Μετά τον «Ιππόλυτο» η «Αντιγόνη», με τα ίδια μαξιλαράκια για μεγαλύτερη άνεση…

antigoni-galatiko_xorio

Του Αλέκου Μιχαηλίδη

Γεννήθηκα στο βλέφαρο του κεραυνού,
σβήνω κυλώντας στα νερά.
Ανέβηκα στην κορυφή της συννεφιάς
σαλτάροντας με τις τριχιές του λιβανιού,
πήρα το δρόμο της σποράς.

Κ.Χ. Μύρης

Την ώρα που καλλιτέχνες παγκόσμιας εμβέλειας (που δεν έχουν την παραμικρή σύνδεση με την Κύπρο) ακυρώνουν τις συναυλίες τους στα κατεχόμενα, το Εθνικό Θέατρο, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος και ο ΘΟΚ, χορεύοντας με τον διάβολο, πρόκειται να παρουσιάσουν την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, σε σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού και νέα μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη στις 28 Σεπτεμβρίου. Που; Μα, βέβαια, στο αρχαίο θέατρο της Σαλαμίνας, στην κατεχόμενη (;) Αμμόχωστο. Σάμπως και το ψευδοκράτος προσφέρει άπλετο χώρο για τον πολιτισμό, ενώ στις ελεύθερες περιοχές συντηρείται η «θεατροαπαγόρευση».

Τέλος πάντων. «Δεν γεννήθηκα για να μισώ, αλλά για ν’ αγαπώ» είναι το μήνυμα που θέλουν να περάσουν οι συντελεστές εξ ου και οι στίχοι του Μύρη, γνωστοί με την ίσια φωνή του Ξυλούρη, όμως, στην αφέλειά τους, δεν σκέφτηκαν ότι δεν ταιριάζει στην κατεχόμενη Αμμόχωστο. Δεν ταιριάζει, όχι επειδή είμαστε τυφλοί από μίσος, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Το πρόβλημα της Κύπρου, επειδή η «Αντιγόνη» είναι και πολιτική, δεν είναι σαφώς πρόβλημα μίσους εναντίον ανθρώπων. Αυτό όφειλαν να μελετήσουν ως άνθρωποι του πνεύματος, στο Εθνικό Θέατρο και στο ΚΘΒΕ, διότι ο ΘΟΚ είναι πλέον περιττός… στις ελεύθερες περιοχές.

Όπως γίνεται κατανοητό, κυρίως από το άρθρο του Απόστολου Κουρουπάκη στην Καθημερινή, υπάρχει άγνοια (ή ηθελημένη άγνοια) όσον αφορά το ζήτημα μιας παράστασης στην κατεχόμενη Αμμόχωστο. Διερωτάται ο κ. Κουρουπάκης, ίσως ο μόνος που ασχολήθηκε με το θέμα προς το παρόν: «Προσωπικά δεν κατάλαβα πως τάχα μου νομιμοποιείται ο κατακτητής, επειδή ανεβαίνει μία θεατρική παράσταση σε ένα θέατρο που βοά, στέκοντας, όμως βουβό; Άραγε δεν νομιμοποιείται ο κατακτητής, όταν λειτουργούνται οι εκκλησίες και γεμίζουν τα προσκυνήματα; Δεν νομιμοποιείται ο εισβολέας, όταν κάποιος περνάει τα οδοφράγματα;» Φυσικά και νομιμοποιείται, είναι ηλίου φαεινότερον. Από ποιόν παίρνει άδεια ο ΘΟΚ για να ανεβάσει την παράσταση; Από το υποτιθέμενο διακρατικό Υπουργείο Πολιτισμού του παραδείσου, από τον μακαρίτη τον Σοφοκλή ή από τους Πέρσες;

«Ναι», συνεχίζει ο Κουρουπάκης, «ο τόπος είναι κατεχόμενος, αλλά το πνεύμα ελεύθερο, ναι ίσως να χρειαστούν διατυπώσεις, αλλά είναι καλύτερο να ξεχάσεις και οι μνήμες φεύγουν μαζί με όσους τις κουβαλούν». Με κάθε σεβασμό, όταν ένας τόπος είναι κατεχόμενος είτε το πνεύμα μαραίνεται είτε αγωνίζεται για να ελευθερωθεί. Δεν περιπλέκεται με τσαλίμια Θεατρικών Οργανισμών που μόνο τη δεύτερη λέξη τους υπηρετούν. Δεν περιπλέκεται με «όνειρα» γερόντων που τους αρκούν τα μαξιλαράκια για μεγαλύτερη άνεση κι ας είναι υπό το φως των προβολέων του κατοχικού στρατού. Διατηρεί τη μνήμη και εξουδετερώνει τη λήθη, παραγκωνίζοντας, εν αντιθέσει με όσα γράφονται στην «Καθημερινή», αυτούς που «ξαναγράφουν» (ή ξεγράφουν) την ιστορία. Κι αυτό έπρεπε να αντιληφθούν το Εθνικό Θέατρο και το ΚΘΒΕ κι όχι (κοτζάμ θέατρα) να γίνονται στρατιώτες του «καλού κλίματος» του Τουμαζή και του Ακιντζί.

