Θέλουμε «σκολειά, γιὰ νὰ γιομίζη ὁ μαθητὴς προκοπὴ καὶ ἀρετὴ»
Γράφει ὁ Δημήτρης Νατσιὸς
δάσκαλος-Κιλκὶς
«Μὴ Θρησκευτικὰ πρὸς Θεοῦ! Τὸ ἑλληνικὸν ἔθνος δὲν εἶναι Βυζαντινοί, ἐννοήσατε; Οἱ σημερινοὶ Ἕλληνες εἶναι κατ’ εὐθείαν διάδοχοι τῶν ἀρχαίων. Ἔπειτα ἐκπολιτίσθησαν, ἐπροόδευσαν καὶ αὐτοί. Συμβαδίζουν μὲ τὰ ἄλλα ἔθνη». (Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης, «Λαμπριάτικος Ψάλτης»).
Συνόψισε, ὁ μεγάλος μας διηγηματογράφος, σὲ λίγες ἀράδες, τὸ συνομήλικο μὲ τὸ νεοελλαδικὸ κράτος πρόβλημα: εἴμαστε ἀπόγονοι τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων, τὸ ὑποτιμητικῶς λεγόμενο Βυζάντιο, δὲν εἶναι ἑλληνικὸ κατόρθωμα. Ἐξ ἄλλου ἔτσι πρόκρινε ἡ κοραϊκὴ πεφωτισμένη διανόησις. Ὁ Κοραὴς ἐπιδαψιλεύτηκε μὲ τὸν ὑπέροχο τίτλο «δάσκαλος τοῦ Γένους», ἀλλὰ στὴν οὐσία ὑπῆρξε ἁπλῶς ἕνας ἄνθρωπος, μὲ ἔντονα ἀντικληρικαλιστικὰ στοιχεῖα. Ἄγευστος τοῦ μεγαλείου τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολῆς ἔφτασε στὸ σημεῖο νὰ θεωρεῖ σκλαβιὰ τῶν Ἑλλήνων τὴν μακεδονικὴ καὶ βυζαντινὴ αὐτοκρατορία.
Γράφει: «Ἡ κατάρατος αὕτη φιλαρχία ἐγέννησε τὴν διχόνοια, διήγειρε τὰς πόλεις καὶ τοὺς πολίτας κατ’ ἀλλήλων, ἄναψε τῶν ἐμφυλίων πολέμων τὴν πυρκαϊὰν καὶ ὑπέταξε τοὺς Ἕλληνας πρῶτον εἰς τοὺς Μακεδόνας, ἔπειτα εἰς ξένον ἔθνος, τοὺς Ρωμαίους, καὶ τελευταῖον εἰς τὸ βαρβαρώτερον καὶ ἀγριώτατον ὅλων τῶν ἐθνῶν τοῦ κόσμου, τοὺς Τούρκους». («Ἅπαντα», ἐκδόσεις Μπίρη, σελ. 100).
