ΜΕ ΚΙΝΔΥΝΟ ΚΑΙ ΧΩΡΙΣ ΚΙΝΔΥΝΟ


Λοιπόν,
μποροῦμε νὰ βγοῦμε στὴ χαρὰ τοῦ ἥλιου,
μὲ κίνδυνο καὶ χωρὶς κίνδυνο.
Βυθίζομαι ξανὰ στὴ σκιά,
ὅταν ξυπνάει τὸ ἄλλο μου πρόσωπο.

Φτάσαμε ὥς ἐδῶ μὲ τὴ γλῶσσα ξερὴ ἀπ' τὴ δίψα,
χαμένοι χρόνια σὲ σκοτεινὲς στοές,
περνώντας μέσα ἀπὸ φλόγες ποὺ μᾶς καψάλιαζαν
κι' ἀπὸ ὄρθιες αἰχμὲς ποὺ μᾶς τρυποῦσαν,
μὲ τὸ σῶμα γεμᾶτο σημάδια ἀπὸ παλιὲς πληγές,
χρόνια διψώντας τὸ νερὸ καὶ τὸ φῶς
καὶ περιμένοντας.

Δίχως αὐτὲς τὶς σκοτεινὲς μέρες τὶ θἄκανα,
δίχως ἐκεῖνες τὶς πληγές.
Δὲ θἆχα δεῖ μιὰ στάλα γήινη θλίψη,
μιὰ γωνιὰ οὐρανό.
Δὲ θἄξερα
τὴ δροσιὰ τοῦ νεροῦ καὶ τοῦ φωτὸς τὴ λάμψη.

Ζήσαμε μὲ τὸ μάνα τ' οὐρανοῦ,
διαβαίνοντας τόσον καιρὸ τὴν ἔρημο,
φορώντας πανοπλία ποὺ μᾶς γίνηκε σῶμα
γιὰ τὰ σκληρὰ χτυπήματα.

Δὲ μπορῶ νὰ κάθομαι πιὰ μὲ δεμένα χέρια.
Οἱ σάλπιγγες τῶν καιρῶν σημαίνουνε τὴν κάθαρση.

ΚΩΣΤΑΣ ΣΤΕΡΓΙΟΠΟΥΛΟΣ



Πηγή: «Νέα Εστία» τχ. 907, 1965
Ἑλληνων Φῶς

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *