Ὁ Φώτης Κόντογλου πιὸ ἐπίκαιρος σήμερα ἀπ` ὅ,τι στὴν ἐποχή του
Γράφει ὁ Ἠλιάδης Σάββας, Δάσκαλος - Κιλκίς
«Μυστικὰ ἄνθη»: Ἡ ἀθεΐα, τὸ καύχημα τῆς ἐποχῆς
«Ἀθεΐα! Τίτλος μεγάλος καὶ καύχημα γιὰ τὸν σημερινὸ ἄνθρωπο.(Σημ. Μιλάει γιὰ τὴν περίοδο πρὶν ἀπὸ τὸ 1965, δηλ. πρὶν ἀπὸ τουλάχιστον 50 χρόνια). Ὅποιος τὸν ἀποχτήσει (καὶ γιὰ νὰ τὸν ἀποχτήσει, φτάνει νὰ χειροτονηθεῖ μοναχός του ἄπιστος), γίνεται παρευθὺς στὰ μάτια τῶν ἄλλων σοφός, κι ἂς εἶναι ἀμόρφωτος, σοβαρὸς κι ἂς εἶναι γελοῖος, ἐπίσημος, κι ἂς εἶναι ἀλογάριαστος, ὑπεράξιος κι ἂς εἶναι ἀνάξιος, ἐπιστήμονας, κι ἂς εἶναι κουφιοκέφαλος.
Δὲν μιλῶ γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔχει πόθο νὰ πιστέψει, μὰ δὲ μπορεῖ, μὲ ὅλο ποὺ κατὰ βάθος πάντα ἡ αἰτία τῆς ἀπιστίας εἶναι ἡ περηφάνεια, αὐτὴ ἡ ὀχιά, ποὺ κρύβεται τόσο... ἐπιτήδεια μέσα στὸν ἄνθρωπο, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ τὴν καταλάβει…
Αὐτοὶ οἱ τιτλοφορούμενοι ἄπιστοι, σὲ καιρὸ ποὺ ἐπιδείχνουνε τὴν ἐξυπνάδα τους, φουσκωμένοι ἀπὸ τὸν κούφιον ἀγέρα τῆς περηφάνειας κι ἀπὸ τὴν πονηρὴ εὐστροφία τοῦ μυαλοῦ τους, δὲν εἶναι σὲ θέση οἱ δύστυχοι νὰ νοιώσουνε πόσο ἀνόητοι καὶ στενόψυχοι φαίνουνται σὲ κείνους ποὺ πιστεύουνε. Γιατί, γιὰ νὰ πιστέψουνε ζητᾶνε κάποιες ἀποδείξεις ποὺ κάνουνε τὸν πιστὸ νὰ τοὺς ἐλεεινολογεῖ γιὰ τὴν περιορισμένη ἀντίληψη ποὺ ἔχουνε γιὰ τὸ πνεῦμα καὶ γιὰ τὰ πνευματικὰ ζητήματα…
Ἡ ἀπιστία ὑπῆρχε πάντα. Μὰ σήμερα (1960+;), μὲ τὴν ἀποτρόπαια ματαιοδοξία ποὺ μᾶς τρώγει, τὴν ἐπιδείχνουμε σὰν νὰ μᾶς δίνει τὴ μεγαλύτερη ἀξία. Ὅποιος ἔχει πίστη στὸ Θεὸ καὶ στὴν ἀλήθεια ποὺ φανέρωσε, εἶναι καταφρονεμένος, σὰν στενόμυαλος κι ἀνόητος καὶ τραβᾶ πάνω του ὅλα τὰ περιγελάσματα. Λογαριάζεται γιὰ «βλαμμένος» ἀπὸ τὸν πολὺ κόσμο, μάλιστα ἀπὸ τὸν κόσμο ποὺ ξέρει νὰ τὰ καταφέρνει στὴ ζωή, νὰ «πετυχαίνει», νὰ βγάζει λεφτά, νὰ καλοπερνᾶ, νὰ μὴ δίνει πεντάρα γιὰ τίποτα, κατὰ τὸ ρητὸ ποὺ λέγει: ‘Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκομεν». Γιὰ τοῦτο χρειάζεται μεγάλο θάρρος καὶ νὰ περιφρονᾶ τὴν ἐχτίμηση τοῦ κόσμου καὶ τὸ ὑλικὸ συμφέρον του, ὅποιος λέγει πὼς ἔχει πίστη στὸ Θεό.
