ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΑΤΣΗΣ - 19 Νοεμβρίου 1958
Όπως και άλλες μεγάλες μορφές των σύγχρονων Ελλήνων έπεσε μαχόμενος για την ελευθερία στις 19 Νοεμβρίου. Μαζί με τους άλλους αγωνιστές της Ελευθερίας του κυπριακού εθνικοαπελευθερωτικού έπους έγραψαν ιστορία.
Προσδιόρισαν με το παράδειγμά τους ότι η Ελευθερία, κοσμοθεωρητικό θέσφατο και άξονας της διαχρονικής Ελληνικότητας, είναι ο φάρος κάθε βιώσιμης κοινωνικής οντότητας.
Αντί αυτοδιάθεσης οι Βρετανοί επέβαλαν μια κολοβή ανεξαρτησία. Ο κατήφορος άρχισε πολύ γρήγορα και μισό αιώνα μετά τόσο η Μεγαλόνησος όσο και το νεοελληνικό κράτος βρίσκονται στο χείλος της Αβύσσου. Αυτό οφείλεται, μεταξύ άλλων, στο μεταμοντέρνο ροκάνισμα πολλών νεοελλήνων που συρρικνώνει την ανθρωπολογική τους υπόσταση και που τους καθιστά μια κοινωνία της οποίας τα μέλη της οποίας εύκολα καθίστανται έρμαιο των ανελέητων συγκρούσεων της διεθνούς πολιτικής.
Πολλοί νεοέλληνες μαθητές και φοιτητές εάν ερωτηθούν δεν θα ξέρουν ποιος είναι ο Κυριάκος Μάτσης. Δεν θα ξέρουν επίσης ότι στην διαδρομή των Ελλήνων το εθνικοαπελευθερωτικό έπος του 1955-59 αποτελεί την τελευταία μεγάλη στιγμή πάλης των Ελλήνων για το κοσμοθεωρητικό θέσφατο της Ελευθερίας.
Αναρίθμητοι Έλληνες ιδιαίτερα νέοι παλινδρομούν μεταξύ άγνοιας και πνευματικού μπερδέματος που προκαλεί το εχθρικό στην έννοια πατρίδα ιδεολογικό αριστεροδεξιοφασιστικό συνονθύλευμα (δεν συμπεριλαμβάνω τους άμοιρους «οπαδούς» παρά μόνο την ξενοκρατούμενη ολιγαρχία και το υποστηρικτικό «πνευματικό» ακταρμά).
Αυτά γράφονται ως πασίδηλη και αυτονόητη αναφορά στις παθολογίες των νεοελλήνων που οδήγησαν στην απώλεια της εθνικής ανεξαρτησίας που τώρα βιώνουμε και δεύτερον. Επίσης ως υπόμνηση για όσους συνεχίζουν ακόμη να διαθέτουν πολιτική υπόσταση και να σκέφτονται πολιτικά. Οι τελευταίοι θα είναι πολύτιμοι όταν και εάν σηκωθούμε όρθιοι.
Εάν μη τι άλλο στην ιστορική διαχρονία πολλοί άνθρωποι και πολλές κοινωνίες έπαθαν μεγάλες ζημιές ή εξαφανίστηκαν όταν ξέχασαν κάποια πράγματα:
- Ότι η πατρίδα είναι η έσχατη λογική και το υπαρξιακό θεμέλιο των κοινωνικών οντοτήτων και των μελών τους
- Ότι η Ελευθερία όπως ενσαρκώνεται στην Εθνική Ανεξαρτησία δύσκολα κερδίζεται (πάντα με αίμα) και δύσκολα διασφαλίζεται.
- Ότι στην Οδύσσεια των ανθρώπων, των κρατών και του κόσμου ο σταθερός και ακλόνητος πνευματικός προσανατολισμός είναι η πατρίδα και ποτέ αυτό που κηρύττουν τα εσχατολογικά μοντερνιστικά διεθνιστικά ιδεολογικά δόγματα.