Γιὰ τὸν Κοραή, ἡ χιλιόχρονη ἑλληνικὴ αὐτοκρατορία, ἡ Ρωμανία, ἦταν ξενικὴ κατοχή. Καὶ ἐπειδή οἱ ἐκ Παρισίων ἁπανταχοῦσες τοῦ Κοραῆ εἶχαν ἰσχὺ νόμου, τὸ ἑλλαδικὸ κράτος ξεκίνησε ἀπορρίπτοντας τὴν ἐξοχότερη κληρονομιά του, ἀλλὰ καὶ μὲ ἐμφανῆ ἐχθρότητα πρὸς τὴν πάτριο πίστη μας. Καὶ αὐτὸ τὸ μένος δυστυχῶς συνεχίζεται ὣς τὶς μέρες μας. Ἡ λυσσαλέα ἐπίθεση κατὰ τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν τὸ ἐπιμαρτυρεῖ. Ἔχω σημειώσει καὶ ἄλλοτε ἕνα προφητικὸ κείμενο τῶν Ἁγιορειτῶν πατέρων, ἔτους 1984. Τὸ παραθέτω. «Ἀπὸ πολλὰ χρόνια τώρα γίνεται συστηματικὴ προσπάθεια, διαρκῶς αὐξανομένη, νὰ πολεμηθῆ ἡ πίστη. Νὰ βγεῖ ἀπὸ τὰ ἑλληνικὰ σχολεῖα ὁ Χριστός. Νὰ διαστρεβλωθῆ ἡ ἱστορία μας. Νὰ εὐτελισθῆ ἡ σημασία τῶν μεγάλων ἑορτῶν ποὺ τόσο ζεῖ ὁ λαός μας. Νὰ παύση ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία νὰ εἶναι ἡ ψυχὴ τοῦ Γένους μας». Καὶ ὅταν βγαίνει ἀπὸ τὸ σχολεῖο ὁ Χριστός, τὸ σχολεῖο αὐτὸ καταντᾶ ἄχρηστο. Δὲν μορφώνει τὸν χρηστὸ πολίτη, ἀλλὰ τὸ νευρόσπαστο ποὺ ξέρει μόνο νὰ διεκδικεῖ καὶ νὰ ἐκλιπαρεῖ, αὔριο – μεθαύριο, στοὺς βουλευτικοὺς προθαλάμους γιὰ μία ἀργομισθία. Καὶ ὅλα ἐνορχηστρωμένα καὶ σχεδιασμένα μὲ ἄφθαστη μαεστρία. Τὸ ἑλκυστικὸ καὶ ἀπoενοχοποιητικὸ κέλυφος, γιὰ νὰ παρεισφρήσει ἡ ἀνομία, λέγεται συμμόρφωση μὲ τὰ εὐρωπαϊκὰ δεδομένα, κατοχύρωση τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας, διαπολιτισμικὴ ἐκπαίδευση καὶ λοιπὲς ἠχηρὲς σαπουνόφουσκες. Στόχος ἡ σταδιακὴ κατάργηση τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν καὶ ἡ μετατροπή του σ’ ἕνα ὀμιχλῶδες «τίποτε», φροντιστήριο Οἰκουμενισμοῦ, ὑποβαθμισμένο, κακόμοιρο, ἀπαξιωμένο. Καὶ τότε θὰ βγαίνουν σωρηδὸν ἀπὸ τὰ σχολεῖα οἱ ἀγελαῖοι καταναλωτές, οἱ ἄκρατοι ἡδονοθῆρες, διότι «χωρὶς Θεὸ ὅλα ἐπιτρέπονται» ἢ χειρότερα, ὅπως τὸ διατύπωσε ὁ Ἔλιοτ, «ἂν δὲν θέλεις νὰ ἔχεις τὸν Θεό, πρέπει νὰ ὑποκλιθεῖς στὸν Χίτλερ ἢ στὸν Στάλιν». Ἀλλὰ πόσο μετράει ἡ γνώμη τῶν σοφῶν ἀνθρώπων, μπροστὰ στὰ σπιθαμιαῖα ἀναστήματα, τοὺς νάνους καὶ τοὺς ἀρλεκίνους ποὺ διαβουκολοῦν τὴν Παιδεία μας; Μία ρεπούση (μὲ μικρὸ ρὸ) τόλμησε νὰ μαγαρίσει ὁλόκληρη τὴν νεώτερη ἱστορία μας καὶ παραμένει καθηγήτρια στὸ πανεπιστήμιο, δηλητηριάζοντας