Με την Καρδιά ή με την λογική;
της Ευαγγελίας Μπίτου, φιλολόγου
Στα γυμνασιακά μου χρόνια πίστευα ότι η λογική είναι πιο δυνατή από την καρδιά· μου άρεσε αυτό και της έδινα την πρώτη θέση. Με την πάροδο του χρόνου προβληματίσθηκα σοβαρά για την δύναμη της καρδιάς και της λογικής. Στα τελευταία μάλιστα χρόνια της εκπαιδευτικής μου σταδιοδρομίας έθετα το ερώτημα και στους μαθητές μου, για να τους προβληματίσω, και όλοι αυθόρμητα μου απαντούσαν η λογική.
Προσωπικά, συνειδητοποίησα ότι η καρδιά, αυτό το μικρό μυϊκό όργανο, κάπου αριστερά στον θώρακα, που στέλνει το αίμα σε όλο το σώμα, αν παύσει να λειτουργεί, αν σταματήσει να πάλλεται, αν πάθει ανακοπή ή συγκοπή, σταματάει και η ζωή. Ποτέ δεν κοιμάται! Τόσο στενά είναι δεμένη η ζωή με την καρδιά! Εν προκειμένω όμως ενδιαφέρει αν η καρδιά, με τη μεταφορική της σημασία, ως κέντρο των αισθημάτων - θετικών και αρνητικών - σχετίζεται τόσο δυνατά με την ποιότητα της ζωής, και ποια η δύναμή της σε σχέση με τη λογική.
Έτσι, επειδή η γλώσσα μας έχει καταγράψει την πείρα και τα βιώματα ενός λαού πολύπαθου με τρισχιλιετή και πλέον ιστορία και πολιτισμό και είναι δημιούργημα ανθρώπων του πνεύματος ξεχωριστών, σκέφθηκα πως αξίζει να ανατρέξω σε αυτήν· ίσως και σε αυτό το θέμα έχει να μου πει σημαντικά. Προσπάθησα λοιπόν να καταγράψω το νοηματικό χρώμα των επιθέτων που προσδιορίζουν τις δύο έννοιες, των ουσιαστικών που τις συμπληρώνουν και των ρημάτων και επιρρημάτων με τα οποία συνδυάζονται, και βρήκα ποικιλία μεγάλη και ενδιαφέρουσα.
Κατ’ αρχάς υπάρχουν επίθετα που ως προσδιορισμός της καρδιάς αποτελούν και χαρακτηρισμό του ανθρώπου. Άνθρωπος με πλατειά καρδιά που χωράει όλον τον κόσμο, με μεγάλη καρδιά, χαρακτηρίζεται μονολεκτικά μεγαλόκαρδος. Τον κόσμο όλο αγαπάει και ο καλόκαρδος, αυτός που έχει καλή, χρυσή καρδιά. Με ανοικτή καρδιά, ανοικτός προς όλους, είναι ο ανοιχτόκαρδος. Στον αντίποδα βρίσκεται αυτός που δεν έχει καρδιά, ο άνθρωπος χωρίς συναισθήματα – υπάρχει άραγε τέτοιος; - ή που έχει στενή ή σκληρή καρδιά· αυτός δηλαδή που χαρακτηρίζεται άκαρδος ή σκληρόκαρδος ή στενόκαρδος. Εξόφθαλμη η μεταφορική σημασία των επιθέτων στις ανωτέρω φράσεις, όπως και σε αυτές που ακολουθούν. Αυτοί που έχουν ζεστή, τρυφερή, ευγενική ή πονετική καρδιά χαρακτηρίζονται αλλιώς τρυφεροί, ευγενικοί, πονετικοί άνθρωποι, που μπορούν να αγκαλιάσουν τον άλλο, να πουν έναν λόγο καλό, να συμπονέσουν, να συμπαρασταθούν. Δυνατή και γενναία καρδιά ως χαρακτηρισμοί δηλώνουν δυνατό, γενναίο άνθρωπο που σηκώνει τα βάρη της ζωής με αξιοπρέπεια. Όποιος όμως ενεργεί ελαφρά τη καρδία δεν είναι ούτε ο πιο υπεύθυνος ούτε και ο πιο έμπιστος άνθρωπος· ασυλλόγιστα ενεργεί, και προβλήματα δημιουργεί.
Όποιος πάλι έχει αγνή, καθαρή καρδιά, δεν ξέρει από δολιότητες και σκοπιμότητες και είναι αξιόπιστος. «Μακάριοι», κατά το Ευαγγέλιο, «οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται»· αυτοί θα ιδούν πρόσωπο Θεού! Γι’ αυτό αίτημα του ψαλμωδού είναι το «καρδίαν καθαράν κτίσον εν ημίν ο Θεός». Κατά την πίστη μας επίσης «καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο Θεός ουκ εξουδενώσει»· δεν θα απορρίψει, δεν θα εκμηδενίσει ο Θεός μια τέτοια καρδιά, έναν τέτοιο άνθρωπο. Πάντως, «στο βάθος της καρδιάς χάνονται ή κερδίζονται όλοι οι πνευματικοί αγώνες», γράφει η Λιλιάνα Χαμπιάνοβιτς – Τζούροβιτς.
