ΑΠΟΛΟΓΙΑ
"Ἡ γλῶσσα μου δέν μπορεῖ νά ἀνταποκριθεῖ καί νά ἐκφράσει τίς σκέψεις μου. Αὐτό μέ μαραίνει"
Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι
Λοιπόν...
Τέλος ἤ ἀρχή τώρα;
Δέν ξέρω.
Το παιδί πού κράτησε μέσα ἀπό τή φωτιά αὐτές τις σημειώσεις, ὅπως τό παιδί πού σχεδίασε μέ ὀδύνη καί φόβο τό "Ἡμερολόγιο Κατοχή", προσπάθησε στήν ἀρχή ἀπεγνωσμένα, νά μή θυμᾶται. Οὔτε τήν πεῖνα τῆς Κατοχῆς οὔτε τή ραγισμένη ἐλπίδα γιά γυρισμό τοῦ πατέρα ἀπό τά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ὁ Πατέρας ἔμεινε γιά πάντα ἐκεῖ, ἕνας ἀκόμη χαμένος ἀριθμός στήν παράλογη ἄθροιση θανάτου.{...}
- Ποιός σοῦ εἴπε, φίλε, πώς μπορεῖς νά ξεχνᾶς; Αὐτό εἶναι χειρότερο κι ἀπό τό θάνατο. Εἶναι βόλεμα. Ἀλλά ἡ φωτιά δέν ἔσβησε. Ἡ ὀργή δέν τέλειωσε. Κάποια ἄλλα παιδιά ζοῦν - ἤ γρήγορα θά ζήσουν - αὐτές τίς τραγικές ἐμπειρίες. Κι ἐσύ βολεύεσαι στήν ψευδαίσθηση πώς οἱ ἄγριοι καιροί πέρασαν ὁριστικά, πώς τράβηξες μιά γραμμή πίσω σου κι ὅλα σβήστηκαν.
~
Ὁ καιρός ἔχει τή δική του λογική. Τή δική του κρίση. Μιλάει μέ τή δική του γλῶσσα. Λεπτομέρειες ὅλα τά ἄλλα. Τά σαρώνουν τά γεγονότα καί ἄντε νά βρεῖς ἄκρη... Τί σημαίνει πιά ἕνας μικρός πρίγκηπας πού σκοτώθηκε ἀπό ἀδέσποτη ἤ χάθηκε κάπου στήν ἄκρη τοῦ κόσμου; Τί σημαίνουν τά χιλιάδες περιστέρια πού λαβώθηκαν, ὅποιο κι ἄν ἦταν τό χρῶμα τους;
- Ἄσε με , φίλε... Δέ θέλω νά σκέφτομαι, δέ θέλω νά θυμᾶμαι. Βολεύτηκα πιά! Ἄραξα στήν ἡσυχία μου καί καλοπερνάω...
Ὅμως κάποια βράδυα, ὅταν νομίζω πώς κοιμᾶμαι, ἀκούγονται ἀκόμα πυροβολισμοί, σάν αὐτούς πού μᾶς ἔζωναν τότε καί νιώθαμε νά μᾶς καίει ἡ ἀνάσα τοῦ θανάτου. Τινάζομαι ἀπό τό κρεβάτι μου καί χωρίς νά ἔχω συνέλθει ἀκόμη, φωνάζω ἔντρομος:
- Γιατί μέ σκοτώνεις ἀδερφέ μου;
Ἀλλά κανένας δέ μοῦ ἀποκρίνεται καί ξαναγέρνω ἱδρωμένος στό κρεβάτι μου σίγουρος ὅτι ἦταν ἐφιάλτης (ἦταν ὅμως;).
- Εἴπαμε ... Μήν τά θυμᾶσαι.
~
- Τό τελευταῖο περιστέρι βρέθηκε σκοτωμένο στήν αὐλή μας. Δέν ὑπάρχουν πιά περιστέρια σέ ὅλη τή γειτονιά καί νομίζω οὔτε σέ ὅλη τήν παγωμένη πολιτεῖα. Ἐσύ τά σκότωσες.
- Στό ξανάπα. Κανείς δέν μπορεῖ νά σκοτώσει ἕνα ζωγραφισμένο πουλί.
- Ἔτσι νόμιζα καί ἐγώ κάποτε! Μά τά ζωγραφισμένα πουλιά σκοτώνονται πιό εὔκολα. Κι ἔχεις ἕνα μοναδικό τρόπο γιά νά τά σκοτώσεις: Νά τά ξεχάσεις!
- Τί χρῶμα εἶχε τό τελευταῖο περιστέρι;
- Δέν ξέρω... Ρώτησε τό Μικρό Πρίγκηπα, ἄν, καί ὅταν τόν ξαναδεῖς. Σέ ἕνα δικό του χῶρο πέρα ἀπό τή ζωή, πού ἔστησε τό μικρό του Πλανήτη, ἐκεῖ πού ὑπάρχει πάντα φῶς. Ἐγώ δέ θυμᾶμαι τίποτα. Μόνο τή ματωμένη Ἄνοιξη καί τόν ἄγνωστο Ἔφηβο πού κραύγαζε τήν ἴδια πάντα λέξη:
- Γιατί;
Χωρίς ὅμως πιά νά περιμένει ἀπόκριση... Μιά κάποια ἀπόκριση:
Πηγή: Η ΑΓΡΙΑ ΤΡΥΦΕΡΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΦΗΒΕΙΑΣ, ΝΕΣΤΟΡΑ ΜΑΤΣΑ, ἐκδόσεις ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΔΑΚΗΣ
Φωτογραφία: http://www.crashonline.gr/
Χρύσα Νικολοπούλου/Ἑλλήνων Φῶς