- Ότι η συνοχή, η δημοκρατία, η πολιτική ελευθερία και η ισχύς της οικείας πατρίδας είναι προϋπόθεση ευημερίας, ευταξίας, ασφάλειας και Ελευθερίας-Εθνικής Ανεξαρτησίας.
- Ότι η πατρίδα όπως ενσαρκώνεται σήμερα στην έννοια εθνοκράτος είναι «συμβόλαιο» Ελευθερίας των προγόνων με τους ζώντες και τους απογόνους τους
- Ότι χωρίς πατρίδα οι άνθρωποι είναι έρμαια και αναλώσιμοι.
Όπως και οι άλλοι ήρωες της Ελευθερίας του εθνικοαπελευθερωτικού έπους 1955-1958 ο Κυριάκος Μάτσης είναι μια από τις μεγαλύτερες μορφές τόσο της διαχρονικής Ελληνικότητας όσο κάθε έθνους που αξιώνει ελευθερία.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Τα πιο ασφαλή βιογραφικά στοιχεία μάς τα δίνει ο ίδιος ο Κυριάκος Μάτσης, όταν υποχρεώθηκε, το Σεπτέμβριο του 1954, να τα υποβάλει ως υποψήφιος στον προκηρυχθέντα υπό του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών (Ι.Κ.Υ.) ειδικό διαγωνισμό, με σκοπό την μετεκπαίδευση Κυπρίου γεωπόνου στο εξωτερικό. Γράφει επί λέξει ο Κ. Ματσης:
ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΜΑΤΣΗ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΗ ΓΡΑΦΕΙΣΑ ΕΙΔΙΚΩΣ ΔΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΚΗΡΥΧΘΕΝΤΑ ΥΠΟ ΤΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΥΠΟΤΡΟΦΙΩΝ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΝ ΠΡΟΣ ΜΕΤΕΚΠΑΙΔΕΥΣΙΝ ΚΥΠΡΙΟΥ ΓΕΩΠΟΝΟΥ ΕΙΣ ΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΝ.
Εγεννήθην εις το Παλαιχώρι (Μόρφου) της Κύπρου, την 2αν Μαΐου 1926,* εκ γονέων ασχολουμένων και αποζώντων σχεδόν αποκλειστικώς εκ της γεωργίας και δια της αμπελουργίας, λαχανοκομίας και δενδροκομίας.
Έχω ακόμη δύο μικρότερούς μου αδελφούς εκ των οποίων ο εις παρέμεινε εις το χωρίον, ο δέυτερος περατώσας τας γυμνασιακάς του σπουδάς, παρακολουθεί μαθήματα εις την Αμερικανικήν Ακαδημίαν Λάρνακος, Κύπρου, βοηθούμενος προς τούτο υπό του εκ πατρός θείου του.
Έζησα, μέχρι του 13ου έτους της ηλικίας μου, πλησίον των γονέων μου παρακολουθών τα μαθήματα του Δημoτικoύ Σχολείου και βοηθών ταυτοχρόνως αυτούς εις διαφόρους γεωργικάς εργασίας της δυναμικότητός μου, ως λ-χ. ποτίσματα, βόσκησιν αιγών, συλλογήν καρπών κ.λ.π.
Τον Σεπτέμβριον του 1939, ενεγράφην εις το Γυμνάσιον Αμμοχώστου και τη αποκλειστική συνδρομή του εκ πατρός θείου μου κ. Ιωάννου Κ. Μάτση, εμπόρου εν Αμμοχώστω, εις την οικίαν του οποίου παρέμενα, επεράτωσα τας σπουδάς μου Μέσης Παιδείας, κατά τον Ιούνιον του 1945. Κατά την καθιερωμένην επί τη λήξει του σχολικού έτους εορτήν επελέγη ν υπό των συμμαθητών μου και απήντησα εις την προσφώνησιν του σεβαστού μας Γυμνασιάρχου επί τη αποφοιτήσει μας.
Ακολούθως ηργάσθην επί εν έτος και τρεις μήνας (από lουλίου 1945 μέχρι Οκτωβρίου 1946) ως υπάλληλος εις το τμήμα Ξυλείας και Υλικών Οικοδομής των κ.κ. Π. Ιωάννου και Σία εις Αμμόχωστον.
