Κύπρος ἡ ἀεὶ Ἑλλὰς
Εὐδοξία Αὐγουστίνου. Φιλόλογος - Θεολόγος
Κομμάτι ἀναπόσπαστο ἀπό τήν ἀγαπημένη γῆ τῆς Ἑλλάδος εἶναι τό μεγάλο νησί στά ἀνατολικά τῆς Μεσογείου, ἡ Κύπρος μας. Ἡ στρατηγική θέση της, τά ἀποθέματα χαλκοῦ καί ἡ ξυλεία της ἦταν ἐκεῖνα πού ὁδήγησαν τούς πρώτους Ἕλληνες στήν Κύπρο πρίν ἀπό 34 περίπου αἰῶνες, μεταφέροντας στίς ἀποσκευές τους καί τήν ἀνεπανάληπτη ὁμηρική γλῶσσα, μιά γλῶσσα πού ἀποτελεῖ ἀδιάψευστο μάρτυρα πώς τό νησί ἦταν καί εἶναι -γλωσσικά, ἱστορικά καί φυσιογνωμικά- ἑλληνικό. Ἀπόμακρη ἀπό τόν ἑλληνικό κορμό, ἀδύνατη καί ἀπροστάτευτη ἡ Κύπρος, στή διασταύρωση τριῶν ἠπείρων, δοκίμασε τήν ἄγρια τυραννία καί τήν ἀνηλεῆ ἐκμετάλλευση! Πάμπολλοι κατακτητές ἦλθαν καί παρῆλθαν, ἡ ψυχή της ὅμως ἔμεινε πάντα αὐτή τῶν Ἑλλήνων, ὅπως τήν τραγούδησε ὁ Κωστής Παλαμᾶς:
«Πολλούς ἀφέντες ἄλλαξες
δέν ἄλλαξες καρδιά».
Ἡ ἑλληνικότητα τῆς Κύπρου εἶναι ἀναμφισβήτητη. Ἡ μακρόχρονη ἱστορία τοῦ νησιοῦ, τά ἀρχαιολογικά μνημεῖα, τά ἑλληνικά χαρακτηριστικά, ἡ χριστιανική πίστη, οἱ παραδόσεις, τά ἤθη καί ἔθιμα, τά τοπωνύμια -κοινά σέ πολλές περιπτώσεις μεταξύ Κύπρου καί Ἑλλάδας- διαλαλοῦν τήν ἑλληνικότητά της.
Ἡ ἱστορία τῆς Κύπρου ἀκολούθησε σχεδόν παράλληλη πορεία μέ τόν ὑπόλοιπο ἑλλαδικό χῶρο. Ἔτσι ἡ Τουρκοκρατία στήν Κύπρο ἦλθε μέ καθυστέρηση περίπου 100 χρόνων, τό 1571. Μέχρι τότε ἡ Κύπρος δέν εἶχε οὔτε ἕνα Τοῦρκο. Μέ τήν εἴσοδο τῶν Ὀθωμανῶν στό νησί ἐπαναλαμβάνεται ἡ τραγωδία τῆς ἅλωσης τῆς Πόλης, καθώς ἐξαφανίζεται κάθε ἴχνος πολιτισμοῦ. Στή διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας διάφορα ἐπαναστατικά κινήματα καί προσφυγές στή χριστιανική Δύση δέν ἔφεραν κανένα ἀποτέλεσμα. Ὁ ἑλληνισμός τοῦ νησιοῦ στέναζε κάτω ἀπό τό σπαθί τοῦ τούρκου κατακτητῆ, ὅπως καί στήν ὑπόλοιπη Ἑλλάδα. Ἡ ἐκκλησία τῆς Κύπρου καί ἰδιαίτερα τά μοναστήρια εἶχαν πρωτεύοντα -σχεδόν μοναδικό- ρόλο στή διατήρηση τοῦ ἑλληνισμοῦ κρατώντας τή «φλόγα ἀναμμένη» νά μή χαθεῖ ἡ ἑλληνικότητα τοῦ πληθυσμοῦ, ἡ γλῶσσα καί ἡ γραφή. Στό μεταξύ Ἕλληνες τῆς Κύπρου συμμετέχουν ἐνεργά στήν προσπάθεια γιά τόν ξεσηκωμό τοῦ Γένους.
