Ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς καὶ ἡ ἀνθρώπινη Δικαιοσύνη

Τοῦ Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου

Ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστὸς ὑπῆρξε θύμα τῆς ἀνθρώπινης δικαιοσύνης. Ὁ ἀψεγάδιαστος, ὁ ἄμεμπτος, ὁ ἄμωμος, ποὺ μόνο εὐεργεσία καὶ ἀγάπη σωτηρίας προσέφερε πρὸς ὅλους – ἀκόμη καὶ στοὺς πιὸ ἁμαρτωλοὺς καὶ ἀπόβλητους τῆς κοινωνίας – καταδικάστηκε στὴν ἐσχάτη, στὴν πιὸ ἐπώδυνη καὶ στὴν πιὸ ταπεινωτικὴ τῶν ποινῶν, στὸν σταυρικὸ θάνατο. Τὰ «οὐαὶ» καὶ ἡ ἐκ μέρους Του καταδίκη της ὑποκριτικῆς ζωῆς καὶ συμπεριφορᾶς τῶν ἀξιωματούχων τῆς ἑβραϊκῆς κοινωνίας καὶ ἡ δική Του ζωὴ καὶ διδασκαλία ἀποτελοῦσαν καρφὶ στὰ μάτια τους καὶ ἀποφάσισαν νὰ τὸν ἐξοντώσουν. Μέσα στὸν φανατισμὸ καὶ στὴν παραζάλη τοῦ φθόνου καὶ τοῦ μίσους τους πίστεψαν ὅτι ὁ τάφος θὰ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὸ σβήσιμο τοῦ Ἰησοῦ καὶ τῆς διδασκαλίας Του…

Στήσανε μία «δίκη» μὲ προειλημμένη ἀπόφαση! Κατασκευάσανε κατηγορία, γιὰ τὴν ὁποία ἡ ποινὴ ἦταν ὁ θάνατος, καὶ ἀναζήτησαν ψευδομάρτυρες: «Οἱ δὲ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι καὶ τὸ συνέδριον ὅλον ἐζήτουν ψευδομαρτυρίαν κατὰ τοῦ Ἰησοῦ ὅπως θανατώσωσιν αὐτὸν» (Ματθ. κϛ´ 59). Τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ὁδήγησαν ἐνώπιόν του Ἀρχιερέως, ὁ ὁποῖος ἔπαιξε τὸ ρόλο τοῦ ἀνακριτοῦ ὁλοκληρωτικοῦ καθεστῶτος. Μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ ζῶντος Θεοῦ ἐκμαίευσε τὴν ἀπάντηση τῆς Ἀληθείας ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτήν, σὲ ἕνα ρεσιτὰλ ἠθοποιίας, δείχνει ἀγανακτισμένος, σχίζει τὰ ροῦχα του καὶ σὲ ἔξαλλη κατάσταση κραυγάζει τὴν ἐτυμηγορία του, ὅτι ὁ Κύριος βλασφήμησε, καὶ δῆθεν ἐκτὸς ἑαυτοῦ ρωτάει τοὺς ὑποτακτικούς του, γιὰ νὰ τοῦ ποῦν αὐτὸ ποὺ τοὺς εἶχε δασκαλέψει, ὅτι εἶναι «ἔνοχος θανάτου». Ἡ καταδίκη ἔφερε καὶ τὴ βία σὲ βάρος τοῦ ἀθώου Θεανθρώπου: «Τότε ἐνέπτυσαν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ καὶ ἐκολάφισαν αὐτόν, οἱ δὲ ἐρράπισαν λέγοντες, προφήτευσον ἠμίν, Χριστέ, τὶς ἐστὶν ὁ παίσας σέ;» (Ματθ. κϛ´ 67).

Οἱ ἄρχοντες τῆς ἐποχῆς τοῦ Ἰησοῦ, ὅταν ἄρχισε νὰ διδάσκει καὶ νὰ εὐεργετεῖ τὸ λαό, Τὸν παρακολουθοῦσαν μὲ περιέργεια. Στὴ συνέχεια ἄρχισαν νὰ ἐνοχλοῦνται καὶ νὰ τοῦ βάζουν ἐρωτήσεις, πού, μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου, ἔγιναν προκλητικὲς καὶ παραπειστικές. Μετὰ ἡ ἐνόχληση μεγάλωσε καὶ ἄρχισαν οἱ σὲ βάρος Τοῦ μομφές, ὅτι δὲν σέβεται τὸν Νόμο καὶ εὐεργετεῖ τὸ λαὸ τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου… Ἡ ἐνόχληση ἔφτασε στὸ ἀποκορύφωμά της καὶ ἐξελίχθηκε σὲ μανία ἐξόντωσης, ὅταν εἶδαν ὅτι Ἐκεῖνος ἐπηρέαζε σὲ βάρος τους τὸ λαό, διδάσκοντας ἕναν ἄλλο τρόπο ζωῆς ἀπὸ αὐτὸν ποὺ ἐκεῖνοι παρουσίαζαν καὶ καταδικάζοντας τὸν ἐγωισμὸ καὶ τὴν ὑποκρισία τους. Ἔτσι ἀποφάσισαν νὰ Τὸν ἐκτελέσουν χρησιμοποιώντας τὴν ἐλεγχόμενη ἀπὸ αὐτοὺς δικαιοσύνη…