Κατά το διάστημα τούτο ανεμίχθην ενεργώς εις την εθνικοκοινωνικήν ζωήν της πόλεως ταύτης διατελέσας Γραμματεύς των Διοικητικών Συμβουλίων του Σ.Α.Ε.Γ.Β. (Συλλόγου Αποφοίτων Ελληνικού Γυμνασίου Βαρωσίων) και της Ε.Χ.Α.Ν. (Ελληνικής Χριστιανικής Αδελφότητος Νέων Αμμοχώστου), μέλος του Εκλογικού Επιτελείου του Εθνικού Συνδυασμού διά τας Δημοτικάς εκλογάς και εις των ομιλητών κατά τας προεκλογικάς συγκεντρώσεις του. Επίσης έγραφα τακτικά εις την στήλην Νεολαίας της τότε εκδιδομένης τοπικής εφημερίδος Ακρόπολις.
Το έτος 1946, τυχών υποτροφίας της Κυπριακής Αγροτικής Εταιρείας, μετέβην εις Θεσσαλονίκην και εγγραφείς, την 31ην Δεκεμβρίου 1946, εις την Γεωπονοδασολογικήν Σχολήν (Τμήμα Γεωπονίας) του εκείσε Πανεπιστημίου, ηξιώθην της απονομής του Πτυχίου Γεωπονίας, την 21 ην lουνίου 1952. Καθ' όλη ν την διάρκειαν της εις Ελλάδα παραμονής μου, ήτις συνέπεσε με τας ζοφεροτέρας ημέρας του συμμοριτοπολέμου δεν παρέμεινα απαθής θεατής του διεξαγομένου κατά του κομμουνισμού αγώνος, αλλά τουναντίον επολέμησα αυτόν με όλην την δύναμιν της ψυχής μου, υπηρετήσας εις την πολιτοφυλακήν του Δ. Αστυνομικού Τμήματος Θεσσαλονίκης, αρθρογραφήσας πολλάκις από των στηλών της απογευματινής εφημερίδος Θεσσαλονίκης Νέα Αλήθεια επί θεμάτων αφορώντων κυρίως την προδοτικήν στάσιν των Κυπρίων Κομμουνιστών εις τα Εθνικά μας ζητήματα και λαβών μέρος εις υπερτριάκοντα ανά την Μακεδονικήν ύπαιθρον και τα προκεχωρημένα στρατιωτικά φυλάκια φοιτητικάς εξορμήσεις, οργανουμένας υπό του Α2 Γραφείου του Γ' Σώματος Στρατού τη συμπράξει των καθηγητών του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και της Μ.Ε.Ε.Φ. (Μορφωτικής Ενώσεως Εθνικοφρόνων Φοιτητών). Εξελέγην δις μέλος του Συμβουλίου της ως άνω Εθνικής Φοιτητικής οργανώσεως και από της θέσεώς μου ταύτης έλαβα ενεργόν μέρος και εις πάσαν άλλην φοιτητικήν εκδήλωσιν εν τω Πανεπιστημίω ων εις των κυρίων ομιλητών εις τας εκάστοτε εορτάς επί τη επετείω Εθνικών γεγονότων, αντικομμουνιστικών συλλαλητηρίων και συγκεντρώσεων διαμαρτυρίας διά την κατοχή ν της ιδιαιτέρας μου πατρίδος - Κύπρου - υπό των Άγγλων. (Αν και όσα σημειούνται ανωτέρω θεωρούνται και ως υπεύθυνοι δηλώσεις, δεδομένου του σκοπού διά τον οποίον γράφονται, εν τούτοις και δι' επιβεβαίωσιν αλλά και διά σχηματισμόν σαφεστέρας αντιλήψεως παραθέτω αποσπάσματα Μακεδονικών εφημερίδων περιέχοντα στοιχεία από την προαναφερθείσαν δράσιν μου).
