Ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΥΛΟΠΟΥΛΟΣ υποδιοικητής της ΕΛΔΥΚ το 1974 ΞΕΣΠΑ
"Δεν έριξε ούτε βλήμα κι έγινε Α/ΓΕΣ"
Δεν θα ξεχάσει ποτέ τους στρατιώτες του που πολέμησαν σαν λιοντάρια. ΄Όπως δεν ξέχασε ποτέ ότι ο διοικητής μονάδας που είχε ως αποστολή να καλύψει το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ με πυρά πυροβολικού δεν έριξε ούτε ένα βλήμα αλλά μετέπειτα έγινε Α/ΓΕΣ! Ο υποδιοικητής της ΕΛΔΥΚ το 1974, Παναγιώτης Σταυρουλόπουλος μίλησε στο ΑΠΕ και θυμήθηκε την τριήμερη μάχη με τους Τούρκους.
«Όσο ζω δεν θα ξεχάσω τους στρατιώτες που πολέμησαν σαν λιοντάρια. Δεν θα ξεχάσω τους ηρωικούς στρατιώτες, που χάθηκαν και ότι τη δεύτερη μέρα της μάχης, στις 15 Αυγούστου, ζήτησα βοήθεια, και παρόλο που η απάντηση ήταν θετική, κανείς δεν ήρθε να βοηθήσει».
«Στις 11 Ιουλίου, και ενώ βρισκόμουν σε άδεια, δέχτηκα ένα τηλεφώνημα με το οποίο μου ζητήθηκε να παρουσιαστώ και να αναλάβω τη συνοδεία της αποστολής 450 οπλιτών για την αλλαγή της ΕΛΔΥΚ. Αναχωρήσαμε από την Κόρινθο στις 13 Ιουλίου με το αρματαγωγό ”Λέσβος”. Φτάσαμε στις 19 Ιουλίου στην Αμμόχωστο, με καθυστέρηση λόγω των γεγονότων του πραξικοπήματος κατά του Μακαρίου. Επισκεπτόμενος το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ παρατήρησα πτήσεις τουρκικών αεροσκαφών, ενώ δεν είχε κηρυχθεί ακόμη πόλεμος. Στις 10 Αυγούστου ήρθε διαταγή του ΓΕΣ να παραδώσω το 252 ΤΠ, στο οποίο είχα εν τω μεταξύ τοποθετηθεί ως διοικητής, και να αναλάβω υποδιοικητής της ΕΛΔΥΚ. Παρέδωσα το τάγμα και στις 11 του μηνός παρουσιάστηκα στην ΕΛΔΥΚ. Στις 12 του μηνός με κάλεσε ο διοικητής και με διέταξε να παραμείνω στο στρατόπεδο».
Το ερώτημα, σημείωσε ο Παναγιώτης Σταυρουλόπουλος, που κανείς μέχρι σήμερα δεν μου έχει απαντήσει είναι «γιατί όρισαν εμένα, που μόλις είχα φτάσει στο νησί, ως υποδιοικητή παρότι υπήρχαν τόσοι διαθέσιμοι αξιωματικοί».
Ο Παναγιώτης Σταυρουλόπουλος ξύπνησε στις 14 Αυγούστου 1974 με την ρίψη βομβών NAPALM και σφοδρό βομβαρδισμό του στρατοπέδου. «Εμείς δεν διαθέταμε κανένα αντιαεροπορικό όπλο για να αποκρούσουμε τις επιθέσεις. Υποστήριξη από την αεροπορία ουδεμία», θυμάται με πικρία και συνεχίζει: «Στις 10.00 το πρωί έγινε η πρώτη επίθεση, η οποία αποκρούστηκε με πολύ λίγες απώλειες. Στις 12.00 έγινε η δεύτερη επίθεση. Οι Τούρκοι αποκρούστηκαν και μετρούσαν πολλές απώλειες. Εμείς είχαμε μόνον ελάχιστους τραυματίες. Στις 5.00 το απόγευμα, ο 4ος λόχος δέχθηκε επίθεση, την οποία και απέκρουσε. Το βράδυ μείναμε άγρυπνοι, γιατί το στρατόπεδο ήταν περικυκλωμένο από 150 τουρκικά άρματα. Ξημέρωσε η 15η Αυγούστου. Δεν δεχθήκαμε καμία επίθεση από το τουρκικό πεζικό, δεν σταμάτησε όμως ο ανελέητος βομβαρδισμός από την αεροπορία και το πυροβολικό τους. Την υποστήριξή μας είχαν αναλάβει δύο μοίρες πυροβολικού, η 187 και η 182. Πράγματι, η 187 μοίρα μάς βοήθησε αρκετά καλύπτοντας μας, η 182 μοίρα, όμως, δεν έριξε ούτε ένα βλήμα παρότι στο δυναμικό τους είχαν ενταχθεί και αξιωματικοί πυροβολικού ακριβώς για να μας βοηθήσουν. Ο διοικητής δε της εν λόγω μοίρας έγινε μετέπειτα αρχηγός ΓΕΣ…»
Επειδή η τοποθεσία ήταν ανοχύρωτη, λέει ο κ. Σταυρουλόπουλος, οι υπερασπιστές του στρατοπέδου της ΕΛΔΥΚ δεν είχαν πολυβολεία και αντιαρματικά και πολεμούσανε με ελαφρύ οπλισμό και με 2 όλμους των 81 χιλιοστών. Και φτάνει η τραγική 16η Αυγούστου 1974.
