Ἀπὸ πότε οἱ ἐξωμότες εἶναι «μεγάλοι Πόντιοι»;
Γράφει ὁ Δημ. Νατσιός
Δάσκαλος-Κιλκίς
Ἦρθε καὶ μίλησε τὶς προάλλες ἐδῶ στὸ Κιλκὶς ὁ Μιχάλης Χαραλαμπίδης, σὲ μία λαμπρὴ ἐκδήλωση γιὰ τὴν ἐπέτειο μνήμης τῆς Γενοκτονίας τῶν Ποντίων. Ἐξαιρετικὴ καὶ συγκινητικὴ ἦταν ἡ συμμετοχὴ μαθητῶν δημοτικῶν σχολείων τῆς πόλης μας (2ου καὶ 4ου Δ.Σ.), οἱ ὁποῖοι δίνουν καὶ τὴν πρέπουσα καὶ ἀποστομωτικὴ ἀπάντηση στὸν κυρ-Φίλη ὑπουργό.
Ὁ Μιχάλης Χαραλαμπίδης, εἶναι γνωστό, ὅτι πρωτοστάτησε καὶ ἀγωνίστηκε σθεναρῶς γιὰ τὴν υἱοθέτηση, ψήφιση καὶ καθιέρωση τῆς 19ης Μαΐου, κάθε ἔτους, ὡς ἡμέρα μνήμης τῆς Γενοκτονίας. Οὐδεὶς τὸ ἀρνεῖται καὶ πάντες τὸν τιμοῦν γι’ αὐτό, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸν μὴ συμφυρμό του μὲ τὴν «σοσιαλεπώνυμη» λοιμική.
Ὅμως, κατὰ τὴν ὁμιλία του, ἐπὶ εἰκοσάλεπτο ἐκθείαζε, παρουσιάζοντάς τον ὡς σχεδὸν τὸ ἐπιφανέστερο τέκνο τοῦ Ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ, τὸν καρδινάλιο Βησσαρίωνα, τὸν γνωστὸ ἐξωμότη καὶ λατινόφρονα, ἄλλοτε μητρόπολη Νικαίας. Ὁ Βησσαρίων, πρὶν προδώσει τὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὸ Γένος, ὑπῆρξε περίφημος λόγιος καὶ συμμετεῖχε ὡς μητροπολίτης στὴν ψευτοσύνοδο Φερράρας- Φλωρεντίας (1438-1439). Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς «συνόδου» ἀποσκίρτησε μυστικὰ ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία –τὰ παπικὰ φλουριὰ καὶ τὸ καρδιναλικὸ ἀξίωμα ἔπαιξαν τὸν ρόλο τους– ὑποστήριξε μὲ πάθος τὴν «ἕνωση» τῶν Ἐκκλησιῶν καὶ τὸ πρωτεῖο τοῦ πάπα. Οἱ ὀρθόδοξοι (καὶ ἡ ποντιακὴ παράδοση) ἀπὸ ἐκείνη τὴν στιγμὴ τὸν ἀντιμετώπισαν ὡς προδότη, ἐξωμότη καὶ ἐξωνημένο.
Γενίτσαρος τοῦ παπισμοῦ ἐρίζει κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ψευτοσυνόδου μὲ τὸν στύλο τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀτρόμητο ἱεράρχη τῆς Ἐφέσου, ἅγιο Μάρκο τὸν Εὐγενικό. Ὅταν ὁ ἅγιος χαρακτήρισε τὸν πάπα αἱρετικὸ (ὅπως διασώζει ὁ Σύλβεστρος Συρόπουλος, ποὺ εἶναι παρὼν στὴν σύνοδο), ὁ ἐξωμότης Βησσαρίων διέρρηξε τὰ ἱμάτιά του. Τότε τοῦ εἶπε ὁ ἅγιος Μάρκος τὴν περίφημη φράση: «Σὺ ὑπάρχεις κοπέλιν (δοῦλος) καὶ ἐποίησας ὡς κοπέλιν». (Κατὰ τὸν ἅγιο Μάρκο ὁ πάπας εἶναι αἱρεσιάρχης. Ἂς τὰ διαβάζουν αὐτὰ κάποιες σήμερα παπόφιλες κεφαλές, ποὺ εὐκαίρως-ἀκαίρως συγχρωτίζονται καὶ φωτογραφίζονται μὲ τὸ «θηρίο» τῆς Ρώμης).
