Οὐδεὶς ἑκὼν κακός - ευδαιμονιστική ηθική
Η αρχαία ελληνική ηθική είναι γενικά ευδαιμονιστική. Ξεκινάει από την αντίληψη ότι κάθε ζωντανός οργανισμός τείνει προς μια φυσική τελειότητα ή «ακμή». [...] Η τελειότητα του ανθρώπου συνίσταται στην ολοκληρωμένη ανάπτυξη των νοητικών και ψυχοφυσιολογικών λειτουργιών του. Όταν συνειδητοποιεί ότι την έχει πραγματοποιήσει ή έστω πλησιάσει, ο άνθρωπος είναι ευδαίμων. Η ευδαιμονία λοιπόν είναι η συνείδηση ότι έχουμε πραγματοποιήσει ή πλησιάσει προς την τελειότητά μας. Η συνείδηση αυτή, εκφράζεται με ένα συναίσθημα χαράς ή ευχαρίστησης, δηλαδή διαρκούς ηδονής. Σύμφωνα λοιπόν με τους Αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους ο άνθρωπος γυρεύει την ευδαιμονία του. Οι αντιλήψεις τους διαφέρουν ως προς τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος μπορεί να την επιτύχει ή να την πλησιάσει. Ειδικώτερα οι αντιλήψεις τους διαφέρουν ως προς τη σχέση ευδαιμονίας και ηδονής και ως προς τη σχέση ευδαιμονίας και «ευτυχίας». Η «ευτυχία» υπάρχει όταν οι εξωτερικές συνθήκες, όπως ο πλούτος, η υγεία ή η πολιτική δύναμη ευνοούν τις προθέσεις μας. Ο Σωκράτης ξεκινάει και αυτός από αυτή την ευδαιμονιστική και κατά κάποιο τρόπο εγωκεντρική ηθική. Δέχεται ότι ο κάθε άνθρωπος γυρεύει την ευδαιμονία του σύμφωνα με την αντίληψη που έχει γι' αυτή. Πράττει ό,τι του είναι ωφέλιμο δηλαδή ό,τι τον φέρνει κοντύτερα προς την κατάσταση που θεωρεί σαν ευδαιμονία του. Σύμφωνα με τον Σωκράτη «ἐπί γε τὰ κακὰ οὐδεὶς ἑκὼν ἔρχεται οὐδὲ ἐπὶ ἃ οἴεται κακὰ εἶναι, οὐδ' ἔστι τοῦτο, ὡς ἔοικεν, ἐν ἀνθρώπου φύσει, ἐπὶ ἃ οἴεται κακὰ εἶναι ἐθέλειν ἰέναι ἀντὶ τῶν ἀγαθῶν» (Πρωταγόρας, 358 d). Ο Σωκράτης φαίνεται να πιστεύει ότι τόσο ο ήρωας ή ο άγιος όσο και ο κακοποιός αναζητούν σε κάθε πράξη τους ένα τελικό σκοπό που θεωρούν σαν αγαθό και για τον οποίο πιστεύουν πως, αν τον πραγματοποιήσουν, θα τους κάνει ευδαίμονες. Η διαφορά ανάμεσά τους συνίσταται στο γεγονός ότι ο άγιος αναζητεί το πραγματικό αγαθό, ενώ ο κακοποιός αναζητεί το φαινομενικό αγαθό. (...) Το πραγματικό αγαθό είναι η κανονική κατάσταση ή η «ὑγιεία» της ψυχής και απορρέει από τη φύση του ανθρώπου. Το πραγματικό αγαθό εξασφαλίζεται όταν η ψυχή «κυβερνάει» ή αποφασίζει, το σώμα ικανοποιείται, τα εξωτερικά αγαθά χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τις εντολές της ψυχής για την ικανοποίηση του σώματος. Ωφέλιμο είναι ό,τι οδηγεί στο αγαθό. Το αγαθό για τον Σωκράτη δεν χωρίζεται από την ηδoνή. [...] Με το αγαθό όμως μπορούμε να υπολογίσουμε ή να «μετρήσουμε» σωστά τις ηδονές. Το αγαθό λοιπόν θα ήταν δυνατό να χαρακτηριστή σαν «μέτρο» των ηδονών. [...] Από την αντίληψη του Σωκράτη για το αγαθό συνάγεται ότι όλοι οι άνθρωποι το επιδιώκουν εφ' όσον το γνωρίζουν. Κανείς δεν βλάπτει τον εαυτό του ζητώντας το κακό, αν γνωρίζει πως είναι κακό. Κανείς δεν πράττει με τη θέλησή του ό,τι οδηγεί στη νοσηρή κατάσταση της ψυχής του (Πρωταγόρας 354 a). Κατά παρόμοιο τρόπο ο γιατρός σαν γιατρός δεν εφαρμόζει θεραπευτική μέθοδο που δεν ωφελεί τον άρρωστο. Όταν το κάνει δεν πράττει σαν γιατρός αλλά σαν έμπορος ή τύραννος. Οι κακοί λοιπόν είναι αμαθείς. Πράττουν το κακό γιατί δεν γνωρίζουν το αγαθό όπως ένα μικρό παιδί που καταπίνει χάπια νομίζοντας πως είναι καραμέλες. Οι κακοί αφού πράττουν από αμάθεια ή άγνοια πράττουν και ακούσια, χωρίς τη θέλησή τους, όπως το μικρό παιδί πράττει χωρίς τη θέλησή του, όταν καταπίνει χάπια αντί για καραμέλες.
[πηγή: Α. Μπαγιόνας, Ιστορία της αρχαίας ελληνικής ηθικής από τους προσωκρατικούς ως την αρχαία Ακαδημία, Θεσσαλονίκη 1974, σελ. 87-90]
Πηγή: http://ebooks.edu.gr