Τὸ λιοντάρι, ἡ ἀλεποῦ καὶ ἡ συμφορὰ τοῦ γαϊδάρου
Δημήτρης Νατσιὸς
δάσκαλος-Κιλκὶς
«Νὰ μοιράσουμε τὸ φυσικὸ ἀέριο στὴν ἀνατολικὴ Μεσόγειο», δήλωσε πρόσφατα στὴν Ἰταλία ὁ Τοῦρκος ΥΠΕΞ Μ. Τσαβούσογλου. Μάλιστα. Βεβαίως ὁ κουτοπόνηρος ἰσλαμιστής, πατώντας ἐπὶ εὐρωπαϊκοῦ ἐδάφους, ἀποτίναξε ὡς ξεραμένο φιδόδερμα τὸ ἀληθινό του πρόσωπο-φιλοπόλεμη ὕαινα καὶ “μάστιγα τῆς Ἀσίας”- καὶ ἐνδύθηκε τὸ πολιτισμένο προσωπεῖο. Τί πιὸ δίκαιο καὶ νόμιμο! Ὅλοι οἱ ὅμοροι λαοὶ νὰ ἐπωφεληθοῦν ἀπὸ τὰ ὑποθαλάσσια καλούδια τῆς ἀνατολικῆς Μεσογείου!! Τὸ ἀκοῦς καὶ ἂν εἶσαι ἐκλεπτυσμένος Εὐρωπαῖος, τὸ ἐπικροτεῖς καὶ χειροκροτεῖς τὴν μεγαθυμία τῶν μεμέτηδων.
Μοιράζω σημαίνει διαιρῶ ἐξ ἴσου. Παίρνω τὸ μερίδιο, «τὴν μοίρα» ποὺ μοῦ ἀναλογεῖ. (Ὅλες αὐτὲς οἱ λέξεις, μέρος, μερίδα, μερίζω, μοίρα, παράγονται ἀπὸ τὸ ὁμηρικὸ “μείρομαι” ποὺ σημαίνει διαιρῶ, μοιράζω. Ἡ μοίρα, τὸ ριζικὸ ὅπως τὸ λέει ὁ λαός, εἶναι τὸ “τὸ μερίδιο” ἑκάστου ἐν τῇ ζωῇ, ὁ κλῆρος, ἡ τύχη, κατὰ τὸ ἔγκυρο λεξικὸ τῶν Leddel-Scott). Καί, ἐπειδὴ “ἡ κακή μας τύχη καὶ μοίρα”, μᾶς ἔστειλε, πρὸ αἰώνων, τὴν Τουρκία ὡς γείτονα, παραπέμπω σὲ ἕναν μύθο τοῦ μυθοπλάστη Αἰσώπου, ποὺ ἐξηγεῖ ἐναργέστατα, τί ἀκριβῶς ἐννοεῖ ἡ «φίλη καὶ σύμμαχος», ὅταν προτείνει διαμοιρασμὸ τοῦ φυσικοῦ πλούτου. Παραθέτω, ἐν πρώτοις, τὸ κείμενο στὴν ἀειφεγγῆ προγονικὴ γλώσσα καὶ ἀκολουθεῖ ἡ νεοελληνικὴ ἀπόδοση. Τίτλος: ”Λέων, ὄνος καὶ ἀλώπηξ», δηλαδή, λιοντάρι, γαϊδούρι καὶ ἀλεποῦ.
«Λέων καὶ ὄνος καὶ ἀλώπηξ κοινωνίαν εἰς ἀλλήλους σπεισάμενοι ἐξῆλθον εἰς ἄγραν. Πολλὴν δὲ αὐτῶν συλλαβόντων, ὁ λέων προσέταξε τῷ ὄνῳ διελεῖν αὐτοῖς. Τοῦ δὲ τρεῖς μοίρας ἐξ ἴσου ποιήσαντος, καὶ ἐκλέξασθαι αὐτῷ παραινοῦντος, ὁ λέων ἀγανακτήσας ἀλλόμενος κατεθοινήσατο καὶ τῇ ἀλώπεκι μερίσαι προσέταξεν. Ἡ δὲ πάντα εἰς μίαν μερίδα συναθροίσασα καὶ μικρὰ ἑαυτῇ ὑπολιπομένη παρῄνει αὐτῷ ἑλέσθαι. Ἐρομένου εἰς αὐτὴν τοῦ λέοντος τίς αὐτὴν οὕτω διανέμειν ἐδίδαξεν, ἡ ἀλώπηξ εἶπεν: Ἡ τοῦ ὄνου συμφορά.»
Στὰ νέα ἑλληνικὰ
«Τὸ λιοντάρι, ὁ γάϊδαρος καὶ ἡ ἀλεποῦ ἔφτιαξαν κοινὴ ὁμάδα, συνεταιρίστηκαν καὶ βγῆκαν μαζὶ στὸ κυνήγι. Ἔπιασαν πλούσια λεία, τὴν ὁποία κάποιος ἔπρεπε νὰ μοιράσει. Τὸ λιοντάρι πρότεινε στὸν γαίδαρο τὴν μοιρασιά. Λέει ὁ γάϊδαρος: “Τρεῖς εἴμαστε, ὁρίστε, τρία ἴσα μέρη κάνω τὴ λεία, ὁ καθένας παίρνει τὴ μερίδα του”. “Τί μοιρασιὰ εἶναι αὐτή;” φώναξε τὸ λιοντάρι θυμωμένο, καὶ ὄρμηξε καὶ κατασπάραξε τὸν γάϊδαρο. Λέει τότε στὴν ἀλεποῦ: “Αὐτὸς δὲν ἤξερε νὰ μοιράζει. Ἐσὺ πιστεύω πὼς θὰ μοιράσεις πιὸ σωστά”. Παίρνει ἡ ἀλεποῦ, σχεδὸν ὅλα τὰ κρέατα, τὰ ἔκανε μία μερίδα καὶ τὰ προσφέρει στὸ λιοντάρι. Ἐνῶ γιὰ τὸν ἑαυτό της κράτησε ἐλάχιστα. “Μπράβο”, εἶπε τὸ λιοντάρι, “ἐσὺ μοίρασες μὲ μεγάλη σοφία. Μὰ ποιός σὲ δίδαξε νὰ μοιράζεις τόσο δίκαια;”. “Τοῦ γαϊδάρου τὸ πάθημα μὲ δίδαξε”, ἀποκρίθηκε ἡ ἀλεποῦ».
Ἀπὸ αὐτὸν τὸ μύθο βγῆκε ἡ παροιμιώδης ἔκφραση «μερίδα τοῦ λέοντος».
Ἡ Τουρκία τί προσπαθεῖ ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια; Νὰ γίνει μεγάλη περιφερειακὴ δύναμη. Ὅμως «ὁμοιάζει μὲ νάνον ἀνορθούμενον ἐπ’ ἄκρων ὀνύχων καὶ τανυόμενον νὰ φθάσει εἰς ὕψος καὶ φανῆ καὶ αὐτὸς γίγας». Ὁ μεγάλος Παπαδιαμάντης, στὸν «Λαμπριάτικο ψάλτη» του, μᾶς βοηθᾶ. (Ἂν καὶ ἀναφέρεται στοὺς «Γραικύλους τῆς σήμερον», δανείζομαι τὴν φράση του, γιατί ταιριάζει στὴν περίπτωση). Μοιάζει – ἡ Τουρκία – μὲ νάνο, ὁ ὁποῖος «τανύεται», «τανιέται» λέμε στὸ χωριό μου στὴν Πιερία, πατᾶ στὰ νύχια του, ὥστε νὰ δείχνει ψηλότερος, νὰ φανεῖ καὶ αὐτὴ γίγας.
Τὰ τελευταῖα χρόνια, μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν ἐπηρμένο Ἐρντογάν, ὀνειροφαντάζεται ὀθωμανικὲς αὐτοκρατορίες, ἐπιδίδεται σὲ κινήσεις ἐκφοβισμοῦ τῶν γειτόνων του. Βρῆκε κράτη σπαρασσόμενα ἀπὸ ἐμφύλιες συρράξεις, Συρία, Ἰράκ, Λιβύη, καὶ βυσσοδομεῖ. Συνεπικουρούμενος ὁ χιτλερίσκος Τοῦρκος ἀπὸ τὰ ἐλεγχόμενα καὶ κατατρομοκρατημένα ΜΜΕ τῆς χώρας του, ἀπειλεῖ, βομβαρδίζει, στέλνει ἀργυρώνητους βασιβουζούκους καὶ ἐγκληματίες, ποὺ στρατολογεῖ ἀπὸ τὶς ἄτακτες συμμορίες τοῦ “ISIS”, στὰ πεδία τῶν μαχῶν. Μὲ μία φράση: αὐτὴ εἶναι ἡ Τουρκία. Στόχος του; Ἡ μερίδα τοῦ λέοντος.
Νὰ σύρει κυρίως τὸν Ἑλληνισμὸ στὸ τραπέζι τῶν διαπραγματεύσεων καὶ νὰ ἐπιτύχει αὐτὸ ποὺ συνέβη μὲ τὴν ἀλεποῦ τοῦ μύθου. Νὰ ἀναγκαστοῦμε νὰ παραδώσουμε «γῆ καὶ ὕδωρ» γιὰ νὰ ἀποφύγουμε τὴν συμφορὰ τῆς Συρίας ἢ τῆς Λιβύης. Ἐξ ἄλλου ἔτσι πρόδωσαν τὴν Μακεδονία οἱ προηγούμενοι λεηλάτες τῆς ἱστορίας μας. Ἡ Τουρκία διακαῶς ἤθελε νὰ ὀνομαστοῦν τὰ Σκόπια, Μακεδονία. Πάντοτε ἔτσι τὰ ὀνόμαζαν, γιὰ νὰ προκαλέσουν, νὰ ὑποθάλψουν τὴν διχόνοια καὶ τὸ αἴσθημα ἡττοπάθειας τοῦ λαοῦ μας, νὰ φανοῦν στὰ μάτια τῶν Σκοπιανῶν, εὐεργέτες τους. Βρέθηκαν οἱ ἐφιάλτες γιὰ τὴν βρωμοδουλειά, ὑποτάχθηκαν στὴν λογικὴ καὶ τὶς ἀπειλὲς τοῦ ψευτολέοντος ἢ καλύτερα μυρμηγκολέοντος. Μὲ ἀπύθμενη δειλία, «μοίρασαν», ξεπούλησαν, πρόδωσαν τὴν Μακεδονία, γιὰ νὰ ἐξευμενιστεῖ τὸ θηρίο. Καὶ ἔκτοτε ἀποθηριώθηκαν οἱ Τοῦρκοι. Κατάλαβαν ποιοὺς ἔχουν ἀπέναντί τους. Ἐφ’ ὅσον εἶναι ἱκανοὶ νὰ ξεπουλήσουν «ὅσια καὶ ἱερά», ἔχουμε νὰ κάνουμε μὲ δειλούς, ὁπότε μποροῦμε, ἀμαχητί, νὰ κερδίσουμε πολὺ περισσότερα.
Ὁ Θουκυδίδης μᾶς τὰ ἔχει πεῖ αὐτά. Γράφει στὸ Α´, 140, γιὰ τὸ περίφημο «Μεγαρικὸ ψήφισμα». «…..Εἰ ξυγχωρήσετε καὶ ἄλλο το μεῖζον εὐθὺς ἐπιταχθήσεσθε ὡς φόβῳ καὶ τοῦτο ὑπακούσαντες». Δηλαδή, ἂν ὑποχωρήσετε, στὶς ἀπαιτήσεις τῶν Σπαρτιατῶν, ἀμέσως καὶ ἄλλο μεγαλύτερο θὰ σᾶς ἐπιβάλουν, ἀφοῦ, ἐξ αἰτίας τοῦ φόβου σας ὑπακούσατε σὲ τοῦτο…». (Οἱ Ἀθηναῖοι «ποιήσαντες ἐκκλησίαν», ἔπρεπε νὰ ἀποφασίσουν ἂν θὰ ὑποχωρήσουν στὶς προκλήσεις τῶν Σπαρτιατῶν, ὥστε νὰ ἀνακαλέσουν «τὸ Μεγαρέων ψήφισμα» ἢ νὰ δεχθοῦν πόλεμο. Οἱ πλεῖστοι ἔλεγαν, οἱ συνήθεις ἐνδοτικοί, ποὺ μιλοῦν γιὰ «μοναχοφάηδες» – Κοτζιᾶς- ὅλα αὐτὰ ποὺ προκρίνει ἡ «προοδευτικὴ διανόησις» τύπου Βερέμη, Ρεπούση καὶ λοιποί, ἔλεγαν, λοιπόν, νὰ ὑποχωρήσουν, ὥστε νὰ μὴν γίνει πόλεμος. Γιὰ ἕνα «ψωρονήσι», τὸ Καστελόριζο νὰ πολεμήσουμε;).
Χρόνια τώρα, οἱ τετρομαγμένες κυβερνήσεις, ὑποχωροῦν. (Πλὴν τῆς Μακεδονίας, τὸ μεγαλύτερο ἔγκλημά τους εἶναι ἡ “φιλοξενία” τῶν λαθρομεταναστῶν. Μία ὁλόκληρη στρατιὰ τοῦ Ἐρντογὰν στρατωνίζεται στὴν πατρίδα μας. Φανατικοὶ μωαμεθανοὶ ποὺ ἐν μιᾷ νυκτὶ θὰ μετατραποῦν σὲ ἀσύντακτο ἀσκέρι ποὺ θὰ παραλύσει τὸ ἐναπομεῖναν ἠθικό τοῦ λαοῦ. Ὁ Θεὸς νὰ μᾶς λυπηθεῖ. Κυριολεκτικά…).
Καὶ ἡ Τουρκία, εὐθύς, ἀμέσως, ἀπαιτεῖ «καὶ ἄλλον τί μεῖζον». Καὶ φτάσαμε, ἐξ αἰτίας τῶν ἐγκληματικῶν καὶ προδοτικῶν ὑποχωρήσεων, νὰ διακυβεύεται ἡ τύχη, ἡ μοίρα τοῦ ἔθνους μας. Οἱ Γραικύλοι τῆς σήμερον, ἀπαντοῦν: Τί θέλετε πόλεμο; Ἡ ἀπάντηση ἔρχεται καὶ πάλι ἀπὸ τὸ παρελθόν: «Πόλεμος ἔνδοξος, εἰρήνης αἰσχρᾶς, αἱρετώτερος»….
Πηγή: Χριστιανικὴ Βιβλιογραφία