Επανακάμψας εις Κύπρον, τον lούλιον του 1952, ανέλαβα την τεχνικήν διεύθυνσιν του Αγροκτήματος της Κυπριακής Αγροτικής Εταιρείας Κουκλιών Αμμοχώστου, την οποίαν διατηρώ μέχρι σήμερον. Το αγρόκτημα τούτο καλύπτον έκτασιν δώδεκα περίπου χιλιάδων (12,000) δεκαδικών στρεμμάτων ευρίσκεται επί του 140υ μιλιοδείκτου της οδού Αμμοχώστου-Λευκωσίας. Εις αυτό καλλιεργούνται κυρίως εσπεριδοειδή, ελαίαι, χαρουπιαί, επιτραπέζιοι σταφυλαί και δημητριακά, διατηρείται δε και ποίμνιον εκ τριακοσίων περίπου (300) προβάτων εντοπίου φυλής. Η διοργάνωσις του Αγροκτήματος τούτου και η επί επιστημονικών βάσεων διεξαγωγή των εργασιών του απερρόφησε ολόκληρον την προσοχήν και ενεργητικότητά μου, κατά το υπερδιετές διάστημα της εις αυτό παραμονής μου.
Ερχόμενος εις επαφήν με τους χωρικούς των πέριξ του Αγροκτήματος κοινοτήτων, δεν παραλείπω από του να δίδω εις αυτούς πάσαν οδηγίαν διά τα γεωργικά προβλήματα που τους απασχολούν.
Επί πλέον, επειδή το χωρίον μου είναι καθυστερημένη δενδροκομική περιοχή χρήζουσα μεγάλης αναπτύξεως, καταβάλλω κάθε προσπάθειαν διά την πρόοδόν του προς την κατεύθυνσιν ταύτην. Έγραψα μάλιστα και σχετικόν άρθρον εις την εφημερίδα της Π.Ε.Κ. (Παναγροτικής Ενώσεως Κύπρου) Φωνή των Αγροτών διά την επέκτασιν της καλλιεργείας της κερασιάς.
Η αυτοβιογραφία αύτη εγράφη ειδικώς διά τον προ κηρυχθέντα υπό του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών διαγωνισμόν προς μετεκπαίδευσιν Κυπρίου γεωπόνου εις το εξωτερικόν.
Ο γράψας
Μάτσης Κυριάκος
Εν Κουκλίοις (Αμμοχώστου) τη 10η Σεπτεμβρίου 1954.
* Η πραγματική ημερομηνία γέννησης του Κ. Μάτση είναι 23.1.1926
Συμπληρωματικά προς όσα ο Κ. Μάτσης Γράφει για την πορεία του, μέχρι το Σεπτέμβρη του 1954, θα μπορούσαν να λεχθούν τα εξής: Γονείς του Κυριάκου ήταν ο Χριστοφής και η Κυριακού Μάτση. Τα δε δύο αδέλφια του ήταν ο Γεώργιος και ο Ιωάννης Μάτσης1. Ο πρώτος παρέμεινε στο χωριό. Ο δεύτερος, μετά τις γυμνασιακές του σπουδές, το 1954, παρακολουθούσε μαθήματα στην Αμερικανική Ακαδημία Λάρνακας. Πρόκειται για τον αγωνιστή, βουλευτή και τέως πρόεδρο του Δημοκρατικού Συναγερμού Γιαννάκη Μάτση.
Το Σεπτέμβρη του 1954, ο Κ. Μάτσης επισκέπτεται τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. Ήδη είχε ενταχθεί στις τάξεις των Κυπρίων αγωνιστών. Στη Θεσσαλονίκη, όπως γράφει ο ίδιος σε επιστολή του ημερομηνίας 5.1.1955, πήγε "για την εκπλήρωση άλλων σκοπών"2, ιδιαίτερα για τη συλλογή οπλισμού3.