Τα ουσιαστικά καρδούλα μου ή καρδιά μου ως προσφώνηση εκφράζουν τρυφερότητα, αλλά ως χαρακτηρισμός σημαίνουν άνθρωπο καλοκάγαθο. Από πέτρα είναι η καρδιά του σκληρόκαρδου, αλλά θέλει μεγάλη ψυχική δύναμη να κάνεις πέτρα την καρδιά σου και να συνεχίσεις, όταν πονάς. Κάποτε από τον πόνο η καρδιά πετρώνει ή ξεριζώνεται. Του καλοσυνάτου, του χαρούμενου, του κεφάτου ανθρώπου η καρδιά είναι μάλαμα, είναι μπαξές. Όποιος όμως μας κάνει την καρδιά περιβόλι, μας στενοχωρεί. Ο έξω καρδιά δεν κρατάει κακία σε κανένα, ενώ όποιος τα παίρνει κατάκαρδα, μαραίνεται η ζωή του. Δεν ανήκει ούτε στους πρώτους ούτε στους δευτέρους αυτός που δεν χαλάει την καρδιά του για τίποτε και για κανένα, αλλά όλοι μας δεν θέλομε να χαλάμε τις καρδιές μας. Όμορφα που παίζει με τις λέξεις η γλώσσα μας!
Η καρδιά σχετίζεται και με τη διάθεση. Δίνει με μισή καρδιά ή συγκατατίθεται με κρύα καρδιά όποιος το κάνει επειδή αναγκάζεται, αλλά «ιλαρόν δότην αγαπά ο Θεός». Ο ιλαρός δότης δίνει με όλη του την καρδιά, γι’ αυτό ξεκουράζει τον άλλον, του δίνει φτερά. Ο συνετός όμως δίνει με την καρδιά του, αλλά δεν δίνει στον καθένα την καρδιά του. Όποιος εύχεται με την καρδιά του, πιάνει, λένε, η ευχή του. Σίγουρα με βαριά καρδιά ξενιτεύονται οι άνθρωποι, αλλά για τα οικονομικά συμφέροντα αυτό δεν μετράει.
Με την καρδιά σχετίζονται και τα αισθήματα. Αξιοπρόσεκτα τόσο τα ουσιαστικά όσο και τα ρήματα σχετικών νοηματικών συνόλων. Η ενοχή βαραίνει την καρδιά, η λύπη και η θλίψη την πλακώνουν, την λυγίζουν· «λύπη καρδίας κάμψει ισχύν», κατά την Σοφία Σειράχ· η λύπη δηλαδή θα λυγίσει τη δύναμη της καρδιάς. Ξαλαφρώνει η καρδιά αυτού που εξομολογείται ό τι τον βαραίνει. Η καρδιά γεμίζει με χαρά, χαίρεται, ανοίγει – άνοιξε η καρδιά του με όσα άκουσε- και δίνει. Πόσο δυνατό ακούγεται το χάρηκε ή γέλασε με την καρδιά του! σκορπάει όλη η σκοτεινιά της ψυχής. Αναγαλλιάζει η καρδιά με κάτι που της δίνει άνεση, που της αρέσει· «είδε ο γύφτος τη γενιά του κι αναγάλλιασε η καρδιά του».
Η καρδιά έχει βάθος, έχει μύχια, τα οποία δύσκολα γνωρίζει ο άλλος, αλλά και ο ίδιος αν δεν το ψάξει. Ο συνετός δεν αποκαλύπτει τα μύχιά της στον καθένα και σίγουρα δεν επιτρέπει στους αγενείς να πατάνε με τα παπούτσια στην καρδιά του, διότι οι καρδιές πληγώνονται, τραυματίζονται, και οι πληγές και τα τραύματα της καρδιάς δύσκολα επουλώνονται.
Η καρδιά ραγίζει, γίνεται κομμάτια, ματώνει, πονάει, κλαίει, μαυρίζει από τον πόνο και τη στενοχώρια. Στην αγωνία και στη μεγάλη συγκίνηση χτυπάει δυνατά, πάει να σπάσει· τρέμει το φυλλοκάρδι της μάνας. Σαν ηρεμήσει όμως, έρχεται στη θέση της. Η καρδιά σφίγγεται στα δύσκολα και αναπαύεται όταν το πρόβλημα βρει τη λύση του. Ο καρδιοκατακτητής πάντως καίει καρδιές, ενώ κάποιοι άλλοι τις κλέβουν.