Ἐνῶ ἐκεῖνον ποὺ καυχιέται πὼς δὲν πιστεύει τίποτα, α) Τὸν ἔχει ὁ κόσμος σὲ μεγάλη ὑπόληψη καὶ σεβασμό, μάλιστα ὅσο περισσότερο ἄπιστος λέγει πὼς εἶναι, τόσο περισσότερη εἶναι ἡ ἐκτίμηση καὶ ὁ σεβασμὸς ποὺ φανερώνει ὁ ἔξυπνος καὶ σοβαρὸς κόσμος στὸ πρόσωπό του. Ὁ τέτοιος ἄνθρωπος εἶναι συνοφρυωμένος, μὲ λίγα καὶ βαριὰ λόγια, ἀράθυμος καὶ ἀπότομος, «θετικὸς ἄνθρωπος», «γερὸ μυαλό». β) Ὅλα τοῦ ἔρχουνται βολικὰ καὶ δὲν σκοτίζεται, δὲν στενοχωριέται γιὰ τίποτα. Δὲν ἔχει εὐθύνες καὶ ζαλοῦρες: «Ἐδῶ κάτω, λέγει εἶναι ἡ Κόλαση κι ὁ Παράδεισος. Ἡ ζωὴ εἶναι γιὰ νὰ τὴν ἀπολαμβάνουνε οἱ ἔξυπνοι. Οἱ κοιμισμένοι κι οἱ ἀφιονισμένοι, ἂς πεθάνουνε».
Ἐξ ἄλλου, δὲν ὑπάρχει πιὸ εὔκολο πράγμα ἀπὸ τὸ νὰ κάνεις τὸν ἄπιστο! Πατᾶς ἕνα μονάχο κουμπὶ κι ὅλα σοῦ ἔρχουνται βολικά. Ὁ διάβολος εἶπε στὸ Χριστό: Πέσε προσκύνησέ με καὶ θὰ γίνουνε οἱ πέτρες ψωμιά, «οἱ λίθοι ἄρτοι».
Αὐτὰ καὶ ἄλλα παρόμοια γράφει ὁ μεγάλος Κόντογλου, μὲ τὸ ἴδιο πνεῦμα σὲ ὅλα τὰ κείμενά του, μὲ τὴν ἀγωνία καὶ τὴν ἀγάπη του γιὰ τοὺς ἀδελφούς, τοὺς βαφτισμένους, γιὰ τοὺς ὁποίους, ἂν καὶ μιλοῦσε πολλὲς φορὲς μὲ σκληρὰ λόγια, μέσα σ` αὐτὰ κρυβόταν ἡ βαθιὰ ἐπιθυμία του νὰ βρεθοῦν στὸ δρόμο τῆς σωτηρίας.