Η έναρξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, την 1 η Απριλίου 1955, βρίσκει τον Κ. Μάτση ήδη ενταγμένο στις τάξεις της Ε.Ο.Κ.Α. Γράφει χαρακτηριστικά ο στρατηγός Γεώργιος Γρίβας-Διγενής, στρατιωτικός αρχηγός του Αγώνα, στα Απομνημονεύματά του σ. 326:
Εκ των πρώτων κατετάγη εις την Οργάνωσιν. Στρατιώτης του καθήκοντος, αγνό ς και τίμιος, υπόδειγμα εις τους υφισταμένους του, εμψυχωτής, εισήλθεν εις τον αγώνα με την φλόγα της αυτοθυσίας και την δίψαν να επιτελέση έργον μεγάλον.
Στα πρώτα βήματα του Αγώνα ο Διγενής του ανέθεσε τη διοργάνωση ομάδων κρούσεως στην περιοχή Αμμοχώστου και ακολούθως στην περιοχή Μιτσερού. Κατόπιν, ανέλαβε την πολύ σημαντική και επικίνδυνη ευθύνη του παγκύπριου κεντρικού συνδέσμου μεταξύ Αρχηγού και αγωνιστών και του ρυθμιστή μεταφοράς οπλισμού και εφοδίων σ' ολόκληρη την Κύπρο.
Την 6η Ιανουαρίου 1956, συνελήφθη και οδηγήθη στα φρικτά ανακριτήρια της Ομορφίτας, όπου και εβασανίσθη ανηλεώς. Εκεί τον επεσκέφθη ο στυγνός στρατάρχης, τότε κυβερνήτης της νήσου, σερ Τζων Χάρτινγκ και του πρόσφερε το κολοσσιαίο για την εποχή ποσό του μισού εκατομμυρίου λιρών, προκειμένου να αποκαλύψει πού βρισκόταν ο Διγενής. Έμεινε ιστορική η καθόλα ελληνική απάντηση του ήρωα: "Ου περί χρημάτων τον αγώνα ποιούμεθα, αλλά περί αρετής". Στη συνέχεια, μεταφέρεται στα κρατητήρια Κοκκινοτριμιθιάς, απ' όπου δραπέτευσε, στις 13 Σεπτεμβρίου του 1956. Αρχικά καταφεύγει στην Πιτσιλιά, στον τομέατου Γρηγόρη Αυξεντίου και ακολούθως μετακινείται στην περιοχή Μόρφου-Ζώδιας. Το Νοέμβριο του 1956, επωμίζεται την ευθύνη του τομεάρχη της περιοχής Κυρηνείας, ο οποίος ήταν αποδιοργανωμένος, λόγω πολλών συλλήψεων. Δύο χρόνια μετά, στις 19 Νοεμβρίου 1958, έπεσε ηρωικά στο χωριό Κάτω Δίκωμο, ύστερα από προδοσία. Τάφηκε, στα κρυφά, στα Φυλακισμένα Μνήματα, μακράν των οικείων του και του αγαπημένου χώματος του χωριού του Παλαιχωρίου.
Η ΘΥΣΙΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΜΑΤΣΗ
Επιστέγασμα των αγώνων του Κυριάκου Μάτση ήταν όταν, μέσα από το κρησφύγετο του στο Δίκωμο, βροντοφώναξε στη 1:30 το μεσημέρι της 19ης Νοεμβρίου του 1958:
«Όχι δεν παραδίδομαι. Αν θα βγω, θα βγω πυροβολώντας».
Περικυκλωμένος στο ασφυκτικό κρησφύγετό του δεν είχε άλλη εκλογή παρά να πεθάνει. Ο ίδιος δεν είχε αφήσει στην ψυχή του κανένα ηθικό περιθώριο για εκλογή. Ήταν έτοιμος για τον θάνατο. Τον είχε προβλέψει στα γράμματά του, τον είχε αναλύσει στους φιλοσοφικούς στοχασμούς του, τον είχε με σιγουριά καταγράψει στο ημερολόγιο του, τον είχε τραγουδήσει. Είχε υπογραμμίσει στο βιβλίο «Σιδηρά Διαθήκη» του Δημητρακοπούλου:
«Έκλεξε όσον ημπορής τον τρόπο του θανάτου σου, ένας ωραίος θάνατος είναι συνήθως η ευγενεστέρα πράξις της ζωής!»
