδίων που στο παρελθόν απέρριψε ο κυπριακός λαός», σημείωνε τις προάλλες.
Βέβαια, εκείνα που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, είτε πρόκειται για «αποκαλύψεις» τουρκικών εφημερίδων είτε για «συγκλίσεις» των διαπραγματευτών, αποδεικνύουν το προφανές: Κάθε συμφωνία που εξάγεται υπό αυτήν τη βάση των συνομιλιών θα είναι χειρότερη του σχεδίου Ανάν, χωρίς ασφαλώς να νοείται πως έπρεπε εκείνο να υπερψηφιστεί. Οπότε, σήμερα, εν μέσω νέων «εντατικών» διαπραγματεύσεων, επανέρχονται εκείνες οι μαύρες μέρες των μηνών πριν το δημοψήφισμα του 2004 και των ποικίλων εκβιασμών.
Μετά από μήνες συνομιλιών, λοιπόν, και αφού επετεύχθη να θεωρείται (κυρίως στις τάξεις των νεοκυπρίων) ο Μουσταφά Ακιντζί, όχι κατοχικός ηγέτης, αλλά ένας «καλός κύριος» που θέλει να λύσει το Κυπριακό, ο πρόεδρος Αναστασιάδης, ώρες ώρες, κατρακυλά στον βούρκο που ο ίδιος δημιούργησε, διότι η τουρκική πλευρά, που τόσο βοηθήθηκε από τις κοινωνικές συναντήσεις Ακιντζί και Αναστασιάδη, αδειάζει ποικιλοτρόπως τη δική μας πλευρά. Και εξηγούμαι: Κάθε «υπόσχεση» του προέδρου Αναστασιάδη προς τους Ελληνοκύπριους αποπέμπεται άμεσα από το κατοχικό καθεστώς, πότε διά στόματος Ακιντζί, πότε απευθείας από την Άγκυρα.
Πρώτον, ενώ επιμένει ο πρόεδρος Αναστασιάδης εδώ και καιρό ότι δεν πρόκειται να προωθήσει σχέδιο που δεν περιέχει τη Μόρφου, σύσσωμο το ψευδοκράτος εξουδετερώνει τις όχι και τόσο κόκκινες γραμμές του. Μια ο Ακιντζί, ο οποίος διερωτήθηκε ενοχλημένος, πριν μερικούς μήνες, επί της τράπεζας των διαπραγματεύσεων, «αν θέλουμε και τη Μόρφου», και μια ο Χουσεΐν Οζγκιουργκιούν, «πρωθυπουργός» του κατοχικού καθεστώτος, που τις προάλλες ξεκαθάρισε τις κόκκινες γραμμές του: «Στην πραγματικότητα η Μόρφου δεν μπορεί να δοθεί. Οι επενδύσεις μας στη Μόρφου θα συνεχιστούν. Η Μόρφου εδώ και 42 χρόνια είναι μια επαρχία της ΤΔΒΚ και έτσι θα παραμείνει». Φυσικά, αμφότερες οι δηλώσεις έμειναν αναπάντητες και εδώ εντοπίζεται η ανησυχία, όπως επίσης και η απορία, για το πώς θα λυθεί το εδαφικό και το περιουσιακό, ζητήματα μείζονα για τα θύματα της τουρκικής εισβολής.
Δεύτερον, και διόλου ασήμαντο, το κομμάτι της διακυβέρνησης όπου η τουρκική πλευρά εμμένει στη θέση της εκ περιτροπής προεδρίας. Και εκτός τούτου, δημοσιεύτηκε ότι του Συνταγματικού Δικαστηρίου, καίριου προφανώς για τη λειτουργικότητα του κράτους, θα ηγούνται τέσσερις δικαστές, δύο Ελληνοκύπριοι και δύο Τουρκοκύπριοι. Αν δεν υπάρχει συμφωνία σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως δημοσιεύτηκε από την εφημερίδα «Πολίτης», θα γίνεται κλήρωση και ο «τυχερός» θα αποβάλλεται, ούτως ώστε να ψηφίσουν οι εναπομείναντες τρεις. Κάποιοι μιλούν και για ξένους δικαστές. Το σίγουρο είναι ότι η λειτουργικότητα του κράτους (αν θα λέγεται κράτος) θα καθορίζεται από ασάφειες που οδηγούν στην οριστική διχοτόμηση.