Ο τότε υποδιοικητής της ΕΛΔΥΚ Παναγιώτης Σταυρουλόπουλος, ατενίζοντας σήμερα το στρατόπεδο περιέγραψε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ την τελευταία μέρα της επικής μάχης σαν να την ξαναζούσε:
«Στις 5.30 το πρωί έπεσε η πρώτη βόμβα NAPALM και μετά συνεχής βομβαρδισμός από πυροβολικό και αεροπορία. Στις 10.00 δεχτήκαμε συνδυασμένη επίθεση πεζικού και αρμάτων. Το κύριο μέρος της επίθεσης δέχτηκε ο 4ος λόχος και ο λόχος διοικήσεως, που βρισκόταν στο πλέον πεδινό μέρος. Ο λόχος διοικήσεως, άγνωστο ποιος τον διέταξε, έβαλε μπροστά τη διμοιρία μηχανικού, που αποτελείτο από έναν λοχαγό και 20 στρατιώτες. Ο λοχαγός Σωτήρης Σταυριανάκος, παλικάρι με όλη τη σημασία της λέξεως, παρότι το σώμα του μηχανικού δεν είχε βέβαια την ίδια εκπαίδευση με το πεζικό, κατάφερε και κράτησε τα άρματα και το πεζικό των Τούρκων. Αποτέλεσμα ήταν να χάσει 16 από τους 20 άντρες του και να αποκεφαλιστεί ο ίδιος από βολή άρματος. Με την κατάρρευση του λόχου διοικήσεως και με την πίεση που δέχονταν οι άλλοι λόχοι, η θέση μας ήταν πολύ δεινή. Από την προηγούμενη μέρα είχα πει σε όλους πως δεν θα αποχωρήσει κανένας, εάν δεν δώσω εγώ εντολή».
Στη 1.30 το μεσημέρι της 16ης Αυγούστου, ο Παναγιώτης Σταυρουλόπουλος έδωσε εντολή να αρχίσει η σύμπτυξη. Ο επιλοχίας Κέδρος, με μια ομάδα 12 αντρών, έμεινε πίσω και θυσιάστηκε για να σωθούν όλοι οι υπόλοιποι καλύπτοντας την υποχώρηση τους.
Μετά τη μάχη μέσα στο στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ, οι εισβολείς επιδόθηκαν σε απερίγραπτες ωμότητες. Όπως δείχνει φωτογραφία που περιήλθε στα χέρια ξένου πολεμικού ανταποκριτή, οι Τούρκοι αποκεφάλισαν δέκα σορούς νεκρών της ΕΛΔΥΚ και τοποθέτησαν τα κεφάλια στο οδόστρωμα, στην είσοδο του στρατοπέδου, όπου έσπευδαν, ο ένας μετά τον άλλο, να φωτογραφηθούν. Στο ίδιο σημείο, άφησαν εκτεθειμένα επί ημέρες άλλα πτώματα, αφού πρώτα τα έγδυσαν.
Ο Δημήτρης Σπανογιάννης, λοχίας το 1974 του 4ου Λόχου της ΕΛΔΥΚ και πρόεδρος σήμερα του Πανελληνίου Συνδέσμου Μαχητών ΕΛΔΥΚ 1974, βαθιά συγκινημένος δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ: «Θα ήθελα να μπορούσα να πάω μέχρι το στρατόπεδο να δω τι έχει γίνει. Η τρίτη ημέρα της μάχης, 16 Αυγούστου, ήταν πραγματική κόλαση. Πολεμήσαμε σώμα με σώμα. Ο τουρκικός στρατός μάς είχε κυκλώσει. Ο Σταυριανάκος έπεσε στο ύψωμα Β πίσω από το Grammar School. Ήταν το πιο προωθημένο σημείο».
Τον Ιανουάριο του 1975 ο Σταυριανάκος προάχθηκε, με προεδρικό διάταγμα, στον βαθμό του ταγματάρχη και το όνομά του δόθηκε στο στρατόπεδο του Συντάγματος της ΕΛΔΥΚ, που βρίσκεται στη Μαλούντα, περίπου τριάντα χιλιόμετρα από την Λευκωσία.
Στη φωτογραφία βλέπουμε το εξώφυλλο του νέου βιβλίου που αξίζει την προσοχή μας.
Τιτλοφορείται «Το Χρονικό της Μάχης της ΕΛ.ΔΥ.Κ. 14-16/8/1974» και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πελασγός. Γράφτηκε από τον ταξίαρχο ε.α. Παναγιώτη Δ. Σταυρουλόπουλο, τον τελευταίο στρατοπεδάρχη της ΕΛΔΥΚ 1974.
Η αφήγηση του Έλληνα πολεμιστή είναι συνταρακτική και προκαλεί ανάμεικτα συναισθήματα. Μαζί με τα δάκρυα για την ήττα, τα σκοτωμένα και αγνοούμενα αδέλφια μας και την οργή για την προδοσία που διεπράχθη σε βάρος του Ελληνισμού, έρχονται και η ανάταση, το δέος, το ρίγος και η υπερηφάνεια για τον ηρωισμό των μαχητών μας.
Η επική μάχη που έδωσαν οι Έλληνες στα άγια χώματα της Κύπρου μπόρεσε να χωρέσει σε λέξεις επειδή την περιέγραψε κάποιος που πολέμησε και πλήρωσε τοις μετρητοίς το κόστος της ανδρείας του. Οι Ελληνες είναι ο μοναδικός λαός που η Ιστορία του επιτρέπει να νιώθει υπερήφανος ακόμα και για τις ήττες του στα πεδία των μαχών.