Ἀληθινά, ἐπίκαιρος ὅσο ποτὲ ἄλλοτε ὁ Φώτης Κόντογλου. Ἦταν «λίθος προσκόμματος» γιὰ τὴν ἐποχή του, μὲ τὴ ζωὴ του πρῶτα, ποὺ ἦταν ἀσκητική, ὁμολογιακὴ καὶ σύμφωνη μὲ τὴν ρωμαίικη παράδοση. Ζοῦσε κατὰ τὸ «λάθε βιώσας», μέσα σὲ μία πολυπληθῆ πολιτεία, σὰν ἀσκητής, παρὰ τὶς προσκλήσεις καὶ προκλήσεις ποὺ δεχόταν ἀπὸ «τὸν καλὸ κόσμο». Ἀλλά, γιὰ τὴν ἀλήθεια δὲ χάριζε τίποτε καὶ σὲ κανέναν. «Κουβάλησε» μία ὁλόκληρη παράδοση ἀπὸ τὴν Ἀνατολή, ἀπὸ τὴν ἀγαπημένη του πατρίδα, τὸ Ἀϊβαλί, ἑλληνιστὶ Κυδωνίες, τὴν ὁποία περιγράφει μὲ πόνο καὶ νοσταλγία εὐκαίρως ἀκαίρως. Τὴν κουβάλησε μέσα τὴν καρδιά του καὶ τὴν πρόσφερε στὰ ἀδέλφια του, ἐδῶ στὴν ἀπελευθερωμένη Ἑλλάδα. Μὲ τὰ ἐλεγκτικὰ κείμενά του ἔδωσε τὴ μαρτυρία τῆς πίστεως κατὰ τοῦ σκότους, τοῦ ἀρχόμενου ἐκμοντερνισμοῦ καὶ ἐξευρωπαϊσμοῦ τοῦ νέου προτεκτοράτου τῆς Δύσης, ὁ ὁποῖος προωθοῦνταν, ὅπως καὶ σήμερα, μὲ τὰ ἰσχυρὰ μέσα ποὺ διέθετε. «Ἀποδιοπομπαῖος τράγος» γιὰ τοὺς ἐχθρούς του, ποὺ ἦταν κατ` οὐσία ἐχθροί τῆς πίστης καὶ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.
Ἀκόμη καὶ σήμερα, ὅσοι ἀπ` αὐτοὺς ἀναφέρονται στὸν Κόντογλου, μιλᾶνε καὶ δημοσιεύουν τὰ ἔργα του μὲ μεγάλη προσοχή, πολὺ ἐπιλεκτικά, δόλια. Μιμούμενοι τοὺς αἱρετικούς, ἀπομονώνουν ὅ,τι ἔχει σχέση μὲ τὴν πίστη καὶ προβάλλουν τὰ ὑπόλοιπα, τὰ ὁποία ἀπὸ μόνα τους ξεκομμένα, εἶναι μὲν καλλιτεχνήματα, ἀλλὰ φαίνονται γυμνά, ξεδοντιασμένα ἀπὸ τὴ χάρη ποὺ ἐκπέμπει ἡ γραφίδα του. Τέτοια κείμενα περιέχονται καὶ στὰ βιβλία τῶν σχολείων, δημοτικῶν καὶ γυμνασίων, καὶ νομίζουν τὰ παιδιὰ πὼς ὁ Κόντογλου ἦταν ἕνας σὰν τοὺς ἄλλους λογοτέχνες. Δὲ μαθαίνουν ποτὲ πὼς ἦταν ἕνας ἅγιος ἄνθρωπος, πὼς δὲν ξόδεψε τὰ χαρίσματα ποὺ τοῦ ἔδωσε ὁ Θεὸς γιὰ τὴ δόξα καὶ τὸ χρῆμα, ἀλλὰ γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς πατρίδας. Μοντέλο ἀνθρώπου ξένο, πεντάξενο γιὰ τὴν ἐποχή μας, καθὼς οἱ ἅγιοι.
Δὲ συμφέρει στοὺς ὑπερήφανους καὶ ἄπιστους ἄρχοντες καὶ στοὺς ὅσους παρόμοιους διδάσκοντες νὰ γίνει αὐτὸ γνωστό, διότι θὰ χαλάσει τὰ σχέδιά τους. Εἶναι δυνατὸν νὰ μὴν τὸν θαυμάσουν τὰ παιδιά; Εἶναι δυνατὸν νὰ μὴ θελήσουν νὰ τὸν μιμηθοῦν; Πῶς ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος ἀρνήθηκε τὸ χρῆμα, τὴ δόξα καὶ τὴν ἡδονή, πού τοῦ προσφέρθηκαν ἐν ψυχρῶ, ὅπως θὰ λέγαμε στὴ λαϊκὴ ἔκφραση; Αὐτὸ θὰ εἶναι φοβερὸ πλῆγμα κατὰ τῆς «ἰδεολογίας» τῶν κούφιων μυαλῶν καὶ τῶν ἄκαρδων φθορέων τοῦ γένους.