Ο Λοχίας του Τμήματος Ανιχνεύσεως Εγκλημάτων (αρ. 442) Σαλίμ Γιαβούζ άκουσε όλο τον διάλογο μεταξύ του Κυριάκου Μάτση και του μεταφραστή, και κατέθεσε αργότερα:
Άκουσα τον μεταφραστή να λεει στα ελληνικά: ‘Μάτση, Μάτση πιάστηκες στο κρησφύγετο. Δεν υπάρχει πιθανότητα να δραπετεύσεις. Παραδώσου’.
Στη συνέχεια άκουσα μια βαριά φωνή που φαινόταν ότι ερχόταν κάτω από το δάπεδο, να απαντά στα ελληνικά: ‘Δεν παραδίδομαι’.
Ο μεταφραστής στη συνέχεια ρώτησε: “Πόσοι είστε εκεί κάτω;’
Και η φωνή απάντησε: ‘Τρεις».
Ο μεταφραστής ακολούθως ρώτησε: ‘πόσα όπλα έχετε μαζί σας;’
Και η φωνή απάντησε: ‘Δυο’.
Ο μεταφραστής ρώτησε: ‘έχετε βόμβες;’
Και η φωνή απάντησε: ‘Έχουμε βόμβες’
Ο μεταφραστής είπε στη συνέχεια: ‘Ελάτε ένας, ένας, άοπλοι και παραδοθείτε’.
Η φωνή απάντησε: ‘Δύο πρόσωπα έρχονται άοπλα- μην τους πυροβολήσετε’.
Ο μεταφραστής ρώτησε: ‘Εσύ τι θα κάμεις;’
Η φωνή απάντησε: ‘Θα δω τι θα κάνω με τον εαυτό μου. Εάν δεν θέλετε να πολεμήσετε, είναι καλύτερα να φύγετε από το δωμάτειο’.
Έντεκα μήνες πριν το πέρασμα του Μάτση στην αθανασία, σε επιστολή προς τους γονείς του, φανερώνει το πως θα αντιμετώπιζε το τελευταίο προσκλητήριο της πατρίδας:
«Πιστεύομεν ότι κάθε θυσία μας δεν πηγαίνει άδικα και εσείς να είστε περήφανοι για μας. Αν ο καλός Θεός μας επιφυλάσσει την λαμπράν τύχη να δώσουμεν την ζωήν μας για την πατρίδα, τότε η χαρά σας πρέπει να είναι απέραντη. Δεν ξέρω αν μπορεί να ονειρευτεί ένας άνθρωπος καλύτερη τύχη από αυτή. Και δεν μπορώ να σκεφθώ γονείς που να είναι πιο περήφανοι παρά για τα παιδιά τους που έπεσαν για την πατρίδα».
Ο λόγος του Μάτση είναι λόγος διαχρονικός, γιατί πηγάζει από αξίες οικουμενικές, οι οποίες έχουν ως κέντρο αναφοράς τους τον άνθρωπο. Ο Κυριάκος Μάτσης αντιτάχθηκε και με την γραφίδα του, αλλά και με το όπλο του σε κάθε μορφή ολοκληρωτισμού και καταπίεσης. Η πίστη του στην ελευθερία και στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια στάθηκαν οι παντοτινοί σύντροφοί του.
Πηγή: Παναγιώτης Ήφαιστος
- Επιστολή ημ. 22.11.1954. ↩
- Επιστολή προς Μαρία Χατζηκωνσταντίνου, ημ. 5.1.1955. ↩
- Επιστολή προς Κυριάκο Χατζηιωάννου, ημ. 13.10.1954. Βλ. επίσης αφηγήσεις διαφόρων συμφοιτητών του στο κεφάλαιο Μαρτυρίες της παρούσας μελέτης και στον τόμο Κυριάκος Μάτσης. Εκδ. Πρωτοπορία, Θεσσαλονίκη, 1989, σ. 114 και αλλαχού. ↩