Ἡ ληστρικὴ σύνοδος, μὲ τὰ φλωρία, τοὺς δελεασμοὺς καὶ τὶς ἐξαχρειώσεις, κατέληξε σὲ συμφωνία-μνημόνιο. Ὑπογράψαμε, ἐξομολογεῖται ὁ Συρόπουλος, «καὶ ἡμεῖς οἱ δείλαιοι ἐθελοακουσίως, οἶμοι, ὡς οἶδας Χριστὲ βασιλεῦ… ἐν μυχοῖς καρδίας στένοντες καὶ δακρύοντες».
Ἕνας, ἔναντι μυρίων, ἀντιστέκεται, ἕνας ποὺ σηκώνει στοὺς ὤμους του τὴν ἁγία Ὀρθοδοξία. Ὁ ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικός. «Οὐδὲν ἐποιήσαμεν», ἀναφωνεῖ ἐξαγριωμένος καὶ ἡττημένος ὁ πάπας. Ζητᾶ νὰ τοῦ τὸν παραδώσουν «ἵνα κριθῆ» ἀπὸ τὴν ἐγκληματικὴ Ἱερὰ Ἐξέταση. (Σ’ ὅλα αὐτὰ πρωταγωνιστεῖ τὸ «κοπέλιν», ὁ προδότης Βησσαρίων). Εὐτυχῶς ὁ Ἰωάννης Παλαιολόγος δὲν δέχτηκε τὴν ἀτιμωτικὴ παράδοση. Ὁ «μεγάλος Πόντιος» Βησσαρίων, μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Πόλης, εἶναι ἀλήθεια ὅτι παρότρυνε μὲ ζέση τοὺς δυτικοὺς νὰ ὀργανώσουν σταυροφορία κατὰ τῶν Τούρκων. (Παραλίγο νὰ ἐκλεγεῖ καὶ πάπας). Ὑπέβαλε ἀλλεπάλληλα ὑπομνήματα, σχέδια ἐπὶ σχεδίων γιὰ συμμαχίες καὶ συνασπισμούς, ἐκφωνοῦσε λόγους, ἀναλάμβανε διπλωματικὲς ἀποστολές, διαπραγματευόταν, ἐκλιπαροῦσε. Γνώριζε ὡστόσο ὅτι ὁποιαδήποτε ἐκστρατεία τῶν ἡγεμόνων μὲ τὶς εὐλογίες τοῦ πάπα δὲν θὰ ὁδηγοῦσε στὴν ἀπελευθέρωση τῶν Ἑλλήνων, ἀλλὰ στὴν ὑποταγή τους σὲ δυτικοὺς δυνάστες, στὴν ἐπιβολὴ δηλαδὴ νέας Φραγκοκρατίας σὲ ὁλόκληρη τὴν Ἀνατολή, κυριαρχίας ἐξ ἴσου στυγνῆς μὲ τὴν ὀθωμανική. Δὲν ἀγωνιζόταν γιὰ τὴν λύτρωση τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἀπὸ τὸν τουρκικὸ ζυγὸ ἀλλὰ γιὰ τὸν δογματικὸ προσηλυτισμὸ καὶ ἐκλατινισμό του.