Κι ὅταν ἀέρας ἐλευθερίας ἄρχισε νά φυσᾶ στήν Ἑλλάδα καί ὁδήγησε τό 1814 στόν σχηματισμό τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας, ἡ Κύπρος ὡς ἑλληνικό νησί δέν ἔμεινε ἔξω ἀπό τόν σχεδιασμό τῶν Φιλικῶν καί τήν προετοιμασία τοῦ ἀγώνα, καθώς στό τιμόνι τῆς ἐκκλησίας τῆς Κύπρου βρισκόταν τότε ὁ φλογερός ἱεράρχης, ὁ ἀρχιεπίσκοπος Κυπριανός. Σάν ξέσπασε ἡ Ἐπανάσταση στήν Ἑλλάδα τό 1821, ὁ σουλτάνος ὀργισμένος ἀπό τίς ἐπιτυχίες της στήν Ἑλλάδα ἐξέβρασε τή μανία καί ἐκδικητικότητά του στήν Κύπρο. Πρῶτο ἀπαγχόνισαν τόν ἀρχιεπίσκοπο Κυπριανό καί ἀκολούθησαν ἐκτελέσεις τῶν μητροπολιτῶν Πάφου Χρυσάνθου, Κιτίου Μελετίου, Κερύνειας Λαυρεντίου καί ἡ σφαγή ἡγουμένων καί κληρικῶν. Γιά δύο περίπου μῆνες συνεχίστηκαν οἱ λεηλασίες μοναστηριῶν, ἐκκλησιῶν καί πλουσίων κατοικιῶν καί οἱ ἄγριες δολοφονίες. Ἐκκλησίες καί μοναστήρια ἀπογυμνώθηκαν ἀπό ὅλα τά τιμαλφῆ, ἐνῶ κτηματικές περιουσίες δημεύθηκαν. Οἱ σφαγές καταγράφηκαν στά συγκλονιστικότερα γεγονότα τῆς Ἐπανάστασης. Ἀλλά καί ἡ ἡρωική ἀντίσταση τῶν Κύπριων ἀδελφῶν ὑπῆρξε ἀπαράμιλλη, ὅπως ἐπιγραμματικά ὁ ποιητής Βασίλης Μιχαηλίδης ἀποτυπώνει:
«Ἡ Ρωμιοσύνη ἐν’ φυλή συνότζιαιρη τοῦ κόσμου.
Κανένας δέν εὑρέθηκεν γιά νά τήν ἠξηλείψει,
κανένας, γιατί σσέπει την ’πού τά ’ψη ὁ Θεός μου.
Ἡ Ρωμιοσύνη ἐν’ νά χαθεῖ, ὄντας ὁ κόσμος λείψει!
Στή συνέχεια, ὁ Καποδίστριας, τοῦ ὁποίου ἡ μητέρα εἶχε καταγωγή ἀπό τήν Κύπρο, εἶναι ὁ μόνος ἕλληνας πολιτικός ὁ ὁποῖος στή μεγάλη ὁδοιπορία τοῦ κυπριακοῦ διεκδίκησε μέ ἐπίσημο ἔγγραφο τήν ἐνσωμάτωση τῆς Κύπρου στό ἑλληνικό κράτος.
Τό 1878, μετά τόν ρωσοτουρκικό πόλεμο, ἡ μεγαλόνησος παραχωρεῖται ἀπό τούς Τούρκους μέ ἐνοίκιο στή Βρετανία σέ ἀντίβαρο τῆς ρωσικῆς ἀπειλῆς. Μέ τή συνθήκη αὐτή ἡ Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία διατηροῦσε «τήν ὑψηλή ἐπικυριαρχία». Τό 1914, μέ τήν ἀρχή τoύ πρώτου παγκοσμίου πολέμου, ἡ Βρετανία θεωρεῖ ἄκυρη τή συμφωνία τοῦ 1878 καί προσαρτᾶ ἐπίσημα τήν Κύπρο.
Τό 1950 ἡ Ἀρχιεπισκοπή ὀργάνωσε τό γνωστό δημοψήφισμα. Σύσσωμος ὁ Ἑλληνισμός τῆς Κύπρου (σέ ποσοστό 96,5%) σπεύδει μέ ἐνθουσιασμό στίς ἐκκλησίες κάθε πόλης καί χωριοῦ καί ὑπογράφει τήν Ἕνωση μέ τή μητέρα πατρίδα. Ἀλλά ἡ προσπάθεια ἔμεινε ἀδικαίωτη.
