Ο ΚΑΠΕΤΑΝ ΜΙΧΑΛΗΣ
Εὐλογημένη ἡ σπίθα αὐτὴ ποὺ ἀψηφάει τὶς φρόνημες συμβουλὲς τῆς λογικῆς, κι ὅταν φτάσει τὸ Γένος στὰ χείλια τοῦ Γκρεμοῦ βάζει φωτιὰ σὲ ὁλόκληρη τὴν ψυχὴ καὶ φέρνει τὸ θάμα. Στὰ θάματα χρωστάει ἡ Ἐλλάδα τὴ ζωή της. Πατρίδα, πατρίδα, ἀναστενάζει ὁ Μακρυγιάννης, ἤσουν ἄτυχη ἀπὸ ἀνθρώπους νὰ σὲ κυβερνοῦν· μόνο ὁ Θεὸς σὲ κυβερνάει καὶ σὲ διατηρεῖ ἀκόμη. Ἀλήθεια μόνο ὁ Θεός, μόνο ἡ σπίθα· τὴ στιγμὴ ποὺ κιντυνεύει σὲ μιὰ γωνιὰ τῆς Ἑλλάδας νὰ σβήσεις, πετιέται σὲ μιὰν ἄλλη καὶ γίνεται πυρκαγιά. Ὑπάρχει στὸν κόσμο τοῦτον ἕνας μυστικὸς νόμος - ἄν δὲν ὑπῆρχε, ὁ κόσμος θὰ ‘ταν ἀπὸ χιλιάδες χρόνια χαμένος – σκληρὸς καὶ ἀπαραβίαστος: τὸ κακὸ πάντα στὴν ἀρχὴ θριαμβεύει καὶ πάντα στὸ τέλος νικᾶται. Θαρρεῖς κι εἶναι ἀπαραίτητος ἀγώνας πολὺς κι ἱδρώτας πολὺς γιὰ νὰ ἐξαγοράσει ὁ ἄνθρωπος τὸ δίκιο του – κι ἡ ἐλευτερία εἶναι τὸ πιὸ ἀκριβαγόραστο ἀγαθό· δὲ δίνεται δωρεὰν μήτε ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο μήτε ἀπὸ τὸ Θεό· πηγαίνει ἀπὸ χώρα σὲ χώρα, ὅπου τὴ φωνάξουν, ἀπὸ καρδιὰ σὲ καρδιὰ, ἀνύπνωτη, ἀνυπόταχτη, χωρίς συμβιβασμό. Τώρα τὴ φώναξαν στὴν Κύπρο, καὶ τὴ βλέπουμε μὲ σίγουρη ὁρμὴ νὰ δρασκελάει τὰ αἱματωμένα κυπριώτικα χώματα. Τῆς στέλνει μήνυμα ἡ Κρήτη, σκίζει τὸ πέλαγο ἡ φωνή της, περνὰει τὰ Δωδεκάνησα καὶ τῆς φωνάζει: - Βάστα, ἀδερφή· ὅμοια κι ἐγὼ σταυρώθηκα καὶ πόνεσα κι εἶδα ἀνάσταση· ὅμοια θὰ δεῖς καὶ σύ! Ἡ τύχη μας, λέει πάλι ὁ Μακρυγιάννης, ἔχει τοὺς Ἕλληνες πάντοτε ὀλίγους· παλαιόθε ὤς τώρα, ὅλα τὰ θηρία πολεμοῦν νὰ μᾶς φᾶνε καὶ δὲν μποροῦνε· τρῶνε, τρῶνε, μὰ μένει πάντα μαγιά. Αὐτὴ τὴ μαγιὰ τηνε λέω σπίθα. Εἶναι ἡ σπίθα ποὺ καίει ἀθάνατη μέσα στὰ σωθικὰ τῆς Ἑλλάδας. Αὐτὸ ‘ναι τὸ μυστικὸ τῆς Ἑλλάδας· σὰν τὸ παραμυθένιο πουλὶ καίγεται, γίνεται στάχτη, κι ἀπὸ τὴ στάχτη ξεπετιέται ἀνανιωμένη. Δὲ θὰ πεθάνει λοιπὸν ποτὲ ἡ ράτσα ἐτούτη; Δὲν μπορεῖ νὰ τὴν ἐξαφανίσει ἀπὸ τὸ πρόσωπο τῆς γῆς μήτε κὰν ἡ διχόνοια; Ὄχι, δὲν μπορεῖ· σίγουρα ὑπάρχει μέσα της κάτι τὸ ἀναπάντεχο, τὸ ἀκατάπαυστα ἀνανεούμενο, τὸ ἀληθινὰ θεϊκό· κι εἶχαν δίκιο τὰ παιδικά μας μάτια νὰ ταυτίζουν τὰ Πάθη τοῦ Χριστοῦ μὲ τὰ πάθη τῆς Κρήτης, ὅπως, εἶμαι βέβαιος, σήμερα τὰ μικρὰ Κυπριωτόπουλα ταυτίζουν τὰ Πάθη τοῦ Χριστοῦ μὲ τὰ πάθη τῆς Κύπρου· καὶ περιμένουν μὲ ἀκλόνιτη πίστη κι αὐτά, ὅπως κι ἐμεῖς τότε, τὴν Ἀνάσταση. Μὰ ὡσότου νὰ ‘ρθει ἡ ἀνάσταση, ἡ ράτσα μας θὰ μένει σταυρωμένη καὶ θὰ φωνάζει. Θυμηθεῖτε τὸ ἀπόκρυφο Εὐαγγέλιο ποὺ ἀναφέρει πὼς ὁ ἀγαπημένος μαθητὴς Ἰωάννης στέκουνταν κάτω ἀπὸ τὸ Σταυρὸ καὶ κοίταζε μὲ βουρκωμένα μάτια τὸ Σωτήρα σταυρωμένο. Ἔβλεπε καθαρὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ νὰ σπαράζει ἀπὸ τὸν πόνο· μὰ σιγὰ σιγὰ τὸ πρόσωπο ἀφανίζουνταν, κι ὁ Ἰωάννης ἄξαφνα κυριεύτηκε ἀπὸ τρόμο: δὲν ἔβλεπε πιὰ ἀπάνω στὸ Σταυρὸ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, παρὰ χιλιάδες πρόσωπα - ἄντρες, γυναίκες καὶ παιδιά – σταυρωμένα. Κι ἔπειτα, ὁλομεμιᾶς, ὅλα ἀφανίστηκαν· δὲν ἔμεινε πιὰ στὸνν ἔρημο βράχο παρὰ ὁ Σταυρὸς, κι ἀπάνω στὸ Σταυρὸ μιὰ κραυγὴ σταυρωμένη. Ἡ Κραυγὴ σήμερα ἐτούτη ἡ σταυρωμένη, ἡ γεμάτη πόνο κι ἀνάσταση, εἶναι ἡ Ἑλλάδα.
Πηγή: Ο ΚΑΠΕΤΑΝ ΜΙΧΑΛΗΣ (Ἐλευθεία ἢ Θάνατος), ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ
Φωτογραφία: http://pinterest.com
Ἑλλήνων Φῶς