Η καρδιά μιλάει, και μιλάει διαφορετικά από τη λογική. Μιλώντας με το χέρι στην καρδιά, λέμε αλήθειες. Όποιος μιλάει με την καρδιά του, μιλάει στην καρδιά του άλλου. Γι’ αυτό τις σχέσεις τις θέλομε εγκάρδιες και τις ευχές από καρδιάς ή εκ βάθους καρδίας. Ό, τι ποθεί η καρδιά σου ευχόμαστε, και κάποτε με το υγεία και καλή καρδιά τσουγκρίζομε τα ποτήρια μας. Όποιου το λέει η καρδιά είναι θαρραλέος και προχωράει ως τη θυσία. Καρδιά δε λιονταριού έχει ο τολμηρός, ο λεοντόκαρδος. Τα λόγια μας συνήθως είναι από το περίσσευμα της καρδιάς, αλλά και με το έλλειμμά της σχετίζονται. Αλλιώς μιλάει ο αισιόδοξος και αλλιώς ο απαισιόδοξος∙ αλλιώς ο χαρούμενος κι αλλιώς ο στενοχωρημένος∙ αλλιώς ο οργισμένος κι αλλιώς ο ήρεμος· αλλιώς ο φθονερός κι αλλιώς ο καλοπροαίρετος …
Στην καρδιά έχομε αυτούς που αγαπάμε, και στην καρδιά μας ζουν τα αγαπημένα μας πρόσωπα που έφυγαν από τη ζωή. Είναι αλήθεια πως τους κρατάμε και στη θύμηση. Νομίζω πως προτιμότερη είναι η θέση της καρδιάς.
Στην καρδιά φωλιάζουν το μίσος, η κακία, ο φθόνος, η ζήλεια, η απληστία, ο θυμός, η οργή … - τα πάθη γενικότερα -, αλλά και η καλοσύνη, η αγάπη, η συμπόνια … Πώς χωράνε μαζί είναι απορίας άξιον. Ο άνθρωπος είναι τρεπτός, ευμετάβολος!
Μπορεί το δεξί χέρι να είναι το καλό και να χαιρετάμε με αυτό, αλλά το αριστερό είναι το χέρι της καρδιάς. Κρύα κάποτε τα χέρια μας, αλλά η ευγένεια σχολιάζει· κρύα χέρια ζεστή καρδιά.
Ως κέντρο συναισθημάτων και αισθημάτων μεταφορικά σημαίνει και το κέντρο γενικά. Λέμε, επί παραδείγματι, η καρδιά της Ελλάδας κτυπάει στην Αθήνα ή μπες στην καρδιά του προβλήματος, μιλάμε για καρδιά του χειμώνα και του καλοκαιριού, προτιμάμε ίσως την καρδιά του μαρουλιού …
Σειρά της λογικής. Εν πρώτοις σχετίζεται με το μυαλό και φυσικά με τις επιστήμες και την τεχνολογία. Στη λογική στηρίζονται οι επιστήμες, αν και τα αξιώματα δεν αποδεικνύονται με τη λογική. Εξάλλου, και στην επιστήμη έχει κάποια θέση η ενσυναίσθηση. Υπάρχει και επιστήμη της Λογικής, που κάποτε υπήρχε και ως μάθημα στα σχολεία. Η λογική μαθαίναμε σχετίζεται με τους συλλογισμούς, οι οποίοι έχουν μία εσωτερική συνάφεια, μια ακολουθία σκέψεων.
Η λογική ασφαλώς σχετίζεται και με την καθημερινότητά μας· με την αντιμετώπιση αναγκών, την επίλυση προβλημάτων, τη λήψη αποφάσεων ... Φαίνεται πιο στερεά από το συναίσθημα, πιο σταθερή. Τα γεγονότα, οι συμπεριφορές εξετάζονται και υπό το πρίσμα της λογικής· δεν αντέχουν όμως όλα στη βάσανό της. Αποδεχόμαστε συνήθως ό, τι υπόκειται στη λογική, ενώ απορρίπτομε ό,τι αντίκειται, αντιβαίνει σε αυτή. Για την κατανόηση χρειάζεται στοιχειώδης λογική. Οι περισσότεροι βλέπουν τα πράγματα με απλή ή την κοινή λογική, η οποία είναι κατανοητή και αποδεκτή από όλους. Γι’ αυτό ένας από τους τρόπους πειθούς είναι η επίκληση στη λογική. Τα επιχειρήματα μπορεί να είναι λογικά, αλλά υπάρχει περίπτωση και να στερούνται λογικής. Πάντως, όταν πρυτανεύει η λογική αποφεύγονται ακρότητες και συγκρούσεις.