«Ἡ γῆς δέν ἔχει κρικέλια γιά νά τήν πάρουν στόν ὦμο καί νά φύγουν», θά πεῖ ὁ ποιητής Γεώργιος Σεφέρης, ὅταν τό 1953 ταξιδεύει στήν Κύπρο. Ἔτσι, τό 1955 ξεκίνησε ὁ ἔνοπλος ἀγώνας τῆς Ε.Ο.Κ.Α. κατά τοῦ ἀγγλικοῦ ζυγοῦ. Οἱ ἀγωνιστές τῆς Ε.Ο.Κ.Α. κατά τόν ἀπελευθερωτικό ἀγώνα (1955-1959) ἀξιώνουν Ἐλευθερία καί Ἕνωση καί καταδικάζονται σέ θάνατο, γιά νά μείνουν ἀθάνατοι στίς σελίδες τῆς ἱστορίας. Ἔφηβοι καί νέοι ἤθελαν νά βροῦν τά σκαλοπάτια πού πᾶν στή Λευτεριά καί ὁδηγήθηκαν στήν ἀγχόνη μετά ἀπό φρικτά καί ἀπάνθρωπα βασανιστήρια. Τά «Φυλακισμένα Μνήματά» τους ἔγιναν τόπος ἱεροῦ προσκυνήματος, μνημεῖο ἡρωισμοῦ καί ἀντίστασης κατά τῶν δυνάμεων τῆς βίας καί τῆς τρομοκρατίας, ναός ἱερός τῆς ἐλευθερίας, θεμελιωμένος στά κόκαλα τῶν ἀθάνατων παλληκαριῶν, πού ἀναδίδει ἀθανασία, καθώς βροντοφωνάζει: «Τ’ ἀντρειωμένου ὁ θάνατος θάνατος δέ λογιέται».
Τό 1960 ἱδρύθηκε ἡ Κυπριακή Δημοκρατία. Μετά ἀπό δικά μας λάθη καί δικές μας ὑποχωρήσεις, ἔφτασε νά διχοτομηθεῖ ἡ Κύπρος, γεγονός πού ἐπιχειρήθηκε τό 1964 καί πραγματοποιήθηκε στίς 20 Ἰουλίου 1974, ὅταν οἱ Τοῦρκοι εἰσέβαλαν στό 40% τῆς νήσου. Ὁ στόχος τῆς Ἄγκυρας εἶναι προφανής: νά δημιουργήσει προϋποθέσεις ἀπόλυτου ἐλέγχου στό βόρειο τμῆμα τῆς Κύπρου καί νά αὐξήσει σταδιακά τήν ἐπιρροή στό νότιο τμῆμα, ὥστε νά μετατρέψει τή μαρτυρική μεγαλόνησο σέ τουρκικό προτεκτοράτο.
Ὅμως,
«Δέν τοῦ πάει Τοῦρκος
αὐτοῦ τοῦ βουνοῦ, βρέ παιδιά,
δέν τοῦ πάει, πρός Θεοῦ, Τοῦρκος!
Πῶς νά τό κάνουμε;»,
λέγει γιά τόν τουρκοπατημένο Πενταδάκτυλο -σύμβολο ὅλης τῆς κατεχόμενης Κύπρου- ὁ Κ. Μόντης, ποιητής μέ βαθειά συναίσθηση τῆς ἑλληνικότητάς του.
Σήμερα ἡ ἡρωοτόκος καί πολύπαθη Κύπρος, μέ «τήν πιό ἀτόφια Ρωμιοσύνη», ὅπως ἔγραφε ὁ Σεφέρης, βρίσκεται σέ μιά κρίσιμη καμπή τῆς ἱστορίας της. Ἄς μή σκιαζόμαστε, ὅμως, γιατί «Κύπρος ἀεὶ Ἑλλάς».
«Κι ἡ Ἑλλάδα,
τελευταῖος θάμνος στόν γκρεμό,
νά τόν ἁρπάζει ἡ λευτεριά
καί νά κρατιέται»,
σαλπίζει ἀποφθεγματικά καί διαχρονικά ὁ Κ. Μόντης.
Πηγή: ΑΚΤΙΝΕΣ