Ὁ Βησσαρίων εἶχε προσχωρήσει ὁλοψύχως στὸ λατινικὸ στρατόπεδο καὶ ἔπαιζε τὸ ρόλο τοῦ δογματικοῦ διαφωτιστῆ καὶ πολιτικοῦ πράκτορα τοῦ παπισμοῦ καὶ τῶν ἡγεμόνων. Ἑλληνικοὶ πληθυσμοὶ ἦταν ἀπὸ τὸ 1204 ὑποταγμένοι στοὺς Φράγκους. Ἀλλὰ γιὰ τὸν καρδινάλιο ἡ Φραγκοκρατία δὲν ἀποτελοῦσε δουλεία. Ὑπερασπιζόταν καὶ εὐλογοῦσε τὴν τυραννικὴ βενετικὴ κατοχή. Ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν σήμαινε βίαιη ἐνσωμάτωση στὸν λατινικὸ κόσμο καὶ ὕστερα ἀφελληνισμό. Δὲν ὑπάρχει καμμία ἀμφιβολία ὅτι κύριο μέλημα τῶν Δυτικῶν ἦταν ὁ ἐκλατινισμὸς τῶν Ἑλλήνων. Ἐνδιαφέρονταν περισσότερο γιὰ τὴν ἐκρίζωση τῆς Ὀρθοδοξίας παρὰ γιὰ τὴν ἐκδίωξη τῶν Ὀθωμανῶν. Πολλοὶ μάλιστα παπικοὶ ἀπέκρουαν κάθε κινητοποίηση γιὰ ἀπώθηση τῶν Τούρκων ἀπὸ τὰ βυζαντινὰ ἐδάφη πρὶν ἀπὸ τὴν ὑποταγὴ ἢ καὶ ἐκμηδενισμὸ τῶν Ἑλλήνων ποὺ ἐπέμεναν στὸ ὀρθόδοξο δόγμα.
Οἱ σταυροφορίες, ἡ μεγαλύτερη ἀπάτη τῆς παγκόσμιας ἱστορίας, δὲν ἦταν τίποτε ἄλλο παρὰ ληστρικὲς ἐπιχειρήσεις-σωτήρια διέξοδος ἀπὸ τὴν δεινὴ οἰκονομικὴ καὶ κοινωνικὴ κρίση ποὺ μάστιζε τὴν μεσαιωνικὴ Δύση. Κατὰ τὶς σταυροφορίες ὁ πάπας, ποὺ ἐπεδίωξε καὶ τὴν ὑποταγὴ καὶ ἐξαφάνιση τῆς Ὀρθοδοξίας, καὶ οἱ ἡγεμόνες ὑπόσχονταν στοὺς ἐξαθλιωμένους χωρικοὺς καὶ τοὺς πειναλέους ἐργάτες καὶ λοιπὰ ἀποβράσματα τῆς Δύσης τὰ πλούτη τοῦ Βυζαντίου-Ρωμανίας καὶ ἄφεση ἁμαρτιῶν. Ὁ ναζισμὸς αἰῶνες ἀργότερα, ὅπως καὶ ὅλοι οἱ δυτικοὶ ἀποικιοκράτες, διαβεβαίωνε τοὺς Γερμανοὺς στρατιῶτες πὼς ὑποτάσσοντας τοὺς λαοὺς θὰ γίνουν ἀπὸ προλετάριοι, ἀφεντικά.
Ὁ Βησσαρίων ἀκόμη ἔχει ἀναλάβει μετὰ τὴν κατάρρευση τὴν κηδεμονία τῶν ἀνήλικων παιδιῶν τοῦ Θωμᾶ Παλαιολόγου, ποὺ κατέφυγαν στὴν Ἰταλία καὶ ἀπάνθρωπα ἀξιώνει τὸν ἀφελληνισμό τους, ὅπως διαβάζουμε στὸ «Χρονικόν» τοῦ Γ. Φραντζῆ. «Νὰ γίνουν τέλειοι Λατίνοι, νὰ ἀπαρνηθοῦν τὴν ἑλληνικότητά τους, νὰ συχνάζουν στὶς καθολικὲς ἐκκλησίες, νὰ γονατίζουν, νὰ προσκυνᾶνε… Δίνει ἐντολὴ νὰ ἐνταχθοῦν στὴ συνοδεία τῶν “ἀρχοντόπουλων” ἕνας ἢ δύο φραγκοπαπάδες- «εἶναι ἀναγκαιότητα διὰ νὰ ψάλλωσι λειτουργίαν λατινικὴν συνεχῶς. Εἶναι γὰρ χρεία νὰ ζῶσι τὰ παιδία λατινικῶς». Καὶ νὰ τὰ ἐπιβλέπουν οἱ ἄνθρωποι τῆς συνοδείας γιὰ νὰ μὴ φεύγουν ἀπὸ τὴν ἐκκλησία, ὅταν μνημονεύεται ὁ πάπας, «ὡσὰν τὸ ἐποίησαν εἰς τὴν στράταν ὁπού ἤρχεσθε, διότι ἂν φεύγωσι ἀπὸ τὴν ἐκκλησίαν, εἶναι χρεία νὰ φεύγωσι καὶ ἀπὸ τὴν Φραγκιάν». Καὶ «νὰ φροντίζετε τὴν παίδευσίν των καὶ τὰ ἤθη των… νὰ ζοῦν φραγκικὰ παντελῶς, ἤτοι νὰ ἀκολουθῶσι τὴν ἐκκλησίαν κατὰ πάντα ὡσὰν Λατίνοι καὶ οὐχὶ ἀλλέως, νὰ ἐνδύωνται λατινικῶς, νὰ μάθουν νὰ γονατίζουν τοὺς ὑπερέχοντας καὶ πάπαν καὶ καρδιναλίους καὶ τοὺς ἄλλους αὐθέντας, νὰ ἀποσκεπάζωνται τὸ κεφάλι τους… ὅταν ὑπάγουν νὰ ἰδοῦν καρδινάλιον ἢ ἄλλον ὅμοιον αὐθέντην, νὰ μηδὲ καθίσουν ποσῶς, εἰμὴ νὰ γονατίζουν καὶ ἀπεκεῖ, ὅταν τοὺς εἴπη ἐκεῖνος, νὰ σηκωθοῦσιν… ἂς μανθάνωσιν ἀπὸ τώρα νὰ γονατίζουν ἐπιτήδεια καὶ εὔμορφα… ὑπάγετέ τους συνεχῶς εἰς τὰς ἐκκλησίας… Εἰ δὲ τἀναντία ποιοῦσιν, ἐγὼ δὲν θέλω δυνηθεῖ νὰ τοὺς βοηθήσω οὐδὲ ὅλως». Ὑπογραφή: Βησσαρίων καρδινάλις καὶ πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως.
Ἂν ἤθελε νὰ ἀναφερθεῖ ὁ Μ. Χαραλαμπίδης σὲ σπουδαίους Πόντιους, σὲ ἀληθινὰ μεγάλους, δὲν θὰ μιλοῦσε γιὰ τὸν Βησσαρίωνα, ἀλλὰ γιὰ ἕναν ἀνώνυμο Πόντιο, σὰν αὐτὸν ποὺ διασώζει ὁ Δαμ. Βασιλειάδης, στὸ βιβλίο του «Ο ΛΑΜΠΟΝ ΑΣΟ ΚΑΡΣ», τὸ ἡρωικὸ ὁδοιπορικό τοῦ πατέρα του. Διαβάζουμε στὴν σελ. 32 (ἔκδ. «Στοχαστὴς») τοῦ βιβλίου:
«Νὰ ἀναφέρουμε ἕνα τραγικὸ περιστατικὸ ποὺ συνέβη στὸ χωριὸ ἀπὸ τουρκικὸ στρατιωτικὸ ἀπόσπασμα καὶ δείχνει τὸ μέγεθος τῶν δεινοπαθημάτων τῶν Ποντίων. Τὸ διασώζει ὁ ἐκπαιδευτικὸς Γεώργιος Γεωργιάδης στὸ βιβλίο του: Οἱ Πόντιοι τοῦ Καυκάσου, Θεσσαλονίκη 1957, σ. 18-19.