Ἐπίσης, ὁ Φώτης Κόντογλου διακρινόταν ἀπὸ βαθιὰ πίστη καὶ ἐμβρίθεια ἐκκλησιαστικῶν καὶ θεολογικῶν γνώσεων. Ἦταν μελετητὴς τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ ἔγραφε συνεχῶς ἀναφερόμενος καὶ ἐμπνεόμενος ἀπ` αὐτήν. Ὑπῆρξε πραγματικὸς ὁμολογητὴς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως γράφοντας καὶ μιλώντας ὑπὲρ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ἀκρίβειας καὶ τάξης. Δὲν ἄφησε ἥσυχους οὔτε τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς ἄρχοντες γιὰ τὶς παρεκτροπές τους. Καταφέρθηκε ἰδιαιτέρως κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τοῦ Παπισμοῦ μὴν διστάζοντας νὰ ἐλέγξει εὐθέως μὲ ἐπιστολὲς Ἐπισκόπους καὶ Πατριάρχες ποὺ παρέκκλιναν ἐκ τῆς ὀρθῆς ὁδοῦ.
Ἀφήνουμε τελευταῖο τὸ χάρισμα τῆς ἁγιογραφίας καὶ τῆς ζωγραφικῆς. Καὶ τὸ ἀφήνουμε διότι δὲν τολμᾶμε νὰ τὸ ἀκουμπήσουμε. Δὲ χρειάζεται νὰ μιλήσει κανεὶς γι` αὐτὸ τὸ ξεχωριστὸ δῶρο τοῦ Θεοῦ, ποὺ τὸν ἀνέδειξε ὡς τὸν μεγαλύτερο ἁγιογράφο καὶ πρωτοπόρο ζωγράφο τῶν τελευταίων χρόνων.
Γονεῖς, προμηθευτεῖτε τὰ ἔργα τοῦ Φώτη Κόντογλου στὰ σπίτια σας καὶ δῶστε τα στὰ παιδιά σας νὰ μασήσουν καθαρὴ τροφή. Νὰ γεμίσουν τὰ ἐσώψυχά τους μὲ ἀληθινὰ πράγματα καὶ ὄχι μὲ ἀέρα κοπανιστὸ τῶν δῆθεν λογοτεχνῶν. Μαζί τους διαβάστε κι ἐσεῖς, νὰ χορτάσετε τὴν ψυχή σας μὲ τὸ «ὕδωρ τὸ ἀλλόμενον» τῆς παράδοσής μας καὶ τῆς πίστης τῶν πατέρων μας.
Γονεῖς, θὰ μετανιώσετε ὅταν θὰ ἐπιφορτιστεῖτε, θέλετε δὲ θέλετε, τὴν εὐθύνη τῆς πνευματικῆς κατάστασης τῶν παιδιῶν σας, χωρὶς καμιὰ δικαιολογία. Γιὰ νὰ μὴν κλάψετε πάνω στὰ συντρίμμια τῶν πιθανῶν ἀτοπημάτων τους, ὅσο ἐξαρτᾶται ἀπό σᾶς, φροντίστε γιὰ τὸν καταρτισμό τους στὰ πνευματικά. Ὁ κόπος ὁ εὐλογημένος δὲν πάει χαμένος. Εἶναι κατάθεση στὸν οὐρανὸ καὶ μὲ λίγη ὑπομονὴ θὰ οἰκονομήσει ὁ Θεὸς γιὰ τὰ ἐλλείποντα.
Ἠλιάδης Σάββας
Δάσκαλος
Κιλκίς, 8-8-2016
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό