Ο Ερντογάν περιγράφει τη Γενοκτονία των Αρμενίων ως «εύλογη μετεγκατάσταση»
Σε συμπόσιο στην Άγκυρα στις 24 Απριλίου (την 104η επέτειο της Γενοκτονίας των Αρμενίων) ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αρνήθηκε για ακόμα μία φορά τη μαζική δολοφονία των χριστιανών το 1915 από τα χέρια των Οθωμανών Τούρκων. «Η μετεγκατάσταση των συμμοριών Αρμενίων και των υποστηρικτών τους που σφαγίασαν τον μουσουλμανικό λαό, συμπεριλαμβανομένων γυναικών και παιδιών, στην ανατολική Ανατολία, ήταν η πιο λογική ενέργεια που θα μπορούσε να ληφθεί σε μια τέτοια περίοδο», είπε ο Ερντογάν. Αυτό το απόσπασμα δημοσιεύτηκε στην επίσημη σελίδα της τουρκικής Προεδρίας στο Twitter.
«Η δήλωση του Ερντογάν ήταν αποδεδειγμένα λανθασμένη, παραπλανητική και προσβλητική» είπε σε πρόσφατη συνέντευξή του ο Βίκεν Μπαμπκενιάν, ανεξάρτητος ερευνητής για το Αυστραλιανό Ινστιτούτο Ολοκαυτώματος και Μελετών Γενοκτονίας.
Ο Μπαμπκενιάν, απόγονος επιζώντων της Γενοκτονίας και από τις δύο πλευρές της οικογένειάς του, εξήγησε: «Η εκτεταμένη και συστηματική δίωξη εις βάρος των γηγενών Αρμενίων από την οθωμανική κυβέρνηση το 1915-23 είναι καλά τεκμηριωμένη και ήταν ένα από τα κυριότερα παραδείγματα εγκλημάτων τέτοιου είδους που οδήγησαν τον νομικό εβραιοπολωνικής καταγωγής, Ράφαελ Λέμκιν, να δημιουργήσει τη λέξη “γενοκτονία” το 1944. Το tweet του Ερντογάν την ημέρα που ήταν αφιερωμένη στην Γενοκτονία των Αρμενίων είχε σαφώς ως στόχο να κατευνάσει το υπερεθνικιστικό στοιχείο στην Τουρκία εις βάρος της ιστορικής αλήθειας.
»Δεν πιστεύω ότι υπάρχει σήμερα άλλος αρχηγός κυβέρνησης στον κόσμο που να έχει εκφράσει μια τόσο απαξιωτική άποψη για την τεκμηριωμένη εξολόθρευση των αυτόχθονων πληθυσμών του έθνους του. Είναι η χειρότερη μορφή άρνησης μιας γενοκτονίας. Το μήνυμα του Ερντογάν μπορεί να ερμηνευθεί ως εξής: Η Τουρκία δεν δείχνει μεταμέλεια γι’ αυτό που συνέβη στους Αρμένιους το 1915. Τους άξιζε αυτό που έπαθαν και δεν έχουμε καμία πρόθεση να αναγνωρίσουμε το παρελθόν μας ή να ακολουθήσουμε μια πολιτική μεταβατικής δικαιοσύνης».
Ο Βασίλης Μεϊχανετσίδης, μελετητής γενοκτονιών με έδρα την Αθήνα και συνεπιμελητής του συλλογικού τόμου Η Γενοκτονία των Ελλήνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (2012), μιλώντας στο Gatestone επίσης επέκρινε την ψευδή απεικόνιση που παρουσιάζει ο Ερντογάν για τη μαζική δολοφονία των χριστιανών από τους Τούρκους:
«Αυτό το οποίο ο Ερντογάν περιγράφει ως “μετεγκατάσταση” ήταν στην πραγματικότητα η απέλαση απλών πολιτών –κυρίως γυναικών, παιδιών και ηλικιωμένων– προς το εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Αυτοί οι πληθυσμοί δεν μετεγκαταστάθηκαν απλώς σε άλλη περιοχή, παρά τα λεγόμενα του τουρκικού κράτους. Στάλθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης ή σε απομακρυσμένες περιοχές στο εσωτερικό της χώρας όπου είτε δολοφονήθηκαν είτε τους άφησαν να πεθάνουν από τις κακουχίες, την εξάντληση, την πείνα και τις επιδημίες. Είτε κατά τη διαδρομή, ή φτάνοντας στον προορισμό τους.
»Αυτές οι “μετεγκαταστάσεις” οδήγησαν στη μερική ή ολική καταστροφή πολλών ελληνορθόδοξων κοινοτήτων που είχαν ζήσει στην Ανατολία για σχεδόν 3.000 χρόνια.
»Η σταθερή τουρκική κρατική πολιτική όσον αφορά την άρνηση της Γενοκτονίας δείχνει πόσο επιρρεπής είναι η Τουρκία στο να διαπράξει άλλη μια γενοκτονία, αλλά και πόσο σημαντικό και απαραίτητο είναι για τη διεθνή κοινότητα να προχωρήσει στην αναγνώριση της γενοκτονίας ως μέσο αποτροπής της επανάληψής της από έναν αρνητή και επιθετικό δράστη».