Οἱ ἴδιοι δὲν μποροῦσαν νὰ τὸν ἐκτελέσουν καὶ ζήτησαν τὴ συνδρομὴ τοῦ ἐκπροσώπου τῆς Ρωμαϊκῆς ἐξουσίας, τοῦ Πιλάτου. Αὐτὸς δὲν εἶχε τὶς αἰτίες ποὺ εἶχαν οἱ ὁμοεθνεῖς του Ἰησοῦ γιὰ νὰ τὸν καταδικάσει. Εἶχε καλλιέργεια καὶ ἐξυπνάδα γιὰ νὰ καταλάβει ὅτι ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς ἦταν ἀθῶος καὶ ὅτι ἐπειδὴ Τὸν φθονοῦσαν τοῦ Τὸν παρέδωσαν. «Ἤδει γὰρ ὅτι διὰ φθόνον παρέδωκαν αὐτόν». (Ματθ. κζ´18). Ἐπὶ πλέον εἶχε τὴν ὑπὲρ τοῦ Κυρίου συμβουλὴ τῆς γυναίκας του, ποὺ φαίνεται ὅτι τὸν ἐπηρέαζε. Ἐπιχείρησε νὰ Τὸν γλυτώσει ἀπὸ τὴ θανατικὴ καταδίκη. Τοὺς πρότεινε νὰ Τὸν ἀπελευθερώσει ἀντὶ τοῦ αἱμοσταγοῦς ληστῆ Βαρραβᾶ, ἀλλὰ ἐκεῖνοι προτίμησαν τὸν ληστὴ ἀντὶ τοῦ ἀθώου Χριστοῦ, ποὺ πίστευαν ὅτι τοὺς ἀπειλοῦσε περισσότερο.

Γιὰ νὰ ἀπαλλαγεῖ ὁ Πιλάτος ἀπὸ τὴν εὐθύνη τῆς καταδίκης Τὸν ἔστειλε στὸν Ἡρώδη, ποὺ ἐκεῖνες τὶς ἡμέρες βρισκόταν στὴν Ἱερουσαλήμ. Αὐτὸς χάρηκε ποὺ τοῦ πῆγαν τὸν Ἰησοῦ, γιατί ἱκανοποίησε τὴν ἄρρωστη περιέργειά του. Εἶχε ἀκούσει γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ μέσα στὴ διεστραμμένη του διάνοια νόμιζε ὅτι εἶχε ἀπέναντί του κάποιον ταχυδακτυλουργὸ – θαυματοποιὸ ποὺ θὰ τοῦ ἔκανε ἐπίδειξη τῶν ἱκανοτήτων του: « Ὁ δὲ Ἡρώδης ἰδὼν τὸν Ἰησοῦν ἐχάρη λίαν, ἢν γὰρ ἐξ ἱκανοῦ θέλων ἰδεῖν αὐτὸν διὰ τὸ ἀκούειν αὐτὸν πολλὰ περὶ αὐτοῦ καὶ ἤλπιζε τί σημεῖον ἰδεῖν ὑπ’ αὐτοῦ γινόμενον…» (Λουκ. κγ´8). Τοῦ ἔκανε πολλὲς ἐρωτήσεις, ἀλλὰ ὁ Ἰησοῦς σιωποῦσε, τὴν ὥρα ποὺ ὁ συρφετὸς τῶν ἀρχιερέων καὶ τῶν γραμματέων Τὸν κατηγοροῦσαν μὲ πάθος καὶ πεῖσμα. Ὁ Ἡρώδης ἀφοῦ ἱκανοποίησε τὴν περιέργειά του καὶ ἀπογοητεύθηκε ἀπὸ τὴ συμπεριφορὰ τοῦ Ἰησοῦ, μαζὶ μὲ τοὺς στρατιῶτες τοῦ Τὸν ἐξευτέλισε, Τὸν περιγέλασε, Τὸν ἕντυσε μὲ «ἐσθήτα λαμπρᾶν» καὶ Τὸν ἔστειλε πίσω στὸν Πιλάτο…