Επειδή, όμως, είναι πολιτική η «Αντιγόνη», κάτι που χρησιμοποιεί και ο Απόστολος Κουρουπάκης, δεν έπρεπε να παρουσιαστεί στο θέατρο της Σαλαμίνας στην κατεχόμενη Αμμόχωστο. Γιατί; Γιατί υπεράνω των «νόμων των ανθρώπων» (της κατοχής δηλαδή) βρίσκεται η αγάπη και η τιμή, το ήθος και το δίκαιο. Γιατί η «Αντιγόνη» στο βάρβαρο σήμερα της Κύπρου θα εμφανιζόταν ως μαυροφορεμένη αδερφή αγνοουμένου, ό, τι κι αν ήταν ο Πολυνείκης. Δεν θα της επέτρεπε το κατοχικό καθεστώς να ψάξει και να κηδεύσει τον αδερφό της επειδή έτσι λέει ο «νόμος» του εισβολέα. Και αυτό είναι συγκλονιστικό, όσο «κουφό» κι αν ακούγεται σε όσους, χασκογελώντας, θα μεταβούν ξανά στη «Σαλαμίνα της Κύπρος». Απαντά ξανά ο Σεφέρης στο «τώρα καλύτερα να λησμονήσουμε πάνω σε τούτα τα χαλίκια· δε φελά να μιλάμε· τη γνώμη των δυνατών ποιός θα μπορέσει να τη γυρίσει; Ποιός θα μπορέσει ν’ ακουστεί; Καθένας χωριστά ονειρεύεται και δεν ακούει το βραχνά των άλλων». Φωνάζει: «Ναι· όμως ο μαντατοφόρος τρέχει κι όσο μακρύς κι αν είναι ο δρόμος του, θα φέρει σ’ αυτούς που γύρευαν ν’ αλυσοδέσουν τον Ελλήσποντο το φοβερό μήνυμα της Σαλαμίνας». Κι αν δεν γίνεται αντιληπτός ο Σεφέρης, ας γίνει ο Σοφοκλής, όπως το επιχειρεί κι ο Απόστολος Κουρουπάκης στην Καθημερινή, στρέφοντας όμως τα βέλη σε λάθος στόχο: «Τα μεγάλα τους τα λόγια οι ξυπασμένοι με μεγάλα τα πλερώνουνε χτυπήματα για να βάλουν στα γεράματά τους γνώση».

Φαίνεται, κατά το «δις εξαμαρτείν», πως ο ΘΟΚ και όσοι θα χειροκροτήσουν αυτή την παράσταση, δεν συνέλαβαν ούτε στο ελάχιστο τα μηνύματα της «Αντιγόνης», όπως δεν είχαν συλλάβει τα μηνύματα του «Ιππολύτου» του Ευριπίδη πριν ένα σχεδόν χρόνο. Αγνοούν παντελώς την εναντίωση της Αντιγόνης στους «νόμους των ανθρώπων» και επιμένουν πως είναι αθώα μια παράσταση με την άδεια του κατοχικού καθεστώτος και με την επίβλεψη του κατοχικού στρατού. Αγνοούν παντελώς την αγάπη του Αίμονα που συγκρούεται με τον πατέρα του για την Αντιγόνη και επιμένουν να συντηρούν την ψευδαίσθηση ότι το πνεύμα (ο πολιτισμός;) είναι υπεράνω της μνήμης, της λογικής, της ελευθερίας και της δημοκρατίας. Για να ρωτά σφυρίζοντας αδιάφορα ο αρθρογράφος της Καθημερινής: «Πώς αλλιώς πάρεξ του πολιτισμού θα ενωθούν τα διεστώτα;» Ποια διεστώτα; Απαντά ο Χορός στην απίστευτη «Αντιγόνη» του Σοφοκλή: «Ἔρως ἀνίκατε μάχαν, Ἔρως, ὃς ἐν κτήμασι πίπτεις». Και ο δικός μας έρωτας, ο ανίκητος στη μάχη, κάνει κτήμα του τη μνήμη και την προστατεύει από απροσανατόλιστους θεατρικούς οργανισμούς, που αρκούνται με την «άνεση» της υπό ανάπτυξη (;) κατεχόμενης Αμμοχώστου, με τα «μπράβο» ηγετών και «ηγετών» και με τις παραστάσεις επί πτωμάτων και ματωμένων χωμάτων. Ο έρωτάς μας, πρόσφυγας και μαυροφορεμένος, στέκεται καλά και υπενθυμίζει ότι το αρχαίο θέατρο της Σαλαμίνας, όπως και οι άλλοι κατεχόμενοι τόποι μας, δεν ζωντανεύουν από τα «ριγιούνιον» της ελίτ, πολιτισμένης και απολίτιστης. «Φωνή Κυρίου επί των υδάτων. Νῆσός τις ἔστι». Οίκαδε…



Πηγή: Γαλατικό Χωριό

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *