Ὁ Καραΐσκος
Νικόλαος Πετιμεζᾶς-Λαύρας
Κάτι γίνεται μέσα εἰς τὴν ψυχήν μας καὶ τὰ εὐγενικὰ αἰσθήματα δὲν κοιμήθηκαν, καθὼς ἐκ πρώτης ὄψεως φαίνεται• καὶ αὐτὸ εἶνε ἀρκετὰ παρήγορον δι’ ὅλους μας.
Ἡ μία μετὰ τὴν ἄλλην ἑορτάζονται αἱ ἑκατονταετηρίδες τοῦ θανάτου τῶν Φιλελλήνων, τῶν ἡρώων μας, καὶ τῶν μεγάλων γεγονότων. Ἔγινε τοῦ Φαβιέρου• γίνεται τοῦ Καραϊσκάκη, ἐπίκειται τοῦ Ναυαρίνου. Ἑορτάσθησαν τὰ Δερβενάκια καὶ ἂν ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος ὁ κοσμοπολιτισμὸς ἐκέρδισε καὶ μᾶς κατέκλυσε, καὶ ἂν μερικὲς ἰδέες περὶ τῆς μελλούσης εὐτυχίας τοῦ κόσμου διαδίδονται ἐπικίνδυνα, ἀπ' τὸ ἄλλο μέρος ὑπάρχει κόσμος —καὶ εὐτυχῶς ὁ πολὺς— ὁ ὁποῖος δὲν ξεχνᾶ τὸ μεγάλο παρελθόν μας καὶ θέλει νὰ τὸ ξαναζωντανεύῃ ἐμπρὸς στὰ μάτια μας καὶ θέλει νὰ δοκιμάσῃ τὶς ψυχές μας ἂν συγκινοῦνται ἀκόμη.
Μέσα εἰς ὁλόκληρον τὸ Πάνθεον τῶν ἀνδρῶν τοῦ 21, τί ἦταν ὁ Καραϊσκάκης; Εἶνε ὁ ἥρως ὁ ὁρμητικὸς; Εἶνε ὁ ἁρματωλός; Εἶνε ὁ ἁγνός, ὁ ποιητικὸς; ὁ γλυκὺς καὶ ὁ ἤρεμος; Ὁ ταπεινὸς καὶ προσποιημένος; ὁ παράφορος καὶ ἀπερίσκεπτος, ὁ πολιτικολογῶν καὶ σύννους καὶ φρόνιμος καὶ καιροσκόπος;
Ἀπάνω κάτω τοὺς εἴπαμεν ὅλους τους χαρακτηρισμοὺς τῶν διαφόρων ἡρώων τοῦ 21, οἱ ὁποῖοι παρ'ὅλα ταῦτα εἰς δεδομένην στιγμὴν δὲν ἐξεχνοῦσαν ἕνα καὶ μόνον• ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἥρως γενόμενος πρέπει νὰ δώση τὴν ζωήν του• γιὰ μιὰ ἰδέα. Ὅλοι περίπου τὴν προσέφεραν καὶ ὅλοι ἐπροκάλεσαν μὲ τὴν σειράν τους τὸν θάνατον. Ἂν ἄλλους ἦρθε καὶ τοὺς πῆρε, καὶ σ' ἄλλους ἐχαρίστηκε, αὐτὸ δὲν ἦταν δικὸ τους σφάλμα.
Μὴν τοὺς μετροῦμε μὲ τὸ δικό μας κοινὸ μέτρο. Ὅταν κανεὶς φθάσῃ εἰς τὸ ἀπάνω κεφαλόσκαλο καὶ γίνεται φυσιογνωμία, σύμβολον, ἥρως, ἰδέα, δὲν μπορεῖ πιὰ νὰ τὸν μετρήσῃ, σὰν τὸν τυχόντα συμπολίτη μας καὶ ὅπως τὸν μικρὸν καὶ τιποτένιον ἑαυτό μας.
Ἡ ἐπανάστασις εἶνε γεμάτη ἀπὸ ἥρωας, ἀνθρώπους δηλαδὴ οἱ ὁποῖοι εἰς ἐνδεχόμενην στιγμὴν ἠψήφησαν τὴν ζωήν, καὶ ἔπεσαν μὲ μίαν γενναίαν χειρονομίαν. Τοῦ Παπαφλέσσα ἡ ὁρμητικότης, ἡ ἀποφασιστικότης καὶ ἡ πεποίθησις ὅτι πηγαίνει ἀσφαλῶς νὰ κυκλωθῇ καὶ νὰ σκοτωθῇ. Τοῦ Διάκου ἡ μελαγχολικὴ καὶ ἀνδρικωτάτη ταυτοχρόνως φυσιογνωμία• ἡ ἐκουσία ἀπομόνωσίς του• ἡ ἄρνησις τῆς φυγῆς, ἡ ὁποία τοῦ ὑπεδεικεύετο ὡς δυνατὴ καὶ κατορθωτή, ἡ θυσία, ἡ ἐγκαρτέρησις, περιφρόνησις πρὸς τὰ μαρτύρια καὶ τὸν θάνατον• τοῦ Βότσαρη ἡ σχεδὸν αὐτοκτονία, καὶ τὸ μεγαλούργημα τοῦ Κανάρη, καθὼς καὶ ἄλλων πλείστων ἡ τόλμη, ἡ παλληκαριά, ἡ λεβεντιά, ἡ αὐτοθυσία καὶ ὁ ἡρωισμός, μᾶς κρατοῦν ἐκθάμβους σήμερα καὶ ἀτενίζοντας μετὰ θαυμασμοῦ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους. Τέλος πάντων ἐρωτῶμεν ἀπὸ τὶ ἦσαν φκιασμένοι γιὰ νὰ τολμοῦν καὶ νὰ περιφρονοῦν κἄτι ἐνώπιον τοῦ ὁποίου ὅλοι μας τρέμομε καὶ καρδιοχτυποῦμε νὰ μὴ τὸ χάσουμε; Μ' ὅσα καὶ ἂν λέμε, τίποτ' ἄλλο πολυτιμότερο ἀπ' τὴ ζωή μας δὲν ἔχουμε καὶ γι' αὐτὸ τίποτε ἄλλο σεβαστότερο καὶ πιὸ ἀξιοθαύμαστο δὲν ὑπάρχει ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, ποὺ τὸν βλέπομε νὰ τὴν προσφέρῃ γιὰ μιὰ ἰδέα καὶ γιὰ μιὰ ἱερὰν ὑπόθεσιν. v Ὁ Καραϊσκάκης ἦταν παλλίκαρι• καὶ ἔπεσε μὲ μιὰ σφαῖρα ἀνόητη, ἡ ὁποία χτυπᾷ τὸν κοινότερο ἄνθρωπο, ὅπως καὶ τὴν μεγαλοφυΐαν. Ὁ Καραϊσκάκης ἦταν ἥρως ὅπως καὶ τόσοι ἄλλοι. Ἀλλ' ἐμεῖς δὲν τὸν ἐξετάζομεν ὡς ἥρωα. Εἶχε τόσους ἡ Ἑλλὰς τοῦ 1821! Ἀπὸ ἡρωϊσμοὺς εἶχε περίσσευμα, ἀπ'αὐτοθυσίας, πλῆθος, ἀπὸ ἡρωϊκὰ μεγαλουργήματα, ἄλλο τίποτε: Στρατηγὸν ὅμως ἕνα εἶχε• καὶ μόνον Αὐτὸν!
Ἦταν ἡ στρατηγικὴ ἰδιοφυΐα, ἡ ὁποία γεννᾶται μέσα σὲ μιὰ σπηλιά, ὅπως ὁ ποιητής, ὁ πολιτικός, ὁ καλλιτέχνης γεννᾶται σ' ἕνα ὑπόγειον ἢ σὲ μιὰ σοφίτα. Γεννῶνται καὶ δὲν γίνονται. Ὁ Καραϊσκάκης δὲ γεννήθηκε ἁρματωλός, κλέφτης, ἄνθρωπος τοῦ κλαριοῦ, ποιητὴς τῆς πάλλας καὶ τοῦ καρυοφυλιοῦ. Γεννήθηκε καθηγητὴς τῆς Στρατηγικῆς. Μέσα σὲ κἄποιο μικρὸ κελλί, σὲ κάποιο χώρισμα τοῦ ἐγκεφάλου, ἀπ' τὰ μύρια ποὺ χωρίζεται τὸ μυστήριο αὐτὸ τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος, ὑπῆρχε ἐγκαθιδρυμένος ἀπὸ χρόνια ὁ Στρατηγός! Καὶ ὅταν γύριζε παιδάκι μὲ τὴ μάννα του στὰ βουνὰ καὶ τὶς σπηλιές• καὶ ὅταν πῆγε παλλικαρόπουλο στὴν αὐλὴ τοῦ Ἀλῆ-πασᾶ• καὶ ὅταν ζητοῦσε, ἐπίμονα, νὰ πάρη τὀ ἁρματολίκι τῶν Ἀγράφων, καὶ ὅταν ἐθύμωνε καὶ ὅταν γινόταν ἄγγελος ὅπως ἔλεγε καὶ ὅταν διάβολος, παντοῦ καὶ πάντα, καθ' ὅλο τὸ διάστημα τῶν ἑπτὰ ἐτῶν τοῦ ἀγῶνος, ὁ στρατηγὸς ἦταν κρυμμένος μέσα στὸν ἐγκέφαλό του. Τὴ στιγμὴ περίμενε καὶ τὴν περίστασι νὰ φανῆ. Περίμενε ν' ἀνοίξουν τὰ μάτια τους οἱ ἄλλοι καὶ νὰ τὸν ἀναγνωρίσουν καὶ νὰ τὸν καλέσουν. Δὲν εἶχε διαβάσει ποτέ του βέβαια στρατηγική. Οὔτε χάρτη ἤξερε νὰ μελετᾷ καὶ νὰ τοποθετῇ καρφίτσες ἀπάνω καὶ νὰ τραβάη γραμμές. Ὅλη τὴ Στερεὰ Ἑλλάδα μὲ τὰ βουνά της, τὰ διάσελα, τὰ στενά της, τὰ ποτάμια της, τὴν κρατοῦσε μέσα στὸ θυμητικό του σὰν ἕνα ἁπλωμένο χάρτη. Μέτρησε, ὑπολόγισε, ἐφαντάσθη καὶ εἶπε.
— Ἐκεῖ θὰ σᾶς μπλέξω, θὰ σᾶς κλείσω καὶ θὰ σᾶς πετσοκόψω. Τίποτα δὲν θὰ γίνη στὴν τύχη. Ὅπως ἐγὼ τὸ θέλω θὰ γίνῃ καὶ ὅταν ἐγὼ τὸ θέλω.
Καὶ ἔτσι ἔγιναν ἡ Ἀράχωβα, τὸ Δίστομο, τὸ Κερατσίνι, ἡ Καστέλλα, τὸ Φάληρο, ὁ Ἐλαιών. Καὶ ἔτσι θὰ ἐγίνοντο ὅλα κατόπιν, βῆμα πρὸς βῆμα, μὲ τὸν διαβήτην, μὲ τὸν ὑπολογισμόν, μὲ τὴν φρόνησιν. Ὁ Κιουταχῆς εἶχε εὕρει ἀπέναντί του ἕνα στρατηγὸν καὶ ἕνα στρατὸν πρώτης τάξεως. Μιὰ ἀνόητη σφαῖρα τὸν ἐχτύπησε• καὶ ἔμεινε ὁ καλλίτερος, ὁ ἐκλεκτότερος στρατός, ὅ,τι ἡ Ἑλλὰς εἶχε διαλεχτὸ ἀπο παλλικάρια καὶ ἅρματα, χωρὶς τὸ Στρατηγό.
Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ἐκείνη ἕνας Ἄγγλος ναύαρχος μὲ τὸ τηλεσκόπιον, ἀπὸ τὸ κάσσαρο τῆς φρεγάδας, ἐζήτησε νὰ διευθύνῃ τὴ μάχη. Ἐπῆρε στὸ λαιμὸ του τὰ καλλίτερα παλλικάρια τοῦ 21. Οἱ στρατηγοὶ δὲν γίνονται μὲ τὴ μελέτη καὶ τὴν ἐπιστήμη. Ἔτσι γίνονται καλοὶ ἀξιωματικοὶ καὶ ἐπιστήμονες μόνον. Οἱ Στρατηγοὶ εἶνε μυαλὰ δημιουργικὰ καὶ τὰ μυαλὰ αὐτὰ δὲν σχηματίζονται• γεννῶνται.
Ἡ Ἑλλὰς εἶχε τὴν ἀτυχία νὰ χάσῃ τὸν Στρατηγό της, τὴν στιγμὴ ποὺ τὴν ἅρπαξε νὰ τὴν ὁδήγηση εἰς τὴν μεγάλην καὶ τελειωτικὴν νίκην της.
Ἀπό: Περιοδικὸν τῆς Μέγ. Ἑλλ. Ἐγκυκλοπαίδειας, Ἀθῆναι, 8.5.1927.
Πηγή: Myriobiblos