Το σπίτι που γεννήθηκα
Βράδυ Σαββάτου. Ανεβάζει φωτογραφία ένας ξάδελφος από το Λονδίνο. Την κοινοποιεί η αδελφή μου. Κλέβω δύο λεπτά από τη δουλειά και ανοίγω το κινητό μου. Μια φωτογραφία μπροστά μου. Το σπίτι μου. Η λεζάντα έγραφε: «House of Tsaousi (Panayi) Koma toy Yialou». Κάθε τρίχα του σώματός μου μετουσιώνεται σε σύριγγα, μα το φάρμακο δεν το δέχεται ο οργανισμός μου και ξεκινά να βγαίνει από τα μάτια μου.
Κάνω ένα μικρό διάλειμμα, μέχρι να μπορέσω να συνεχίσω τη δουλειά. Θολωμένο το μυαλό μου. Η εικόνα από εκείνο το πετρόσπιτο με έχει διαλύσει. Δεν το είδα ποτέ από κοντά, μα είναι το σπίτι μου. Δεν κάλεσα ποτέ τους φίλους μου εκεί, μα γι’ αυτό τους μιλώ. Δεν έκανα κανένα οικογενειακό συμπόσιο εκεί τα Χριστούγεννα, μα κάθε Χριστούγεννα αυτό σκέφτομαι. Έντονη θλίψη, συνεχόμενες σκέψεις και μπροστά μου ένα βράδυ Σαββάτου με τους θαμώνες μεθυσμένους να συνεχίζουν το ταξίδι τους στη λήθη.
Αλήθεια. Το αντίθετο της λήθης. Αλήθεια. Αυτό που δεν έχει ξεχαστεί. Αλήθειες θα συνεχίσουμε να λέμε και ας μην αρέσει σε αυτούς που θέλουν να διατηρήσουν το «μομέντουμ». Εισβολή. Πόλεμος. Νεκροί. Αγνοούμενοι. Πρόσφυγες. Κατοχή. Έποικοι. Η ευθυγράμμιση της καταστροφής. Δεν ξέρω γιατί ο κύριος Άιντα τα βλέπει ως ευθυγράμμιση των άστρων.
Ψέμα. Παράγεται από το ρήμα ψεύδω, δηλώνει το φύσημα του ανέμου, τον ήχο δίχως λόγο, που φτάνει στα αυτιά μας σαν φασαρία. Σαν φασαρία τα ακούμε όλα αυτά, κύριοι, γιατί είναι ψέματα. Ψέματα είναι, κύριοι, ότι θέλετε τη λύση του Κυπριακού. Ένα τέλος θέλετε για να συνεχίσετε τα επιχειρηματικά σας παιχνίδια. Ένα τέλος που δεν επιλύει κανένα πρόβλημα. Ένα τέλος που δεν επιστρέφουν οι πρόσφυγες στα σπίτια τους. Ένα τέλος που δεν καταδικάζει την Τουρκία για τίποτα. Ένα τέλος που θα σηματοδοτήσει και το τέλος του Ελληνισμού σε αυτό το νησί. Αντί αυτού του τέλους, ας επιλέξουμε τον αγώνα της Αλήθειας που βρίσκεται σε μια φωτογραφία ενός ερειπωμένου πετρόσπιτου.
Το σπίτι που γεννήθηκα κι ας το πατούν οι ξένοι
στοιχειό είναι και με προσκαλεί· ψυχή, και με προσμένει.
Κι ας μη γεννήθηκα…
Σταύρος «Ππούνιος» Ζαχαρία
Από ξένο τόπο κι απ’ αλαργινό
Υ.Γ.:
Μεν με θωρείς παράξενα που κλαίω στο ποτό μου,
να ξέρεις στο ποτήρι μου αμπλέπω το χωρκό μου.
Πηγή: Εφημερίδα Ένωσις