ΟΙ ΚΑΘΑΡΙΣΤΡΙΕΣ ΠΟΥ ΗΞΕΡΑΝ ΑΠΟ ΤΕΧΝΗ
Το παρόν άρθρο αναφέρεται σε ένα περιστατικό που συνέβει το 2015 στην Ιταλία. Δεν είναι όμως μεμονομένο. Αντίστοιχα περιστατικά έχουν συμβεί και σε άλλες παρόμοιες εκθέσεις "τέχνης" σε όλο τον κόσμο. Διαβάζοντας το, ο προσεκτικός παρατηρητής της ιστορίας δεν μπορεί παρά να θέσει το ακόλουθο ερώτημα. Η προμοντέρνα εποχή χαρακτηριζόταν από τη θρησκευτικότητα της και την ιεραρχική κοινωνική δομή της, η εποχή αυτή μας παρήγαγε αριστουργήματα τέχνης που ακόμα θαυμάζουμε: από τους γοτθικούς ναούς μέχρι τις συνθέσεις του Bach. H σύγχρονη εποχή της δημοκρατίας, της ισότητας, των "παρδαλών" κινημάτων κ.λπ τι ακριβώς τέχνη παράγει;
Άρθρο του Sebastiano Caputo
Μετάφραση-επιμέλεια: Ιωάννης Αυξεντίου
Η σοφία είναι πάντα λαϊκή. Άντε να το εξηγήσεις στους καλλιτέχνες bobo της τρίτης χιλιετίας. Είναι καλό κάθε τόσο οι ιδεομηρυκασμοί τους να συγκρούονται με την πραγματικότητα, που είναι πολύ πιο ωμή και άσπλαχνη από ένα απεριτίφ στο καλύτερο κλαμπ του Λονδίνου ή της Νέας Υόρκης. Όπως συνέβη την Κυριακή το πρωί στον Οίκο Ατελιέ του Μουσείου στο Μπολτσάνο, όπου οι καθαρίστριες έριξαν στα σκουπίδια ένα έργο τέχνης νομίζοντας ότι τα μπουκάλια της σαμπάνιας, τα ποτήρια, και οι γιρλάντες που ήταν διασκορπισμένες στο πάτωμα, ήταν τα απομεινάρια μιας γιορτής που έγινε το προηγούμενο βράδυ. Η τύχη θέλησε να πρόκειται για μία έκθεση μοντέρνας τέχνης υπό τον τίτλο: “Που θα πάμε να χορέψουμε το βράδυ;”, υπογεγραμμένη από τις καλλιτέχνιδες Sara Goldschmied και Eleonora Chiari, η οποία είναι μέρος μιας ευρύτερης εθνικής έκθεσης υπό την επιμέλεια του Achille Bonito Oliva.
Λίγες ημέρες πριν το παράπτωμα, οι δύο καλλιτέχνιδες είχαν παρουσιάσει την δουλειά τους ως εξής:
“η δεκαετία του ’80 ήταν για εμάς η περίοδος της παιδικότητας, υπήρξε η εποχή του καταναλωτισμού, του ηδονισμού, της χρηματοοικονομικής κερδοσκοπίας, της μαζικής τηλεόρασης, της σοσιαλιστικής πολιτικής και των γλεντιών. Κατά την διάρκεια της ερευνάς μας, βρήκαμε έναν οδηγό για ντισκοτέκ γραμμένο το 1988 από τον πολιτικό και τότε υπουργό των εξωτερικών, Gianni De Michelis, με πρόλογο του Gerry Scotti και με τίτλο 'Που θα πάμε να χορέψουμε το βράδυ;'. Ο οδηγός αυτός ενέπνευσε τον τίτλο του έργου μας.
Η περιβαλλοντολογική εγκατάσταση δημιουργημένη στον Οίκο Ατελιέ του Μουσείου, είναι το σετ μιας γιορτής που τελείωσε. Η έκθεση μπορεί να ιδωθεί μόνον κατά το ωράριο κλεισίματος του μουσείου τις νυχτερινές ώρες μέχρι την αυγή. Η βιτρίνα δείχνει τα απομεινάρια της εγκαταλελειμμένης γιορτής, όπως τα περισσεύματα ενός πλούσιου δείπνου: τα μπάζα της αφθονίας.”
Από αυτή την πυροτεχνική αφήγηση αναδύουν δύο συλλογισμοί. Από την μία πλευρά εκπλήσσει η απουσία πνευματικού θάρρους και καλλιτεχνικής πρωτοτυπίας (το να καταγγείλεις τα παλαιά κόμματα, εκτός ότι είναι μία μάχη οπισθοφυλακής, είναι σαν να πυροβολείς τον Ερυθρό Σταυρό. [Σημ.Μετ. στην Ιταλία τα παλαιά κόμματα γκρεμίστηκαν τελείως]), από την άλλη ανακαλύπτουμε ότι ακόμη και τα σκουπίδια ριγμένα πάνω στο πάτωμα μπορεί να έχουν την …φιλοσοφία τους.
Αντί να ξεκινήσουμε μία συζήτηση πάνω στην σύγχρονη τέχνη, τώρα πλέον πάντα λιγότερο καλλιτεχνική και περισσότερο κερδοφόρα, οι αναγνώστες θα έπρεπε να ξαναδούν μία ταινία με τίτλο "που θα πάτε διακοπές;" (1978), του Alberto Sordi. (Σημ.Μετ. Ακόμη και εάν δεν γνωρίζετε ιταλικά, οι σκηνές από μόνες τους είναι απολαυστικές!). Είναι η ιστορία δύο μανάβηδων από την Ρώμη, του Ρέμου και της Αυγούστας που, παροτρυνόμενοι από τους πτυχιούχους, προοδευτικούς και μοντέρνους γιούς τους, να κάνουν διαφορετικές διακοπές, επισκέπτονται την Μπιενάλε της Βενετίας. Από την ταινία προκύπτει ένας έπαινος του απλού κόσμου που ''δεν καταλαβαίνει'' την επιτήδευση μιας ημιμαθούς και αναρριχόμενης τάξης.
Ο Θεός να ευλογεί εκείνες τις καθαρίστριες που καθάρισαν το Μουσείο του Μπολτσάνου. Μετά το συμβάν, μία από τις δύο καλλιτέχνιδες, η Eleonora Chiari, ειρωνεύθηκε στην σελίδα της στο Facebook δημοσιεύοντας μία φωτογραφία της, στην οποία κρατά με το χέρι της ένα από τα μπουκάλια που ήταν στο ''έργο τέχνης'', γράφοντας: “Μην αστειεύεστε με εμένα”. Όχι μόνον αυτοί οι νέοι εκθέτες δεν ξέρουν να μεταδίδουν συγκινήσεις, αλλά δεν μπορούν ούτε να μας κάνουν να γελάσουμε. Εξάλλου και αυτό είναι ένα είδος τέχνης.
Σημείωση: Μια και μιλήσαμε για τέχνη, όσοι αναγνώστες το επιθυμούν μπορούν να διαβάσουν ένα παλαιότερο άρθρο του Θεόδοτου επί του θέματος.
Πηγή: Θεόδοτος