ΤΙ ΑΚΡΙΒΩΣ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ
Κατ΄ ἀρχᾶς, τί ἐννοῦμε μέ αὐτόν τόν εὐρύ ὅρο "Ἑλληνικά"; Τά γράμματα ἀπό τό ἄλφα ὡς τό ὠμέγα; Θεούς καί ἥρωες; Πολέμους, λοιμούς καί συνθῆκες; Σπονδύλους κιόνων καί βυθισμένες τριήρεις;
Βεβαίως συμπεριλαμβάνονται ὅλα αὐτά, ἀλλά στήν οὐσία τά Ἑλληνικά ἀρχίζουν καί τελειώνουν μέ τή γνώση τῆς γλῶσσας τῆς ἀρχαίας Ἀθήνας. Τώρα πλέον, ἡ Ἀττική Διάλεκτος εἶναι ἀναπόσπαστα δεμένη μέ τίς Κλασσικές Σπουδές, ὡστόσο πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι Ἑλληνικά καί Κλασσικές Σπουδές δέν ὑπῆρξαν ποτέ συνώνυμοι ὅροι. Οἱ Κλασσικές Σπουδές εἶναι ἡ ἀντλία, ἕνα τεχνικό καί πολύ συχνά ἀναξιόπιστο σύστημα μετάδοσης.
Τά Ἑλληνικά - ἄλλοτε τόσο κρυπτογραφικά πού σέ τρελαίνουν, ἄλλοτε διαυγῆ καί χωρίς λεπτές διαφορές - ἐξακολουθοῦν νά εἶναι τό ἀθάνατο νερό πού δίνει ζωή στή μάθηση, ἕνα δῶρο πού ἡ ἀπόκτησή του μπορεῖ ν΄ ἀλλάξει τόν τρόπο πού δουλεύει ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου.
Τά Ἑλληνικά, ὅμως ἔχουν ἕνα ἀντίτιμο. Τό ἀρχαῖο ἑλληνικό ρῆμα ἔχει πάνω ἀπό 350 τύπους. Ἐμφανίζεται σέ ἑπτά χρόνους: ἕνας γιά τό παρόν (ἐνεστῶτας), δύο γιά τό μέλλον (ἁπλός καί τετελεσμένος μέλλοντας), τρεῖς γιά τό παρελθόν (παρατατικός, ἀόριστος καί ὑπερσυντέλικος) καί ἕνας πού καλύπτει παρελθόν καί παρόν (παρακείμενος). Ὑπάρχουν τρεῖς φωνές: ἐνεργητική μέση καί παθητική. Τά ρήματα στά Ἑλληνικά ἔχουν ἐπίσης ἐγκλίσεις - ὁριστική, ὑποτακτική, εὐκτική, προστακτική - καθώς καί τούς ρηματικούς τύπους τοῦ ἀπαρεμφάτου καί τῆς μετοχῆς. Ἔχουν ἐξ ἄλλου καί τρία πρόσωπα: Ἐγώ, ἐσύ, αὐτός / αὐτή / αὐτό. Τά ρήματα στ΄ ἀρχαῖα ἑλληνικά, ὅπως καί τά πτωτικά, τρεῖς ἀριθμούς: τόν ἑνικό (ὅταν πρόκειται γιά ἕνα), τόν δυϊκό (ὅταν πρόκειται γιά δύο) καί τόν πληθυντικό (ὅταν πρόκειται γιά πολλά). {...}
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: ἀλλ΄ ὦ θαυμάσιε, οὐτός τέ ὁ λόγος ὅν διεληλύθαμεν ἔμοιγε δοκεῖ ἔτι
ὅμοιος εἶναι καί πρότερον καί τόνδε δέ αὖ σκόπει εἰ ἔτι μένει
ἥμῖν ἤ οὔ, ὅτι οὐ τὀ ζῆν περί πλείστου ποιητέον
ἀλλά τό εὖ ζῆν.
ΚΡΙΤΩΝ: ἀλλά μένει.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: τό δέ εὖ καί καλῶς καί δικαίως ὅτι ταὐτόν ἐστιν, μένει ἤ οὐ μένει;
{...} Ἡ διαφορά ἀνάμεσα σέ μιά ἀφηρημένη ἔννοια ὅπως ἡ "καλή ζωή" - κάτι πού ἔχουμε (ἤ δέν ἔχουμε) - καί ἡ ἐνεργός συμμετοχή πού ἀπαιτεῖται στό "εὖ ζῆν" - κάτι πού κάνουμε - ἀπαιτεῖ περαιτέρω σκέψη. Ἡ ἐκπληκτική ἰδέα τοῦ Σωκράτη εἶναι ὅτι τό νά ζεῖ κανείς καλά δέν ἔχει καμμιά σχέση μέ ὑλικές συνθῆκες, καμμιά σχέση μέ τό τί μποροῦν νά σοῦ κάνουν "οἱ πολλοί" (καί ὅπως ἐπισημαίνει ὁ Κρίτων, οἱ πολλοί μποροῦν νά σέ σκοτώσουν).
Μπορεῖ αὐτό νά ἀληθεύει; Πῶς λοιπόν ζεῖ κανείς καλά σύμφωνα μέ τόν Σωκράτη; {...}
Ἡ φωνή τῶν Ἑλλήνων δέν εἶναι φωνή ἱεροκήρυκα, ἀλλά εἰσχωρεῖ βαθιά καί μπορεῖ ν΄ ἀλλάξει ζωές. Ἡ ἑλληνική φράση οὐ τό ζῆν ἀλλά τό εὖ ζῆν εἶναι σκαλισμένη μέ τσιμέντο ἔξω ἀπό τή Σχολή Σπουδῶν σέ ἕνα μικρό κολλέγιο στή νότια Καλιφόρνια, ἀφιέρωμα στίς ζωές πού ἄλλαξαν ἀπό τούς Ἕλληνες. Παραμένει ἐπίσης ὡς μαρτυρία γιά τόν καθηγητή πού ζωντάνεψε τόν ἀρχαῖο κόσμο, πού ὁδήγησε μιά φθινοπωρινή μέρα τά σαστισμένα του "Ἑλληνάκια" ἔξω, γιά νά μᾶς διδάξει, ἐπί τόπου, τήν ἑλληνική σοφία. Σήμερα θά μποροῦσε νά βρίσκεται σέ κάποιο συνέδριο, σέ ἄδεια, ἤ θά ἀνυπομονοῦσε νά μᾶς ἀποδείξει ὅτι τό εὖ ζῆν εἶναι ἕνα "κατασκεύασμα γιά τούς προνομιούχους"μιᾶς καταπιεστικῆς ἐλίτ, ἤ ὅτι στήν πραγματικότητα δέν εἶναι τίποτε περισσότερο ἀπό "πραγμάτευση" καί "θέμα πρός συζήτηση".
Εἶναι λοιπόν "ζόρικο" νά διδάξεις τούς φοιτητές Ἑλληνικά, ὅταν τό θέμα σου εἶναι ἀντίθετο πρός τά πάντα σχεδόν μέσα στήν πανεπιστημιούπολη. Τί πρέπει νά πεῖς στούς σημερινούς προπτυχιακούς φοιτητές σέ ἕνα πολιτειακό πανεπιστήμιο; Κάντε οἰκονομίες καί μήν ἀγοράζετε "σινιέ" τζίν γιά νά ἀγοράσετε τά Κλασσικά Κείμενα τῆς Ὁξφόρδης ἤ τά ξαδέρφια τους τῆς Τόιμπνερ ἀπό τή Γερμανία; Μήν ξεχάσετε νά πάρετε μιά "δόση" μέσης φωνῆς τό Σάββατο; Μήν παραλείψετε νά κάνετε τό ἀφεντικό σας στό πρατήριο ἐνδυμάτων πού ἐργάζεστε νά καταλάβει ὅτι μάθατε τόν Κρίτωνα τοῦ Πλάτωνα νεράκι ἀλλά ὅτι βρήκατε τόν Μένανδρο κοινότοπο; Μήν παίξετε ἀπόψε παιχνίδια στό κομπιοῦτερ γιά νά μελετήσετε μέ πάθος ἐκείνους τούς παλαβούς, τό ντουέτο Λίντελ καί Σκότ; {...}
Ἡ ἀληθινή εὐφυΐα λοιπόν τοῦ καθηγητή τῶν Ἑλληνικῶν στήν ἀλλαγή τῆς χιλιετίας δέν ἔγκειται στό νά γράφει "αὐτή ἡ ἐπιταγή ἐπιβάλλει τή δομή τῆς μεταφορᾶς στήν ἀντιπαράθεση τῆς ἀναλογίας, ἀλλά ἡ ἴδια ἡ παρομοίωση κάνει ἐπίσης τό μετωνυμικό της ἐμφανῆ", ἀλλά στό νά βρεῖ τρόπο νά πείσει τούς σημερινούς δεκαοχτάχρονους νά καταπιαστοῦν μέ ἐξαντλητική ἀπομνημόνευση, νά διαβάσουν Πλάτωνα, νά κατανοήσουν τόν Σωκράτη, νά ἀλλάξουν τόν τρόπο πού σκέφτονται καί δροῦν, νά γίνουν, μ΄ ἄλλα λόγια, καλοί πολῖτες σέ μιά καλή κοινωνία.
Πηγή: ΠΟΙΟΣ ΣΚΟΤΩΣΕ ΤΟΝ ΟΜΗΡΟ, ἐκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ
Χρύσα Νικολοπούλου/Ἑλλήνων Φῶς