Τρίτον, στην οριστική διχοτόμηση (που «νομιμοποιείται» υπό τον μανδύα της ΔΔΟ) οδηγεί και ένα άλλο τεράστιο ζήτημα, αυτό των εγγυήσεων. Σύμφωνα, λοιπόν, με τη συνθήκη εγγυήσεως, που εμπεριέχεται στο Σύνταγμα του 1960, Ελλάδα, Τουρκία και Μεγάλη Βρετανία μπορούν να επέμβουν για να εγγυηθούν την «ειρήνη» στο νησί. Αν και η Συνθήκη διατηρούνταν με το σχέδιο Ανάν, ο πρόεδρος Αναστασιάδης, από το 2013 που ανέλαβε την εξουσία, υπόσχεται ότι δεν θα καταθέσει σχέδιο προς δημοψήφισμα αν παραμείνουν οι εγγυήσεις. Και τούτο διότι οι Ελληνοκύπριοι απέρριψαν το σχέδιο Ανάν πριν δώδεκα χρόνια, εξαιτίας της ανασφάλειας και της αβεβαιότητας που δημιουργούσε η συνέχιση της τουρκικής παρουσίας μετά τη «λύση». Ο Μουσταφά Ακιντζί, όμως, σύσσωμη η Άγκυρα και το καθεστώς Ερντογάν, εμμένουν στις αξιώσεις τους, διαλαλώντας ότι οι Τουρκοκύπριοι δεν νιώθουν ασφαλείς χωρίς τις τουρκικές εγγυήσεις. Μάλιστα, επανήλθε επί τραπέζης και η συζήτηση για τουρκικές εγγυήσεις στο τ/κ συνιστών κρατίδιο και ελληνικές στο ε/κ συνιστών κρατίδιο. Κατά τα άλλα, η «λύση» ονομάζεται «επανένωση».
Εν πάση περιπτώσει, στις 14 Σεπτεμβρίου τελείωσε ο εντατικός γύρος των διαπραγματεύσεων και αναμένεται κοινή δήλωση από τον πρόεδρο Αναστασιάδη και τον κατοχικό ηγέτη. Ακολούθως, οι δυο τους θα ταξιδέψουν στη Νέα Υόρκη για να παρακαθίσουν σε τριμερή διάσκεψη με τον Γ.Γ. του ΟΗΕ, Μπαν Κι Μουν. Διάσκεψη που κρύβει κινδύνους, καθώς η Άγκυρα επιμένει σε πενταμερή διάσκεψη, με σκοπό την αναβάθμιση του ψευδοκράτους και την υποβάθμιση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Όλα αυτά την ώρα που η Τουρκία αποδεικνύει τη ρευστότητα και τη βουλιμία της, την ώρα που το κατοχικό καθεστώς απαιτεί γην και ύδωρ λες και το Κυπριακό είναι ζήτημα συνόρων και «ασυμφωνίας χαρακτήρων», την ώρα που η ηγεσία της Κύπρου τηρεί σιγήν ιχθύος για όσα συμφωνούνται ή δεν συμφωνούνται, την ώρα που αιωρείται η ευθύνη πάνω από τα κατεχόμενα και δεν την αναλαμβάνει ουδείς. Αλλά, ποιος θα αναλάβει την ευθύνη της διά-λυσης; Της κηδείας της Κερύνειας και των υπόλοιπων χωριών; Της νομιμοποίησης της τουρκικής παρουσίας και του εποικισμού; Πού πάμε;