Αἱ καθ’ ἡμέραν διελεύσεις ἐντεῦθεν στρατιωτικῶν τμημάτων καὶ οἱ καταυλισμοί, συνεπιφέρουν βιαιοπραγίας, λεηλασίας καὶ διαρπαγάς, δολοφονίας καὶ κτηνώδεις ἐκβιασμούς. Ἐνδεικτικὸν τούτου εἶναι τὸ ἑξῆς:
Εἰς τὸ χωρίον Χοσμπερὶκ καταλύει μίαν ἡμέραν τοῦ 1877 τουρκικὸν ἀπόσπασμα. Ὁ ἐπικεφαλῆς τούτου Μεχραλῆς, καλεῖ ἕναν τῶν προυχόντων ἀπὸ τὸν ὁποῖον ἀπαιτεῖ σειρὰν ἐκδουλεύσεων μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τινὰς ἀπολύτως ἀπαραδέκτους: Γυναίκα.
Ἐν τῷ μεταξύ, ἐνῶ νέοι καὶ νέαι, γυναῖκες καὶ παιδιὰ ἔχουν ἀποκρυβεῖ ἐπιμελῶς, ὁμάδες στρατιωτῶν περιφέρονται ἀνὰ τὸ χωρίον, τὸ ὁποῖον καὶ λυμαίνονται παντοιοτρόπως ὡς κουρσάροι καὶ πειραταί… Ὁ Μεχραλὴς ἱκανοποιήσας καὶ κορέσας ὄλας του τὰς ἐπιθυμίας, ἰδοὺ ὅτι ζητεῖ ἀπὸ τὸν Πόντιον προύχοντα, γυναίκα… Ἀπειλεῖ τοῦτον, ἐπισείων ἐπὶ τῆς κεφαλῆς του τὴν σπάθην του. Αὐτὸς ὅμως ἀρνεῖται. Προσφεύγει εἰς τὸν ἐφημέριον τοῦ χωρίου καὶ ζητεῖ νὰ μεταλάβει τῶν ἀχράντων μυστηρίων, διότι φοβεῖται τὴν ἐκτέλεσίν του. «Δέβα εὐλογημένε, δέβα», τὸν λέγει ὁ ἱερεύς. «Ἐσὺ κοινωνισμένος εἶσαι. Σὴ μεσ’ τὴ παραδείσ’ θὰ πᾶς. Δέβα καὶ μὴ φογᾶσαι».
Παρουσιάζεται εἰς τὸν Μογγόλον ἀξιωματικόν, ἄνευ φυσικὰ θύματος γυναικός. Ἀναφέρει. Ἐκεῖνος ἐξαγριώνεται… Ἐπιμένει σταθερῶς εἰς τὴν αἰσχρὰν ἀπαίτησίν του. Διὰ νὰ ἀποσοβήσουν οἱ ἄλλοι τὴν ἐκτέλεσιν τοῦ πτωχοῦ γέροντος, ἀποφασίζουν νὰ ἐκδώσουν εἰς τὸν ἄξεστον τουρκαλάν μίαν μουσουλμανίδα βοσκόν, ποὺ ἔχουν, ἀφοῦ φυσικὰ τὴν ἐνδύσουν διὰ ποντιακῆς τινὸς ἀμφιέσεως. Οὔτε τοῦτο μπορεῖ νὰ διαπράξει ὁ ἔντιμος Χοσμπερικλής. Παρουσιάζεται καὶ πάλιν εἰς τὸν ἀγροῖκον στρατιωτικόν, ρίπτεται ἐπὶ τοῦ δαπέδου, τοποθετεῖ τὸν τράχηλόν του ἐπὶ τοῦ κατωφλίου τῆς θύρας καὶ προκαλεῖ τὴν ἄμεσον ἐπὶ τόπου σφαγήν του.
«Τὸ κεφάλι Μ’ δίγω καὶ γαρὶν κι δίγω σέ».
Παραδόξως ὁ Τοῦρκος συγκινεῖται, τὸν ἀνασηκώνει, τὸν κτυπᾶ εἰς τὸν ὦμον λέγοντας: “Εὖγε Ἕλληνα. Μεγάλη καρδιὰ ἔχεις” καὶ τοῦ χαρίζει τὴν ζωήν…».
Πηγή: Χριστιανικὴ Βιβλιογραφία