Νέα προσπάθεια κάνει ὁ Πιλάτος γιὰ νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὴν εὐθύνη τῆς καταδίκης. Βάζει τοὺς στρατιῶτες του καὶ μαστιγώνουν τὸν Ἰησοῦ, Τοῦ βάζουν ἕνα στεφάνι ἀπὸ ἀγκάθια στὸ κεφάλι καὶ Τὸν τυλίγουν μὲ ἕνα μανδύα, καὶ ἔκαμαν ὅ, τί μποροῦσαν γιὰ νὰ Τὸν ἐξευτελίσουν. Ὁ Πιλάτος θέλησε νὰ Τὸν δοῦν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ ὁ ὄχλος ἔτσι πονεμένο, ἐξαντλημένο καὶ περιφρονημένο γιὰ νὰ τοὺς κάνει νὰ Τὸν λυπηθοῦν, ἢ νὰ πεισθοῦν ὅτι δὲν μποροῦσε νὰ τοὺς κάνει κακό. Κανένας πόνος ἀπὸ αὐτούς, καμιὰ συμπόνοια, μόνο κραυγὲς «Σταύρωσε Τὸν! Σταύρωσε Τὸν». «Πάρτε Τὸν καὶ σταυρῶστε Τὸν ἐσεῖς. Ἐγὼ δὲν βρίσκω αἰτία καταδίκης Του», τοὺς φώναξε καὶ ἐκεῖνοι τοῦ ἀπάντησαν: «Μὲ βάση τὸ Νόμο μας εἶναι ἔνοχος θανάτου». Ἀκολούθησε νέος διάλογος καὶ τότε οἱ ἰουδαῖοι χρησιμοποίησαν τὸ μεγάλο ὅπλο τους, φοβέρισαν τὸν Πιλάτο καὶ τὸν ἐκβίασαν νὰ ἀποδεχθεῖ τὴν ἀδικία, κραυγάζοντας ὑποκριτικά, ἀφοῦ ἦταν γνωστὸ ὅτι μισοῦσαν τὴ ρωμαϊκὴ κυριαρχία: «Ἐὰν τοῦτον ἀπολύσης, οὐκ εἶ φίλος του Καίσαρος. Πᾶς ὁ βασιλέα αὐτὸν ποιῶν ἀντιλέγει τῷ Καίσαρι… Οὐκ ἔχομεν βασιλέα εἰ μὴ Καίσαρα». (Ἰωάν. ιθ´12-16). Ὁ φιλοτομαρισμὸς καὶ ὁ φόβος τῆς ἀπώλειας τῆς θέσης, τῶν ἀνέσεων, τῶν κεκτημένων ἐξοβελίζει τὴ δικαιοσύνη… Ὁ Πιλάτος μπορεῖ νὰ ἔπλυνε τὰ χέρια του, δὲν ξέπλυνε ὅμως τὸ ἔγκλημά του κατὰ τοῦ ἀθώου Ἰησοῦ.

Ἀνθρώπινη δικαιοσύνη θὰ ὑπάρχει ὅσο θὰ ὑπάρχουν ἄνθρωποι στὴ γῆ καὶ θὰ εἶναι πάντοτε ἀτελής. Θὰ καταδικάζει ἀθώους, ὅπως ὁ Χριστός, καὶ θὰ ἀθωώνει ἐνόχους. Κατὰ τὸ φιλοσοφικὸ λεξικὸ τοῦ Κέμπριτζ δικαιοσύνη εἶναι ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ δέοντος. Ἀλλὰ τὸ ἐρώτημα εἶναι ποιὸς ὁρίζει τὸ δέον καὶ ποιὸς τὸ κρίνει. Τὸ δέον κατὰ τὴ βούληση τῶν ἀρχιερέων τῶν ἰουδαίων στὴν περίπτωση τοῦ Θεανθρώπου ἦταν ἡ καταδίκη Του σὲ θάνατο καὶ ἦταν ἄδικη, ἐγκληματική… Τὰ παραδείγματα στὴν ἀνθρώπινη Ἱστορία ἄδικης ἐφαρμογῆς τῆς δικαιοσύνης πάμπολλα. Τὸ συμφέρον καὶ τὸ δίκαιο τοῦ ἰσχυροτέρου κυριαρχεῖ σὲ πολλὲς ἀποφάσεις καὶ ἐφαρμογές της. Τὶς περισσότερες μάλιστα φορὲς ἡ ἀδικία ἐμφανίζεται ὡς ἐφαρμογὴ τῆς δικαιοσύνης ἀπὸ τὰ διεστραμμένα μυαλὰ ὅσων τὴν πέτυχαν…-



Πηγή: Χριστιανικὴ Βιβλιογραφία

Σχετικά άρθρα...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *