T. S. Eliot
1888 - 1965
"Εἴπανε πώς ἀφήνει τόν ἀναγνώστη μέσα στήν στεγνή,
στέρφα καί ἄνυδρη Ἔρημη Χώρα, μόνο, χωρίς,ἐλπίδα σωτηρίας."
Η ποίηση όμως για τον αναγνώστη όσο άνυδρη κι αν είναι, οφείλει στο τέλος ν΄αφήνει μία επίγευση σωτηρίας....
[...] Ποιές ρίζες ἁπλώνουνται γρυπές, ποιοί κλώνοι δυναμώνουν
Μέσα στά πέτρινα τοῦτα σαρίδια; Γιέ τοῦ ἀνθρώπου [...]
[...] Γιέ τοῦ ἀνθρώπου
Νά πεῖς, ἤ νά μαντέψεις, δέν μπορεῖς, γιατί γνωρίζεις μόνο
Μιά στοίβα σπασμένες εἰκόνες [...]
Μία υποτυπώδης αναφορά στο αριστουργηματικό έργο "΄Ερημη Χώρα", ελπίζοντας ότι ο αναγνώστης έχει ήδη συν-ταξειδέψει με τις κραυγές απελπισίας τού ποιητή ή έστω θα γίνει η αφορμή για αυτό το ταξείδι, με όχημα την μνήμη και την επιθυμία, και προορισμό τον απεγκλωβισμό του από το σύγχρονο χάος...τις "σπασμένες εικόνες".
Κλείνει ο κύκλος αυτής τής περιπλάνησης με το ποίημα:
ΟΙ ΚΟΥΦΙΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ
(αποσπάσματα σε μετάφραση Γ.Σεφέρη)
Εἴμαστε οἱ κούφιοι ἀνθρῶποι
Εἴμαστε οἱ παραγεμισμένοι ἀνθρῶποι
Πού σκύβουνε μαζί.
Καύκαλα μ΄ἄχερα γεμάτα, ἄλίμονο !
Οἱ στεγνές μας φωνές σάν ψιθυρίζουμε μαζί
Εἴναι ἤσυχες κι ἀσήμαντες
Σάν τόν ἀγέρα στό ξερό χορτάρι
Ἤ σέ σπασμένα γυαλικά τῶν ποντικῶν τό ποδάρι
Μές στό ξερό μας τό κελάρι
Μορφή χωρίς σχῆμα, σκιά χωρίς χρῶμα,
Παραλυμένη δύναμη, γνέψιμο χωρίς κίνηση [...]
Οἱ κούφιοι ἀνθρῶποι
Οἱ παραγεμισμένοι ἄνθρῶποι.
[...] Τούτη εἶναι ἡ πεθαμένη χώρα
Τούτη εἶναι τοῦ κάκτου ἡ χώρα
Ἐδῶ τά πέτρινα ὁμοιώματα
Ὑψώνουνται, ἐδῶ εἶναι πού δέχουνται
Τήν ἱκεσία τοῦ χεριοῦ ἑνός πεθαμένου
Κάτω ἀπ΄ τό παίξιμο τοῦ ἄστρου πού σβήνει.[...]
[...] Ἀνάμεσα στήν ἰδέα
Καί στό γεγονός
Ἀνάμεσα στήν κίνηση
Καί στήν πράξη
Η Σκιά πέφτει
Ὅτι Σοῦ ἐστίν ἡ Βασιλεία.[...]
[...] Ὅτι Σοῦ ἐστίν
Εἴναι ἡ ζωή [...]
[...] Ἔτσι τελειώνει ὁ κόσμος
Ἔτσι τελειώνει ὁ κόσμος
Ἔτσι τελειώνει ὁ κόσμος
Ὄχι μ΄ ἕνα βρόντο μά μ΄ἕνα λυγμό.
Χρύσα Νικολοπούλου
" Τό ἱστορικό αἴσθημα ὑποχρεώνει [τόν ποιητή] νά γράφει ὄχι μόνο μέ τη δική του τή γενιά μέσα στά κόκαλά του, ἀλλά μέ τήν αἴσθηση ὅτι ὁλόκληρη ἡ λογοτεχνία τῆς Εὐρώπης άπό τόν Ὅμηρο, καί μέσα σ΄αὐτήν, ὅλόκληρη ἡ λογοτεχνία τοῦ τόπου του, ἀποτελεῖ μιά ταυτόχρονη τάξη."
Γράφει γιά τόν Ἔλιοτ, ὁ Γ.Σεφέρης, κλείνοντας τό "Γράμμα σ΄ἔναν φίλο" ἀπό τήν Ἄγκυρα τό 1948:
[...] τόν ἀγαπάει κανείς γιατί "il a bien désiré"