Πέραν της απλής και κοινής λογικής, γίνεται λόγος και για τετράγωνη λογική - χωρίς υποκειμενισμό, σύμφωνη με συγκεκριμένους κανόνες -, για ψυχρή λογική – αλλιώς ορθολογισμό - στην οποία το συναίσθημα δεν έχει θέση. Σε κάποιες ενέργειες και κάποιες αντιδράσεις των ανθρώπων δεν υπάρχει ίχνος λογικής. Αυτός που ενεργεί πέραν πάσης λογικής, έξω από κάθε λογική, είναι παράλογος. Σίγουρα η έλλειψη λογικής δυσκολεύει τη συνεννόηση και επικοινωνία των ανθρώπων.
Η λογική έχει όρια και ξέρει να βάζει όρια, καθώς σχετίζεται με την κρίση, η οποία διακρίνει το σωστό από λάθος, το δίκαιο από το άδικο, το καλό από το κακό, το συμφέρον από βλαπτικό, το χρήσιμο από το άχρηστο… Κάποιος βέβαια θα μπορούσε να πει - και θα είχε εν μέρει δίκαιο - πως οι έννοιες είναι σχετικές. Τα όρια της λογικής υπερβαίνει το υπέρλογο.
Στην προσπάθεια κατανοήσεως ενεργειών κάποιου, συχνή είναι η ερώτηση: Με ποια λογική (με ποιο σκεπτικό) το έκανες ή το λες αυτό, ή με ποια λογική προτείνεις κάτι τέτοιο; Δεν είναι λίγες οι φορές που αρνούμαστε να μπούμε στη λογική του άλλου, όπως και η λογική της ήσσονος προσπάθειας διχάζει.
Τη δική της λογική έχει σίγουρα η καρδιά. Συγχωρεί και δείχνει επιείκεια, εκεί που η λογική είναι ίσως αμείλικτη. Με την καρδιά ενεργεί η μάνα, που συχνά υπερβαίνει τη λογική. Η καρδιά μοιράζεται και συγχρόνως πολλαπλασιάζεται! «μοιρασμένη λύπη, μισή λύπη · μοιρασμένη χαρά, διπλή χαρά», αποφαίνεται η λαϊκή σοφία. Το ίδιο γράφει και ο ποιητής Κ. Μόντης: «Περίεργο πράγμα η καρδιά./ Όσο τη σπαταλάς, τόσο περισσότερη έχεις».
Συνοψίζοντας, η καρδιά αισθάνεται, συναισθάνεται, ορμάει και τρέχει. Η λογική μετράει, υπολογίζει, συγκρατεί. Η καρδιά αγκαλιάζει ή απωθεί, η λογική ξέρει τα πρέπει και πείθει. Ο δρόμος της καρδιάς πιο σύντομος και στο καλό και στο κακό· της λογικής πιο κοπιαστικός, πιο μακρύς. Η υπομονή σχετίζεται και με τις δυο, μόνο που η καρδιά, επειδή υπομένει με αγάπη, αισθάνεται το φορτίο ελαφρότερο. Στα δύσκολα της ζωής μετέχουν και οι δυο, με δικό της τρόπο η καθεμιά.
Ξεκίνησα με την καρδιά και όσα άντλησα από τη γλώσσα μας, χωρίς να εξαντλήσω το θέμα, είναι αξιοπρόσεκτα. Συνέχισα με τη λογική και προβληματίζομαι με την κατάληξη του αρχικού προβληματισμού. Ύστερα από τα αναγραφέντα, ποιος πορεύεται στη ζωή μόνο με την καρδιά ή μόνο με τη λογική; Ασφαλώς συνυπάρχουν, αλλά ποια θα προπορεύεται εξαρτάται από την ιδιοσυγκρασία του καθένα, την ηλικία, τις περιστάσεις, τις επιδράσεις, τα βιώματα, τις προτεραιότητες, την ωριμότητα, την καλλιέργεια. Η επιλογή της πρώτης θέσεως ελεύθερη και η ευθύνη προσωπική.
Προς τι λοιπόν το δίλημμα στον τίτλο; ίσως ρωτήσει κάποιος. Ο προβληματισμός πάντα βοηθάει στην εμβάθυνση ενός θέματος και την καλύτερη κατανόηση. Είναι τυχαίο που οι πολιτικοί προεκλογικά απευθύνονται περισσότερο στο θυμικό μας, τα αισθήματα και συναισθήματα; Η λογική άλλες ερωτήσεις θα έθετε και άλλες απαντήσεις θα ζητούσε. Μήπως αυτό δείχνει τη δύναμη επιρροής; Τι μας επηρεάζει λοιπόν περισσότερο στη ζωή μας, η καρδιά ή η λογική; Είναι ένα άλλο ερώτημα.
Πηγή: ΑΚΤΙΝΕΣ