Η Αναχίτ Χοσρόεβα, απόγονος επιζώντων της Γενοκτονίας των Ασσυρίων, ακαδημαϊκός και λέκτορας στο αρμενικό Ινστιτούτο Ιστορίας της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών, είπε στο Gatestone: «Αυτό που ο Ερντογάν αποκαλεί ψευδώς “μετεγκατάσταση” ήταν για εμάς –τους απόγονους των επιζώντων των γενοκτονιών των Αρμενίων και των Ασσυρίων– εκπατρισμός. Οι αυτόχθονες Αρμένιοι και Ασσύριοι αφανίστηκαν από την αρχαία πατρίδα τους.
»Ο ισχυρισμός [από τον Ερντογάν και άλλους] ότι τα τουρκικά αρχεία είναι ανοιχτά στο κοινό δεν αληθεύει, ειδικότερα όσον αφορά τη πρόσβαση σε υλικό για τις γενοκτονίες των Αρμενίων και των Ασσυρίων από αμερόληπτους μελετητές. Τα αρχεία είναι ανοιχτά αλλά μόνο για ερευνητές που δουλεύουν για τα συμφέροντα του τουρκικού κράτους.
»Δεν έχει σημασία τι λέει η Τουρκία, η Γενοκτονία των Αρμενίων ως έγκλημα κατά της ανθρωπότητας έχει αναγνωριστεί και καταδικαστεί από 27 χώρες σε όλο τον κόσμο».
Αυτό δεν εμπόδισε τον Ερντογάν και τους υποστηρικτές του να αρνούνται τη Γενοκτονία και ταυτόχρονα να είναι περήφανοι γι’ αυτήν. Αυτός είναι ο μηχανισμός προπαγάνδας που έχει μετατρέψει τα θύματα σε δράστες και έχει διαμορφώσει την επίσημη ιστοριογραφία της Τουρκίας από την ίδρυση της Δημοκρατίας το 1923. Τα τουρκικά σχολικά βιβλία εξακολουθούν να διδάσκουν ότι οι «υποχθόνιοι» Έλληνες, Αρμένιοι και Ασσύριοι ανάγκασαν τους Οθωμανούς Τούρκους σε αυτοάμυνα.
Εν τω μεταξύ, την ημέρα που ο Ερντογάν έκανε την ομιλία στην οποία ανέφερε πως τα θύματα της Γενοκτονίας ήταν υπεύθυνα για την κακομεταχείρισή τους, η τουρκική αστυνομία εμπόδισε την Ένωση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (HRA) να πραγματοποιήσει προγραμματισμένη τελετή εις μνήμη των θυμάτων στην Κωνσταντινούπολη.
Κατά την τελετή που η Ένωση έκανε τελικά στα γραφεία της, η αντιπρόεδρος Ερέν Κεσκίν είπε τα εξής: «Ζούμε ξανά υπό τον έλεγχο της παρανομίας. Διανύουμε πάλι μια περίοδο σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η καταραμένη κληρονομιά συνεχίζεται σε νέες μορφές.
»Σήμερα είναι 24 Απριλίου, ημέρα μνήμης της Γενοκτονίας των Αρμένιων. Αλλά η αντίδραση στη μνήμη της Γενοκτονίας είναι ισχυρή. Ακόμη και η κήρυξη μιας ημέρας εορτασμού δεν είναι ανεκτή».
Ο Βασίλης Μεϊχανετσίδης καταλήγει στο συμπέρασμα ότι για να είναι η Τουρκία μια πραγματικά δημοκρατική χώρα, πρέπει να αναγνωρίσει τα προηγούμενα εγκλήματά της: «Η Τουρκία δεν θα μπορέσει να απελευθερωθεί από το δολοφονικό παρελθόν της και το στίγμα που φέρει η γένεση του κράτους της αν δεν αναγνωρίσει τη Γενοκτονία των γηγενών χριστιανών λαών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, επιτρέποντας έτσι στους απογόνους των θυμάτων το σθένος που απαιτείται για να ξεπεράσουν τα τραύματα που προκύπτουν από τα απερίγραπτα σωματικά και συναισθηματικά δεινά των προγόνων τους. Η αναγνώριση θα μπορούσε επίσης να απελευθερώσει τον τουρκικό λαό από την ενοχή και την ντροπή, σηματοδοτώντας έτσι την έναρξη μιας νέας διαδικασίας συμφιλίωσης μεταξύ της Τουρκίας και των απογόνων των θυμάτων, καθώς και μεταξύ της Τουρκίας και των γειτόνων της – ιδιαίτερα της Ελλάδας, της Αρμενίας και της Κύπρου».
Ουζάι Μπουλούτ
Distinguished Senior Fellow στο Gatestone Institute.
Πηγή: gatestoneinstitute.org
Ἀναδημοσίευση ἀπό: Pontos-News