γενιὲς καὶ γενιὲς δασκάλων. Κατάφεραν ὅλα αὐτὰ τὰ ἡμιμαθῆ καὶ ἀντίχριστα ὑποκείμενα νὰ εἰσχωρήσουν σ’ ὅλες τὶς σχολές, ποὺ προετοιμάζουν τοὺς αὐριανοὺς διακόνους τῆς Ἐκπαίδευσης – δασκάλους καὶ καθηγητὲς – ὁπότε τὰ χειρότερα ἕπονται. Ἀνέξοδο διαπιστευτήριο ἀναρρίχησης σήμερα στὶς ἐκπαιδευτικὲς βαθμίδες τῶν πανεπιστημίων εἶναι ἡ ἀφιλοπατρία, τὸ μένος κατὰ τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ ἀναμάσηση τῆς πολυπολιτισμικῆς μπούρδας. Καὶ πόση ζημιὰ γίνεται Μ’ αὐτὲς τὶς ἀθλιότητες! Νὰ ἔβλεπε ὅλη αὐτὴ ἡ καθωσπρέπει ἀνοησία καὶ ἡ κρατικοδίαιτη προοδευτικότητα, πόσο λάμπουν, φέγγουν, ἀστράφτουν τὰ πρόσωπα τῶν μαθητῶν μας, ὅταν τοὺς μιλᾶς γιὰ ἥρωες, γιὰ ἁγίους, γιὰ τὸ Χριστό;
Μισὴ ὥρα σπουδὴ στὸ «Μανιάκι» ἢ στὴν «Ἔξοδο» ἀρκεῖ γιὰ νὰ ψηλώσει ὁ νοῦς τῶν μαθητῶν. Ἄλλη τόση γιὰ νὰ τοὺς διαβάσεις τὸ Εὐαγγέλιο τῆς Κυριακῆς καὶ ἀντικρίζεις τὴν χαρά, τὸν γλυκασμὸ στὰ πρόσωπά τους. «Τίς Θεός, μέγας ὡς ὁ Θεὸς ἡμῶν». Μία ἐπίκαιρη μνεία στὸν Ἅη-Δημήτρη, τὸ παλικάρι τῆς πίστης μας, καὶ νὰ ἡ φιλοτιμία, ἡ καύχηση γιατί «καὶ αὐτὸς ἦταν Ρωμιός, σὰν ἐσᾶς, ἀθλοφόρος»; «Τί σημαίνει, κύριε, ἀθλοφόρος»; Ξεκρεμᾶς ἀπὸ τὸ εἰκονοστάσι τῆς Παιδείας τὴν ἐτυμολογία, μιλᾶς γιὰ τὴν γλώσσα μας, τὸ ἕτερον φυλακτήριο καὶ προσάναμμα τῆς ἐθνικῆς μας συνείδησης.
Ὡραῖα μαθήματα. Μὲ πίστιν καὶ πατρίδα. Πέτυχες. Ἔκανες τὸ χρέος σου. (Διδάσκω, κατὰ παράβασιν τοῦ λεγόμενου Ἀναλυτικοῦ Προγράμματος, κάθε Παρασκευὴ -τὴν ὥρα τῶν Θρησκευτικῶν- τὶς καταργημένες, πρὸ δεκαπενταετίας νομίζω, «Εὐαγγελικὲς Περικοπές», οἱ ὁποῖες συνόδευαν τὸ βιβλίο τῶν Θρησκευτικῶν. Τὶς διδάσκω, γιατί ἔχω πάντοτε ἐνώπιόν μου αὐτὸ ποὺ κανοναρχεῖ ὁ Πατροκοσμᾶς τοὺς Ἕλληνες δασκάλους: «Πρέπει νὰ φωτίζονται οἱ ἄνθρωποι. Διότι ἀπὸ τὸ σχολεῖο μανθάνομε τί εἶναι Θεός, τί εἶναι Ἁγία Τριάς, τί εἶναι ἀρετή. Τὰ πάντα ἀπὸ τὸ σχολεῖο τὰ μανθάνομεν…». Ὁμολογῶ, δίκην ἐξομολογήσεως, ὅτι εἶναι ἀπὸ τὶς λίγες ὧρες ποὺ νιώθω ὅτι ἀνταποκρίνομαι στὸν τίτλο τοῦ δασκάλου καὶ αὐτὸ ποὺ λέξη ὑπονοεῖ. (δάσκαλος ἀπὸ τὸ δάω-δῶ = φωτίζω, ἐξ οὗ καὶ δάδα). Παιδαγωγῶν καὶ παιδαγωγούμενος ταυτόχρονα. Καὶ πῶς ἀλλιῶς; «φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι».
Διαβάζοντας αὐτὲς τὶς ἡμέρες ἄρθρα γιὰ τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, διαπίστωσα ὅτι πολλοὶ ἐπικαλοῦνται τὸ ἄρθρο 16 τοῦ Συντάγματος. Τὴν περίφημη φράση «Ἡ Παιδεία ἀποτελεῖ βασικὴ ἀποστολὴ τοῦ κράτους…». Εἶναι σωστὴ ἡ ἐπίκληση τοῦ συγκεκριμένου ἄρθρου. Μήπως ὅμως πρέπει νὰ ἐπικαλούμαστε, κυρίως, τὸ ἀκροτελεύτιο ἄρθρο τοῦ Συντάγματος. «Ἡ τήρηση τοῦ Συντάγματος ἐπαφίεται στὸν πατριωτισμὸ τῶν Ἑλλήνων». Ἐφ᾽ ὅσον καταλύεται «ἡ ἀνάπτυξη τῆς ἐθνικῆς καὶ θρησκευτικῆς συνείδησης τῶν Ἑλλήνων», δικαιούμαστε νὰ ἀντιστεκόμαστε μὲ κάθε μέσο. Ἐξ ἄλλου σὲ θέματα πίστεως «πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις».
Πολλοί, καλοπροαίρετοι, ἐρωτοῦν. Γιατί αὐτὴ ἡ θεομαχία;
Γιατί, ἀντὶ γιὰ «σκολειὰ γιὰ νὰ γιομίζη ὁ μαθητὴς προκοπὴ καὶ ἀρετή», ὁδεύουμε στὰ σχολειὰ τῆς «ἀπιστίας καὶ τῆς παραλυσίας»; (Μακρυγιάννης).
Ἡ ἀπάντηση εἶναι τοῦ Παπαδιαμάντη. Προτάσσει στὸ ἀπόσπασμα τὴν ἀγήρατο, τὴν ἀχώνευτη γιὰ τοὺς «Γραικύλους τῆς σήμερον», ἀλήθεια: «ὁ δὲ Χριστιανισμὸς ἔμεινε καὶ θὰ μείνη». Καὶ συνεχίζει: «Ὁ πόθος τῆς μωρᾶς ἐπιδείξεως, ἡ μανία τοῦ κενὰ ἑκάστοτε λέγειν, ἡ δοκησισοφία, ὁ τύφος καὶ ἡ οἴησις ἄγουσιν εἰς τὰς συγχρόνους ἀθεϊστικὰς θεωρίας».
Προσέξτε λέξεις. Ἐπίδειξη, κενότητα, δοκησισοφία, τύφος, οἴηση, αὐτὰ ἀκριβῶς ποὺ χαρακτηρίζουν τὴν σημερινὴ ἄρχουσα, τοῦ ἔθνους ἡμῶν, τάξη. Ἦρθε ὁ ἅγιος τῆς πολιτικῆς, ὁ Καποδίστριας, νὰ κυβερνήσει τὸν αἱματοβαμμένο τόπο, πατώντας στὰ δύο «ριζιμιὰ λιθάρια»: πίστιν καὶ πατρίδα. Δολοφονήθηκε. Πρόλαβε καὶ μᾶς ἄφησε τιμαλφῆ κληροδοτήματα. Ἕνα ἐξ αὐτῶν: «…ἂν ἡ παροῦσα γενεὰ δὲν ἐνδυναμωθεῖ ἀπὸ ἀνθρώπους μορφωμένους ἐν καλῇ διδασκαλίᾳ, καὶ μάλιστα πρὸς τὸν κανόνα τῆς ἁγίας ἡμῶν πίστεως καὶ τῶν ἠθῶν μας, θὰ εἶναι δυσοίωνο τὸ μέλλον τῆς Ἑλλάδος καὶ ἡ διακυβέρνησίς της ἀδύνατη».
Γυροφέρνουν στὸ νοῦ μου οἱ στίχοι τοῦ Γκάτσου: «Γιὰ νὰ σωθεῖ ἡ Ἑλλάδα/ στοὺς καιροὺς τοὺς ὕστατους/ θέλει ἕναν Καιάδα/ γκρεμοτσακίστε τους».
Πηγή: Χριστιανικὴ Βιβλιογραφία